... που ευαγγελιζόταν ότι ήταν η γη της ελευθερίας, της δημοκρατίας, των ευκαιριών. Αυτή η χώρα δεν υπάρχει πια. Σε αντικατάστασή της είναι ένα «αστυνομοκρατούμενο κράτος»
Associated Press |
Οι εθνοφρουροί, οι στρατιώτες, οι αστυνομικοί μπαίνουν πλέον σε κάθε πλευρά της αμερικάνικης ζωής |
Τραγική ειρωνεία ή η καλύτερη αφορμή για την αναδιάρθρωση της δομής της ίδιας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, των σχέσεών της με τους πολίτες της χώρας, αλλά και των σχέσεων των πολιτών με τις ομοσπονδιακές αρχές, όπως την αστυνομία, τις Ενοπλες Δυνάμεις ή των σχέσεων των πολιτών με το νομικό και συνταγματικό πλαίσιο; Τα ερωτήματα εάν δεν είναι ρητορικά απομένουν να απαντηθούν από τους ιστορικούς του μέλλοντος.
Εντούτοις, ουδείς μπορεί να διαψεύσει τα γεγονότα και κυρίως ότι η περίοδος που ξεκίνησε μετά την 11η Σεπτεμβρίου έχει αλλάξει συλλήβδην την εικόνα και κυρίως την υπόσταση των Ηνωμένων Πολιτειών. Εάν σε κάποιο μέσο Αμερικανό πολίτη μπορούσε να δοθεί η εικόνα αυτού του κράτους που υφίσταται σήμερα, την 10η Σεπτεμβρίου, θεωρείται κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι θα απαντούσε: «Αυτή δεν είναι η Αμερική. Μοιάζει περισσότερο με ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος»...
Ομως αυτό είναι πια. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι ο Λευκός Οίκος κήρυξε τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας σε δύο μέτωπα, το ένα στο εξωτερικό και το άλλο εντός της αμερικανικής επικράτειας. Ετσι, προώθησε τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο, μάλιστα υπό τον βαρύγδουπο τίτλο «Πατριωτική Πράξη», όπου δίνονται σαφέστατα νέες και σαρωτικές εξουσίες για εσωτερική καταπίεση, εγκαθιδρύοντας, μάλιστα, μία προεδρική απόφαση ένα νέο υπουργείο, αυτό της Εσωτερικής Ασφάλειας, το οποίο δεν υπόκειται ούτε στην επίβλεψη του Κογκρέσου ούτε μπορεί κάποιος εκτός του ίδιου του Προέδρου να έχει κάποια γνώμη ή παρέμβαση ως προ τη σύνθεσή του. Παράλληλα, με το νέο διάγγελμα Μπους, που έγινε την Πέμπτη από την Ατλάντα και όπου καθορίστηκαν με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια και οξύτητα οι νέοι στόχοι, το υπουργείο Δικαιοσύνης και ειδικότερα ο υπουργός Τζον Ασκροφτ, γίνεται ο νέος «Τσάρος», ο «νέος βασιλιάς» εντός των ΗΠΑ.
Από την επομένη, την Παρασκευή, ο Ασκροφτ ανακοίνωσε το σχέδιο αναδιάρθρωσης του υπουργείου, αλλά και των υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτό. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνονται δέκα πρωτοβουλίες, μεταξύ αυτών η μετακίνηση του 10% των εργαζομένων στην Ουάσιγκτον, που θα αναλάβουν πλέον δράση, αλλά και αναδιάρθρωση στο FBI. Ηδη ο διευθυντής των αμερικανικών αρχών Ρόμπερτ Μιούλερ έχει αρχίσει να σχεδιάζει τις αλλαγές από το Σεπτέμβριο και θα τις παρουσιάσει στον Τζον Ασκροφτ το Φλεβάρη. Ηταν χαρακτηριστική η δήλωση του Ασκροφτ: «Η μάχη στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας δεν μπορεί να δοθεί στην Ουάσιγκτον, αλλά έξω στο δρόμο, από πράκτορες, ανακριτές, εισαγγελείς και αναλυτές», ενώ επισήμανε ότι η αρχική μάχη έγινε όμως ο πόλεμος θα είναι μακρύς.
Ποια ήταν αυτή η νέα μάχη; Να πραγματοποιηθεί επιτυχώς ο πρώτος γύρος του στραγγαλισμού των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών χωρίς αντιρρήσεις και αμφισβητήσεις. Να μην υπάρξουν σημαντικές αντιδράσεις στην καταπάτηση των βασικών συνταγματικών δικαιωμάτων, όπως το απαράβατο των προσωπικών δεδομένων που έχει ριχθεί στον κάλαθο των αχρήστων, με τη θέσπιση του νόμου που επιτρέπει την παρακολούθηση των τηλεφωνικών και ηλεκτρονικών συνδιαλέξεων ή με την απεμπόληση του δικαιώματος του habeas corpus, του δικαιώματος του κατηγορουμένου να γνωρίζει το κατηγορητήριο, το δικαίωμα των συλληφθέντων να δουν δικηγόρο. Ετσι, την Παρασκευή, το υπουργείο Δικαιοσύνης ανακοίνωσε ότι έδωσε το «πράσινο φως» για την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και της αλληλογραφίας μεταξύ των δικηγόρων και των πελατών τους που είναι κρατούμενοι για ομοσπονδιακά αδικήματα. Το μέτρο αυτό αφορά και τους κρατούμενους που δεν έχουν ακόμα καταδικαστεί και βρίσκονται προφυλακισμένοι στις ομοσπονδιακές φυλακές. Για να εφαρμοστεί, δεν απαιτείται απόφαση της Δικαιοσύνης, απλώς «η λογική υποψία ότι ένας κρατούμενος μπορεί να εκμεταλλευτεί τις σχέσεις του με τους δικηγόρους του ή τους βοηθούς τους για να διευκολύνει τρομοκρατικές πράξεις», επισημαίνει η «Ουάσιγκτον Ποστ».
