Σχολιασμοί για τις καταθέσεις των λιγοστών υπερασπιστών των χρυσαυγιτών φονιάδων
Στη δίκη της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης ολοκληρώθηκαν οι σχολιασμοί των καταθέσεων των μαρτύρων υπεράσπισης των χρυσαυγιτών από τους συνηγόρους της οικογένειας Φύσσα και των Αιγύπτιων αλιεργατών.
Ο Θ. Θεοδωρόπουλος επισήμανε ότι και από τη διαδικασία της εξέτασης μαρτύρων το δικαστήριο μπορεί να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα και για τους μάρτυρες που κλήθηκαν να καταθέσουν. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στο πρωτόδικο προτάθηκαν 269 μάρτυρες και εξετάστηκαν 69, ενώ στο δευτεροβάθμιο 35 και εξετάστηκαν 23 μάρτυρες και ενώ η θέση της Χρυσής Αυγής είναι ότι πρόκειται περί πολιτικής σκευωρίας, για αυτό το θέμα ουδείς προτάθηκε να συνεισφέρει και να αντικρούσει την κατηγορία. Οι μάρτυρες κατά 98% αναφέρονταν στην εικόνα που έχουν για την εργασία και την οικογένεια.
Μάλιστα τόνισε ότι «υπάρχει και η εικόνα που έχουμε δει εδώ και τίθεται ένα ερώτημα, πώς ένας άνθρωπος μπορεί να είναι γλυκός και να σέβεται, αλλά όταν συμπεριφέρεται ασκώντας το περιεχόμενο της εξουσίας ενταγμένος στην οργάνωση που έχει απόλυτη πειθαρχία, αντιμετωπίζει τους εχθρούς με τις ιδιότητες "αλλοδαπός, αντιφασίστας"». Αναφερόμενος μάλιστα στον χρυσαυγίτη Τσακανίκα, που είπε ότι «έπαιζαν με το κεφάλι ενός Πακιστανού και παίζει και να πέθαινε», σημείωσε ότι αυτό αποδεικνύει τον εγκληματικό χαρακτήρα της οργάνωσης.
Και η Μ. Δαλιάνη επισήμανε την απροθυμία του περιβάλλοντος να καταθέσουν στη δίκη, σημειώνοντας πως «μόνο 5 ήρθαν να μιλήσουν για την δράση της οργάνωσης». Ο Αρ. Συρίγος είπε ότι μάρτυρες ανέφεραν ότι ο Μιχαλολιάκος προέκρινε τον εθνικιστικό χαρακτήρα, γεγονός που διαψεύδεται από τα ίδια τα κείμενα της οργάνωσης. Ο Κ. Παπαδάκης, συνήγορος των Αιγύπτιων αλιεργατών, ανέφερε για τους μάρτυρες απόρριψης των κατηγοριών των χρυσαυγιτών ότι είναι προφανής η πολιτική ταύτιση αλλά και η απάντησή τους «δεν ξέρω ως προς τις πράξεις». Ο Θ. Καμπαγιάννης αναφέρθηκε στην άρνηση από τους μάρτυρες ύπαρξης μελών της Χρυσής Αυγής. «Αποκρύφτηκαν τα μέλη για να καλυφθεί η ηγεσία παρότι βοούν τα έγγραφα...», τονίστηκε.