Κυριακή 27 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 19
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΚΡΙΒΕΙΑ
Οι μονοπωλιακές επιχειρήσεις αυξάνουν τον τιμάριθμο

To πρόβλημα της έξαρσης της ακρίβειας βρέθηκε στις αρχές του νέου χρόνου και πάλι στην επικαιρότητα. Σε βασικά είδη διατροφής και υπηρεσίες σημειώθηκαν ανατιμήσεις, σε αρκετές περιπτώσεις σε διψήφια ποσοστά, με πιο χαρακτηριστική αυτή του ψωμιού κατά 13,5%. Αιφνιδιασμένη η κυβέρνηση, αντιδρούσε και πάλι σπασμωδικά, απειλώντας τους... κερδοσκόπους με το ΣΔΟΕ και τον υφυπουργό Ανάπτυξης να κάνει περαντζάδες στη Βαρβάκειο Αγορά για να... ξορκίσει το κερδοσκοπικό κύκλωμα. Φυσικά με υπουργικές βόλτες στις αγορές, με τη συνοδεία μάλιστα της τηλεοπτικής κάμερας και με απειλές ότι θα στείλουν τον μπαμπούλα για να τιμωρήσει τους κακούς, δεν ήταν δυνατό να ελεγχθεί η κατάσταση. Ηδη αναμένουν ότι το Γενάρη θα σημειωθεί σημαντική άνοδος του πληθωρισμού, ενώ ο ίδιος ο υπουργός Οικονομίας, Ν. Χριστοδουλάκης, ομολόγησε ότι αποκλιμάκωση του πληθωρισμού θα σημειωθεί από την ερχόμενη άνοιξη. Καθησυχαστική δήλωση, η οποία θα πρέπει να μας βάλει σε υποψίες, δεδομένου ότι τους επόμενους μήνες αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις για νέες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και το ύψος των όποιων αυξήσεων δοθούν θα επηρεαστεί σε σημαντικό βαθμό από την πορεία του πληθωρισμού.

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση έσπευσε να αποδώσει την άνοδο του πληθωρισμού στα... ακραία καιρικά φαινόμενα. Πρόκειται για όρο που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, για να δικαιολογήσει όμως την κυβερνητική αδράνεια στα κρίσιμα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από τη μεταβολή των καιρικών συνθηκών. Ετσι, αυτή τη φορά ο πληθωρισμός ξέφυγε επειδή αυξήθηκαν υπερβολικά οι τιμές στα κηπευτικά. Πώς να μην ανεβεί ο πληθωρισμός όταν τα μαρούλια και τα λαχανικά εκτινάχτηκαν στις 1.000 δραχμές, ισχυρίζονταν στην κυβέρνηση. Συνέπεσαν βέβαια και τα προβλήματα των στρογγυλοποιήσεων με το ευρώ, που κάθε άλλο από στρογγυλοποιήσεις ήταν, καθώς οι επιχειρηματίες, εκμεταλλευόμενοι το νέο περιβάλλον και την άγνοια του κόσμου, προχώρησαν σε αθρόες ανατιμήσεις. Κατά το 2000, όταν και πάλι είχαν σημειωθεί σημαντικές αυξήσεις στις τιμές, αυτές είχαν αποδοθεί στην πετρελαϊκή κρίση, η οποία είχε αποτέλεσμα να εκτιναχτεί η τιμή των καυσίμων κατά 26,8% (δελτίο οικονομικής συγκυρίας Τ.Ε. Νο 53).

