Εργο του Γιώργου Μηνά |
Οι λαϊκοί, αυτοδίδακτοι καλλιτέχνες έχουν το νου καθαρό από ρεύματα και ιδέες και συχνά προσηλωμένο στα εθνικά σύμβολα, ή στη γενέθλια γη. Ο λαϊκός Ανωγειανός ξυλογλύπτης Σκουλάς έλεγε, σε μια συνομιλία μας στα 1978, πως όποιο κουτσούρι και αν πιάσει στα χέρια του βγαίνει Βενιζέλος! Εννοούσε πως κάθε κομμάτι ξύλου που σμίλευε ήταν κατάλληλο ν' απεικονίσει τη μορφή του Βενιζέλου. Και αν για τον Κρητικό ανώτατο συμβούλιο είναι η πολιτική και ηθική ελευθερία που «...ψηλά βροντά φωτοβολά και βράζει», κατά το στίχο του Παντελή Πρεβελάκη στο «Νέο Ερωτόκριτο» («Το κράτος του Ζόφου», στίχ. 417-8), για ένα θαλασσινό - τέκνο της φημισμένης ναυτικής πόλης του Γαλαξιδιού, σύμβολο και πηγή έμπνευσης δεν μπορεί να είναι παρά η θάλασσα.
Αυτή προεξάρχει στις τοπιογραφίες του Μηνά, που απεικονίζουν το Γαλαξίδι. Η αγάπη του για τον τόπο του φανερώνεται από τη διάθεσή του να τον τυλίξει με τον πέπλο του μύθου. Ετσι, σε κάποια έργα του, εμφανίζεται η Γοργόνα Γαλάξα από το χρονικό της Εύας Βλάμη «Το Γαλαξείδι» (Αθήνα 1947), να καθεύδει πάνω από το Γαλαξίδι, ενώ σε άλλα νεύει μια γυναικεία μορφή από ακρόπρωρο παλιού πλοίου, που ζωντάνεψε για να υψωθεί πάνω απ' τη θάλασσα του Γαλαξιδιού σαν αιώνιο σύμβολό του. Εργα σαν αυτά συνεχίζουν το μύθο ενός τόπου, επειδή στη λαϊκή ζωγραφική ο καλλιτέχνης δεν αποστασιοποιείται από το έργο του, αλλά ταυτίζεται μ' αυτό, θεωρώντας το συνεχιστή του μύθου. Η ταύτιση του καλλιτέχνη με το έργο του προσδίνει στη λαϊκή τέχνη πανανθρώπινο χαρακτήρα. Οι λαϊκοί καλλιτέχνες, από όποια γωνιά της γης, μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους χωρίς προκαθορισμένους κώδικες επικοινωνίας, γιατί συλλαμβάνουν τη συγκινησιακή γλώσσα της τέχνης με το συναίσθημα και τη διαίσθηση.
Πλάσματα της φαντασίας είναι και τα ιδεαλιστικά τοπία του Μηνά, όπως «Το λιμάνι του Γαλαξιδιού ενωμένο με το Μικρολίμανο του Πειραιά», που έχουν κάτι από το ρεμβασμό και την ελληνικότητα του μεγάλου συμπολίτη του, Σπύρου Βασιλείου. Η συγκίνηση από μια τέτοια ζωγραφική δεν προξενείται τόσο από τα μορφικά της στοιχεία - την απλότητα της γραμμής, ή την καθαρότητα της φόρμας - όσο από τη μυθοποίηση του θέματος, γεγονός που εγγυάται τη διάρκεια του έργου.
Τα έργα του Μηνά διακρίνονται για το νατουραλισμό τους, την παραστατικότητα, τη λεπτομερή - μικρογραφική απόδοση και την ελεύθερη φαντασία, όλα γνωρίσματα της ναΐφ ζωγραφικής, που παρατηρούνται στα έργα λαϊκών ζωγράφων, όπως της Εφης Μελά (1906-1984), της Ερσης Χατζημιχάλη (1921-) και της Σοφίας Μαζαράκη - Καλογεροπούλου (1946-). Η παραμυθένια ατμόσφαιρα που υποβάλλει το ζωγραφικό έργο της τελευταίας, καθώς το παρελθόν συναντά το παρόν, αποτελεί εκλεκτική συγγένεια με το έργο του Μηνά. Ωστόσο, η μεγαλύτερη δεξιοτεχνία του Γαλαξιδιώτη ζωγράφου είναι η σχεδιαστική του ακρίβεια, αποκτημένη από τα σχέδια με πενάκι. Η αρετή αυτή της τέχνης του είναι φανερότερη στο σχεδιασμό των καραβιών, που δείχνουν την αγάπη του για τη θάλασσα, όπως ακριβώς τα καράβια ενός άλλου άξιου λαϊκού ζωγράφου, του Ζακυνθινού Αντώνη Μιλάνου (1945-).
Αλλά τα γαλαξιδιώτικα ιστιοφόρα του Μηνά δε λειτουργούν μόνον ως τεκμήρια μιας ρομαντικής διάθεσης, αλλά και ως μαρτυρία ενός ιστορικού παρελθόντος, που έχει να κάνει με την ένδοξη ναυτική ιστορία του Γαλαξιδιού. Στη συλλογή του Λυκείου Γαλαξιδιού ανήκει ένας πίνακας του Γαλαξιδιώτη καραβοκύρη και μετέπειτα λαϊκού ζωγράφου Πέτρου Πετρατζά (1856- μετά το 1938), που επιγράφεται «Γαλαξείδιον εν έτει 1878». Το έργο έχει ιστορική αξία, καθώς απεικονίζει πλήθος ιστιοφόρων στο λιμάνι του Γαλαξιδιού. Ο ζωγράφος παρέθεσε ένα σύντομο κείμενο στο πάνω μέρος του πίνακα, για να ενημερώσει τον θεατή: «Τα εικονιζόμενα ιστιοφόρα εναυπηγήθηκαν εν Γαλαξειδίω και ανήκουν εις Γαλαξειδιώτας πλοιοκτήτας και κατά το έτος 1878 το Γαλαξείδιον είχε 435 ιστιοφόρα και 65 της ακτοπλοΐας, τα οποία εταξείδευαν εις διαφόρους λιμένας της Ευρώπης και τους λιμένας του Ατλαντικού ωκεανού». Μέσα, λοιπόν, στο πλαίσιο της ιστορίας και της παράδοσης, και όχι μόνο στο αισθητικό πλαίσιο, μπορεί κανείς να αξιολογήσει και να απολαύσει τα έργα του Μηνά. Εργα, που ανήκουν περισσότερο στην ιστορία και το μύθο ενός τόπου, παρά στην ιστορία της τέχνης. Και αυτό, αναμφίβολα, είναι πλούτος για την πολιτιστική κληρονομιά μιας χώρας.