Εκτιμήσεις για «ήπια» ύφεση στις ΗΠΑ το 2023 και την ίδια ώρα επιτάχυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Κίνα δίνουν στη δημοσιότητα μεγάλα χρηματοπιστωτικά επιτελεία, σε μια εξέλιξη που αναμένεται να οξύνει ακόμα περισσότερο των ανταγωνισμό των δύο πλευρών.
Οι οικονομολόγοι της «JP Morgan» προβλέπουν «ήπια ύφεση» στις ΗΠΑ το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, λαμβάνοντας υπόψη τις προσδοκίες ότι η αμερικανική κεντρική τράπεζα (Fed) θα «σφίξει» περαιτέρω τη νομισματική πολιτική.
Η επενδυτική τράπεζα βλέπει την οικονομία να συρρικνώνεται κατά 0,5% μέχρι το τέταρτο τρίμηνο του 2023 και ότι ενδεχομένως η ύφεση θα συνεχιστεί και το 2024.
Η «JP Morgan» αναμένει αυξήσεις επιτοκίων ύψους άλλων 100 μονάδων βάσης από τη Fed μέχρι τον Μάρτη του 2023, μετά την αύξηση κατά περισσότερες από 300 μονάδες βάσης μέχρι στιγμής φέτος.
Οι οικονομολόγοι της «JP Morgan» αναφέρουν ότι ο πληθωρισμός θα πέσει στο 4,1% μέχρι τέλη του 2023. Τον Οκτώβριο του 2022 το ποσοστό βρισκόταν στο 7,7%.
Η επικείμενη επιβράδυνση της συνολικής ζήτησης ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια άνω του ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας μέχρι τα μέσα του 2024, γεγονός που στη συνέχεια μπορεί να δει τη Fed να ξεκινά τη χαλάρωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης ανά τρίμηνο, αρχής γενομένης από το δεύτερο τρίμηνο του 2024, αναφέρει η JPM.
Το ίδιο 24ωρο, το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό μονοπώλιο «Goldman Sachs» διέκρινε ότι οι τελευταίες κινήσεις της Κίνας προκειμένου να αμβλύνει τους δύο μεγαλύτερους κινδύνους για την οικονομία της - τους περιορισμούς για την πανδημία και το «βάλτωμα» της αγοράς ακινήτων - εγείρουν αισιοδοξία για ανάκαμψη το 2023.
Εκτίμησε έτσι ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ της Κίνας πιθανότατα θα επιταχυνθεί στο δεύτερο εξάμηνο του 2023 αλλά και το 2024, αφότου η οικονομία της ξεπεράσει τον πρώτο αρνητικό αντίκτυπο της εξόδου από τη στρατηγική «μηδενικού COVID» την άνοιξη.
Αντίστοιχα, η «ANZ Bank» αναβάθμισε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας πάνω από 5% το 2023, ενώ η «Morgan Stanley» προέβλεψε αύξηση των καταναλωτικών δαπανών στη χώρα.
Στον αντίποδα αυτών των προβλέψεων, η βρετανική κυβέρνηση μπλοκάρισε χτες την εξαγορά της ουαλικής εταιρείας μικροεπεξεργαστών «Nexperia» από την κινεζική «Wingtech», με τη δικαιολογία ότι κάτι τέτοιο εγκυμονεί «κινδύνους για την εθνική ασφάλεια». Η απόφαση προκάλεσε την αντίδραση της «Nexperia», η οποία εξέφρασε «κατάπληξη» και σχολίασε ότι η βρετανική κυβέρνηση έχει πάρει απόφαση για «περιορισμό των επιχειρήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο».
«Τρομακτική δουλειά» απαιτείται προκειμένου να υιοθετηθεί το σχέδιο ανακοίνωσης της Διεθνούς Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα στο Σαρμ ελ Σέικχ της Αιγύπτου (γνωστής ως COP27), ανέφερε χτες ο επικεφαλής Κλιματικής Πολιτικής της ΕΕ, Φρανς Τίμερμανς.
Ο Τίμερμανς προεξόφλησε συνέχιση των σκληρών παζαριών, διαβεβαιώνοντας ότι η ΕΕ θα δώσει τα «φώτα» της με την ελπίδα να βρεθεί «κοινός τόπος πριν το τέλος της COP».
Νωρίτερα, η Υπηρεσία του ΟΗΕ για το Κλίμα έδωσε στη δημοσιότητα σχέδιο απόφασης το οποίο περιλαμβάνει πολλούς από τους στόχους που διατυπώθηκαν κατά την περσινή διάσκεψη του ΟΗΕ, ενώ αφήνει για συζήτηση τα επίμαχα θέματα.
Η COP27 αναμένεται να ολοκληρωθεί σήμερα, αν και δεν αποκλείεται παράταση μέσα στο Σαββατοκύριακο, προκειμένου να ευοδωθούν τα σχετικά παζάρια.
Αναπτυσσόμενες και ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή χώρες ζητούν συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής COP27 για τη δημιουργία νέου ταμείου, το οποίο θα αντιμετωπίσει τις απώλειες που υφίστανται.
Οι «πλούσιες» χώρες, ανάμεσά τους αυτές της ΕΕ και οι ΗΠΑ, έχουν μπλοκάρει προηγούμενες απόπειρες για τη δημιουργία τέτοιου ταμείου ή το να συζητηθεί κάποια αποζημίωση για τις απώλειες που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή.
Ο Τίμερμανς δήλωσε ότι τώρα η ΕΕ θέλει να συζητήσει τη δημιουργία νέου ταμείου, αλλά ζητά να διερευνηθεί πρώτα με ποιον τρόπο μπορούν να αναδιαρθρωθούν τα υπάρχοντα οικονομικά εργαλεία.