Οι Θέσεις αναφέρουν ότι από το 21ο Συνέδριο «οι απαιτήσεις για να υλοποιείται το καθήκον της κομματικής οικοδόμησης έχουν μεγαλώσει κι άλλο, ενώ στις δυσκολίες έχουν προστεθεί νέα στοιχεία». Τι εννοούμε;
Επικεντρώνουμε σε αντικειμενικούς παράγοντες που επιδρούν στη ζωή και στη συνείδηση του λαού και της νεολαίας, κάνοντας ακόμα πιο σύνθετο και απαιτητικό το καθήκον της κομματικής οικοδόμησης. Δεν είναι άγνωστα, ούτε πρωτόγνωρα στοιχεία. Η βαρύτητά τους όμως είναι διαφορετική, κάτω από το βάρος των εξελίξεων, ειδικά των τελευταίων χρόνων.
Για παράδειγμα, σημειώναμε στο 21ο Συνέδριο ως ανασταλτικούς παράγοντες την επιδείνωση των ωραρίων εργασίας και την αστάθειά τους, την τηλεργασία που καθιερώθηκε σε κλάδους - παρά το τέλος της πανδημίας - και δυσκολεύει την άμεση επαφή στους χώρους δουλειάς. Με την επέκταση των αντεργατικών νόμων όλα τα προηγούμενα χρόνια, οι παράγοντες αυτοί επιδεινώθηκαν.
Αναβαθμισμένη είναι επίσης η προσπάθεια του εργοδοτικού και κρατικού μηχανισμού να βάλει εμπόδια στην επαφή των εργαζομένων και της νεολαίας με την ιδεολογία και πολιτική του ΚΚΕ, τη δράση του εργατικού - λαϊκού κινήματος. Μια σειρά νόμοι που αφορούν τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση (απαγορεύσεις συγκεντρώσεων, αντιαπεργιακοί νόμοι κ.τ.λ.) επιδεινώθηκαν και μόνο η απειθαρχία και οι αγώνες του ταξικού κινήματος λειτουργούν ανασταλτικά στη γενίκευσή του.
Τέτοια στοιχεία καταστολής και ενσωμάτωσης κλιμακώνονται τα τελευταία χρόνια στο έδαφος της όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και πολέμων, προκειμένου να συρθεί ο λαός πίσω από την πολιτική της εμπλοκής, τις επιδιώξεις και τα σχέδια της αστικής τάξης.
Σημειώνουμε ακόμα τις δυσκολίες που προκύπτουν από τις εκτεταμένες εφαρμογές των νέων τεχνολογιών στη γρήγορη και συνοπτική πληροφόρηση, τον εθισμό σ' αυτή κυρίως των νέων, που μειώνει την εκπαίδευση και την ικανότητα για μελέτη, περιορίζει την ανάπτυξη κριτικής σκέψης και αντίστοιχης δράσης. Και εδώ έχουν μεγαλώσει οι δυσκολίες και έχουν προστεθεί νέα στοιχεία, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την ταχεία διάδοση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και την επίδραση που ασκούν κυρίως στη νεολαία.
Πιο επεξεργασμένη είναι η παρέμβαση του συστήματος με ιδιαίτερη στόχευση στη νεολαία, για να προβάλλει ως «πρόοδο» τον «ατομικό δικαιωματισμό», τον αποσπασμένο από τα κοινωνικά δικαιώματα ατομικισμό.
Δίπλα σ' αυτά, η εμφάνιση νέων τεχνολογικών επιτευγμάτων προβάλλεται πιο έντονα από την αστική τάξη και τα επιτελεία της ως «επιβεβαίωση» της παντοδυναμίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής κι ως παράγοντας που θα επιφέρει τάχα την κοινωνική ευημερία, καλλιεργώντας αυταπάτες για ξεπέρασμα των σημερινών αδιεξόδων που αναπαράγει για τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία ο σάπιος καπιταλισμός.
