Συνάντηση στην Ελβετία από αύριο μέχρι τις 12 Μάη θα έχουν αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και της Κίνας, με φόντο την αμοιβαία επιβολή σαρωτικών δασμών αλλά και τα σύνθετα παζάρια που και οι δύο πλευρές εντείνουν για παλιές και νέες εμπορικές τους συνεργασίες με διάφορες πλευρές.
Επικεφαλής της κινεζικής αντιπροσωπείας θα είναι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Χε Λιφένγκ, και της αμερικανικής ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο εμπορικός εκπρόσωπος Τζέιμισον Γκριρ.
Μιλώντας στο «Fox News» ο Μπέσεντ υποστήριξε ότι με τη συνάντηση θα υπάρξει «αποκλιμάκωση», σπεύδοντας πάντως να επισημάνει ότι στόχος της Ουάσιγκτον είναι η «αναδιάρθρωση του διεθνούς οικονομικού συστήματος». Επέμεινε να εμφανίζει (αόριστα βέβαια) μια σειρά χώρες ότι δηλώνουν έτοιμες για σύναψη νέων εμπορικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ, αναφέροντας ότι ενώ «κόσμος καταφτάνει στις ΗΠΑ, η Κίνα ήταν το κομμάτι που έλειπε μέχρι τώρα».
Την ίδια στιγμή, αναφερόμενος στην κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα με τους δασμούς είπε ότι «δεν είναι βιώσιμη, ειδικά για την κινεζική πλευρά», ότι υπάρχουν «κοινά συμφέροντα» και ότι «δασμοί 145%, 125% ισοδυναμούν με εμπάργκο», αλλά «εμείς δεν θέλουμε αποσύνδεση - αυτό που θέλουμε είναι δίκαιο εμπόριο».
Από την πλευρά της η Κίνα μέσω του υπουργείου Εμπορίου επανέλαβε ότι περιμένει την άρση των «μονομερών δασμών», ενώ ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Λιν Ζιαν, δήλωσε πως οι επαφές οργανώθηκαν «κατόπιν αιτήματος των Ηνωμένων Πολιτειών», λέγοντας ξανά ότι «κάθε μορφή πίεσης ή εξαναγκασμού δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα στην Κίνα».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, Βρετανία και Ινδία ανακοίνωσαν προχτές ότι κατέληξαν στην πολυαναμενόμενη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου την οποία διαπραγματεύονταν εδώ και τρία χρόνια. Οπως σημειώθηκε, βασικός στόχος είναι να αυξηθεί το διμερές εμπόριο κατά 25,5 δισ. λίρες (περίπου 34 δισ. ευρώ) μέχρι το 2040.
Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι μίλησε για «φιλόδοξη» και «αμοιβαία επωφελή» «συμφωνία - ορόσημο», που «θα εμβαθύνει περαιτέρω τη συνολική στρατηγική εταιρική σχέση μας και θα είναι καταλύτης για το εμπόριο, τις επενδύσεις, την ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την καινοτομία και στις δύο οικονομίες μας».
Με τη συμφωνία μεταξύ άλλων μειώνονται δασμοί σε προϊόντα όπως ουίσκι, προηγμένα βιομηχανικά προϊόντα και τρόφιμα, π.χ. αρνί - σολομό - σοκολάτες - μπισκότα. Σύμφωνα με το υπουργείο Εμπορίου της Ινδίας, το 99% των ινδικών εξαγωγών θα επωφεληθεί από μηδενικούς δασμούς. Θα υπάρξουν επίσης ευκαιρίες για αύξηση των εξαγωγών σε είδη όπως τα υφάσματα, τα υποδήματα, οι πολύτιμοι λίθοι, τα κοσμήματα, τα αλιεύματα κ.ά.
Η βρετανική κυβέρνηση θεωρεί τη συμφωνία με την Ινδία τη σημαντικότερη που έχει συναφθεί μετά το Brexit, αφού της διασφαλίζει πρόσβαση με καλύτερους όρους σε μια γιγαντιαία αγορά 1,4 δισ. κατοίκων, ενώ η Ινδία αναμένεται να γίνει «η τρίτη οικονομία του κόσμου μέσα στην επόμενη τριετία».
Ολα αυτά ενώ δημοσίευμα των «Financial Times» αναφερόταν σε μεγάλη πιθανότητα η Βρετανία ακόμα και εντός της εβδομάδας να καταλήξει σε συμφωνία και με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, Βρετανοί διαπραγματευτές μετέβησαν στην Ουάσιγκτον για τα τελικά στάδια των συνομιλιών, που Βρετανοί αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι προχωρούν με «ταχύ ρυθμό», αν και παραμένουν διαφωνίες σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα.
Την επιστημονική έρευνα ως πεδίο όξυνσης των ευρωατλαντικών τριβών δείχνουν οι εξαγγελίες που έγιναν στο πλαίσιο συνεδρίου στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, όπου ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε ότι η κυβέρνησή του θα επενδύσει επιπλέον 100 εκατ. ευρώ για να προσελκύσει ξένους ερευνητές, κυρίως Αμερικανούς, μέσα από το πρόγραμμα επενδύσεων «Γαλλία 2030». Ακόμα, εξέφρασε «ανησυχία» για τις αναπροσαρμογές της χρηματοδότησης πανεπιστημίων και ερευνητικών προγραμμάτων που προτάσσει η κυβέρνηση Τραμπ, επικρίνοντας την «πολύ μεγάλη δημοκρατία του κόσμου, το οικονομικό μοντέλο της οποίας βασίζεται τόσο έντονα στην ελευθερία της επιστήμης», για «σφάλμα που διαπράττει» και καταλήγοντας ότι «απέναντι στις απειλές, η Ευρώπη πρέπει να γίνει καταφύγιο».
Συμμετέχοντας στην ίδια εκδήλωση η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είπε ότι «η επιστήμη είναι επένδυση και χρειάζεται να προσφέρουμε τα κατάλληλα κίνητρα», ενώ ανακοίνωσε με τη σειρά της τη θέσπιση «νέου πακέτου 500 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2025 - 2027, ώστε να καταστήσουμε την Ευρώπη μαγνήτη για τους ερευνητές».