Κώλυμα και από την έναρξη έρευνας από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία
Εκπρόσωπος Τύπου της Εισαγγελίας δήλωσε ότι «δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν περαιτέρω λεπτομέρειες αυτήν τη στιγμή, προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο το αποτέλεσμα της έρευνας».
Από τη μεριά του, ο Νίκος Χριστοδουλίδης χαρακτήρισε μεν το GSI «έργο στρατηγικής σημασίας», σπεύδοντας, ωστόσο, να προσθέσει ότι «η βιωσιμότητά του εξαρτάται από την υλοποίηση δεσμεύσεων που έχει αναλάβει ο φορέας υλοποίησης που είναι ο (ελληνικός) ΑΔΜΗΕ και αναμένουμε την υλοποίηση των συγκεκριμένων δεσμεύσεων. Με φόντο δε "σενάρια" για αυξανόμενες "αποκλίσεις" μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας για το συγκεκριμένο έργο (αλλά και για "ύπαρξη δύο στρατοπέδων στη Λευκωσία αναφορικά με το έργο") εξέφρασε δυσαρέσκεια για τη δημιουργία "σκιάς για την Κυπριακή Δημοκρατία" και είπε πως "κάποιοι, όταν προβαίνουν σε δηλώσεις να είναι λίγο πιο προσεκτικοί ειδικότερα όταν αφορά το όνομα, τη φήμη, την αξιοπιστία της χώρας μας», καταλήγοντας με νέα επισήμανση ότι «υπάρχουν υποχρεώσεις που έχει αναλάβει ο ΑΔΜΗΕ και για να είναι βιώσιμο το έργο αυτές τις υποχρεώσεις πρέπει να τις υλοποιήσει».
Θυμίζουμε πως η ελληνική κυβέρνηση, διά στόματος του αντιπροέδρου της, Κωστή Χατζηδάκη, έλεγε προχτές πως η Κύπρος πρέπει να ξεκαθαρίσει τη στάση της και πως το έργο «δεν είναι εθνικό σχέδιο της Ελλάδας, είναι ευρωπαϊκή προτεραιότητα. Το έργο δεν μπορεί να πληρωθεί μόνο από τους Ελληνες φορολογούμενους, αλλά απαιτείται διαμοιρασμός του κόστους, όπως ισχύει για όλα τα διασυνοριακά έργα», με την Κύπρο να φέρεται να αντικρούει πάντως τους όρους που αφορούν και το ποιος θα πληρώσει τα περισσότερα σε ενδεχόμενο ακύρωσης. Ενώ ο υπουργός Εξωτερικών, Γ. Γεραπετρίτης, δηλώνει συνεχώς πως «οι έρευνες ολοκληρώθηκαν σύμφωνα με τον σχεδιασμό... και η πόντιση του καλωδίου θα συνεχιστεί», όπως και ότι «αν υπάρχει βούληση παρεμπόδισης από οποιαδήποτε τρίτη χώρα, προφανώς θα υπάρξουν συνέπειες», δείχνοντας την Τουρκία, η οποία ήδη από πέρυσι έχει επιβάλει «επί του πεδίου» το σταμάτημα του έργου, παρά τις κυβερνητικές αερολογίες.
Την ίδια στιγμή, σειρά δημοσιευμάτων καταγράφει ως «ενδεικτικό» το γεγονός ότι ο Χριστοδουλίδης δεν αντέκρουσε τις ρητές αμφιβολίες που είχε εκφράσει από τον Φλεβάρη ο Κύπριος υπουργός Οικονομικών, σημειώνοντας τότε «δεν μπορώ να πω ότι είμαι αισιόδοξος, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν ακόμα πολύ σοβαρά προβλήματα πολιτικά, τα εμπόδια δηλαδή τα οποία θέτει η Τουρκία», ενώ και τότε είχε αναφερθεί σε μελέτες που εκτιμούσαν ότι «δεν συμφέρει στην Κύπρο να συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου».
