Η επιστροφή των γλυπτών και η αποκατάσταση του Παρθενώνα της Ακρόπολης των Αθηνών, ως ένα ενοποιημένο μνημείο στον τόπο της δημιουργίας του, σημαίνει σεβασμό προς την αξία και τον συμβολισμό του μνημείου και αποκατάσταση μιας παλιάς και συνεχιζόμενης αδικίας, καθώς τα γλυπτά κρατούνται παρανόμως στο Βρετανικό Μουσείο ως αποτέλεσμα εκτεταμένης κλοπής από τους Βρετανούς με την άδεια των Οθωμανών κατακτητών, πριν από περίπου δύο αιώνες. Ολα τα χρόνια που η Μ. Βρετανία ήταν μέλος της ΕΕ, η τελευταία δεν πήρε καμία πρωτοβουλία για την επιστροφή των γλυπτών στην Ελλάδα. Αλλά και τώρα, που έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αποχώρησης της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, δεν προτίθεται να πράξει κάτι διαφορετικό, ούτε καν να διατυπώσει άποψη σχετικά με το θέμα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε ότι σύμφωνα με την Οδηγία 2014/60/ΕΕ μπορεί να διαθέσει νομικά μέσα για την επιστροφή των πολιτιστικών αγαθών που έχουν απομακρυνθεί παράνομα από το έδαφος κράτους - μέλους από την 1η Γενάρη 1993 και μετά. Είναι προφανές ότι η ΕΕ «νίπτει τας χείρας της», χρησιμοποιεί το πρόσχημα της νομοθεσίας για να αποφύγει τη σαφή τοποθέτηση για το θέμα και τη λήψη πρωτοβουλιών.
Το νομοθετικό πλαίσιο είναι γνωστό και προφανές. Το αίτημα που διατυπώνεται στην Ερώτηση δεν επιζητά νομικές συμβουλές, αλλά προκαλεί μια καθαρή πολιτική απόφαση που θα αποδίδει δικαιοσύνη στην ιστορική και επιστημονική απαίτηση να επιστρέψουν τα γλυπτά στον φυσικό τους χώρο, να συνενωθούν με ό,τι είναι αναπόσπαστα δεμένα στην Ακρόπολη των Αθηνών.
Η αντιμετώπιση του θέματος με αυτόν τον τρόπο πιστώνεται όχι μόνο στην ΕΕ αλλά και στις ελληνικές κυβερνήσεις όλων των τελευταίων χρόνων που υπονομεύουν το αίτημα της επιστροφής των γλυπτών, όταν μιλούν για «δανεισμό» και ανταλλάγματα. Εξηγείται, βεβαίως, η στάση αυτή, καθώς η κυρίαρχη αντίληψη για την πολιτιστική κληρονομιά είναι η αγοραία, προς χάριν του κέρδους και όχι ως ο συνδετικός κρίκος του παρόντος με το ιστορικό παρελθόν, ως πηγή γνώσης και πνευματικής μόρφωσης και καλλιέργειας του λαού. Αυτό που ενδιαφέρει είναι η εισπραξιμότητα, η πολιτιστική κληρονομιά θεωρείται οικονομικό «φιλέτο». Ετσι εξηγείται ο κυνισμός των εκπροσώπων του Βρετανικού Μουσείου που δεν θα μπορούσαν να στερηθούν τα έσοδα από τα εκθέματα, αλλά και οι παλινωδίες των ελληνικών κυβερνήσεων.