«Η συμφωνία Τουρκίας - ΕΕ (της ελληνικής κυβέρνησης συμπεριλαμβανομένης) επιβεβαιώνει το ΚΚΕ: είναι άθλιο παζάρι με θύματα πρόσφυγες - θύματα ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων αλλά και τους λαούς.
Χιλιάδες οι εγκλωβισμένοι - φυλακισμένοι πια, σε κλειστά στρατόπεδα, σε άθλιες συνθήκες. Οι ΜΚΟ εκμεταλλεύονται την κατάστασή τους και ευρωπαϊκά κονδύλια. Οι φράκτες, οι απελάσεις, το Δουβλίνο, η Σέγκεν, ο εγκλωβισμός στην Ελλάδα, στην ευρωενωσιακή πολιτική ασύλου ονομάζεται "αποτροπή των δευτερογενών μετακινήσεων". Γι' αυτό ονομάζετε την Τουρκία "ασφαλή χώρα". Κροκοδείλια είναι τα δάκρυά σας για τους Κούρδους, τις διώξεις, τις συλλήψεις όσων έχουν αντίθετη άποψη.
Το ΝΑΤΟ αλωνίζει στο Αιγαίο, για την ενίσχυση της Τουρκίας σε ρόλο στηρίγματος σε επεμβάσεις ανάσχεσης της Ρωσίας. Με τις πλάτες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, τελευταία η Τουρκία αποθρασύνεται κλιμακώνοντας τις παραβιάσεις στο Αιγαίο, γκριζάροντας περιοχές του, διεκδικεί μερίδιο εδαφών στην επόμενη μέρα στη Συρία και το Ιράκ.
Να δυναμώσει η λαϊκή αλληλεγγύη στους πρόσφυγες, η πάλη ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, καταδικάζοντας την ΕΕ που στρέφεται ενιαία κατά εργαζομένων και προσφύγων».
Στην ίδια τη συνεδρίαση, πολλοί ευρωβουλευτές απ' όλες τις άλλες ευρωκοινοβουλευτικές ομάδες που στήριξαν το άθλιο παζάρι σε βάρος των προσφύγων και μεταναστών, τη συμφωνία ΕΕ - Τουρκίας και στηρίζουν τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που ξεσπιτώνουν εκατομμύρια ανθρώπους, ψέλλισαν ορισμένες ανησυχίες για την κατάσταση των προσφύγων, την παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους και την έλλειψη ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στην Τουρκία. Κάποιοι αμφισβήτησαν τη νομική βάση της συμφωνίας και το κατά πόσο συνάδει με το διεθνές Δίκαιο, ιδίως με τη Σύμβαση της Γενεύης και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, αλλά όλα αυτά στο πλαίσιο της αποδοχής της.
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φραντς Τίμερμανς, στη διάρκεια της συζήτησης εξέφρασε την απόλυτη ικανοποίηση των Βρυξελλών για το επίπεδο συνεργασίας των ελληνικών υπηρεσιών με τις ευρωπαϊκές. Σε ό,τι αφορά τον όρο - αντάλλαγμα του παζαριού που έκανε η αστική τάξη της Τουρκίας για την κατάργηση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες, οι περισσότεροι ευρωβουλευτές τόνισαν ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμία διαπραγμάτευση σχετικά με τα κριτήρια.
Στο ίδιο θέμα, πάντως, ο Βολκάν Μποζκίρ, Τούρκος υπουργός αρμόδιος για ζητήματα ΕΕ, δήλωσε χτες ότι έως τη Δευτέρα θα έχει ψηφιστεί η απαραίτητη νομοθεσία.
Αντιδραστική πρόταση του Ιταλού πρωθυπουργού, Μ. Ρέντσι, για «πλωτά hot spots»...
Σύμφωνα με το νόμο, οι αρχές ασφαλείας θα φράζουν τα σύνορα όταν ...εκτιμούν ότι «έχουν περιέλθει σε μια κατάσταση που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν». Ετσι, ακόμη και οι αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων των Σύρων και των Ιρακινών, θα επαναπροωθούνται στα σύνορα, εάν δεν είναι σε θέση να αποδείξουν ότι κινδυνεύουν να υποστούν διωγμούς στις χώρες από τις οποίες μετέβησαν στην Αυστρία, όπως, για παράδειγμα, την Ιταλία.
Επίσης, περιορίζεται σε τρία χρόνια η διάρκεια προστασίας σε όσους χορηγείται άσυλο, μέτρο που ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία. Περιορίζεται το δικαίωμα οικογενειακών επανενώσεων για τα πρόσωπα που δικαιούνται επικουρική προστασία, ένα λιγότερο ευνοϊκό καθεστώς από αυτό του ασύλου, το οποίο αφορά κατά κύριο λόγο τους Αφγανούς.
