Ζητούν ψίχουλα, ζουν υποτυπωδώς και είναι διαρκώς υπό δίωξη
Με αίτημα καλύτερα μεροκάματα και ανθρώπινες συνθήκες δουλιάς άρχισαν χτες απεργία διαρκείας οι Αλβανοί μετανάστες που εργάζονται στα Βασιλικά. Συγκεκριμένα, οι αλλοδαποί που απασχολούνται στα θερμοκήπια και τις άλλες αγροτικές δουλιές προσπαθούν να βάλουν ένα φρένο στη στυγνή εκμετάλλευσή τους και ζητούν να τους πληρώνουν 20 ευρώ -μαζί και φαγητό- από 15 ευρώ που είναι σήμερα. Επίσης, καταγγέλλουν ότι οι μεγαλοαγρότες της περιοχής έχουν συνεννοηθεί μεταξύ τους να πληρώνουν τους μετανάστες μεροκάματα εξαθλίωσης για δουλιά που διαρκεί από τα χαράματα ως το βράδυ. Οπως σημειώνουν, η εργασία τους είναι πολύ σκληρή, καθώς τα θερμοκήπια στα οποία εργάζονται μετατρέπονται τους θερμούς μήνες του χρόνου σε φούρνους. Ακόμη, αίτημά τους είναι να σταματήσει η ρατσιστική συμπεριφορά απέναντι τους τόσο από τα όργανα της Πολιτείας όσο και από τους «ισχυρούς» της περιοχής.
Οι απεργοί των Βασιλικών είχαν αποφασίσει χτες πρώτη μέρα της κινητοποίησής τους να πραγματοποιήσουν συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία του χωριού. Μετά, όμως, από επανειλημμένες προειδοποιήσεις των αστυνομικών οργάνων που ζήτησαν από τους απεργούς να ματαιώσουν κάθε κινητοποίησή τους, η συγκέντρωση αυτή δεν έγινε δυνατή. Οι τολμηρότεροι από τους μετανάστες πραγματοποίησαν προσυγκέντρωση στις άκρες του χωριού, αλλά και εκεί η αστυνομία τούς επισκέφθηκε πολλές φορές, για να τους ζητήσει να διαλυθούν. Αλλοι αλλοδαποί αγροτεργάτες που απεργούσαν προτίμησαν από το φόβο της αστυνομίας να παραμείνουν στα σπίτια τους ή στα χωράφια. Οπως δήλωσαν εκπρόσωποι των απεργών, η κινητοποίησή τους θα διαρκέσει μέχρι να ικανοποιηθούν τα δίκαια αιτήματά τους.
Πάνω από 300 μετανάστες εργάζονται στην περιοχή των Βασιλικών. Με τα 450 ευρώ το μήνα που παίρνουν θα πρέπει να πληρώσουν φαγητό, ενοίκιο, ρουχισμό, τον ΟΓΑ και ό,τι περισσεύει να το στείλουν στους δικούς τους στην πατρίδα τους. Οι πάνω από 300 μετανάστες στα Βασιλικά δουλεύουν πολλά χρόνια, χωρίς όμως να καταφέρνουν, παρά τις στερήσεις που υφίστανται, να συγκεντρώσουν κάποια χρήματα, για να καλυτερέψουν τη ζωή τους. Το μεροκάματο τους επιτρέπει μόνο μια άχαρη επιβίωση.
«Δουλεύουμε από τις 7 το πρωί μέχρι το βράδυ. Τα έξοδα είναι πολλά, τα πάντα ακριβαίνουνε. Τα ενοίκια στα Βασιλικά και στη γύρω περιοχή, επειδή υπάρχει ζήτηση, είναι πολύ υψηλά. Ακόμη και ένα ζευγάρι παπούτσια δυσκολευόμαστε να αγοράσουμε. Εκείνα τα λίγα που περισσεύουν τα στέλνουμε στις οικογένειές μας στην Αλβανία», λέει ο Λούσι. «Οι περισσότεροι από μας, συνεχίζει, κατοικούν σε σπίτια που τα νοικιάζουν, αλλά υπάρχουν και άλλοι που μένουν σε αποθήκες και στις καλύβες. Με τα 15 ευρώ που παίρνουμε σκεφτόμαστε να πάμε και στο καφενείο, γιατί εκεί θα πρέπει να πιεις μια μπίρα, να πιεις μια πορτοκαλάδα».
«Υπάρχουν εργοδότες εδώ στα Βασιλικά που πληρώνουν τα 20 ευρώ, αλλά αυτοί είναι λίγοι. Οι αγρότες που έχουν πολλά λεφτά δεν πληρώνουν καλά, οι φτωχότεροι πληρώνουν 20 και 25 ευρώ», σημειώνει ο Πέτρος.
Διαμαρτύρονται, γιατί με το παραμικρό η αστυνομία τούς οδηγεί στο αστυνομικό τμήμα της Θέρμης, ενώ έχουν νομιμοποιήσει την παραμονή τους στην Ελλάδα. Μας λένε ότι από ορισμένες αρχές αλλά και από μεγαλοϊδιοκτήτες αντιμετωπίζονται άσχημα, υπάρχει ένας ρατσισμός απέναντί τους... Με δικαιολογία τα επαυξημένα μέτρα για αντιμετώπιση της εγκληματικότητας ελέγχονται με αυστηρότητα, όταν κινούνται σε ορισμένες περιοχές τις βραδινές ώρες.
«Δε θέλουν τα βράδια να μας βλέπουν να κινούμαστε μέσα στο χωριό, δηλώνει ένας νεαρός μετανάστης. Θα πρέπει να μένουμε στα σπίτια μας ή στα χωράφια. Μια μέρα με πήγαν με το περιπολικό στο τμήμα στη Θέρμη και την άλλη μέρα και πάλι με μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα. «Τι νόημα έχουν τότε τα χαρτιά», τους λέω. Εγώ νομίζω ότι την κάρτα τη δίνουνε για να είσαι ελεύθερος, για να μη ζεις με το φόβο. Γιατί να με πάνε δέκα φορές στη Θέρμη, αφού είμαι νόμιμος εδώ; Εχει Αλβανούς που δουλεύουν εδώ δέκα χρόνια και δεν ξέρουν πού είναι το σπίτι του αφεντικού τους».