Ετσι, κάθε φορά που εκδηλώνονται ανοδικές τάσεις στις τιμές, τα αρμόδια υπουργεία έχουν έτοιμη τη δικαιολογία. Η άνοδος του πληθωρισμού οφείλεται σε... εξωγενείς παράγοντες. Στο μεταξύ, η ακρίβεια σε βασικά είδη διατροφής κατατρώει το λαϊκό εισόδημα. Τα είδη διατροφής, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, αυξήθηκαν το 2001 κατά 10% (!) ως προς τα αντίστοιχα επίπεδα του 2000. Αλλά και τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ δεν πήγαν πίσω. Κατά 6,8% αυξήθηκαν τα τιμολόγια της ΕΥΔΑΠ, κατά 4,1% της ΔΕΗ, κατά 9,6% τα εισιτήρια των αστικών συγκοινωνιών, κατά 9,1% των υπεραστικών τρένων, κατά 9,2% των αεροπλάνων, κατά 15,5% τα ταχυδρομικά τέλη, ενώ αύξηση προκύπτει για τη λαϊκή οικογένεια και στους λογαριασμούς του ΟΤΕ, όπου μειώθηκε μεν η αστική μονάδα αλλά αυξήθηκε περισσότερο το πάγιο. Και μετά θα πρέπει οι εργαζόμενοι να τα βγάλουν πέρα με αυξήσεις της τάξης του 2,5% που ανακοίνωσε η κυβέρνηση.

Οι αιτίες της ανόδου των τιμών

Οταν αυξάνονται οι τιμές στα καύσιμα και στα κηπευτικά, είναι φυσικό ότι θα επηρεαστεί και ο πληθωρισμός. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί το αντίθετο. Από την άλλη όμως πλευρά θα πρέπει να δούμε ότι αυτά είναι έκτακτα φαινόμενα και από μόνα τους δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τις μόνιμες ανοδικές τάσεις των τιμών. Οσοι επιχειρούν να δικαιολογήσουν την άνοδο των τιμών μόνο με τα άσχημα καιρικά φαινόμενα ή με την πετρελαϊκή κρίση, όπως κάνει σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να προσπαθούν να συγκαλύπτουν το περιβάλλον εκείνο μέσα στο οποίο διαμορφώνονται οι τιμές. Επιχειρούν να αφήσουν στο απυρόβλητο τόσο τον τομέα της παραγωγής των εμπορευμάτων (τις τιμές στις οποίες πωλούν οι επιχειρηματίες χονδρικά στους εμπόρους) όσο και τον τομέα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, ο οποίος βρίσκεται στα χέρια του εμπορικού κυκλώματος. Στη λογική αυτή: α) Παραθέτουμε στοιχεία που αφορούν στην εξέλιξη των τιμών Χονδρικής και Καταναλωτή, έτσι όπως διαμορφώνονται με τα καύσιμα και στη συνέχεια χωρίς τα καύσιμα (παραθέτουμε τους σχετικούς πίνακες από το δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας της Τ.Ε.). β) Παραθέτουμε ενδεικτικά στοιχεία, με βάση τους πίνακες της ICAP, για τη συγκέντρωση του κεφαλαίου στους μεταποιητικούς τομείς των ειδών διατροφής και των ποτών, απ' όπου προκύπτουν αποκαλυπτικά συμπεράσματα.

Τιμάριθμος Χονδρικής - Καταναλωτή

Από την εξέλιξη των τιμών κατά την τετραετία 1998-2001 τόσο στο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, όσο και στον Τιμάριθμο Χονδρικής, καταρρίπτεται σε σημαντικό βαθμό ο ισχυρισμός, ότι οι τιμές των καυσίμων επηρεάζουν αρνητικά πάντα τις τιμές. Ετσι, κατά το 1998 ο πληθωρισμός, μαζί με τα καύσιμα, αυξήθηκε 4,8% και χωρίς τα καύσιμα κατά 5,4%. Αντίστοιχα το 1999 σημειώθηκαν μεταβολές 2,6% και 2,9% και το 2001 3,4% και 3,9%. Μόνο το 2000 αντιστρέφεται η σχέση καθώς ο πληθωρισμός με τα καύσιμα αυξήθηκε κατά 3,2% και χωρίς τα καύσιμα κατά 1,9%. Επίσης, από την παρακολούθηση των τιμών Χονδρικής προκύπτει ότι το 1998 και το 2001 ο πληθωρισμός χωρίς τα καύσιμα ήταν υψηλότερος από αυτόν με την προσθήκη των καυσίμων, ενώ η αντίθετη εικόνα παρατηρείται τα έτη 1999 και 2000.

