ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 24 Φλεβάρη 2000
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η τελική επίθεση κατά της κοινωνικής ασφάλισης

Το Διευθυντήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις προχωρούν στη μεγαλύτερη πρόκληση κατά των εργαζομένων

Παπαγεωργίου Βασίλης

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας Βησ. ΓΚΙΝΙΑ).-

Σήμανε η ώρα της ΟΝΕ του Μάαστριχτ για την οριστική και αμετάκλητη ανατροπή του λεγόμενου «ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους πρόνοιας», δηλαδή των «εγγυήσεων» μόνιμης και σταθερής εργασίας, ασφαλούς εισοδήματος και σύνταξης, επαρκών επιδομάτων υγείας και οικογενειακής προστασίας και ποιοτικής υγειονομικής περίθαλψης των κρατών - μελών και της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Πρόκειται για στρατηγικό στόχο του μεγάλου ευρωπαϊκού κεφαλαίου από το «πρώτο στάδιο», κιόλας, της ΟΝΕ (1990 - 1994), που όμως δεν μπορούσε να λάβει χαρακτήρα πανευρωπαϊκής πολιτικής επέλασης του κεφαλαίου κατά της μισθωτής εργασίας, παρά μόνο με την «ολοκλήρωση» της «αναδιάρθρωσης» του κεφαλαίου και την έναρξη του «τρίτου σταδίου» της ΟΝΕ και της «ζώνης ΕΥΡΩ» από 1/1/1999.

Το Μάαστριχτ προσδιόρισε και τους όρους του «παιχνιδιού», η «αναδιάρθρωση» του κεφαλαίου δρομολογήθηκε με κεντροδεξιές κυβερνήσεις στην ΕΕ, η επίθεση κατά των συνδικάτων και των εργαζομένων αποτελεί «ιστορικό έργο» των υφιστάμενων «εκσυγχρονιστικών» κεντροαριστερών ηγεσιών. Η μάχη ξεκίνησε με τη σταδιακή ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, σύμφωνα με τις επιταγές της Λευκής Βίβλου του Ζακ Ντελόρ περί «ευελιξίας», και πλέον αφορά το σύνολο της λεγόμενης «ευρωπαϊκής κοινωνικής προστασίας». Σημείο αιχμής, τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά Ταμεία. Την «αρμοδιότητα» για τον «εκσυγχρονισμό» έχουν οι 15 κυβερνήσεις της ΕΕ, που η κάθε μία έχει προχωρήσει περισσότερο ή λιγότερο ανάλογα με τις «εθνικές ιδιομορφίες» και τους ιδιαίτερους στόχους, ανάγκες και δυναμική των ντόπιων κεφαλαίων.

Αλλά ήδη, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι (Δεκέμβρης 1999) αναγνώρισε «την ανάγκη να συζητηθεί το μέλλον της κοινωνικής προστασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Την «πρωτοβουλία» και τον «συντονισμό» έχει όπως πάντα η Κομισιόν, το «Γενικό Επιτελείο» των Βρυξελλών, που έχει ήδη εκδώσει από πέρσι μια ανακοίνωση με τον χαρακτηριστικό τίτλο «συντονισμένη στρατηγική για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής προστασίας». Το «πράσινο φως» αναμένεται να δοθεί στο Εκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας (23/24 Μάρτη 2000).

Ο «συντονισμός» της επίθεσης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι εύκολη υπόθεση, γι' αυτό εξάλλου προχωρεί και με βήμα σημειωτόν. Αφορά τόσο τον άγριο ανταγωνισμό της «παγκοσμιοποίησης» του κεφαλαίου, όσο και τις ταξικές «ιδιομορφίες» σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Σε τελευταία ανάλυση, κανένα αφεντικό δε θα επιθυμούσε να βρεθεί αντιμέτωπο με καμιά μορφή «ευρωπαϊκού προλεταριάτου». Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, παρά μόνο για την «εθνική» εκμετάλλευση των εργαζομένων «του». Και τώρα δεν πρόκειται για αντικομμουνιστικό (...) μπαμπούλα, αλλά για ξερίζωμα ιστορικών καθεστωτικών «αξιών», όπως η οικογένεια, η εργασία, το «κυρίαρχο», «εθνικό» κράτος.

Οι συντάξεις στοιχίζουν, «καταργήστε» τους συνταξιούχους...

Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κατεδάφιση των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης. «Ζουν υπερβολικά οι συνταξιούχοι στην ΕΕ», διαπιστώνουν οι αρμόδιοι

Η Κομισιόν έχει καθορίσει από πέρσι τους «τέσσερις γενικούς στόχους» για τον «εκσυγχρονισμό της κοινωνικής προστασίας» ως εξής: 1) Εργασία - εισόδημα, 2) συντάξεις - συνταξιοδοτικά συστήματα, 3) «προαγωγή της κοινωνικής ένταξης» και 4) δημόσια υγεία που, σύμφωνα με το Συμβούλιο, «πρέπει να εξεταστεί χωριστά».