Συνάμα, νέα μέτρα για τις άδειες εισόδου στις ΗΠΑ για τους μουσουλμάνους πολίτες ανακοινώθηκαν, επίσης, από ανώτατο αξιωματούχο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Η επιβολή των νέων μέτρων θα αρχίσει από αυτή τη βδομάδα, ενώ τα προξενεία και οι πρεσβείες των ΗΠΑ σε 26 χώρες θα παραδώσουν τα ονόματα όλων των μουσουλμάνων πολιτών που επιθυμούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ και έχουν ηλικία από 16 έως 45 ετών στο FBI, το οποίο μετά από εξονυχιστικό έλεγχο θα αποφανθεί.
Παράλληλα, οι διωκτικές αρχές αλλά και η πολιτική αγωγή, έχουν ακόμη ένα όπλο, σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο «Ασοσιέιτεντ Πρες». Ενεργοποιείται ο νόμος περί «στάσης», που χρονολογείται από το 1790, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, που θεσπίστηκε από τον τότε Πρόεδρο Τζον Ανταμς και είχε θέσει στο στόχαστρο όσους ασκούσαν κριτική στην κυβέρνηση. Η νομοθεσία μπορεί να δώσει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση ευρύτατες εξουσίες και κυρίως στις διωκτικές αρχές κατά ανθρώπων που δε διαπράττουν, αλλά σκέφτονται να διαπράξουν κάποιο αδίκημα που υπόκειται στον ποινικό κώδικα των ΗΠΑ. Ο νόμος προβλέπει φυλακίσεις ακόμη και 20 ετών όταν δύο ή περισσότεροι άνθρωποι «συνωμοτούν να ανατρέψουν, να ρίξουν ή να καταστείλουν διά της βίας την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ή να εγείρουν πόλεμο».
«Υπήρξαν συμπαθούντες της Συνομοσπονδίας στο βορρά και ο νόμος έλυνε τα χέρια στην κυβέρνηση, ώστε να διώκει και να τιμωρεί όσους συνωμοτούσαν κατά της Ενωσης», θα τονίσει ο καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν, Ρίτσαρντ Φρίντμαν, ενώ ο συνάδελφός του, Ρίτσαρντ Πρίμους θα συμπληρώσει: «Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε το νόμο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, για να διώξει τους αναρχικούς. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50, το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίωκε τους κομμουνιστές βάσει αυτού του νόμου. Δεν ήταν άνθρωποι, οι οποίοι έβαζαν βόμβες. Ηταν άνθρωποι που διάβαζαν και δίδασκαν σε σεμινάρια τον Μαρξ». Ενώ ο καθηγητής νομικής του UCLA, Γιουτζίν Βόλοκ, θα τονίσει ότι ο γενικός εισαγγελέας του Σικάγο, Τζέρεμι Μαργκόλις, κατάφερε βασιζόμενος σε αυτό το νόμο, να προσαγάγει και να καταδικάσει 4 ακτιβιστές για την ανεξαρτησία του Πουέρτο Ρίκο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80, μόνο και μόνο παρουσιάζοντας επιτυχώς την υπόθεση του σχεδιασμού τοποθέτησης βόμβας από τους κατηγορούμενους σε κέντρο εκπαίδευσης πεζοναυτών και εγκαταστάσεις αποθεματικών του αμερικανικού στρατού στο Πουέρτο Ρίκο!
Ομως, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δε σταματούν εδώ. Σύμφωνα με πλείστα δημοσιεύματα αμερικανικών εφημερίδων, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχεδιάζει την επαναφορά του μέτρου των βασανιστηρίων προς τους κρατούμενους ή φυλακισμένους σε σχέση με την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου -πάνω από 1.100 που πιθανώς δεν έχουν καμία σχέση- ή τη χορήγηση του «ορού αληθείας», προκειμένου να μπορέσουν οι διωκτικές αρχές να σπάσουν τη σιωπή τους και να μπορέσουν να αποκομίσουν «χρήσιμες πληροφορίες» που θα τη βοηθήσουν στον αγώνα της κατά της τρομοκρατίας. Προς το παρόν, οι αρχές κολλούν, καθώς η υφιστάμενη νομοθεσία, προβλέπει ότι οι πληροφορίες που αποσπάστηκαν διά της φυσικής βίας ή των βασανιστηρίων δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές στο δικαστήριο. Για πόσο όμως θα ολιγωρούν ακόμη;