Οι εξελίξεις, πάντως, «ξεγυμνώνουν» για μια ακόμα φορά και τα ευρωατλαντικής κοπής αφηγήματα, πως δήθεν τα διάφορα ενεργειακά και άλλα σχέδια του κεφαλαίου προσφέρουν «σταθερότητα» και «ασφάλεια», όπως και ότι δήθεν μέσα από αυτά κατοχυρώνονται τα κυριαρχικά δικαιώματα. Παραμύθια που ακούγονται ξανά σήμερα από τα κυβερνητικά χείλη με αφορμή και τη μεγάλη κινητικότητα που επικρατεί στην Αν. Μεσόγειο όπου το «κουβάρι των ανταγωνισμών» μπλέκει και πάει, ενώ όλα δείχνουν ότι δρομολογούνται επικίνδυνες «μοιρασιές».
Χρήσιμο, εξάλλου, είναι να θυμίσουμε πως (όπως είχε αναδείξει με δηλώσεις του και ο Κύπριος υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου) για τον GSI είχαν συζητήσει ειδικά και οι (Πρόεδροι ΗΠΑ και Κύπρου) Μπάιντεν και Χριστοδουλίδης, κατά την περσινή συνάντηση που είχαν στο Λευκό Οίκο (στο πλαίσιο της πρώτης επίσημης επίσκεψης Κύπριου Προέδρου στις ΗΠΑ μετά από 28 χρόνια).
Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τότε «έφτιαχναν κλίμα» για το ενδιαφέρον του κρατικού αναπτυξιακού Ταμείου Development Finance Corporation (DFC), του οποίου τη συμμετοχή χαρακτήριζαν «καταλύτη» που «όχι μόνο θα προσέθετε μια πρόσθετη χρηματοδοτική πηγή για το σχέδιο ύψους 1,9 δισ. ευρώ, αλλά επίσης θα έδινε ώθηση και στη γεωπολιτική του επιρροή ως αποτέλεσμα της συμμετοχής του αμερικανικού κρατικού ταμείου».
Οι ίδιες εκτιμήσεις επισήμαιναν ότι «το DFC στηρίζει και προωθεί διεθνώς μόνο σχέδια που ευθυγραμμίζονται με τα αμερικανικά συμφέροντα», φέροντας ως παράδειγμα και την αγορά των ναυπηγείων Ελευσίνας, σημειώνοντας ότι πρόκειται για σχέδιο «που υπόσχεται τη σημαντική συμβολή στον ασφαλή ενεργειακό εφοδιασμό της Ανατολικής Μεσογείου, τη διαφοροποίηση των εφοδιαστικών πηγών και, κυρίως, την ανάπτυξη υποδομών ικανών να συνδέσουν διαφορετικές ηπείρους», καλλιεργώντας κάλπικες προσδοκίες.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, «σε στασιμότητα έχουν περιέλθει» και τα έργα για την κατασκευή τερματικού σταθμού αερίου στο Βασιλικό (στη νότια Κύπρο, πολύ κοντά στη ναυτική βάση στο Μαρί), όπως αναφέρει σε δελτίου Τύπου η κινεζική κοινοπραξία «CPP-METRON Consortium Ltd», μιλώντας για «θεμελιώδεις διαφορές στις προσδοκίες μεταξύ του αναδόχου και της Εταιρείας Υποδομών Φυσικού Αερίου - ΕΤΥΦΑ». Επικρίνει δε το κυπριακό υπουργείο Ενέργειας για «ακατάλληλη συμπεριφορά» και «πολιτική παρέμβαση» που «ασκεί αδικαιολόγητη πολιτική επιρροή σε αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί θέμα συμβατικής διαπραγμάτευσης ή διαιτησίας».
Στις αρχές της βδομάδας, οι εξελίξεις για το έργο (για το οποίο υπογράφτηκε σύμβαση με το CΡΡ από το 2019!) συζητήθηκε στην αρμόδια Επιτροπή έκθεση που ετοίμασε η γαλλική εταιρεία «Technip» (που από τον Μάη είναι ο νέος συντονιστής του έργου) για την πορεία των εργασιών και αποφασίστηκε να ετοιμαστεί νέος «οδικός χάρτης» για την υλοποίηση του έργου, αφού διαπιστώθηκαν μια σειρά ανεπάρκειες.
Η γαλλική εταιρεία φέρεται να εισηγείται μέχρι και την επιλογή νέου εργολάβου μέσω διαγωνισμού, για την επανέναρξη των κατασκευών, με πραγματοποίηση νέου ή συμπληρωματικού σχεδιασμού και από άλλους ενδιαφερόμενους εργοληπτικούς οίκους του εξωτερικού.