Κι όμως. Τα μάτια τους κάθε βράδυ κλείνουν για να ονειρευτούν, κάθε πρωί ανοίγουν για να αντικρίσουν τον ήλιο - εξομολογητή, για να του ψιθυρίσουν ξανά τους βαθύτατους νέους πόθους τους. Γιατί τα μάτια αυτά είναι ανθρώπινα, δεν μπορούν να αλλάξουν συνήθειες. Ο,τι και να 'χει συμβεί, ό,τι και να 'χει προηγηθεί...
Βέβαια, τα όνειρά τους πολλές φορές πονούν, υποφέρουν και λυγίζουν. Η πραγματικότητα, βλέπεις, αυτή η πολύ σκληρή πραγματικότητα, που δε διστάζει ποτέ να δείχνει τα κοφτερά της δόντια. Κι όμως. Αυτά τα όνειρα - τα τσακισμένα όνειρα - αντέχουν. Και συνεχίζουν τη διαδρομή τους, συνεχίζουν να χωρούν και να λάμπουν μες στα μάτια αυτών των ανθρώπων. Γιατί εάν πάψεις να ονειρεύεσαι - οι ίδιοι στο λένε - παύεις αυτόματα να ζεις. Κι αυτοί τώρα, ειδικά τώρα, που βρέθηκαν τόσο κοντά με το θάνατο, δε θέλουν με κανέναν τρόπο να χάσουν το θείο δώρο της ζωής. Της ζωής που δε βολεύεται χωρίς χρώματα και προοπτική...
Οι δύο ιστορίες που ακολουθούν αφορούν την πορεία των ονείρων δύο ζευγαριών απ' το Μενίδι, δύο οικογενειών που επλήγησαν ανεπανόρθωτα ίσως απ' τον καταστροφικό σεισμό της 7ης Σεπτέμβρη. Το ένα ζευγάρι, μαζί με την τετράχρονη κόρη τους, συνεχίζουν να μένουν μέσα στο σπίτι όπου έχτισαν τα πρώτα όνειρα της κοινής ζωής τους. Στο σπίτι που έχει χαρακτηριστεί - δύο φορές απ' την αρμόδια επιτροπή - «κόκκινο»! Το άλλο ζευγάρι - μεσήλικοι - ζουν σήμερα μαζί με τα οχτώ παιδιά τους σε δύο κοντέινερ στον καταυλισμό «Καποτά». Και παρά την οδύσσεια επιβίωσης που έχει διανύσει όλα αυτά τα χρόνια η συγκεκριμένη οικογένεια, διακρίνεις πάνω στα συντρίμμια αυτή τη σπίθα ελπίδας να βγαίνει φωτεινή, φωτεινότατη μέσα απ' τα μάτια τους που ζεσταίνει ακόμα και την πιο σκοτεινή πλευρά της ψυχής σου...