Κυριακή 24 Φλεβάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ - ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Ο μηχανισμός του εθισμού στην τηλεόραση

Οι επιστήμονες μελετούν τις επιπτώσεις της τηλεόρασης εδώ και δεκαετίες, κυρίως όσον αφορά τυχόν συσχέτιση ανάμεσα στην παρακολούθηση βίαιων τηλεοπτικών προγραμμάτων και την εκδήλωση βίας από τους τηλεθεατές στη ζωή τους. Ελάχιστη προσοχή έχει δοθεί στο βασικό θέλγητρο της μικρής οθόνης: το ίδιο το μέσο, αντί του περιεχομένου του.

Ο όρος εθισμός στην τηλεόραση είναι ανακριβής και εμπεριέχει εκτιμήσεις και κρίσεις, αλλά καταφέρνει να αποδώσει την ουσία ενός πολύ πραγματικού φαινομένου. Οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι συνήθως ορίζουν την εξάρτηση από ουσίες σαν μια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από σειρά κριτηρίων μεταξύ των οποίων: η διάθεση μεγάλου μέρους του χρόνου του ατόμου για τη χρήση της ουσίας, η χρήση της συχνότερα απ' ό,τι θα ήθελε κανείς, η σκέψη μείωσης της χρήσης ή οι πολλαπλές αποτυχημένες απόπειρες μείωσης της χρήσης, η εγκατάλειψη σοβαρών κοινωνικών, οικογενειακών ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων για να επιτευχθεί η χρήση και η εκδήλωση συμπτωμάτων στέρησης όταν σταματά η χρήση της ουσίας.

Οι δύο όψεις του νομίσματος

Ολα αυτά τα κριτήρια μπορούν να βρουν εφαρμογή και στους ανθρώπους που βλέπουν πολλή τηλεόραση. Αυτό δε σημαίνει ότι η παρακολούθηση της τηλεόρασης αυτή καθαυτή είναι προβληματική συμπεριφορά. Η τηλεόραση μπορεί να διδάξει, να ψυχαγωγήσει, κάποιες φορές να οδηγήσει και σε αισθητικά ύψη, ή απλώς να προσφέρει μια διέξοδο και διασκέδαση. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να νιώθουν έντονα ότι θα έπρεπε να βλέπουν λιγότερη τηλεόραση, αλλά διαπιστώνουν ότι δεν είναι σε θέση να μειώσουν το χρόνο παρακολούθησης της μικρής οθόνης. Η καλύτερη γνώση του τρόπου που το μέσο αυτό ασκεί την επιρροή του μπορεί να βοηθήσει πολλούς τηλεθεατές να ελέγξουν καλύτερα τη ζωή τους και την κατανομή του ελεύθερου χρόνου τους.

Ο χρόνος που αφιερώνει ο μέσος άνθρωπος στις ανεπτυγμένες χώρες παρακολουθώντας τηλεόραση προκαλεί κατάπληξη, αφού ξεπερνά τις 3 ώρες την ημέρα, δηλαδή περίπου το μισό του ελεύθερου χρόνου του και περισσότερο απ' ό,τι για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, με εξαίρεση την εργασία και τον ύπνο. Με το ρυθμό αυτό, ένας άνθρωπος στα 75 χρόνια του θα έχει αφιερώσει 9 απ' αυτά μπροστά στο «κουτί»! Μερικοί υποστηρίζουν ότι αυτό συμβαίνει γιατί οι άνθρωποι χαίρονται να βλέπουν τηλεόραση και κάνουν την επιλογή συνειδητά. Αλλά αν είναι έτσι, γιατί είναι τόσοι πολλοί οι τηλεθεατές που δυσανασχετούν; Δημοσκοπήσεις που έγιναν το 1992 και το 1999 φέρουν 2 στους 5 ενήλικες τηλεθεατές και 7 στους 10 εφήβους, να δηλώνουν ότι κατά τη γνώμη τους περνούν υπερβολικά πολλή ώρα μπροστά στην τηλεόραση. Αλλες δημοσκοπήσεις στις ΗΠΑ έδειξαν ότι 10% των τηλεθεατών αυτοχαρακτηρίζονται σαν εθισμένοι στην τηλεόραση.

Για να μελετήσουν τις αντιδράσεις των ανθρώπων στην τηλεόραση, αρκετοί ερευνητές έκαναν εργαστηριακά πειράματα παρατηρώντας τα εγκεφαλικά κύματα, την ηλεκτρική αντίσταση του δέρματος και τον καρδιακό παλμό των τηλεθεατών. Αλλοι ερευνητές έδωσαν ένα βομβητή τσέπης στους συμμετέχοντες και κάθε φορά που τους ειδοποιούσαν (σε τυχαίες ώρες και ημέρες) έγραφε ο καθένας σε ένα ειδικό έντυπο τι έκανε εκείνη τη στιγμή και πώς ένιωθε.

