Πού και από ποιους παράγεται πολιτισμός και καλλιτεχνική δημιουργία, πώς αναπτύσσεται, πώς προωθείται, μέχρι πού μπορεί να φτάσει; Αν κάποιος ξένος έρθει στην Ελλάδα και προσπαθήσει από τα κεντρικά δελτία ειδήσεων να πληροφορηθεί για τα πολιτιστικά πράγματα της Ελλάδας, θα διαπιστώσει ότι όλος ο πολιτισμός εστιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής. Υπάρχουν συγκεκριμένα κανάλια, που καλύπτουν μόνο τις εκδηλώσεις του Μεγάρου και το πολύ πολύ να φτάσουν μέχρι το Φεστιβάλ Αθηνών.
Αλλά αυτό δεν είναι και η πεμπτουσία της ελληνικής πολιτιστικής παραγωγής. Την ίδια στιγμή στην επαρχία αυτό που συμβαίνει είναι η αναπαραγωγή του πολιτισμού του κέντρου.Ουσιαστικά, γίνεται ο βασικός αποδέκτης των τηλεοπτικών πολιτιστικών κατασκευασμάτων, διότι στο τέλος κάθε περιόδου γίνεται και εξαιρετικά προσοδοφόρος. Στη μουσική, για παράδειγμα, κυριαρχούν τα ονόματα των μαγαζιών της παραλίας και εκείνα που κάνουν πασαρέλα καθημερινά στην τηλεόραση, δημιουργώντας μάλιστα στο κοινό της επαρχίας λανθασμένες εντυπώσεις για την ελληνική πολιτιστική πραγματικότητα.
Τι είδους πολιτισμό δέχεται λοιπόν η επαρχία; Κατ' αρχάς, πρέπει να σημειωθεί ότι γεγονότα καλλιτεχνικά στην επαρχία, αν εξαιρέσουμε μεγάλες επαρχιακές πόλεις, εμφανίζονται μόνο το καλοκαίρι. Διότι το χειμώνα όλα γίνονται στο κέντρο. Οι μικρές επαρχιακές πόλεις συντονίζονται στις τηλεοράσεις τους, του σπιτιού ή του καφενείου.
Οι κινηματογράφοι κλείνουν ο ένας μετά τον άλλο. Κι όταν δεν κλείνουν, δεν έχουν το περιθώριο προβολής όλης αυτής της γκάμας ταινιών που μπορεί να προβληθούν στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη. Τι μένει; Οι ταινίες των μεγάλων εισπράξεων, δηλαδή αμερικανικής παραγωγής. Αλλά ο κινηματογράφος στις επαρχιακές πόλεις δεν μπορεί να είναι διέξοδος ούτε καν τους καλοκαιρινούς μήνες. Κλείνουν κι αυτοί και αντικαθίστανται με γκαράζ ή σούπερ μάρκετ.
Ως προς το θέατρο, αν υπάρχει ΔΗΠΕΘΕ, τότε ο κόσμος μπορεί να κατευθύνεται εκεί. Αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι και ο θεσμός των ΔΗΠΕΘΕ δε στηρίζεται ανάλογα με τις πραγματικές του ανάγκες, δεδομένου ότι το υπουργείο Πολιτισμού περί άλλα τυρβάζει.Η ετήσια χρηματοδότησή τους δεν ξεπερνά εδώ και πολλά χρόνια τα 25 - 30 εκατ. δραχμές. Εάν τώρα συμβαίνει στην περιοχή να υπάρχει κάποιο αρχαίο θέατρο, ίσως φτάσει εκεί και μία θεατρική παράσταση. Ενα άλλο ενδεχόμενο επαφής με το θέατρο είναι η μεταφορά παραστάσεων από την Αθήνα. Παλαιότερα μιλούσαμε για "μπουλούκια", τα οποία, όμως, σε μία επαρχία εξαθλιωμένη απ' όλες τις απόψεις έδιναν πνοή. Σήμερα πρόκειται για μία πιο "εξωραϊσμένη" κατάσταση, αλλά στην πραγματικότητα πλαστική, δεδομένων των εξαιρέσεων, αφού πολλές από αυτές τις παραστάσεις έχουν τη μορφή "τηλεοπτικών θιάσων". Η χειμερινή τηλεοπτική επιτυχία μέσω των σίριαλ κάθε καλοκαίρι εξαργυρώνεται εις πενταπλούν σε ένα κοινό, που εξαναγκάζεται να υποταχθεί μόνο σε τέτοια πρότυπα, εφόσον δε δίνονται εναλλακτικές λύσεις. Αυτό λοιπόν το πρότυπο έρχεται και το συναντάει τα καλοκαίρια. Ωστόσο, όλα αυτά είναι μεταφορά πολιτιστικών γεγονότων.
