Πολυσχιδής θεατράνθρωπος, ανέβασε πάνω από 80 έργα πρόζας και περί τα 40 μελοδράματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό - μέχρι την Ιαπωνία -, ενώ ακόμη μετέφρασε και διασκεύασε από τα Αγγλικά, Γαλλικά και Ιταλικά πάνω από 30. Το 1997 πήρε το ειδικό βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας για την ποιητική μετάφραση στα Ελληνικά της «Φαίδρας» του Ρακίνα. Είχε γράψει 4 θεατρικά, ενώ εξέδωσε το 2000 έναν γαστρονομικό οδηγό 200 σελίδων.
Διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Λυρικού και Επτανησιακού Φεστιβάλ Κέρκυρας (2001 - 2004), του Κρατικού Φεστιβάλ Αιγαίου (2006 - 2008) και του Μεσαιωνικού και Βυζαντινού Φεστιβάλ Καστοριάς (2011 - 2014). Κοντά σε αυτά δίδαξε όπερα και δραματουργία στην Ελλάδα και το εξωτερικό από το 1996 σε ανώτερο και ανώτατο επίπεδο, ενώ υπήρξε επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου «Ουμπέρτο Εκο» της Ιταλίας. Το 2007 ίδρυσε και λειτούργησε μέχρι τον θάνατό του τον μουσικοθεατρικό οργανισμό «Petite Opera du Monde» («Μικρή Οπερα του Κόσμου»). Επίσης, ήταν ο διευθυντής της υποψηφιότητας Μυτιλήνη - Λέσβος, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2021.
Ο Αναστασίου είχε τιμηθεί με διάφορα βραβεία, μεταξύ των οποίων και για την πρωτότυπη μοντέρνα σκηνοθεσία της «Καβαλλερίας Ρουστικάνα» ως εικαστική εγκατάσταση - δρώμενο σε παγκόσμιο διαγωνισμό, από το Ινστιτούτο Μασκάνι του Λιβόρνο, η οποία θα ανέβαινε σε συνεργασία με την Ορχήστρα Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμουργκ, την Ορχήστρα της Ακαδημίας της Αγίας Καικιλίας της Ρώμης και μια ελληνική ορχήστρα, υπό τη διεύθυνση του γράφοντος και του Μικελάντζελο Γκαλεάτι. Μαζί θα παρουσιαζόταν και ο «Αλαφροΐσκιωτος» του Σικελιανού. Δυστυχώς, όμως, η πανδημία δεν επέτρεψε την πραγματοποίηση αυτού του εγχειρήματος και ο ξαφνικός χαμός του τον ανέβαλε διά παντός.
Κατόπιν επιθυμίας του, τα ζωτικά του όργανα δωρίστηκαν.