Ενδεικτική η πρόσφατη αντιπαράθεση των υπουργών Εξωτερικών
Copyright 2019 The Associated |
Από την τελευταία συνάντηση των ΥΠΕΞ ΗΠΑ και Ρωσίας, το Δεκέμβρη του 2019 στην Ουάσιγκτον |
Το αδιαμφισβήτητο αυτό γεγονός ήρθε να επιβεβαιώσει η πρόσφατη αντιπαράθεση ανάμεσα στους ΥΠΕΞ Ρωσίας και ΗΠΑ, Σεργκέι Λαβρόφ και Μάικ Πομπέο, με τις αλληλοκατηγορίες τους για το ποιος συμβάλλει περισσότερο στην αποσταθεροποίηση της περιοχής στα πιο σημαντικά πεδία ανταγωνισμού στη Συρία, στη Μέση Ανατολή, στη Λιβύη.
Αφορμή αποτέλεσε η παρέμβαση Λαβρόφ στις 4 Δεκέμβρη, μέσω τηλεδιάσκεψης, στη συνάντηση Rome Med 2020 - Mediterranean Dialogues (Μεσογειακοί Διάλογοι), που οργανώνεται από το 2015 από το ιταλικό υπουργείο Εξωτερικών, με σπόνσορες διάφορες επιχειρήσεις, ανάμεσά τους και η ενεργειακή «Eni», όπως και «δεξαμενές σκέψης», δηλαδή αστικά επιτελεία από όλο τον κόσμο.
Το φετινό κεντρικό θέμα των συζητήσεων, που διήρκεσαν από τις 25 Νοέμβρη έως τις 4 Δεκέμβρη, με τη συμμετοχή εκατοντάδων ομιλητών από τουλάχιστον 20 χώρες (αλλά χωρίς πρόσκληση σε επίσημο κυβερνητικό αξιωματούχο των ΗΠΑ) είχε να κάνει με τη «συνεργασία στη Μεσόγειο και τις προκλήσεις ασφαλείας στην ευρύτερη περιοχή και στον Περσικό».
Ο Ρώσος αξιωματούχος, αναφερόμενος σε υπαρκτά προβλήματα, όπως «οι ανθρωπιστικές κρίσεις, η τρομοκρατική απειλή, το οργανωμένο έγκλημα, οι πολλές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων που οδήγησαν σε μαζική έξοδο προσφύγων και μεταναστών στην ευρύτερη περιοχή», εξήγησε ότι οι λαοί «πληρώνουν ένα απαράδεκτα υψηλό τίμημα για τα ανεύθυνα γεωπολιτικά παιχνίδια που παίζουν η Ουάσιγκτον και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της, οι οποίοι αποφάσισαν να δοκιμάσουν τη μονοπολική παγκόσμια τάξη στους λαούς της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής και να τους επιβάλουν τους αναπτυξιακούς τύπους που αγνοούν τις αξίες αυτών των εθνών». Επικαλέστηκε το Διεθνές Δίκαιο και τις αρχές του ως μόνη διέξοδο για να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης, επισημαίνοντας ότι αυτό είναι πιο αναγκαίο σήμερα στις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας του κορονοϊού. Ειδικά η πανδημία λειτουργεί ως καταλύτης για το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης, κάτι που οξύνει ακόμα περισσότερο τον ανταγωνισμό.
Ο Ρώσος ΥΠΕΞ αναφέρθηκε στην ανάγκη τερματισμού της «ξένης παρέμβασης» στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, εστιάζοντας στην παρέμβαση των ανταγωνιστών, κυρίως ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, εμφανίζοντας την στάση της Ρωσίας ως «βοηθητική» για την εμπέδωση της ειρήνης. Είπε χαρακτηριστικά: «Η Ρωσία έχει ακολουθήσει αυτήν την πολιτική σε όλες τις περιφερειακές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της Συρίας. Διατηρείται σταθερή εκεχειρία στο μεγαλύτερο μέρος της συριακής επικράτειας. Σε μεγάλο βαθμό χάρη στη βοήθεια της Ρωσίας, η συριακή κυβέρνηση καταπολέμησε την τρομοκρατία στη χώρα».
Ανέφερε ότι «η πολιτική διευθέτηση υπονομεύεται από την παράνομη παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων, τα οποία χρησιμοποιούνται ανοιχτά για να ενθαρρύνουν τις αυτονομιστικές κινήσεις και να εμποδίσουν την αποκατάσταση της ενότητας της χώρας. Αντί να λάβει υποστήριξη, η Δαμασκός έχει λάβει τον "νόμο του Καίσαρα", νέες αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις, αβάσιμες και αστήρικτες κατηγορίες για χημικές επιθέσεις και εγκλήματα πολέμου. Η Δύση εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά και αρνείται να βοηθήσει τη Συρία ακόμη και όταν πρόκειται για ανθρωπιστικά προβλήματα, ακόμη και εν μέσω της πανδημίας».
