Κυκλοφορεί η νέα έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» που επιμελήθηκε το Τμήμα Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ
που τραγουδάμε όλο για τους άλλους.
Ας έχουμε τώρα τα δικά μας τραγούδια
και ας μην τραγουδάμε παρά μόνο για μας.
(Ζαν Μπατίστ Κλεμάν, εργάτης και στιχουργός, μέλος της Α' Διεθνούς και φλογερός κομμουνάρος, μαχητής των οδοφραγμάτων μέχρι το τέλος).
«Η λογοτεχνία τον καιρό της Παρισινής Κομμούνας» είναι ο τίτλος της νέας έκδοσης που κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή» και επιμελήθηκε το Τμήμα Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ. Είναι αφιερωμένη «σε αυτούς τους γενναίους μαχητές της πένας, που - είτε ως επαναστάτες Κομμουνάροι είτε ως ευαίσθητοι στα μηνύματα της εποχής τους δημιουργοί - δεν υπολόγισαν τις επιπτώσεις της στάσης τους στους ίδιους και στο έργο τους και ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις του καιρού τους».
Πρόκειται για μια σημαντική, πρωτότυπη και άρτια έκδοση, που βοηθά τον αναγνώστη να προσεγγίσει πλευρές από την καλλιτεχνική και λογοτεχνική δημιουργία στα χρόνια της Κομμούνας. Μέσα από κείμενα, ποιήματα, τραγούδια, συγκεντρωμένα για πρώτη φορά, και μάλιστα στην πλειοψηφία τους άγνωστα στο ελληνικό κοινό, ο αναγνώστης μπορεί να ψηλαφίσει και μέσα από την Τέχνη τις φλογερές εκείνες μέρες που η κόκκινη σημαία του προλεταριάτου ανέμιζε στο δημαρχείο του Παρισιού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μετάφραση όλων των ποιημάτων που περιέχονται στο βιβλίο είναι πρωτότυπη και έχει γίνει από την Ελένη Ζαφειρίου. Η πλειοψηφία, μάλιστα, των ποιημάτων μεταφράζεται για πρώτη φορά στα Ελληνικά για τις ανάγκες της συγκεκριμένης έκδοσης.
Ο πρόλογος στέκεται αναλυτικά στα πρωτοπόρα μέτρα που πήρε η Κομμούνα στον τομέα του Πολιτισμού, εισάγοντας μια σειρά από πρωτοβουλίες και νέους θεσμούς, αλλά και στο πώς ο κάθε καλλιτεχνικός κλάδος προσέλαβε και ανταποκρίθηκε στα συνταρακτικά γεγονότα. Εκτός από τα εικαστικά, η έκδοση αναφέρεται ακόμη στη μουσική και το τραγούδι, κύρια όμως επικεντρώνεται στο λογοτεχνικό έργο εκείνης της περιόδου, τόσο των κομμουνάρων και φιλικών προς την Κομμούνα λογοτεχνών, όσο και των αντιπάλων της.
Λεόν Πωλ-Ζοζέφ Ρομπέρ, «Η Στήλη Βαντόμ κατεδαφισμένη», λάδι σε καμβά, 1871, Μουσείο Τέχνης και Ιστορίας «Πωλ Ελυάρ ντε Σαιντ Ντενί» |
Στο δεύτερο μέρος της εμπεριέχεται ένα ανθολόγιο κυρίως ποιημάτων, που μεταφράστηκαν ειδικά για την έκδοση, σε μια προσπάθεια να αποκτηθεί μια πρώτη ιδέα για το έργο που αφιέρωσαν στην Κομμούνα οι ποιητές της, αλλά και κάποιοι από τους πιο ονομαστούς στις μέρες μας λογοτέχνες του καιρού της. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνονται ποιήματα των Ευγένιου Ποττιέ, Βίκτωρ Ουγκώ, Αρθούρου Ρεμπώ, Λουίζ Μισέλ, Πωλ Βερλαίν, Ζαν Μπατίστ Κλεμάν και Ζυλ Βαλλές, ενώ ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι οι πληροφορίες που περιέχονται για κάθε λογοτέχνη, καθώς και οι παραπομπές που βοηθούν τον αναγνώστη να κατανοήσει τις ιδιαίτερες αναφορές κάθε ποιήματος.
Αλφόνς Εκτόρ Κολόμπ «Μολόχ», «Τα οδοφράγματα της Λευκής Πλατείας υπερασπιζόμενα από γυναίκες κατά τη διάρκεια της "Ματωμένης Βδομάδας"», έγχρωμη λιθογραφία, Μάης 1871 |
Οπως σημειώνεται και στην έκδοση, τη λογοτεχνία της Κομμούνας τη μονοπωλούσε σχεδόν η ποίηση, ως το πιο κατάλληλο λογοτεχνικό είδος για να εκφράσει άμεσα δυνατά συναισθήματα, τέτοια όπως η έξαρση, η ένταση, ο ενθουσιασμός, ο πόνος. Κάποια από τα ποιήματα της Κομμούνας γράφηκαν μέσα στη μάχη, τα περισσότερα όμως είναι γραμμένα μετά απ' αυτήν, στις φυλακές, στα κάτεργα, στην εξορία. Μέσα από αυτά ο αναγνώστης θα μπορέσει να εισχωρήσει ζωντανά στο κλίμα και το πνεύμα της επαναστατικής κατάστασης στο Παρίσι του 1871, με τον τρόπο που μόνο η λογοτεχνία μπορεί να το κάνει.
Τα ποιήματα αυτά, εντυπωσιακά για την πρωτοτυπία και τη ζωντάνια τους, αποτελούν ένα μνημείο του μεγαλείου της γενιάς των Κομμουνάρων, μια επιβεβαίωση της θριαμβευτικής πίστης τους ότι παρά τις ήττες και τα πισωγυρίσματα, η υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης στο τέλος θα δικαιωθεί. Κορυφαίο δείγμα αυτής της πεποίθησης είναι η «Διεθνής», που γράφηκε τον Ιούνη του 1871, λίγες μόλις μέρες μετά τη συντριβή της Κομμούνας, αλλά και πολλά άλλα.
Ντανιέλ Βερζ, «Οδόφραγμα στην οδό Ριβολί μετά τη μάχη», σχέδιο και ακουαρέλα, 1871, Μουσείο «Καρναβαλέ» - Ιστορίας του Παρισιού |
κρατούσε ο καθείς μας, ξαναφυτρώστε κόκκινα λουλούδια.
Εκείνοι που στο μέλλον θα 'ρθουν, θα σας ξαναπάρουν.
Και θα 'ναι εκείνοι οι νικητές.
(Λουίζ Μισέλ, «Τα κόκκινα γαρίφαλα», γραμμένο στις φυλακές των Βρυξελλών τον Σεπτέμβρη του 1871).
Επίσης, στην έκδοση αναδημοσιεύεται ένα απόσπασμα της μελέτης των Αλεξάντερ Πεσέφ και Λουντμίλα Στεπάνοβα πάνω στη λογοτεχνία της Κομμούνας από παλιότερη έκδοση της ΚΝΕ, ενώ είναι πλούσια εικονογραφημένη με εικαστικά έργα της περιόδου (ελαιογραφίες, ακουαρέλες, χαρακτικά).