Στο ορυχείο που έγινε το τελευταίο ατύχημα, όλοι, ακόμη και η διοίκηση - όπως καταγγέλλουν εργαζόμενοι - περίμεναν πως θα συμβεί
Το πρώτο πράγμα που καταγγέλλουν είναι η άναρχη εκμετάλλευση του ορυχείου χωρίςπρόγραμμα και με μοναδικό γνώμονα τη ζήτηση πρώτης ύλης από τις μονάδες παραγωγής. Οι επιπτώσεις αυτής της τακτικής έγιναν φανερές με το τελευταίο ατύχημα. Για την εξόρυξη του λιγνίτη χρησιμοποιείται το μηχάνημα C 700, με το οποίο ανοίγονται τομές εξόρυξης. Οι τομές αυτές θεωρείται ότι δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 10 μέτρα ύψος. Ωστόσο, επειδή το συγκεκριμένο μηχάνημα είχε σταλθεί στα ορυχεία της Πτολεμαΐδας, αντί να ανοιχτεί άλλη τομή, συνεχίστηκε η εξόρυξη από τη συγκεκριμένη, στην οποία έγινε η κατολίσθηση και η οποία είχε φτάσει τα 22 μέτρα ύψος!
Ωστόσο, ο κυριότερος λόγος για το ατύχημα ήταν η διάβρωση του εδάφους από υπόγεια νερά. Αν είχε γίνει έλεγχος, θα είχαν εντοπιστεί και οι 6 εργαζόμενοι, που δούλευαν εκεί, δε θα κινδύνευαν να σκοτωθούν από την κατολίσθηση των δυο εκατομμυρίων κυβικών μέτρων λιγνίτη!
Οι εργαζόμενοι, κατήγγειλαν ακόμα στο «Ρ» - ζητώντας να διατηρηθεί η ανωνυμία τους, φοβούμενοι δυσμενή αντιμετώπιση - την παντελή έλλειψη ειδικευμένου και έμπειρου τεχνικού προσωπικού (ρηγματολόγοι και γεωλόγοι). Ετσι, είναι συνεχώς εκτεθειμένοι σε ένα άγνωστο έδαφος, με κίνδυνο της ζωής τους. Ελλειψη υπάρχει και στο εκπαιδευμένο προσωπικό για την επάνδρωση των μηχανημάτων. Είναι χαρακτηριστικό, όπως μας είπαν οι εργαζόμενοι, ότι ενώ παλιά κάθε μηχάνημα εξόρυξης του λιγνίτη επανδρωνόταν σύμφωνα και με τις προδιαγραφές του με 10 εργαζόμενους, σήμερα, λόγω του ότι δε γίνονται προσλήψεις, κάθε μηχάνημα επανδρώνεται το πολύ με 5 εργαζόμενους. Οι ειδικότητες των τεχνιτών ηλεκτρολόγων και μηχανολόγων δεν υπάρχουν πια πάνω στα μηχανήματα εξόρυξης. Αποτέλεσμα, να υπάρχει μεγάλο χάσιμο χρόνου για τη λειτουργία του μηχανήματος και εντατικοποίηση της εργασίας για να εξορυχτούν οι συγκεκριμένες ποσότητες λιγνίτη που απαιτεί η διοίκηση, ενώ δε γίνεται και σωστή συντήρηση του εξοπλισμού. Παράδειγμα, ο τραυματισμός πριν καιρό, του χειριστή του μηχανήματος Ε-2 από το κόψιμο του συρματόσχοινου λόγω της μη συντήρησής του.
Είναι χαρακτηριστικό να αναφέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια, οι απαιτήσεις για λιγνίτη από τη διοίκηση της ΔΕΗ, έχουν ανέβει από 3 εκατομμύρια τόνους το χρόνο σε 4 εκατομμύρια.
Η πολιτική της διοίκησης της ΔΕΗ για μείωση του κόστους εργασίας με τη μη πρόσληψη προσωπικού δεν ακολουθείται σε άλλους τομείς, όπως στις προμήθειες, τις εργολαβίες κ. ά. Οι εργαζόμενοι κατήγγειλαν συγκεκριμένα ότι για την εγκατάσταση μεταφοράς της τέφρας του λιγνίτη από τις μονάδες 1, 2, 3 της ΔΕΗ δαπανήθηκαν 1.5 δισ. δραχμές, όταν το έργο είχε προϋπολογιστεί στα 700 εκατομμύρια δραχμές.
Παράλληλα, η διοίκηση της ΔΕΗ έχει παραδώσει την ετήσια συντήρηση των μηχανημάτων σε εργολάβους, οι οποίοι μάλιστα χρησιμοποιούν υλικά της ίδιας της ΔΕΗ. Μόνο για ένα μηχάνημα, τον αποθέτη Θ-2, η ΔΕΗ σπατάλησε για τη συντήρησή του περίπου 30 εκατομμύρια δραχμές. Επίσης, η έλλειψη προσωπικού είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχουν εργαζόμενοι ελέγχου των ταινιοδρομιών που μεταφέρουν το λιγνίτη στους σταθμούς. Ετσι δε γίνεται ευθυγράμμισή τους και σχίζονται πολύ συχνά, με συνέπεια να δαπανά η ΔΕΗ πολλά εκατομμύρια για την αποκατάσταση των ζημιών.