Εκείνο που πραγματικά λείπει είναι τα κίνητρα και η υποδομή για παραγωγή πολιτισμού σε εκείνα τα σημεία της Ελλάδας. Οι ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες, οι πολιτιστικοί σύλλογοι, οι φορείς που δημιουργούν οι μικρές τοπικές κοινωνίες, όχι μόνο δεν έχουν την υποδομή, αλλά ούτε την οικονομική υποστήριξη για να δημιουργήσουν, να παραγάγουν, να προσελκύσουν το ενδιαφέρον και να αυξηθούν. Αλλωστε, ο στόχος είναι να περιοριστεί έως να συνθλιβεί η λαϊκή καλλιτεχνική δημιουργία, ό,τι δηλαδή δεν μπορεί να είναι ελεγχόμενο και κατευθυνόμενο, ό,τι μπορεί να αφυπνίσει.
Στον τομέα της μουσικής υπάρχει μία ολόκληρη βιομηχανία χρήματος. Η κακή πλευρά του ελληνικού τραγουδιού οργώνει την Ελλάδα, πνίγοντας κάθε άλλη φωνή . Φυσικά και δε λείπουν οι συναυλίες αξιόλογων καλλιτεχνών. Αλλά τελικά τι μένει σε έναν κόσμο που περιμένει να ανέβει η θερμοκρασία για να τον τιμήσει η Τέχνη, διότι τον υπόλοιπο καιρό δεν υπάρχει καμία διέξοδος ψυχαγωγίας; Μένει ένα τραγικό μπέρδεμα και η πλήρης σύγχυση. Χώροι υποδοχής: πλατείες, γήπεδα, προαύλια σχολείων... Μάλιστα, το φαινόμενο παίρνει τέτοιες διαστάσεις ώστε πέρσι στο λιμάνι της Κεφαλονιάς δεν μπορούσαν να αγκυροβολήσουν τα πλοία, αφού το έκλεισαν λόγω επίσκεψης νεαρού αοιδού. Φυσικά, τα παραπάνω έχουν και τις αντανακλάσεις τους στις δισκογραφικές πωλήσεις. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν αξιόλογες πρωτοβουλίες τοπικών φορέων, που προσπάθησαν να αποτυπώσουν δισκογραφικά τη μουσική παράδοση, όπως της Ηπείρου, της Κρήτης, της Μακεδονίας κ.ά. Αλλά μία βόλτα στα δισκοπωλεία, όχι μόνο της Αθήνας, αλλά κυρίως των μικρών περιφερειακών πόλεων, θα αποδείξει ότι οι δίσκοι λείπουν από τα ράφια. Δε διατίθενται, γιατί δεν πουλάνε, θα έλεγαν κάποιοι. Δεν πουλάνε γιατί δεν προωθούνται, καν, είναι η αλήθεια. Και κάπως έτσι πνίγεται, συνθλίβεται κάθε ανάλογη προσπάθεια.
