Από την πρόσφατη κινητοποίηση φοιτητικών συλλόγων και εργαζομένων στα ΑΕΙ ενάντια στο νομοσχέδιο |
Σε ομόφωνο ψήφισμά της η Γενική Συνέλευση ΕΣΔΕΠ ΠΑΔΑ σημειώνει: «Για να εφαρμοστεί από παντού το δόγμα "νόμος και τάξη", επιβεβαιώνεται η πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε άδικες διαγραφές φοιτητών, χωρίς να ακούσει τη δημόσια συζήτηση και τις προτάσεις της ΠΟΣΔΕΠ και της Συνόδου Πρυτάνεων για το ζήτημα της λιμνάζουσας φοίτησης». «Το νομοσχέδιο παραβλέπει το γεγονός ότι από το 2013 και μετά, οι φοιτητές που εισήχθησαν στα ελληνικά ΑΕΙ αποτέλεσαν το πρώτο κύμα μιας γενιάς που βίωσε διαδοχικές, ριζικές μεταρρυθμίσεις, με συγχωνεύσεις, καταργήσεις, προσθήκη νέων μαθημάτων. Η απουσία αντιστοίχισης για πολλά νέα ή μεταβατικά Τμήματα στέρησε τη δυνατότητα κοινωνικής μετεγγραφής σε πολλούς φοιτητές που πληρούσαν όλα τα κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια. Ετσι, το σύστημα τιμωρεί χιλιάδες νέους και νέες που δεν καθυστέρησαν από επιλογή, αλλά από θεσμικές παγίδες του ίδιου του κράτους.
Η εφαρμογή του κανόνα ν+2 για τη διαγραφή φοιτητών δεν λαμβάνει καν υπόψη την πανδημική περίοδο 2020 - 2022, κατά την οποία εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές στερήθηκαν υποδομές, εξοπλισμό, πρόσβαση ή ψυχολογική υποστήριξη, ενώ πολλοί διέκοψαν προσωρινά τις σπουδές τους για λόγους εργασιακούς ή οικογενειακούς.
Εμείς λέμε ότι η κυβέρνηση έχει φτάσει στο ανώτατο όριο του αυταρχισμού, και με αυτό το νομοσχέδιο - σκούπα στόχος της είναι οι κατατάξεις, η εμπέδωση του δόγματος "νόμος και τάξη" και, βέβαια, το άνοιγμα της πελατειακής κάνουλας για τα ιδιωτικά κολέγια», αναφέρεται στο ψήφισμα. Ο Σύλλογος καλεί σε «αγωνιστική ετοιμότητα και συντονισμό με τους φοιτητικούς συλλόγους και τους συλλόγους εργαζομένων στο ΠΑΔΑ».
Ο Σύλλογος Διδασκόντων Θετικών Επιστημών ΕΚΠΑ επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «το νομοσχέδιο προάγει την υπερ-ποινικοποίηση και τον κεντρικό κρατικό έλεγχο στις πειθαρχικές διαδικασίες των Ιδρυμάτων. Οι καθ' όλα θεμιτοί σκοποί της πρόληψης της βίας και της διασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίας, για τη θεραπεία των οποίων υπάρχουν ήδη εκτενέστατες διατάξεις, εργαλειοποιούνται υπέρ του ελέγχου από το κεντρικό κράτος και της δυνάμει υπαγωγής οποιασδήποτε συλλογικής δραστηριότητας σε στενό πειθαρχικό και ποινικό έλεγχο». Ως προς τα πειθαρχικά των φοιτητών, μεταξύ άλλων, «οι υποχρεωτικές ποινές αφαιρούν κάθε διακριτική ευχέρεια από τα πειθαρχικά όργανα, ενώ υπονομεύουν και αυτές την αυτονομία των Ιδρυμάτων. Η δε οριστική διαγραφή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη δυνατότητα που ορθά παρέχεται ακόμα και σε καταδικασμένους για κακουργήματα να σπουδάζουν από τη φυλακή», αναφέρει ο Σύλλογος ΔΕΠ, ενώ επισημαίνει και ότι «ο υπουργός Παιδείας ανακηρύσσεται σε υπερ-πειθαρχικό όργανο των ΑΕΙ».
Ο Σύλλογος ΔΕΠ της Φιλοσοφικής Σχολής ΕΚΠΑ τονίζει από την πλευρά του ότι το νομοσχέδιο «έρχεται την κατάλληλη στιγμή για να διασφαλίσει ότι κανένα μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας - και οι πρόεδροι που θα κληθούν να αναλάβουν την ευθύνη των διαγραφών - δεν θα μπορεί να "διαταράξει", γενικώς και αορίστως, την εύρυθμη λειτουργία των ΑΕΙ. Κοινώς, ότι κανένα μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας, διδάσκων, διοικητικός, φοιτητής, δεν θα αντιπαρατεθεί στις πολιτικές της κυβέρνησης που παραβιάζουν το Σύνταγμα και το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων». Αναλύοντας τις διατάξεις του, καταλήγει στα αιτήματα: «Να αποσυρθεί το απαράδεκτο νομοσχέδιο. Να καταργηθεί κάθε προηγούμενος νόμος και κάθε διάταξη που αφορά τις διαγραφές των φοιτητών, και να ενισχυθεί σημαντικά η φοιτητική μέριμνα. Να καταργηθεί κάθε προηγούμενος νόμος και κάθε διάταξη που επιδιώκει την επιβολή της καταστολής εντός των ΑΕΙ. Να αντιμετωπιστούν τα χρονίζοντα, μείζονα προβλήματα των ΑΕΙ, τα μόνα που πραγματικά διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία τους. Η ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής και πολιτικής δράσης στα ΑΕΙ, με εξομοίωσή της με την εγκληματική δράση, δεν θα περάσει».
Τέλος, το ΔΣ του Συλλόγου Μελών ΔΕΠ Πάντειου Πανεπιστημίου δηλώνει ότι θα αγωνιστεί μαζί με τους συλλόγους των άλλων ΑΕΙ και τους συλλόγους των φοιτητών και των διοικητικών υπαλλήλων ενάντια στην ψήφιση του νομοσχεδίου, ζητώντας αυτό να αποσυρθεί εδώ και τώρα. «Τα πραγματικά προβλήματα των πανεπιστημίων είναι άλλα. Διεκδικούμε να τεθεί τέλος στην πάγια υποχρηματοδότηση, στην υποστελέχωση, στην εμπορευματοποίηση των ΑΕΙ, στην καθήλωση των μισθών μας σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα. Αγωνιζόμαστε για δωρεάν, δημόσιο, δημοκρατικό πανεπιστήμιο, αντάξιο των προσδοκιών του λαού μας», τονίζει. Προσθέτει δε ότι το νομοσχέδιο «δημιουργεί νέα εμπόδια στη μόρφωση των νέων που προέρχονται από λαϊκές οικογένειες, λαμβάνοντας μέτρα για τη διασφάλιση της διαγραφής φοιτητών και δημιουργώντας πελατεία για τα διάφορα κολέγια που έχουν βαφτιστεί "πανεπιστήμια"», ενώ παράλληλα «ποινικοποιεί τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση, ακόμα και την έκφραση διαφορετικής άποψης».