Για τις μισθολογικές εξελίξεις έχουν «παγιωθεί» οι απαιτήσεις, όπως εκφράζονται στις ετήσιες «οικονομικές εκθέσεις». Παραδείγματος χάριν, για το 1999, πρώτο έτος της «ζώνης ΕΥΡΩ», η Κομισιόν διαπιστώνει: 1) «επιθυμητή πορεία μισθών» 2) «μολονότι η υψηλή κερδοφορία θα δικαιολογούσε κατ' αρχήν αυξήσεις των πραγματικών μισθών που να συμβαδίζουν με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, οι δύσκολες διεθνείς συνθήκες (!) και οι δυνητικές επιπτώσεις τους στην ανταγωνιστικότητα (σ. σ. του κεφαλαίου) απαιτούν μεγάλη προσοχή», 3) «όσον αφορά την περιφερειακή διαφοροποίηση των αμοιβών, είναι πολύ σημαντικό στο εσωτερικό της ζώνης ΕΥΡΩ να αποφευχθεί η σύγκλιση ονομαστικών και πραγματικών αμοιβών σε όλες τις χώρες που δε θα δικαιολογείται από μία αντίστοιχη αύξηση της παραγωγικότητας».

Στους «στρατηγικούς στόχους 2000-2005 για τη διαμόρφωση της νέας Ευρώπης» (9/2/2000), η Κομισιόν του Ρ. Πρόντι θέτει ως «προτεραιότητες για συντονισμένη δράση»: 1) «Να δημιουργηθεί ένας νέος οικονομικός δυναμισμός με οικονομική μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας, της παραγωγής και των κεφαλαίων (...). Η μεταρρύθμιση αυτή θα ενισχυθεί με την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού και με μεγαλύτερη πρόοδο στο συντονισμό της φορολογικής πολιτικής» και 2) «να γίνουν οι συντάξεις ασφαλείς και σταθερές με συνδυασμό αφ' ενός μεταρρυθμίσεων που θα παράγουν απασχόληση, βελτιώνοντας την εισοδηματική βάση των συντάξεων, και αφ' ετέρου αναθεώρησης των συνταξιοδοτικών συστημάτων ενόψει της νέας δημογραφικής και υγειονομικής κατάστασης στην Ευρώπη. Τα κράτη - μέλη θα παραμείνουν αρμόδια για τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, αλλά το αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης αποτελεί ζήτημα κοινής μέριμνας. Ο ρόλος της ΕΕ είναι να στηρίξει τις προσπάθειες των κρατών - μελών για εκσυγχρονισμό».

Από κοντά και τα λόμπι παντός είδους «πίεσης». Ο πρωτοχρονιάτικος «The Economist» για το 2000, με άρθρο «Κατά των φόρων» (!), αφού κατακρίνει τους φόρους του Βαβυλώνιου Χαμουραμπί, των λόρδων, των γαιοκτημόνων, των γκάνγκστερ και των κυβερνήσεων - μ' αυτή τη σειρά - φτάνει στο «ζουμί» και γράφει τα εξής: «Ενας από τους σκοπούς στους οποίους καταλήγουν τα φορολογικά έσοδα είναι η ενίσχυση των συνταξιοδοτικών ταμείων. Μια επανάσταση, τόσο σημαντική και τόσο διεισδυτική όσο και η ιδιωτικοποίηση, σαρώνει τα πάντα στον τομέα των συντάξεων. Πλήρως χρηματοδοτούμενα ταμεία συντάξεων εργαζομένων, που στηρίζονται στις αποταμιεύσεις των ίδιων των ασφαλισμένων, σαρώνουν τα φτωχά συνταξιοδοτικά ταμεία που στηρίζονται στην κρατική χρηματοδότηση. Τα τελευταία αποσπούν φόρους από τους νέους για να ενισχύσουν εισοδηματικά τους απόμαχους της εργασίας».

Στον ίδιο προπαγανδιστικό ντορό, 80 «επώνυμοι» οικονομολόγοι απέστειλαν, προχτές, δήθεν «ιδία πρωτοβουλία», επιστολή στον πρόεδρο της Κομισιόν Ρ. Πρόντι για να «παρέμβει» στα κράτη - μέλη υπέρ της «μεταρρύθμισης» των Ταμείων. Το «μανιφέστο» άρχιζε ως εξής: «Οι Ευρωπαίοι μακροβιούν και όλο και λιγότερο παραμένουν ενεργοί, όταν μεγαλώνουν, στην αγορά εργασίας». Γι' αυτό ή πρέπει να αυτοκτονούν μαζικά, πριν συνταξιοδοτηθούν, κραυγάζοντας «η εργασία είναι χαρά» ή πρέπει να πεθαίνουν στους χώρους εργασίας, «ευέλικτης» κατά προτίμηση και χωρίς «ντεμοντέ» φόρους. Σε τελευταία ανάλυση ας δέρνουν οι νέοι εργαζόμενοι τους ηλικιωμένους, αρκεί να μην πειράζουν τα αφεντικά.