Οι άνθρωποι που παρακολουθούσαν τηλεόραση τη στιγμή της ειδοποίησης ανέφεραν ότι ένιωθαν χαλαρωμένοι και παθητικοί. Τα ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα επιβεβαιώνουν το φαινόμενο δείχνοντας χαμηλότερη πνευματική διέγερση κατά την τηλεθέαση σε σχέση π.χ. με το διάβασμα. Εκείνο, όμως, που προξενεί εντύπωση είναι ότι αν και η αίσθηση της χαλάρωσης τερματίζεται απότομα όταν κλείσει η συσκευή της τηλεόρασης, τα αισθήματα παθητικότητας και μειωμένης πνευματικής διέγερσης συνεχίζονται. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα δήλωσαν ότι νιώθουν σαν με κάποιο τρόπο η τηλεόραση να απορρόφησε την ενέργειά τους, αφήνοντάς τους άδειους. Διαπίστωσαν ότι είχαν μεγαλύτερη δυσκολία να συγκεντρωθούν μετά την παρακολούθηση τηλεόρασης σε σχέση με πριν. Αντίθετα σπάνια αναφέρθηκε κάτι παρόμοιο μετά από το διάβασμα, ενώ και δραστηριότητες όπως τα σπορ και τα χόμπι έδειξαν σχεδόν πάντα να βελτιώνουν τη διάθεση εκείνων που ασχολούνται με αυτά. Μετά την παρακολούθηση τηλεόρασης, η διάθεση των ανθρώπων είναι είτε η ίδια με πριν, είτε χειρότερη από πριν.

Εξαρτημένο αντανακλαστικό

Μόλις μερικές στιγμές μετά το πάτημα του κουμπιού της τηλεόρασης οι άνθρωποι δηλώνουν ότι νιώθουν πιο χαλαρωμένοι. Ακριβώς επειδή η χαλάρωση επέρχεται άμεσα, οι άνθρωποι αποκτούν το εξαρτημένο αντανακλαστικό της συσχέτισης της τηλεόρασης με την ξεκούραση και την έλλειψη έντασης. Το αντανακλαστικό ενισχύεται από το γεγονός ότι οι τηλεθεατές παραμένουν χαλαροί καθόλη τη διάρκεια της τηλεθέασης, ενώ νιώθουν αμέσως άγχος και δυσφορία μόλις σβήσει η οθόνη.

Τα ναρκωτικά λειτουργούν με παραπλήσιο τρόπο. Ενα ηρεμιστικό που μεταβολίζεται γρήγορα είναι πολύ πιο πιθανό να προκαλέσει εξάρτηση από ένα που αποβάλλεται από τον οργανισμό πιο αργά, ακριβώς γιατί ο χρήστης αντιλαμβάνεται ότι τα αποτελέσματα του φαρμάκου χάνονται σταδιακά. Κατ' ανάλογο τρόπο, η ασυναίσθητη διαπίστωση των τηλεθεατών ότι θα νιώσουν λιγότερο χαλαρωμένοι αν σταματήσουν την τηλεθέαση μπορεί να είναι σημαντικός παράγοντας για να μη σβήσουν την τηλεόραση. Ετσι, πολλοί άνθρωποι βλέπουν περισσότερη τηλεόραση απ' ό,τι είχαν σκοπό όταν έθεταν σε λειτουργία το δέκτη τους, έστω κι αν η μακρόχρονη τηλεθέαση προσφέρει λιγότερη ικανοποίηση. Το γεγονός αυτό διαπιστώθηκε από την έρευνα με τα έντυπα. Οι άνθρωποι που βλέπουν περισσότερη τηλεόραση δηλώνουν λιγότερο ικανοποιημένοι από εκείνους που βλέπουν λιγότερη. Για ορισμένους, ένα συναίσθημα ενοχής επειδή δεν κάνουν κάτι πιο παραγωγικό εντείνει ακόμα περισσότερο τη μείωση της ευχαρίστησης από την παρατεταμένη τηλεθέαση. Μάλιστα, εύλογα, το συναίσθημα αυτό ήταν πιο συχνό μεταξύ των φτωχότερων τηλεθεατών, παρά μεταξύ των πλουσιότερων.