Αναφερόμενος στη Λιβύη ο Λαβρόφ είπε ότι το κράτος καταστράφηκε κατά τις αεροπορικές επιδρομές του ΝΑΤΟ το 2011 και υποστήριξε ότι η χώρα του θέλει να προχωρήσει ο εθνικός διάλογος με τη διαδικασία της Γενεύης και του ΟΗΕ, μέσα από αμοιβαίους συμβιβασμούς ώστε όλες οι πλευρές, διοίκηση του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (δηλαδή οι δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ) και οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης της Τρίπολης (δηλαδή του Φαγιέζ αλ Σάρατζ) να περιληφθούν και να έχουν μερίδιο στην κυβερνητική εξουσία και στον ενεργειακό πλούτο.
Αναφορά επίσης από τον Ρώσο εκπρόσωπο έγινε και στην κατάσταση στον Περσικό Κόλπο και την πρόταση του Προέδρου της χώρας του, Βλ. Πούτιν, για τη διεξαγωγή μιας διαδικτυακής συνάντησης των μόνιμων μελών των αρχηγών κρατών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με τη συμμετοχή της Γερμανίας και του Ιράν. Επίσης, τη ρωσική διπλωματία απασχολούν οι εξελίξεις στη σύγκρουση στην Υεμένη και το Παλαιστινιακό. Ιδιαίτερα στο τελευταίο εμφανίζεται να στηρίζει τη συνέχιση των συνομιλιών Παλαιστίνης-Ισραήλ - με το οποίο έχει, όπως και οι ΗΠΑ και η ΕΕ, πολύμορφες σχέσεις - και να επικρίνει μονομερείς ενέργειές του, όπως οι εποικισμοί και η παράνομη κατεδάφιση παλαιστινιακών σπιτιών στη Δυτική Οχθη. Πάντως, θεωρεί θετική την ομαλοποίηση των σχέσεων του Ισραήλ με μια σειρά από αραβικές χώρες, επισημαίνοντας ότι δεν πρέπει να γίνει «αποδεκτή ως υποκατάστατο της επίλυσης του παλαιστινιακού προβλήματος βάσει του Διεθνούς Δικαίου».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο Ρώσος ΥΠΕΞ στην ανάγκη οριοθέτησης Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών και υφαλοκρηπίδας ανάμεσα στα κράτη (χωρίς να κάνει ιδιαίτερες αναφορές) με βάση τον μηχανισμό που καθορίζεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Τέλος, υπερασπίστηκε το «ελεύθερο εμπόριο» λέγοντας χαρακτηριστικά ότι η χώρα του «δεν είναι κατά της κατασκευής ενεργειακών έργων που στοχεύουν στη διαφοροποίηση των διαδρομών εφοδιασμού με φυσικό αέριο στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης αυτής της περιοχής», αλλά απέρριψε «πολιτικές προκαταλήψεις», λέγοντας ότι «η επιλογή πρέπει να γίνει από τις ίδιες τις καταναλώτριες χώρες βάσει της λογικής του ελεύθερου ανταγωνισμού, της οικονομικής σκοπιμότητας και του οφέλους, και όχι υπό την επιρροή των τελεσιγράφων και απειλών που γίνονται από την άλλη πλευρά του ωκεανού», «φωτογραφίζοντας» τις ΗΠΑ.
Στη ρωσική παρέμβαση δεν άργησε να απαντήσει η αμερικανική κυβέρνηση μέσω του υπουργού Εξωτερικών, Μ. Πομπέο, ο οποίος, στη γνωστή τακτική του να εμφανίζει το μαύρο άσπρο, κατηγορεί τη Ρωσία ότι είναι ο βασικός παράγοντας αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου.
