ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Φλεβάρη 2006
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Μια βαθιά ταξική μάχη

Στο χέρι των εργαζομένων είναι να διαμορφώσουν εκείνους τους συσχετισμούς που θα τους επιτρέψουν, μέσα και από τις Συλλογικές Συμβάσεις, να περισώσουν, να διατηρήσουν και να διευρύνουν ως ένα βαθμό τα δικαιώματά τους
Στο χέρι των εργαζομένων είναι να διαμορφώσουν εκείνους τους συσχετισμούς που θα τους επιτρέψουν, μέσα και από τις Συλλογικές Συμβάσεις, να περισώσουν, να διατηρήσουν και να διευρύνουν ως ένα βαθμό τα δικαιώματά τους
Το επιχείρημα των λεγόμενων κοινωνικών εταίρων ότι η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων θα συντελέσει στη δραστική μείωση του μισού περίπου εκατομμυρίου των καταγραμμένων ανέργων αποτελεί τουλάχιστον πρόκληση για το σύνολο της εργατικής τάξης. Στη συνεδρίαση της Εθνικής Επιτροπής για την Απασχόληση, την περασμένη Δευτέρα, κυβέρνηση, εργοδότες και πλειοψηφία της ΓΣΕΕ έκαναν ένα γενναίο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, συμφωνώντας στη νεκρανάσταση και γενίκευση των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης που θεσμοθέτησε το ΠΑΣΟΚ. Επί της ουσίας, προωθούν από κοινού την οριστική κατάργηση των κλαδικών Συμβάσεων. Το κοινό - και ταυτόχρονα φαιδρό - τους επιχείρημα; «Να βοηθήσουμε στην καταπολέμηση της ανεργίας, ιδιαίτερα σε περιοχές που το πρόβλημα είναι έντονο»!

Το δημαγωγικό και επικίνδυνο χαρακτήρα του ισχυρισμού τους επιβεβαιώνει και το εξής: Την ώρα που οι εκπρόσωποι του κοινωνικοεταιρισμού κόπτονται δήθεν για τους ανέργους, στην ίδια συνεδρίαση νομιμοποιούν ως αντικείμενο «διαλόγου» την αξίωση των βιομηχάνων να αυξηθεί το ποσοστό των απολύσεων στις επιχειρήσεις από το 2% επί του μηνιαία απασχολούμενου προσωπικού, όπως ισχύει σήμερα. Με άλλα λόγια, να μπορούν οι βιομήχανοι να απαλλάσσονται ευκολότερα και πιο γρήγορα από τους εργαζόμενους με δικαιώματα και καλύτερες αμειβές και να προσλαμβάνουν στη θέση τους άλλους (ή και τους ίδιους), με όρους κομμένους και ραμμένους στην κερδοσκοπική ανάγκη και δίψα τους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «ΚΟΚΑ-ΚΟΛΑ», που μόνο το 2004 παρουσίασε κέρδη ύψους 350 περίπου εκατομμυρίων ευρώ. Την ίδια ώρα που πετάει στο δρόμο τουλάχιστον 150 εργάτες, κλείνοντας το εργοστάσιό της στην Αθήνα και τρεις ακόμα αποθήκες, ανανεώνει το προσωπικό της με άλλους εργαζόμενους, με σαφώς λιγότερα δικαιώματα και άρα «φθηνότερους» και καταλληλότερους για την υπερκερδοφόρα επιχείρηση.

Την ίδια στόχευση έχουν και τα άλλα ζητήματα που «έπεσαν» πρόσφατα στο τραπέζι της Εθνικής Επιτροπής για την Απασχόληση και τα οποία η συμβιβασμένη συνδικαλιστική ηγεσία νομιμοποίησε με την αποδοχή τους ως «αντικείμενου διαλόγου». Τα αιτήματα των βιομηχάνων για μείωση των εργοδοτικών εισφορών, για περικοπή της λίστας των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, για μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές, είναι μερικά μόνο από τα προωθούμενα μέτρα που αργά ή γρήγορα θα φορτωθούν στις πλάτες των εργαζομένων, αν δε φτιαχτούν ισχυρά ταξικά αναχώματα.

Θέλουν πιο φθηνούς εργάτες

Τι είναι αυτό που δεν ομολογούν οι «κοινωνικοί εταίροι»; Οτι η ομοφωνία τους στα νέα αντεργατικά μέτρα, με πρώτο αυτό της κατάργησης των Συμβάσεων, δεν εκπορεύεται από τον δήθεν «πόνο» τους να μειώσουν την ανεργία, η οποία άλλωστε είναι σύμφυτη με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Αλλά πηγάζει από το διακαή τους πόθο να ενισχύσουν την κερδοφορία του κεφαλαίου, την οποία στη γλώσσα τους βαφτίζουν «ανταγωνιστικότητα». Και άλλος τρόπος για να το πετύχουν δεν υπάρχει, πέρα από το να ρίξουν στα έσχατα όρια την τιμή στην οποία ο εργάτης πουλάει τη δύναμή του.

