Απαράδεκτη απόφαση για κατάργηση τριών επιδομάτων, πλήττοντας χιλιάδες ωφελούμενους και υπονομεύοντας το δικαίωμα εργαζομένων στην επίσχεση
Υπενθυμίζεται ότι είχε προηγηθεί σχετική συζήτηση στο ΔΣ της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ), με τον Θανάση Γκώγκο, εκπρόσωπο των εργαζομένων και συνδικαλιστή που συσπειρώνεται στο ΠΑΜΕ, να καταγγέλλει τις προθέσεις κυβέρνησης και διοίκησης, ενώ σχετική Ερώτηση έχει καταθέσει το ΚΚΕ στη Βουλή (βλ. δίπλα).
Συγκεκριμένα, με σχετική ΚΥΑ, που φέρει τις υπογραφές του υφυπουργού Οικονομίας Θ. Πετραλιά και του πρώην υπουργού Εργασίας Αδ. Γεωργιάδη καταργήθηκαν:
-- Το ειδικό επίδομα που αποδίδεται μετά τη λήξη της επιδότησης ανεργίας και δικαιούνταν όσοι ασφαλισμένοι διατηρούσαν την ιδιότητα του ανέργου κατά την ημερομηνία καταβολής του βοηθήματος, εφόσον όμως παρέμεναν εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων επί έναν μήνα μετά τη λήξη της τακτικής επιδότησης και το ύψος του ανερχόταν στα 249,08 ευρώ.
-- Το επίδομα τρίμηνης παραμονής στο μητρώο ανέργων, που λάμβαναν μόνο ορισμένες κατηγορίες ανέργων - μέχρι και τρεις φορές - μέσα στο ημερολογιακό έτος και το ποσό ήταν 287,4 ευρώ.
-- Το επίδομα επίσχεσης εργασίας, που δικαιούνταν οι εργαζόμενοι οι οποίοι έμεναν απλήρωτοι από τον εργοδότη και δεν συγκέντρωναν προϋποθέσεις τακτικής επιδότησης, κατά την περίπτωση διακοπής των εργασιών μιας επιχείρησης και αδυναμίας για οποιονδήποτε λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη. Πρόκειται για περικοπή που στρέφεται απευθείας ενάντια στο δικαίωμα των εργαζομένων να διεκδικούν τα δεδουλευμένα τους, αφού έτσι κι αλλιώς δεν αποτελεί «κόστος» για τον Οργανισμό. Η ίδια η κυβέρνηση ομολογεί ότι τα τελευταία χρόνια το επίδομα αυτό δόθηκε σε ελάχιστους εργαζόμενους, επομένως η κατάργησή του στοχεύει να ξηλώσει μια ακόμα μορφή πάλης και υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους.
Ηταν μάλιστα τέτοια η βιασύνη της διοίκησης της ΔΥΠΑ να θέσει σε εφαρμογή το αντεργατικό μέτρο, που με εσωτερικό έγγραφό της μετά τη δημοσίευση του ΦΕΚ, έσπευσε να ενημερώσει τις υπηρεσίες της ότι «οι αιτήσεις των καταργηθέντων επιδομάτων δεν είναι πλέον διαθέσιμες στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, τυχόν δε αιτήσεις που υπεβλήθησαν από την 29.12.2023 και εξής είναι απορριπτέες».
Το νέο μέτρο σε βάρος των ανέργων έρχεται ως ένα ακόμα «επεισόδιο» στη διαχρονική πολιτική όλων των κυβερνήσεων, που αντιμετωπίζουν τους εργαζόμενους που έχασαν την εργασία τους όχι μόνο ως κόστος αλλά και ως «χαραμοφάηδες» που πρέπει να τιμωρηθούν.
Αυτήν ακριβώς την «τιμωρία» επιβάλλει η κυβέρνηση στους δικαιούχους των συγκεκριμένων βοηθημάτων, τη στιγμή μάλιστα που μόλις 1 στους 8 ανέργους λαμβάνει την τακτική επιδότηση. Μια πολιτική που εκφράζει και ο φετινός κρατικός προϋπολογισμός, με τον οποίο σφίγγει κι άλλο τη στρόφιγγα και η κρατική επιχορήγηση προς τη ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) μειώνεται κατά 100 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Θανάσης Γκώγκος είχε ζητήσει εκ μέρους των σωματείων την απόρριψη της παραπάνω απόφασης, απαιτώντας μεταξύ άλλων «να δυναμώσει η προστασία των ανέργων, να διευρυνθούν ο αριθμός των ανέργων που θα έχουν πρόσβαση στα επιδόματα της ανεργίας, το ποσό της επιδότησης και η χρονική διάρκειά τους».
Σχετικά με τα έωλα επιχειρήματα που προβλήθηκαν και στη συνεδρίαση της διοίκησης της ΔΥΠΑ, ότι δήθεν είναι μικρός ο αριθμός που λαμβάνει αυτά τα επιδόματα και ως εκ τούτου κρίνονται περιττά για την κυβέρνηση, ο Θ. Γκώγκος σημείωσε χαρακτηριστικά:
«Δηλαδή, οι περίπου 30.000 άνεργοι φέτος, με βάση τα νούμερα που παρατέθηκαν στην πρόταση, σε σύγκριση με τους περίπου 50.000 που έκαναν χρήση της ειδικής επιδότησης το 2019, είναι αριθμός που επιβάλλει την κατάργησή τους;
Αντί να συζητάμε για την κατάργηση διαφόρων "κοφτών" και απαράδεκτων προϋποθέσεων για τη λήψη επιδότησης της ανεργίας, η πρόταση προς το υπουργείο είναι να καταργηθούν παροχές ετών που αποτελούσαν ανακούφιση για χιλιάδες ανέργους και εργατικές οικογένειες».
Στη συνέχεια τόνισε:
«Η πραγματική ζωή δείχνει πως το συντριπτικό κομμάτι των ανέργων βρίσκεται σταθερά εκτός της τακτικής επιδότησης ανεργίας, άρα και των προϋποθέσεων που αφορούν τις ειδικές επιδοτήσεις των ανέργων. Η αυστηροποίηση των προϋποθέσεων, το ποινολόγιο των ανέργων, τα εισοδηματικά κριτήρια δεν μπορούν να είναι παράγοντες που θα χαλαρώνουν ή θα εξαφανίζουν έστω και αυτό το αδύναμο πλέγμα προστασίας των ανέργων».