Η συγκέντρωση κεφαλαίου

Παραθέτουμε στη συνέχεια ενδεικτικά στοιχεία για τη συγκέντρωση κεφαλαίου σε δύο τομείς της μεταποίησης, που στηρίζονται σε στοιχεία της ICAP για το έτος 1998. Πρόκειται για τα είδη διατροφής και τα ποτά. Οπως θα διαπιστώσει και ο αναγνώστης, ο βαθμός συγκέντρωσης του κεφαλαίου είναι από υψηλός μέχρι και πολύ υψηλός. Πράγμα που σημαίνει ότι ένας πολύ μικρός αριθμός, 17, επιχειρήσεων, σε σύνολο 887, ελέγχουν την παραγωγή στους δύο αυτούς τομείς, άρα και τις τιμές. Η εικόνα που προκύπτει είναι η ακόλουθη:

  • Στα είδη διατροφής, σε σύνολο 733 επιχειρήσεων, οι 5 πρώτες ή το 0,68% του συνόλου, πραγματοποίησαν το 17,5% του κύκλου εργασιών, κατείχαν το 18,8% του παγίου κεφαλαίου, το 19,2% των ιδίων κεφαλαίων, το 26,4% των μεικτών κερδών, το 38,8% των καθαρών κερδών και απασχολούσαν το 11,8% των εργαζομένων. Πρόκειται για τις βιομηχανίες «Δέλτα», «Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης», ΦΑΓΕ, «Chipita» και «Nestle». Αντίστοιχα οι 15 πρώτες, ή το 2% του συνόλου πραγματοποίησαν το 31,5% του κύκλου εργασιών του κλάδου, ενώ κατείχαν το 33,2% του παγίου κεφαλαίου, το 31,3% των ιδίων κεφαλαίων, το 42,5% των μεικτών κερδών, το 55,2% των καθαρών κερδών, ενώ απασχολούσαν το 23,3% των εργαζομένων. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί στα σοβαρά ότι οι 15 αυτές μονοπωλιακές επιχειρήσεις δε διαμορφώνουν τις τιμές στον κλάδο τους και δεν ευθύνονται σε ένα σημαντικό ποσοστό - στο άλλο ευθύνεται το εμπορικό κύκλωμα - για την άνοδο των τιμών στα είδη διατροφής κατά 10% το 2001;
  • Στη βιομηχανία ποτών σε ένα σύνολο 154 επιχειρήσεων, οι 2 πρώτες - η 3Ε και η «Αθηναϊκή Ζυθοποιία» - ή το 1,3% του συνόλου, πραγματοποίησαν το 64,7% του κύκλου εργασιών, ενώ κατείχαν το 49,3% του παγίου κεφαλαίου, το 78,1% των ιδίων κεφαλαίων, το 59,6% των μεικτών κερδών, το 83,2% των καθαρών κερδών, ενώ απασχολούσαν το 33% του προσωπικού. Στον κλάδο αυτό το 2001 σημειώθηκε μέση αύξηση τιμών 6%, η δεύτερη μεγαλύτερη μετά από αυτή που σημειώθηκε στον κλάδο των τροφίμων.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Διευρύνεται επικίνδυνα η ψαλίδα τιμών - μισθών(2012-11-10 00:00:00.0)
Σε υψηλά επίπεδα και το Νοέμβρη(2010-12-28 00:00:00.0)
Μεγάλες ανατιμήσεις στα βιομηχανικά εμπορεύματα(2003-03-04 00:00:00.0)
Ανηφορίζουν οι τιμές στα είδη λαϊκής κατανάλωσης(2001-10-09 00:00:00.0)
Ανοδικά και τον Ιούνη(2001-08-08 00:00:00.0)
Θολώνει η εικόνα του πληθωρισμού(1997-07-03 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