«Γυναίκες Μαχήτριες - Η τριπλή απελευθέρωση» |
22 γυναίκες καταθέτουν αυτά που έζησαν από τη δεκαετία του 1930 έως το 1949. Αυτές οι γυναίκες είδαν τους άνδρες τους, τους αδελφούς και τις αδελφές τους, τους γονείς τους να παίρνουν τον δρόμο της φυλακής, της εξορίας, κάποτε και του εκτελεστικού αποσπάσματος. Ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο, του αγώνα, πάλεψαν, ονειρεύτηκαν καλύτερες μέρες για εκείνες και τα παιδιά τους και δεν σταμάτησαν να αγωνίζονται μέχρι τέλους. Υπέφεραν και άντεξαν στην περίοδο της «λευκής τρομοκρατίας» και μετέπειτα στα ξερονήσια και τις φυλακές. Αυτές οι γυναίκες πέρασαν από την αφάνεια στο προσκήνιο της Ιστορίας, συνδεόμενες με την πιο πρωτοπόρα ιδεολογία και τα πιο υψηλά ιδανικά...
«Ο Πατέρας» |
Κλείνουμε με ένα απόσπασμα από την πρόσφατη συνέντευξη του σκηνοθέτη στον «Ριζοσπάστη»: «Αγαπώ όλη αυτήν τη γενιά. Αντρες και γυναίκες έκαναν την υπέρβαση και μας έδειξαν πώς πρέπει να ζούμε. Τους άκουσα και συζήτησα μαζί τους. Και όλοι αυτοί μου έδωσαν πολλά στοιχεία, ώστε να μπορώ κι εγώ να υπάρχω σαν άνθρωπος και να μπορώ να τα μεταφέρω και σε άλλους ανθρώπους και στα παιδιά μου...».
Σε μια μικρή σερβική πόλη, ένας πατέρας χάνει την κηδεμονία των παιδιών του, όταν κάποιοι εκπρόσωποι των κοινωνικών υπηρεσιών αποφασίζουν ότι είναι πολύ φτωχός ώστε να τους παρέχει μια αξιοπρεπή ζωή. Απελπισμένος, αποφασίζει να πάει με τα πόδια μέχρι το Βελιγράδι προκειμένου να παλέψει για το δικαίωμά του να μεγαλώσει τα παιδιά του.
Η ταινία στηρίζεται σε αληθινή ιστορία και καταδεικνύει τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες στη Σερβία, αν και θα μπορούσε να έχει γυριστεί οπουδήποτε στον κόσμο. Τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται, η φτώχεια, η γραφειοκρατία, το δικαίωμα του ανθρώπου να ζήσει και να μεγαλώσει τα παιδιά του σε ανθρώπινες συνθήκες, η πατρική αγάπη που δεν γνωρίζει όρια, η αξιοπρέπεια του ανθρώπου που δεν το βάζει κάτω παρά τις αντιξοότητες, είναι οικουμενικά. Ο Γκολούμποβιτς, θα λέγαμε, χτίζει την ταινία του στον στίχο του Καβάφη «Η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξίδι. Χωρίς αυτήν δεν θα 'βγαινες στον δρόμο». Εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στο ταξίδι του ήρωα του. Εκεί βρίσκεται και όλη η ουσία της ιστορίας. Ο πατέρας στο ταξίδι του βρίσκει περισσότερους συμμάχους στη φύση παρά στο ανθρώπινο είδος, χαρακτηριστικό που επιβεβαιώνεται και τη στιγμή της επιστροφής από το Βελιγράδι στο σπίτι του. Γνωρίζει ότι μόνος του δεν έχει τη δύναμη να αντιπαρατεθεί με το σύστημα, αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος του, θέλει μόνο να ζήσει ξανά με τα παιδιά του.
Ο Γκόραν Μπογκντάν στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι αφοπλιστικός. Ο Αλεξάνταρ Ιλιτς στη φωτογραφία αποτυπώνει την οξύτητα στην εικόνα της φτωχής ζωής και των κατεστραμμένων τοπίων της σερβικής επαρχίας.
«Τα ρόδια του Ναγκόρνο Καραμπάχ» είναι μία κινηματογραφική καταγραφή του ξεριζωμού και της περιπλάνησης των κατοίκων του Ναγκόρνο Καραμπάχ, που μετρούν χιλιάδες νεκρούς τις τελευταίες δεκαετίες...
Αναμφισβήτητα ο Θωμάς Σιδέρης έκανε μια πολύ δύσκολη και ενδελεχή περιπλάνηση στην εμπόλεμη ζώνη του Ναγκόρνο Καραμπάχ και κάλυψε με τον φακό του έναν κρίκο της αιματοβαμμένης αλυσίδας ενός πολέμου που δυστυχώς συνεχίζεται στις μέρες μας. Το ντοκιμαντέρ χωρίζεται σε 13 κεφάλαια. «Οι άνθρωποι κινούνται σε ρευστούς γεωγραφικούς χώρους, κανένας δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν ο χώρος αυτός είναι ο δικός του χώρος ή ο χώρος του άλλου». Ο σκηνοθέτης δεν χρησιμοποιεί αφηγητή, αφήνει τις μαρτυρίες, και από τις δύο πλευρές, να γίνουν ο κύριος αφηγητής του ντοκιμαντέρ. Αυτό δυστυχώς δεν βοηθάει τον θεατή να κατανοήσει τα αίτια, αλλά ούτε και τη χρονική έκταση του πολέμου στο πλήρες εύρος της. Λείπει η ιστορική τεκμηρίωση που θα τον έκανε πραγματικό κοινωνό των μαρτυριών που παρακολουθεί. Παρότι εκφράζει ένα οικουμενικό μήνυμα για την προσφυγιά με το έργο του, δεν καταφέρνει να αναδείξει γιατί γίνεται αυτός ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος και για ποια συμφέροντα ματώνουν οι λαοί της περιοχής.