Είπε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός αξιωματούχος: «Οι ΗΠΑ συνεργάζονται ενεργά με συμμάχους και εταίρους στην Ανατολική Μεσόγειο για την προώθηση μεγαλύτερης σταθερότητας, ασφάλειας και ευημερίας». Οσον αφορά τη Λιβύη είπε: «Η Ρωσία υποστήριξε μια επίθεση στην πρωτεύουσα της Λιβύης, την Τρίπολη, σκοτώνοντας πολίτες και υπονομεύοντας τις προσπάθειες του ΟΗΕ για ειρήνη στη χώρα. Εξακολουθεί επίσης να παραβιάζει το εμπάργκο των όπλων». Εκανε επίσης λόγο για τη δράση των μισθοφόρων της ρωσικής «Βάγκνερ» - η ρωσική πλευρά υποστηρίζει ότι αφορά μια ιδιωτική εταιρεία και όχι την κυβέρνηση - για να αποδείξει ότι η Ρωσία συντηρεί τη σύγκρουση ισχυριζόμενος ότι «προτιμάει να χρησιμοποιεί μισθοφόρους και παρανοϊκούς πολιτικούς αντί για δημοκρατικούς τρόπους για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της». Αυτά λέγονται για τη Λιβύη, όπου οι ΗΠΑ πρωτοστάτησαν στη διάλυσή της πριν από 9 χρόνια, όταν ο τότε ηγέτης της, Μ. Καντάφι, άρχισε να ζητάει αλλαγή στους όρους των συμβολαίων με πολυεθνικές που εκμεταλλεύονταν το πετρέλαιο της χώρας του και επιχειρούσε να κάνει ανοίγματα και σε νέα μονοπώλια, κυρίως ρωσικά και κινεζικά. Αυτήν τη βασική αιτία της επέμβασης σκόπιμα ο Πομπέο την κάνει ...γαργάρα, όπως και τους μισθοφόρους της άλλης πλευράς και εμφανίζει τη χώρα του ως τον θεματοφύλακα της ειρήνης όπου «υποστηρίζουν το σχηματισμό μιας χωρίς αποκλεισμούς κυβέρνησης που μπορεί να εξασφαλίσει συνθήκες ασφάλειας στη χώρα και να καλύψει τις οικονομικές και ανθρωπιστικές ανάγκες του λιβυκού λαού». Μάλιστα, ασκεί κριτική σε Ρωσία και Κίνα, που ως μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ απείχαν από την έγκριση του ψηφίσματος για την ανανέωση της εντολής του UNSMIL, γιατί προφανώς δεν συμφωνούσαν στους όρους.
Στην ίδια λογική, για τον Πομπέο «στη Συρία, η Ρωσία υποστηρίζει το καθεστώς του Ασαντ του οποίου ο πόλεμος εναντίον του λαού της έχει προσθέσει περιφερειακή αστάθεια, οδήγησε σε παρατεταμένη ανθρωπιστική κρίση και εκτόπισε τον μισό πληθυσμό». Και πάλι κάνει πως ξεχνάει το ποιος υποδαύλισε τη σύγκρουση στη Συρία, και μάλιστα το γεγονός ότι αυτό συνέβη όταν ο Ασαντ έφερε αντιρρήσεις σε αγωγούς φυσικού αερίου και πετρελαίου που σχεδιάζονταν από δυτικές ενεργειακές εταιρείες σε συμφωνία με συμμάχους τους όπως η Σαουδική Αραβία. Και βέβαια η πιο ανοιχτή επέμβαση της Ρωσίας μετά από έκκληση του αστικού συριακού καθεστώτος ήρθε μετά την επέμβαση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Ενδεικτικό επίσης είναι ότι ο Αμερικανός ΥΠΕΞ επικρίνει τη στάση της Ρωσίας κατά της αμερικανοΝΑΤΟικής Συμφωνίας των Πρεσπών (μεταξύ της ΠΓΔΜ και της Ελλάδας που προώθησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ). Ετσι λέει: «Στην Ελλάδα, είδαμε Ρώσους διπλωμάτες να εκδιώκονται από τη χώρα το 2018 επειδή υπονόμευσαν τη Συμφωνία των Πρεσπών και παρενέβησαν σε ελληνικές Ορθόδοξες θρησκευτικές υποθέσεις», και συνεχίζει: «Πλούσιοι Ρώσοι - πολλοί με διασυνδέσεις με το Κρεμλίνο - έχουν ξεπλύνει δισεκατομμύρια δολάρια μέσω της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Μάλτας, στρεβλώνουν τις εγχώριες αγορές τους και διαδίδουν διαφθορά». Καταλήγει ότι «εάν κάποιος παίζει πολιτικά παιχνίδια και προσπαθεί να σταματήσει την πρόοδο σε περιφερειακές συγκρούσεις, είναι η Ρωσία, η οποία ενεργεί μόνο για να προωθήσει τα συμφέροντά της εις βάρος ολόκληρης της περιοχής».
Η αλήθεια ότι οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ και των συμμάχων τους είναι η κύρια αιτία που προκάλεσαν την αποσταθεροποίηση στην περιοχή και τα προβλήματα για τους λαούς, οξύνοντας τον ανταγωνισμό με την Κίνα και τη Ρωσία, που επιδιώκουν να κατοχυρώσουν τα συμφέροντα των δικών τους μονοπωλιακών ομίλων.
Οι αδυσώπητοι νόμοι της καπιταλιστικής οικονομίας και εκμετάλλευσης, οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για την κυριαρχία και τον έλεγχο σε γεωστρατηγικές σφαίρες επιρροής, αγορές, ενεργειακούς πόρους, αγωγούς μεταφοράς τους, σε μια περίοδο που η πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ αμφισβητείται στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, μετατρέπουν την περιοχή σε επικίνδυνη μπαρουταποθήκη για τους λαούς.