Ακολουθώντας το σκεπτικό των εργοδοτικών ενώσεων (το οποίο ενστερνίζονται τα πολιτικά και συνδικαλιστικά τους δεκανίκια) θα μπορούσε κανείς να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: Αφού - όπως ισχυρίζονται - η κατάργηση των Κλαδικών Συμβάσεων είναι για το ...καλό των εργαζομένων και των ανέργων, καθώς θα βοηθήσει στην αύξηση της απασχόλησης και στην επιβίωση κλάδων και περιοχών που φθίνουν - το γιατί φθίνουν και με ποιανού ευθύνη είναι μια άλλη κουβέντα -, προφανώς και δεν υπάρχει καμιά αναγκαιότητα να καταργηθούν και σε κλάδους «εύρωστους» και κερδοφόρους για το κεφάλαιο.

Τι αποκαλύπτει όμως το παράδειγμα των τραπεζών; Οτι σ' έναν κλάδο με καθαρά ημερήσια κέρδη της τάξης των 7,7 εκατομμυρίων ευρώ, μόνο για τους 6 μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους, προωθείται με ταχύτατους ρυθμούς η κατάργηση της Κλαδικής Σύμβασης. Οι τραπεζίτες δεν περνάνε κανενός είδους «κρίση» - το εντελώς αντίθετο μάλιστα. Σπεύδουν όμως να καταργήσουν την Κλαδική Σύμβαση, με στόχο να μειώσουν τη συλλογική διαπραγματευτική ικανότητα των τραπεζοϋπαλλήλων και στο επίπεδο της κάθε επιχείρησης να πιέσουν για το πετσόκομμα δικαιωμάτων, για την παροχή ακόμα πιο «φθηνής» εργασίας από την πλευρά των εργαζομένων.

Με βάση το επιχείρημα των «κοινωνικών εταίρων», σε κερδοφόρους κλάδους, όπως αυτός των τραπεζών, θα έπρεπε κανείς να περιμένει όχι μόνο να μην καταργηθεί η Κλαδική Σύμβαση, αλλά μέσα από τη συλλογική διαπραγμάτευση οι τραπεζίτες να δώσουν και αυξήσεις-μαμούθ στους τραπεζοϋπαλλήλους, ανάλογες των τεράστιων κερδών τους!

Συμπέρασμα: Η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων καμιά σχέση δεν έχει με το «άγχος» του ΣΕΒ, της κυβέρνησης και της συμβιβασμένης συνδικαλιστικής ηγεσίας να κηρύξουν τον ανένδοτο πόλεμο ενάντια στην ανεργία, όπως δημαγωγικά προσπαθούν να το παρουσιάσουν. Αποτελεί στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου, που στόχο έχει την παραπέρα μείωση της τιμής στην οποία οι εργοδότες αγοράζουν την εργατική δύναμη, μέσα και από την εξασθένιση της συλλογικής διαπραγμάτευσης, με αποκλειστικό σκοπό να αυξηθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων, συνολικά του κεφαλαίου.

«Εύρωστο» μόνο το κεφάλαιο

Το παράδειγμα τόσο της «ΚΟΚΑ-ΚΟΛΑ» όσο και των τραπεζών είναι ιδιαίτερα χρήσιμο και για έναν ακόμα λόγο: Καταρρίπτει συθέμελα το επιχείρημα ότι «εύρωστη και ανταγωνιστική επιχείρηση σημαίνει ταυτόχρονα ευτυχισμένος και ασφαλής εργαζόμενος». Ισως ο εργάτης της «ΚΟΚΑ-ΚΟΛΑ», όταν ο Λαναράς έκλεινε την «Τρικολάν», επικαλούμενος «φαλιμέντο» στην επιχείρηση, να μην μπορούσε να φανταστεί ότι κάποια στιγμή θα ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο με τον απολυμένο συνάδελφό του στην κλωστοϋφαντουργία. «Η "δικιά μου" επιχείρηση πάει καλά, είναι κερδοφόρα, άρα και εγώ είμαι ασφαλής», είναι το πιθανότερο να σκεφτόταν.

Το ίδιο και ο τραπεζοϋπάλληλος. Συγκρίνοντας τον εαυτό του με όσους απέμειναν να εργάζονται στον Ιματισμό και για τους οποίους τώρα οι βιομήχανοι σπεύδουν να «παγώσουν» τους μισθούς, μέχρι χτες θα σκεφτόταν ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν τον αφορά άμεσα. Οτι οι τράπεζες πάνε καλά, έχουν κέρδη και άρα κανένας λόγος δεν υπάρχει να καταργηθεί και η δικιά του Συλλογική Σύμβαση, να «παγώσει» ο μισθός του, να χάσει δικαιώματα.

