Ερώτηση του βουλευτή του ΚΚΕ Ν. Γκατζή
Σ' αυτή την κατεύθυνση και με πρόσχημα την προετοιμασία του 2004 και μέσα από το λεγόμενο Σχέδιο Ανάπλασης Κεντρικού Λιμένα, επιχειρείται η κατάργηση παραγωγικών λειτουργιών, η αλλαγή της χρήσης βασικών υποδομών και η παράδοση ζωτικών χώρων της Λιμενικής Ζώνης στην ιδιωτική κερδοσκοπία. Ειδικότερα μεθοδεύεται η κατάργηση του ΣΙΛΟ και των δύο μόνιμων Δεξαμενών Ακτής Βασιλειάδη, αλλαγή της χρήσης τους και παράδοσή τους στους ιδιώτες για κέντρο αναψυχής (ξενυχτάδικο) και πισίνες. Το ίδιο ισχύει για τις αποθήκες της Ακτής Ξαβερίου για τη δημιουργία ξενοδοχείων, για το «3 Dock» - με τη δικαιολογία μετεγκατάστασης του ΥΕΝ - κλπ. Ταυτόχρονα υπάρχει συνεχής υποβάθμιση των πλωτών μέσων (ρυμουλκά - πλωτοί γερανοί). Ο σχεδιασμός αυτός στο βαθμό που θα υλοποιηθεί θα έχει πολλαπλά αρνητικές συνέπειες για τους εργαζόμενους, αλλά και για ζωτικής σημασίας υποδομές. Είναι απαράδεκτη η κατάργηση του ζωτικής σημασίας παραγωγικού συγκροτήματος και της αποθήκης δημητριακών (ΣΙΛΟ), δυναμικότητας 42 χιλ. τόνων που βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία.
«Κάτι τέτοιο, τονίζει, θα στερούσε μια βασική δραστηριότητα του λιμανιού, θα συνέβαλε στην απώλεια μεγάλου αριθμού θέσεων σταθερής και πλήρους εργασίας, στο φούντωμα της ανεργίας και στο χτύπημα μιας σειράς μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται γύρω από το συγκρότημα.
Αξίζει να σημειωθεί η εκφρασμένη έντονη αντίθεση των συνδικαλιστικών ενώσεων των επαγγελματοβιοτεχνών σε ενδεχόμενη κατάργηση. Επίσης να υπογραμμιστεί ότι το ΣΙΛΟ είναι ενταγμένο στο γενικότερο σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης για περιόδους κρίσεων, για την τροφοδοσία του πληθυσμού - στρατού, καθώς και την προστασία του ζωικού κεφαλαίου (ζωοτροφές).
Η κατάργηση των δεξαμενών θα ήταν ένα ακόμα χτύπημα στη ναυπηγοεπισκευαστική, αλλά θα είχε εξίσου αρνητικές επιπτώσεις και στον ευαίσθητο τομέα της ασφάλειας των πλοίων, δεδομένου ότι δεξαμενίζονται και για επιθεώρηση και επιβεβαίωση της αξιοπλοΐας τους, με ό,τι αυτό σημαίνει για την ασφάλεια της ζωής ναυτεργατών και επιβατών. Το ίδιο ισχύει και για τους άλλους λιμενικούς χώρους, όπως η Ακτή Ξαβερίου όπου συντελείται ένα μεγάλο μέρος του μεταφορικού έργου και εξυπηρετούνται τα πλοία των κυπριακών γραμμών. Γεγονός που έχει προκαλέσει και έντονο διάβημα της κυπριακής κυβέρνησης γι' αυτό το πρόβλημα».
Τέλος, επισημαίνει ότι «συνολικά μια τέτοια εξέλιξη θα στερούσε το λιμάνι από ζωτικούς χώρους και λειτουργίες. Η ήδη μεγάλη ασφυξία που υπάρχει θα ενισχυόταν, θα επιδεινωνόταν η κατάσταση όχι μόνο στο κεντρικό λιμάνι, αλλά συνολικά στον ΟΛΠ. Μια μεταφορά μέρους των δραστηριοτήτων προς δυσμάς θα οδηγούσε σε μεγαλύτερο συνωστισμό και νέα προβλήματα με τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη, αλλά και το Εμπορικό Λιμάνι και το Σταθμό Εμπορευματοκιβωτίων (ΣΕΜΠΟ), όπου σήμερα η κατάσταση είναι ασφυκτική για τους εργαζόμενους, όσον αφορά την οργάνωση εργασίας, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να δουλεύουν σε λίγα τετραγωνικά μέτρα ανάμεσα σε μια σειρά μηχανήματα. Το γεγονός αυτό αποτελεί και αιτία πρόκλησης θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων. Ολοι αυτοί οι παράγοντες - συνθήκες εργασίας και ασφάλειας των εργαζομένων θα χειροτερεύσουν παραπέρα.
Με δεδομένο ότι τα χαρακτηριστικά και η φύση του λιμανιού του Πειραιά το αναδείχνουν σαν τομέα στρατηγικής σημασίας για την οικονομία, αλλά και τη διασφάλιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, την άμυνα και ασφάλεια της χώρας και τη σύνδεσή της με το νησιώτικο σύμπλεγμα στον ευαίσθητο χώρο του Αιγαίου, δεν πρέπει να ξεπουληθεί - μετοχοποιηθεί και να αφεθεί στα χέρια των πολυεθνικών - εφοπλιστών που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι τα υπερκέρδη.
Αντίθετα πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο μιας άλλης αντιμονοπωλιακής φιλολαϊκής πολιτικής, σε έναν άλλο δρόμο εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας, για οικονομική παραγωγική ανάπτυξη με κριτήριο τον εργαζόμενο και τις ανάγκες του που θα αξιοποιεί τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Να μπει δηλαδή στην υπηρεσία του λαού και όχι του μονοπωλιακού κέρδους που είναι σήμερα».