Το μπαράζ διώξεων για «αντισημιτισμό» συνεχίζεται στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Την προηγούμενη βδομάδα η διοίκηση του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ παρέδωσε στην αμερικανική κυβέρνηση μια λίστα με 160 ονόματα φοιτητών, καθηγητών και εργαζομένων, στο πλαίσιο «ομοσπονδιακής έρευνας» για τον τρόπο που το Πανεπιστήμιο χειρίστηκε καταγγελίες περί «αντισημιτισμού». Στις 4 Σεπτέμβρη ο νομικός σύμβουλος του Μπέρκλεϊ έστειλε επιστολή στους «κατηγορούμενους» για να τους ενημερώσει ότι «το Ομοσπονδιακό Γραφείο Πολιτικών Δικαιωμάτων απαίτησε την παραγωγή φακέλων με πλήρη στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων αρχείων και αναφορών που σχετίζονται με καταγγελίες αντισημιτικών περιστατικών». Η επιστολή ενημέρωνε ότι «το Πανεπιστήμιο ενδέχεται να υποχρεωθεί σε περαιτέρω παραγωγή στοιχείων». Δηλαδή, νέες λίστες.
Οπως δήλωσε στην εφημερίδα του Πανεπιστημίου ένας μεταπτυχιακός φοιτητής που έλαβε την επιστολή, «αυτό που έχουμε κοινό όσοι μπήκαμε στη λίστα είναι η δημόσια στήριξη στον παλαιστινιακό λαό». Ο ίδιος εξέφρασε την αγωνία του ότι τα στοιχεία αυτά θα αξιοποιηθούν «για να μας καταστείλουν όχι μόνο μέσα στο Πανεπιστήμιο, αλλά και στην καθημερινή μας ζωή». Και πρόσθεσε: «Τώρα πρέπει να συμβουλευτώ δικηγόρους για να δω αν είναι ασφαλές ακόμα και να συνεχίσω την έρευνά μου, που είναι ο λόγος που ήρθα εδώ». Η κρατική εκστρατεία τρομοκράτησης ξεδιπλώνεται με δεκάδες παρόμοιες μεθοδεύσεις το τελευταίο διάστημα, με σκοπό να φιμωθεί κάθε φωνή που καταγγέλλει τα εγκλήματα του κράτους - δολοφόνου και εκφράζει αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό. Οι εκβιασμοί για παύση της κρατικής χρηματοδότησης σε πανεπιστημιακά ιδρύματα που στοχοποιούνται για «αντισημιτισμό» έχουν γενικευτεί. Μόλις τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση Τραμπ πάγωσε 584 εκατ. δολάρια σε ερευνητικά κονδύλια του Πανεπιστημίου UCLA, κατηγορώντας τη διεύθυνσή του για «κακοδιαχείριση αντισημιτικών περιστατικών». Τελικά 83 εκατ. δολάρια αποδεσμεύτηκαν ύστερα από δικαστική απόφαση, ενώ συνεχίστηκαν οι απειλές από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Το παράδειγμα του Μπέρκλεϊ είναι ενδεικτικό και έρχεται να προστεθεί στη μακρά λίστα των κρουσμάτων καταστολής από το αμερικανικό κράτος και τους μηχανισμούς του, με σκοπό να παταχθεί κάθε αντίδραση στα εγκλήματα του Ισραήλ στη Γάζα. Οι περιβόητες αστικές «ελευθερίες» και τα «δικαιώματα» στη μητρόπολη του καπιταλισμού φτάνουν μέχρι εκεί που ορίζουν τα συμφέροντα, οι σχεδιασμοί και οι ανταγωνισμοί της αστικής τάξης και των συμμάχων της, βάζοντας στο στόχαστρο οποιονδήποτε αμφισβητεί στρατηγικές επιλογές της, όπως η στήριξη του Ισραήλ και των εγκλημάτων του στη Γάζα. Πόσο μάλλον σήμερα που οι ανταγωνισμοί οξύνονται παγκόσμια και η μάχη για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα κρίνεται σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης, σε κάθε ενεργό και εν δυνάμει πολεμικό μέτωπο. Οι εξελίξεις αυτές δεν αφορούν μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και τα κράτη της ΕΕ, όπου εντείνονται οι προσπάθειες φίμωσης της δράσης ενάντια στη συνεργασία με το κράτος - δολοφόνο και στην εμπλοκή στο μακελειό, με απαγορεύσεις και στοχοποίηση του εργατικού - λαϊκού κινήματος.
Κοινό στοιχείο είναι παντού η προσπάθεια των κυβερνήσεων να κολλήσουν τη ρετσινιά του «αντισημιτισμού» στις εκδηλώσεις αλληλεγγύης στον λαό της Παλαιστίνης, επιστρατεύοντας ακόμα και τον λεγόμενο «αντιρατσιστικό νόμο». Το ίδιο κάνουν κράτος και κυβέρνηση στη χώρα μας, κλιμακώνοντας την τρομοκρατία και την καταστολή στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, που αντιδρά στα εγκλήματα του Ισραήλ, καταγγέλλει την ελληνική εμπλοκή και απαιτεί να πάψει τώρα κάθε στήριξη στο κράτος - τρομοκράτη. Στον «ορίζοντά» τους δεν είναι μόνο η κατάπνιξη της αντίστασης του παλαιστινιακού λαού και του ηρωικού του αγώνα να αποκτήσει πατρίδα. Είναι η προσπάθεια να στρατεύσουν με καρότο και μαστίγιο τον λαό στα βρώμικα σχέδια της αστικής τάξης, που είναι άρρηκτα δεμένα με τα ευρωατλαντικά συμφέροντα στην περιοχή και περνάνε μέσα και από τη «στρατηγική σχέση» με το Ισραήλ. Εκεί συναντιέται η κυβέρνηση με τα άλλα κόμματα της συστημικής αντιπολίτευσης, που μοιράζονται τις ευθύνες για την οικοδόμηση αυτής της σχέσης, κάτω από τις «φτερούγες» των ΗΠΑ, και για τη βαθιά εμπλοκή της χώρας στο ιμπεριαλιστικό μέτωπο της Μέσης Ανατολής.