Σάββατο 29 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Τα «παραμύθια» της κυρα - Ζωής

Υπάρχουν κάποια παραμύθια παλιά, που το πέρασμα του χρόνου δεν μπόρεσε να τα σβήσει και έφτασαν αναλλοίωτα ως τις μέρες μας. Τα παραμύθια αυτά τα διατήρησε η ακατάλυτη γερόντισσα, η κυρα - Ζωή, με το να τα διηγείται σε κάθε νέα γενιά που ερχόταν στον κόσμο, γιατί έβλεπε ότι ετούτες οι παλιές ιστορίες ήταν και σύγχρονες, κάθε φορά. Και ήταν σύγχρονες, γιατί ο κόσμος φαινομενικά μόνον προχωρούσε και πήγαινε μπροστά και ουσιαστικά έμενε στάσιμος και πνιγόταν στο αδιατάρακτο τέλμα της αδικίας, της ανισότητας, της εκμετάλλευσης, της σκληρότητας, της κοινωνικής βαρβαρότητας, με δυο λόγια...

Οταν, λοιπόν, έρχονται χρονιάρες μέρες, καλή ώρα σαν και τώρα και οι πόλεις είναι στολισμένες και πλημμυρισμένες στο φως, η κυρα - Ζωή θυμάται ένα παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» και, ξετυλίγοντας την κόκκινη κλωστή στην ανέμη της, αρχίζει να το διηγείται ολοζώντανα.

«Μια φορά κι έναν καιρό - λέει - είχαν έρθει οι μεγάλες γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς κι εκεί στη μακρινή Κοπεγχάγη, που ήταν καταστόλιστη και κατάφορτη με χιόνι, ένα μικρό κοριτσάκι γύριζε στους δρόμους κουρελιασμένο και νηστικό και πούλαγε σπίρτα. Τουρτούριζε το φτωχό μέσα στην παγωνιά κι η ψυχούλα του ήταν βαριά σαν μολύβι, γιατί οι διαβάτες, καλοντυμένοι και χορτάτοι, περνούσαν αδιάφοροι από μπροστά του και κανένας δε σταματούσε να αγοράσει κάτι από το κασελάκι του»...

«Δε χρειάζεται, άνθρωποί μου, συνεχίζει η κυρα - Ζωή, να σας περιγράψω περισσότερο αυτό το κοριτσάκι, γιατί, σε όποια μεγαλούπολη και αν μένετε, μπορείτε να δείτε πολλά τέτοια δυστυχισμένα παιδιά να πουλάνε οτιδήποτε στους δρόμους για να εξασφαλίσουν πέντε δεκάρες. Να πουλάνε τα άμοιρα, όχι μόνο σπίρτα, κουλούρια ή λαχεία στους περαστικούς, αλλά και το ασχημάτιστο κορμί τους ακόμη, όπως άκουσα ότι συμβαίνει στη Βραζιλία, στην Ταϊλάνδη και αλλού. Το φριχτό καπιταλιστικό σύστημα, που επικρατεί πλέον παντού και λεηλατεί τα πάντα, λεηλατεί χωρίς οίκτο και τις ψυχές αυτών των παιδιών».

Τέτοιες χρονιάρες μέρες, λοιπόν, που οι πόλεις είναι φωταγωγημένες και οι βιτρίνες των καταστημάτων γεμάτες με όλα τα αγαθά, το παραμύθι του Αντερσεν ξετυλίγεται ολοζώντανο μπροστά μας. Και όπως ακριβώς αναφέρεται στην παλιά ιστορία, έτσι και τώρα, οι μικροί απόκληροι της κοινωνίας αποτραβιούνται κάποιες στιγμές σε μια σκοτεινή γωνιά και ανάβουν ένα σπίρτο για να ζεστάνουν ίσως λίγο την παγωμένη τους καρδιά. Και τότε στη μικρή φλόγα που τρεμοπαίζει μπροστά στα δακρυσμένα μάτια τους, βλέπουν χίλια δυο οράματα. Αλλο παιδάκι βλέπει ένα ζεστό και στολισμένο σπίτι, άλλο ένα τραπέζι με πλούσια φαγητά, άλλο μια όμορφη κούκλα, άλλο ένα ζευγάρι παπούτσι που γυαλίζουν και δεν έχουν τρύπες.

Η μικρή ηρωίδα του Αντερσεν, όταν άναψε ένα από τα σπίρτα της για να ζεσταθεί, είδε μέσα στη φλόγα την πεθαμένη γιαγιά της. Τα σημερινά παιδιά - ράκη βλέπουν στις φλόγες των δικών τους σπίρτων τα πεθαμένα, τα νεκρά όνειρά τους.

Ο Δανός συγγραφέας τελειώνει τη θλιβερή ιστορία του με το θάνατο της μικρής ηρωίδας του, έξω από την πόρτα ενός πλουσιόσπιτου. Η κυρα - Ζωή, όμως, όταν αφηγείται στις μέρες μας το ίδιο παραμύθι, αλλάζει το τέλος του συχνά. Στις δικές της ιστορίες, οι μικροί απόκληροι σπάνια πεθαίνουν παγωμένοι στους δρόμους. Συνήθως, «επεμβαίνει» έγκαιρα η πολιτεία και τους «θάβει» ζωντανούς σε «σωφρονιστικά» ιδρύματα και φυλακές ως δράστες κλοπών, διαρρήξεων και άλλων αδικημάτων. Ε, όπως και να το κάνουμε, εκατόν πενήντα χρόνια έχουν περάσει από την εποχή του Αντερσεν και ο κόσμος μας δεν είναι ο ίδιος, έχει ...προοδεύσει κάπως!


Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