Στη συνεδρίαση του αυστριακού Κοινοβουλίου μίλησε και ο γγ του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν, που λόγω της εξόφθαλμης παραβίασης των δικαιωμάτων των προσφύγων, αναγκάστηκε να κάνει λόγο «για προγράμματα που στέλνουν αρνητικό μήνυμα».
Η Αυστρία διαβεβαιώνει ότι θα προχωρήσει στο σφράγισμα του περάσματος Μπρένερ στις Αλπεις στα σύνορα με την Ιταλία. Ζήτημα για το οποίο αντιδρά υποκριτικά η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι, που επικαλείται «παράβαση του κοινοτικού Δικαίου». Στην πραγματικότητα, αυτό που ανησυχεί την ιταλική αστική τάξη είναι ότι με το κλείσιμο των βόρειων συνόρων περισσότεροι ξεριζωμένοι των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων (στη δημιουργία των οποίων συντέλεσε και η ίδια) θα εγκλωβίζονται στην Ιταλία.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πρόταση του «ευαίσθητου» Ιταλού πρωθυπουργού, Μ. Ρέντσι, για τα λεγόμενα «πλωτά hot spots», όπου θα καταγράφονται τα δακτυλικά αποτυπώματα όσων διασώζονται στο πέρασμα από την Αφρική (βλέπε Λιβύη όπου ετοιμάζεται νέα ιμπεριαλιστική επέμβαση) προς την Ιταλία.
Συγκεκριμένα, τα σωματεία έθεσαν τα εξής αιτήματα:
Στο κέντρο φιλοξενίας προσφύγων στη Μυρσίνη της Ηλείας βρέθηκαν, προχτές, ο δήμαρχος Πατρέων, Κώστας Πελετίδης και η πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, Κατερίνα Γεροπαναγιώτη, στο πλαίσιο της ομόφωνης απόφασης της Περιφερειακής Ενωσης Δήμων Δυτικής Ελλάδας να δοθούν παιχνίδια και γραφική ύλη στα παιδιά των προσφύγων που φιλοξενούνται στο χώρο.
Στο χώρο, όπου φιλοξενούνται 340 πρόσφυγες και λειτουργεί με την προσπάθεια του Δήμου Ανδραβίδας - Κυλλήνης και με τη στήριξη και την αλληλεγγύη φορέων, συναντήθηκαν με το δήμαρχο Ναμπίλ Ιωσήφ Μοράντ, ο οποίος και τους ενημέρωσε για την κατάσταση που επικρατεί. Σημειώνεται πως πάνω από το 60% των οικογενειών που φιλοξενούνται στο χώρο έχει συγγενικό πρόσωπο που βρίσκεται σε άλλη χώρα της Ευρώπης και γι' αυτό, κύριο αίτημά τους είναι να μπορέσουν άμεσα να συνεχίσουν το ταξίδι τους και να επανενωθούν με τις οικογένειές τους.
Στο χώρο αυτό υπάρχουν σοβαρά προβλήματα, όπως κατήγγειλαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες, και αφορούν τη σίτισή τους (μέσω catering), καθώς και την ανύπαρκτη κρατική υποδομή Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στο χώρο, όπου η τεράστια πλειοψηφία είναι μικρά παιδιά και αρκετές γυναίκες είναι στη διαδικασία της κύησης. Σοβαρό πρόβλημα, επίσης, δημιουργείται και με την καταγραφή των προσφύγων, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στην Αθήνα.
«Συμπληρώθηκε ένας μήνας εφαρμογής της συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας, οπότε έγινε μια αποτίμηση η οποία είναι θετική, εφόσον διαπιστώνεται ότι έχουν μειωθεί πολύ σημαντικά οι ροές» υποστήριξε ο Γ. Κυρίτσης. «Αυτό ελπίζουμε ότι θα συνεχιστεί, γιατί είναι ουσιώδης όρος επιτυχίας της συμφωνίας» συμπλήρωσε. Ανέφερε ότι επιμέρους ζητήματα που έχουν να κάνουν με νομικές διαδικασίες, με ζητήματα διαβίωσης και άλλα, «εντοπίζονται και αντιμετωπίζονται». Συζητήθηκε, επίσης, η κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, που αφορά στους ανθρώπους που δεν εμπίπτουν στο καθεστώς της συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας, για τους οποίους συνεχίζεται η κατασκευή χώρων φιλοξενίας και η βελτίωση των υποδομών με εντατικούς ρυθμούς.