Εισόδημα, εργασία, πρόνοια σαρώνονται για τα κέρδη του κεφαλαίου

Η ΟΝΕ του Μάαστριχτ αποτελεί «επιτάχυνση» των τάσεων επέκτασης (προς «ανατολάς») και μεγέθυνσης (νέες τεχνολογίες) του μεγάλου ευρωπαϊκού κεφαλαίου, που έχει εισέλθει σε μια νέα, ιστορική περίοδο συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης. Η συσσώρευση στην ανισότιμη αλυσίδα της ΕΕ επιτρέπει την ηγεμονία των ισχυρότερων παραγωγικά «κρίκων», με όξυνση των αντιθέσεων σε «εθνικό» και διεθνές επίπεδο, ενώ ταυτόχρονα συρρικνώνει την οικονομική σημασία του «εθνικού κράτους», ενισχύοντας τον ταξικό, κατασταλτικό του χαρακτήρα. Ηδη το σύνολο της νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής έχει περιέλθει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ενώ το μεγαλύτερο τμήμα του δημόσιου πλούτου έχει ξεπουληθεί με τις ιδιωτικοποιήσεις. Στο κράτος απομένει η σκληρή ταξική «δημοσιονομική» πολιτική», δηλαδή η φορολογία, οι μισθοί και οι μηχανισμοί «κοινωνικής προστασίας».

Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο το Μάαστριχτ (1992) με το άρθρο 104 όσο, κυρίως, το Σύμφωνο Σταθερότητας (Αμστερνταμ, 1997) εστιάζουν την προσοχή τους ακριβώς στην «αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία». Ολο το Σύμφωνο Σταθερότητα (ΣΣ) που εντείνει και επεκτείνει το Μάαστριχτ στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ και τη «ζώνη ΕΥΡΩ» από 1/1/1999 και στο διηνεκές, βασίζεται στην «αυστηρή» και μακροπρόθεσμη «συγκράτηση των δημοσίων δαπανών» και την «αποφυγή υπερβολικών ελλειμμάτων», τιμωρώντας πιθανές παραβιάσεις με τσουχτερά χρηματικά πρόστιμα. Και το πιο σημαντικό κομμάτι των δημοσίων δαπανών είναι, ακριβώς, το «κόστος πρόνοιας». Μ' άλλα λόγια, εμείς ως κεφάλαιο κερδίζουμε, έτσι και αλλιώς από την εργατική υπεραξία, ως ΕΕ σας αποσπούμε τη μονέδα και ως κράτος, κοιτάξτε να τα φέρετε βόλτα με τα κέρδη από τη συρρίκνωση ή εξαφάνιση των εργατικών κατακτήσεων δεκαετιών.

Το κράτος της ΟΝΕ δεν μπορεί να συντηρηθεί παρά μόνο με φορομπηχτική πολιτική και μείωση των «εξόδων συντήρησης» του εργαζόμενου λαού. Για το ιδιωτικό κεφάλαιο επιτυγχάνονται ταυτόχρονα δύο στρατηγικοί στόχοι: 1) ενίσχυση των οικονομικών εσόδων από την αύξηση του αναδιανεμητικού ρόλου του κράτους σε βάρος των εργαζομένων, 2) ενίσχυση των πολιτικών «εσόδων» από την κρατική ταξική «γυμναστική» και το τσάκισμα της αντίστασης των εργαζομένων.

Στις εντολές του μεγάλου κεφαλαίου, οι κυβερνήσεις - εντολοδόχοι θα πρέπει, βέβαια, να συμμορφωθούν. Πάντως, εν όψει της Λισαβόνας, πρώτος ο πολύς Βρετανός πρωθυπουργός Τ. Μπλερ, πρόλαβε και απέστειλε προπαγανδιστικό «μανιφέστο» δέκα σημείων, προτείνοντας, μεταξύ άλλων, την πλήρη «απελευθέρωση» της αγοράς ενέργειας, τηλεπικοινωνιών, αεροπορικών μεταφορών και χρηματιστηριακών συναλλαγών για το σύνολο της ΕΕ, «εναρμόνιση πληροφορικής πολιτικής» και βέβαια, «νέο κράτος πρόνοιας» με πλήρη «ευελιξία» αγοράς εργασίας, σύνδεση «εργασίας, οικογένειας και παιδείας» και «εκσυγχρονισμό των συστημάτων κοινωνικής προστασίας». Ολα μαζί, «πακέτο».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