Αντίδραση προσανατολισμού

Τι είναι εκείνο που κάνει την τηλεόραση να μαγνητίζει; Κατά ένα μέρος η έλξη φαίνεται να προέρχεται από ένα έμφυτο στοιχείο της βιολογίας μας, την «αντίδραση (αντανακλαστικό) προσανατολισμού». Το φαινόμενο περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Ιβάν Παβλόφ, το 1927, σαν η ενστικτώδης οπτική και ακουστική αντίδραση του ανθρώπου σε κάθε ξαφνικό ή νέο ερέθισμα. Αποτελεί μέρος της εξελικτικής μας κληρονομιάς, μια ευαισθησία στην κίνηση και τις πιθανές απειλές από αρπακτικά ζώα, «καλωδιωμένη» στον εγκέφαλό μας. Συνοδεύεται συνήθως από διαστολή των αιμοφόρων αγγείων στον εγκέφαλο, επιβράδυνση του καρδιακού παλμού και συρρίκνωση των αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν τις μεγάλες ομάδες μυών. Τα εγκεφαλικά κύματα άλφα διακόπτονται για μερικά δευτερόλεπτα, πριν επιστρέψουν στα συνήθη επίπεδά τους. Ο εγκέφαλος επικεντρώνεται στη συγκέντρωση περισσότερων πληροφοριών, ενώ το υπόλοιπο σώμα ηρεμεί.

Οπως έδειξε μελέτη του 1986, τα συνηθισμένα οπτικά εφέ και τρόποι παρουσίασης προγραμμάτων στην τηλεόραση (αλλαγές οπτικής, απότομες διακοπές, ζουμ, περιστροφή του φακού γύρω από ένα σημείο, απότομοι θόρυβοι κλπ.) ενεργοποιούν την αντίδραση προσανατολισμού. Παρατηρώντας τα εγκεφαλικά κύματα των τηλεθεατών όταν βλέπουν κάποια από αυτά τα τηλεοπτικά τρικ, οι ερευνητές παρατήρησαν με σαφήνεια την αντίδραση προσανατολισμού και κατέληξαν ότι «είναι η φόρμα και όχι το περιεχόμενο της τηλεόρασης που την κάνει μοναδική». Η αντίδραση προσανατολισμού κάνει πολλούς να νιώθουν ότι δεν μπορούν να «ξεκολλήσουν» τα μάτια τους από την οθόνη, ακόμη κι όταν έχουν μια σοβαρή συζήτηση.

Παραπέρα έρευνες έδειξαν ότι μια διαρκής ενεργοποίηση της αντίδρασης προσανατολισμού μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την πιο μακρόχρονη παραμονή του περιεχομένου στη μνήμη και με μεγαλύτερη καθαρότητα. Οταν, όμως, ο ρυθμός των τηλεοπτικών τεχνασμάτων υπερβεί ένα όριο, ο εγκέφαλος υπερφορτώνεται και η απομνημόνευση πέφτει ραγδαία. Αποτέλεσμα υπερφόρτωσης ήταν και το περιστατικό με τις επιληπτικές κρίσεις που παρουσίασαν το 1997 γύρω στα 700 παιδιά στην Ιαπωνία, όταν παρακολούθησαν ένα παιχνίδι Πόκεμον με συχνές έντονες αναλαμπές. Αλλη παρενέργεια, που διαπιστώνεται μερικές φορές μετά από παρακολούθηση της οθόνης των παιχνιδιών βίντεο, είναι η ναυτία. Τέλος, μη συστηματικές μελέτες, με ανθρώπους που δέχτηκαν να δοκιμάσουν να σταματήσουν για ένα μήνα να βλέπουν τηλεόραση έδειξαν ότι πολλοί δεν μπόρεσαν να το πετύχουν, ενώ κι εκείνοι που τα κατάφεραν έδειξαν συμπτώματα στέρησης, ιδίως τις πρώτες μέρες: άγχος, εριστικότητα, κατάπτωση.

Η τηλεόραση μπορεί να έχει θετική συνεισφορά στη ζωή ενός ανθρώπου αρκεί να είναι σε μικρές δόσεις και, φυσικά, με κατάλληλη επιλογή του περιεχομένου. Οταν όμως γίνεται μια συνήθεια που εμποδίζει την ικανότητα του ανθρώπου να αναπτύσσεται, να μαθαίνει νέα πράγματα και να έχει μια δραστήρια ζωή, τότε αποτελεί μηχανισμό εξάρτησης και πρέπει να αντιμετωπίζεται με την αρμόζουσα σοβαρότητα.


Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