Οσο για τους χώρους ψυχαγωγίας, αυτοί εξαντλούνται σε αντιγραφή της αθηναϊκής εκδοχής των κλαμπ και των "Ελληνάδικων", όπου το τσιφτετέλι μπερδεύεται με κακέκτυπα νησιώτικων και αυτά με το ροκ εν ρολ που εναλλάσσεται με τέκνο... Ανώδυνα σουξέ προς εκτόνωση, που ποδοπατούν κάθε ελπιδοφόρα εκδοχή του ελληνικού τραγουδιού. Το χειρότερο είναι ότι σε πολλά από αυτά το ντεκόρ απομιμείται δήθεν αρχαιοελληνικούς τύπους για να εξαργυρωθεί έτσι και η οφειλή στο ένδοξο παρελθόν. Η νόθευση και η παραμόρφωση στο απόγειό τους. Στην επαρχία, λοιπόν, η μόνη επαφή των νέων με την παράδοση, την ιστορία και την τέχνη, είναι αυτά τα κακόγουστα κατασκευάσματα. Και όχι μόνο: δεν είναι τυχαίο που στην περιφέρεια της Ελλάδας πλήθος παραδοσιακών κτιρίων ανακαινίζονται, είτε έχουν είτε όχι άδεια χρήσης από το υπουργείο Πολιτισμού, καλλωπίζονται κατά το γούστο του ιδιοκτήτη και καταντούν μπαρ ή καφέ, που έχουν και την επίφαση της... κουλτούρας. Η παράδοση και η ιστορία πουλάει ακόμα κι έτσι. Τόσο πολύ που φτάνει να ειρωνεύεται την ουσία της διατήρησης στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς... Σε μία τέτοια καφετερία στα Γιάννενα, όπου το μπαρ έχει βιδωθεί, παρά τις αντίθετες υποδείξεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, πάνω σε διατηρητέο από το ΥΠΠΟ τούρκικο τεκέ, ο ιδιοκτήτης διάλεξε τον εξής τίτλο για το μαγαζί του: "Το Διατηρητέο".
Και εδώ το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι αν ο ιδιοκτήτης παραπλάνησε το υπουργείο, αλλά ότι τελικά η συνείδηση που δημιουργείται για την κληρονομιά στους χιλιάδες νέους που περνούν καθημερινά από εκεί είναι ακριβώς αυτή, η λογική του εκχυδαϊσμού. Και δυστυχώς, δεν υπάρχουν αντισταθμίσματα.
Αυτά τα αντισταθμίσματα οφείλει κατ' αρχάς να δημιουργήσει κι έπειτα να στηρίξει το υπουργείο Πολιτισμού. Στους κωδικούς του Τακτικού Προϋπολογισμού, όμως, δεν προβλέπεται κονδύλι που να αφορά στη χρηματοδότηση τοπικών πολιτιστικών φορέων ή συλλόγων. Η κυβέρνηση τούς παραπέμπει στα τυχερά, δηλαδή στο ΛΟΤΤΟ, το οποίο χρόνο με το χρόνο βαδίζει την κατιούσα.Μάλιστα, προκειμένου να ελέγξει πώς, πού και γιατί δίνονται χρήματα, επινοήθηκε πριν τρία χρόνια το λεγόμενο "Πολιτιστικό Δελτίο", όπου εκεί οι φορείς που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν εκδηλώσεις δηλώνουν όλα τα στοιχεία των εκδηλώσεων.
Μήπως, λοιπόν, είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να αποκτά... απευθείας σχέσεις ο εκάστοτε υπουργός με τους δήμους ή φορείς της πολιτικής του αρεσκείας; Δεν είναι τυχαίο ότι επί Θάνου Μικρούτσικου στο υπουργείο Πολιτισμού επινοήθηκε και το γνωστό ευρωκοινοτικής κατεύθυνσης Εθνικό Πολιτιστικό Δίκτυο Πόλεων (ΕΠΔΠ). Το ότι τελικά επρόκειτο για μία προσωπική πολιτική, δεν αποδεικνύεται μόνο από τους δήμους που προσχώρησαν στο Δίκτυο, στην πλειοψηφία τους "ημέτεροι", αλλά και από το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή το ΕΠΔΠ είναι εντελώς παρηκμασμένο και ανενεργό. Ισως, γιατί ο νυν υπουργός δεν το θεωρεί πολιτικά ή εκλογικά σκόπιμο. Ισως γιατί η ΕΕ, που χρηματοδοτούσε μέρος του Δικτύου, κάποια στιγμή το θεώρησε "σπάταλο" και μη βιώσιμο. Ισως γιατί τελικά το μόνο που επιδιώχτηκε ήταν να δαπανηθούν αρκετά δισ. για εγκαταστάσεις και προγράμματα, που ούτε στο ελάχιστο δεν έπαιρναν υπόψη τους τις ανάγκες του κοινού της επαρχίας, όπως για παράδειγμα ο σχεδιασμός συνεδριακού κέντρου, πολλών δισ., στη Βέροια.
Αλλά ο παλμός του λαού, των εργαζομένων και της νεολαίας που ζουν στην επαρχία και ιδιαίτερα στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας χτυπάει διαφορετικά. Πώς να τιθασευτεί σε... συνεδριακά κέντρα και ιλουστρασιόν ευρωπαϊκές απομιμήσεις;
Δ. Μ.