Αυτές είναι ορισμένες μόνο πλευρές που επιβεβαιώνουν ότι η κομματική οικοδόμηση έχει σήμερα μεγαλύτερες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά την ιδεολογική και πολιτική παρέμβαση του Κόμματος, όχι αποσπασμένη, αλλά ως βασικό στοιχείο στον σχεδιασμό και την οργάνωση της καθημερινής δράσης. Οχι περιορισμένα, σε έναν στενό κύκλο οπαδών ή υποψήφιων για στρατολογία, αλλά στη μαζική παρέμβαση και στην αυτοτελή πολιτική δουλειά των Οργανώσεων.
Οπως σημειώνεται στις Θέσεις για το 22ο Συνέδριο: «Το ζήτημα της κομματικής οικοδόμησης δεν το αντιμετωπίζουμε στενά, με βάση μόνο τα ποσοτικά στοιχεία της ανάπτυξης, αλλά ως ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα που έχει να κάνει με το επίπεδο της ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασης και καθοδήγησης των Οργανώσεων, το επίπεδο της λειτουργίας τους, την παρέμβασή τους στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα, στο κίνημα των αυτοαπασχολούμενων αγροτών και ΕΒΕ, την πορεία ανάπτυξης της ΚΝΕ, την αλλαγή συσχετισμών στο κίνημα και στις υπόλοιπες πολιτικές μάχες, τη διάταξη των κομματικών δυνάμεων και στελεχών, την ποιότητα της καθοδηγητικής δουλειάς, την κοινωνική, ηλικιακή, φύλου, σύνθεση των στρατολογιών κ.ο.κ.».
Μέρος της προετοιμασίας του Συνεδρίου - θυμίζουμε - αποτέλεσε ανάμεσα σε άλλα η σχετική συζήτηση σε όλο το Κόμμα, για την κομματική οικοδόμηση μέσω ξεχωριστής Απόφασης της ΚΕ, στην οποία σημειωνόταν:
«Συνολικά, κρίσιμο ζήτημα είναι η δουλειά με το ίδιο το Πρόγραμμα του Κόμματος, η οποία έχει και μια αυτοτέλεια. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, σε πόσο κόσμο διακινούμε το Πρόγραμμα του Κόμματος, ανοίγουμε συζήτηση μαζί του, αυτοτελώς για αυτό, ιδιαίτερα στα τρία βασικά στοιχεία του, όπως είναι η επανάσταση, η συγκέντρωση δυνάμεων για αυτήν, ο σοσιαλισμός και η οικοδόμησή του. Αυτή τη συζήτηση δεν μπορεί να τη λύσει η επεξεργασία που κάνει ένα όργανο με βάση φυσικά τη στρατηγική μας, για ένα ειδικό θέμα, η οποία είναι οπωσδήποτε και αναγκαία και απαραίτητη, όπως π.χ. για την αντιπλημμυρική προστασία, την Ενέργεια, τις υποδομές.
Ολα αυτά είναι πολύ αναγκαία για τη στήριξη της προσπάθειας, ώστε να επεξεργάζονται τους στόχους πάλης με βάση τη γενική στρατηγική μας θέση, να αναδεικνύεται η ανωτερότητα του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, για την επίλυση βασικών προβλημάτων. Εμείς ταυτόχρονα και παράλληλα πρέπει να προβληματιστούμε περισσότερο πώς θα φέρουμε και στο επίκεντρο της συζήτησης, στην καθημερινή μας δουλειά, για το τι κίνημα χρειάζεται, για να ανατραπεί η επιρροή της σοσιαλδημοκρατίας και του αστικού εκσυγχρονισμού, να κυριαρχήσει η ταξική ιδεολογικά χειραφέτηση απέναντι στους μηχανισμούς της καπιταλιστικής εξουσίας, να συνειδητοποιηθεί η αναγκαιότητα και οι προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης (...)».
Από θέση υπεροχής των θέσεών μας μπορούν να αντιμετωπιστούν και τα νέα στοιχεία που προαναφέρθηκαν. Το Πρόγραμμα του Κόμματος είναι η βάση, ενώ δίπλα υπάρχουν μια σειρά κομματικές επεξεργασίες που αποτελούν σημαντικά εφόδια.