Οι εξελίξεις δεν επαλήθευσαν κανέναν από τους δύο. Αντίθετα, απέδειξαν ότι «εύρωστες» και «ζημιογόνες» εταιρίες υπάρχουν μόνο για το κεφάλαιο. Είναι όροι που περιγράφουν το πόσα λιγότερα ή περισσότερα κερδίζει ένας κεφαλαιοκράτης από την επιχείρησή του. Για τους εργαζόμενους, γι' αυτούς δηλαδή που πουλάνε την εργατική τους δύναμη, το «φαρμάκι» έχει την ίδια γεύση, στα πλαίσια του ανελέητου πολέμου για τη μείωση της τιμής στην οποία παρέχουν τη ζωντανή εργασία τους. Είτε δουλεύουν στα κλωστοϋφαντουργεία του Λαναρά, είτε στις τράπεζες του Κωστόπουλου και των άλλων, είτε στον πολυεθνικό κολοσσό της «ΚΟΚΑ-ΚΟΛΑ».

Αυτό που προκύπτει είναι το αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι όσο τα μέσα παραγωγής παραμένουν ιδιωτική ιδιοκτησία, όσο η παραγωγή προσαρμόζεται στις κερδοσκοπικές ανάγκες του κεφαλαίου, όσο ο σχεδιασμός της δεν μπαίνει κάτω από κρατικό-κοινωνικό έλεγχο, με μόνο στόχο την εξυπηρέτηση των πραγματικών αναγκών του λαού, τόσο θα ελλοχεύει ο κίνδυνος της απόλυσης και θα εντείνονται οι πολύμορφες πιέσεις για να πέσει ακόμα πιο κάτω η τιμή πώλησης της εργατικής δύναμης, να απεμπολήσει η εργατική τάξη δικαιώματα και κατακτήσεις.

Οι συσχετισμοί κρίνουν τη μάχη

Αυτός ο ίδιος πόλεμος, βαθιά ταξικός, αντικατοπτρίζεται και στη μάχη για την υπογραφή των Συλλογικών Συμβάσεων. Η διατήρησή τους πρέπει να αποτελεί πρώτιστο καθήκον για την εργατική τάξη, αφού στα πλαίσια του καπιταλισμού η συλλογική διαπραγμάτευση είναι ένα από τα βασικότερα όπλα που διαθέτουν οι εργαζόμενοι απέναντι στην εργοδοτική επιθετικότητα. Ακόμα παραπέρα: Είναι κρίσιμο για την εργατική τάξη να αντιληφθεί τη μάχη των Συμβάσεων ως μια εξ ολοκλήρου πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση, στα πλαίσια της διαρκούς αντιπαράθεσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία.

Την έκβαση της μάχης την κρίνουν κάθε φορά οι συσχετισμοί. Και είναι στο χέρι των εργαζομένων να διαμορφώσουν εκείνους τους συσχετισμούς που θα τους επιτρέψουν, μέσα και από τις Συλλογικές Συμβάσεις, να περισώσουν, να διατηρήσουν και να διευρύνουν ως ένα βαθμό τα δικαιώματά τους. Αυτό θα γίνεται δυνατό στο βαθμό που όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι, Συνδικάτα και Ομοσπονδίες προσέρχονται στις διαπραγματεύσεις και οργανώνουν το διεκδικητικό τους αγώνα με αιτήματα που διαμορφώνονται όχι στη βάση της εργοδοτικής - κυβερνητικής προπαγάνδας περί «αντοχών» της οικονομίας και «ανταγωνιστικότητας», αλλά με κριτήριο τις σύγχρονες και πραγματικές τους ανάγκες και τον τεράστιο παραγόμενο από την εργασία τους πλούτο.

Μόνο μια διεκδίκηση με τα χαρακτηριστικά που το ΠΑΜΕ προσπαθεί σήμερα να προσδώσει στο συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα μπορεί να ανακόψει την επιθετικότητα του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του, να συντελέσει στην απόσπαση επιμέρους κατακτήσεων. Αλλά να βάλει και τις βάσεις για ριζικές ανατροπές και στο επίπεδο της εξουσίας, με τελικό στόχο την κατάκτησή της από την ίδια την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Ορος αναγκαίος για να εξαλειφθεί η εκμετάλλευση ανθρώπου που άνθρωπο, να απολαμβάνει ο εργαζόμενος τον πλούτο που με τον ιδρώτα του παράγει.


Περ. Κ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