ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 20 Αυγούστου 2022 - Κυριακή 21 Αυγούστου 2022
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ορισμένες επισημάνσεις και ερωτήματα για την υπόθεση των υποκλοπών

Τις επόμενες μέρες αναμένεται να συνεδριάσει η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για το θέμα των υποκλοπών, με αφορμή τις πρόσφατες αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις, ξεκινώντας με την ακρόαση του νέου διοικητή της ΕΥΠ. Μέσα στη βδομάδα αναμένεται και η συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής γι' αυτό το θέμα.

Ηδη το περιεχόμενο της αντιπαράθεσης, όπως διαμορφώνεται από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το ποιο θα είναι το αποτέλεσμα τόσο της Επιτροπής όσο και της συζήτησης στην Ολομέλεια.

Το σκοτεινό θεσμικό πλαίσιο σε Ελλάδα και ΕΕ, που ευθύνεται για τον βούρκο των παρακολουθήσεων και των υποκλοπών, το «γράμμα του νόμου» που κάνει φύλλο και φτερό τα προσωπικά δεδομένα και το απόρρητο των επικοινωνιών, με στόχο τον «εχθρό λαό», προφυλάσσονται σαν κόρη οφθαλμού από την κυβέρνηση, τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και τα άλλα αστικά κόμματα, που αναλώνονται σε σκιαμαχίες μακριά από την ουσία.

Ορισμένες τέτοιες σοβαρές πλευρές της υπόθεσης, που σκόπιμα μένουν μακριά από το πεδίο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στα αστικά κόμματα, συνεχίζει να αναδεικνύει ο «Ριζοσπάστης».

«Εθνική ασφάλεια»: Το λάστιχο και ο φερετζές

Η παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών, στην οποία το κράτος στηρίζει τη «νομιμότητα» των υποκλοπών, ξεκινάει από το ίδιο το Σύνταγμα, που στο άρθρο 19 επικαλείται λόγους «εθνικής ασφάλειας» γι' αυτόν ακριβώς τον σκοπό.

Με βάση αυτήν τη συνταγματική πρόβλεψη και τους νόμους που την ακολουθούν, η εκάστοτε δικαστική αρχή που υποτίθεται ότι ελέγχει τη «νομιμότητα» της δράσης των κρατικών μυστικών υπηρεσιών μπορεί να περιορίζεται σε τυπικές εγκρίσεις των αιτημάτων για υποκλοπές και παρακολουθήσεις, ερμηνεύοντας διασταλτικά την επίκληση της «εθνικής ασφάλειας». Είναι αποκαλυπτικό ότι στο σχετικό αίτημα για παρακολούθηση δεν είναι υποχρεωτικό να γράφεται ούτε ο λόγος για τον οποίο κάποιος επιλέχθηκε ως στόχος!

Ακόμα κι αν δεχτεί κανείς όμως ότι «εθνική ασφάλεια» είναι η αντιμετώπιση απειλών από εξωτερικούς εχθρούς, κατασκόπους και τρομοκράτες, πώς εξηγείται η παρακολούθηση και υποκλοπή χιλιάδων Ελλήνων πολιτών κάθε χρόνο, όπως προκύπτει από επίσημα στοιχεία (πάνω από 100.000 εγκρίσεις στόχων σε μια δεκαετία); Είναι φανερό επομένως ότι με τη σύμφωνη γνώμη όλων των κυβερνήσεων και των αστικών κομμάτων, η έννοια «εθνική ασφάλεια» γίνεται λάστιχο από τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, για να εξυπηρετούνται οι στόχοι των αντιλαϊκών πολιτικών του.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, η νεότερη συνταγματική πρόβλεψη για ίδρυση και λειτουργία της ΑΔΑΕ, υποτίθεται για την προστασία από τις παρακολουθήσεις και τις υποκλοπές, αποτέλεσε έναν σύγχρονο «φερετζέ» και σε καμία περίπτωση δεν διασφαλίζει το απόρρητο της επικοινωνίας ως λαϊκό δικαίωμα.

Η ΑΔΑΕ περιορίζεται κατά κανόνα σε έναν περιοδικό τυπικό έλεγχο στην ΕΥΠ και στους παρόχους τηλεφωνίας. Αρκείται σε μια αντιπαραβολή των εγκρίσεων που έδωσε ο επόπτης εισαγγελέας στην ΕΥΠ και αυτών που έφτασαν στα γραφεία των παρόχων τηλεφωνίας για να διεκπεραιωθούν οι επισυνδέσεις.

Η αναφορά στις εκθέσεις της ΑΔΑΕ, για εισαγγελικές εγκρίσεις χωρίς αιτιολογία, δεν αλλάζει τη ζοφερή πραγματικότητα ότι η ίδια δεν θέλει και δεν μπορεί ως αρχή να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο για την προάσπιση του απορρήτου των επικοινωνιών. Αν ανατρέξει κανείς στα δεκάδες δημοσιεύματα του «Ριζοσπάστη» με αφορμή τις παρακολουθήσεις - συνακροάσεις στο τηλεφωνικό κέντρο της έδρας της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό και θυμηθεί πώς λειτούργησε η ΑΔΑΕ, θα επιβεβαιώσει απόλυτα ότι πρόκειται για «φερετζέ».

Ερευνα αγοράς επί ΣΥΡΙΖΑ για «σύγχρονο λογισμικό»;

Εκτός από τις λεγόμενες «νόμιμες συνακροάσεις», αυτές δηλαδή που κάνει η ΕΥΠ με την κάλυψη εισαγγελικής εντολής, υπάρχουν και υποκλοπές που γίνονται έξω από το σύστημα των επισυνδέσεων. Αυτές έχουν να κάνουν με προηγμένα λογισμικά υποκλοπής, που παγιδεύουν τα «έξυπνα» τηλέφωνα και έχουν τη δυνατότητα να αποσπούν τεράστιο όγκο πληροφοριών που, εκτός από τη φωνή και τα γραπτά μηνύματα, ανταλλάσσονται και μέσω εφαρμογών του διαδικτύου.

Τα πιο σύγχρονα και αποτελεσματικά μέσα για τέτοιες αποστολές δεν διατίθενται συνήθως στην ελεύθερη αγορά. Ούτε οι ιδιωτικές εταιρείες έχουν τη δυνατότητα διάθεσης εκατομμυρίων γι' αυτόν τον σκοπό. Ετσι η δυνατότητα μαζικών υποκλοπών παραμένει ...προνόμιο κρατικών υπηρεσιών και μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων του τομέα της τεχνολογίας των επικοινωνιών.

Οπως έχει αποδείξει και η διεθνής εμπειρία, οι όμιλοι αυτοί προμηθεύουν με μέσα τα κράτη και συνεργάζονται μαζί τους στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας. Τέτοια συστήματα είναι το «Predator», το «Pegasus», το «Hrisaoras» και άλλα...

Ειδικά σε ό,τι αφορά το «Predator», οι δυνατότητές του ξεπερνάνε και την πιο αρρωστημένη φαντασία, καθώς επιτρέπει στον χειριστή του να κάνει εξαγωγή μυστικών κωδικών, αρχείων, φωτογραφιών, ιστορικού περιήγησης στο διαδίκτυο, επαφών και δεδομένων ταυτότητας. Παρακολουθεί οποιαδήποτε ενέργεια πραγματοποιείται μέσω κινητού ή άλλης συσκευής ίντερνετ ή κοντά σε αυτήν, όπως οι συνομιλίες που γίνονται μέσα σε ένα γραφείο ή άλλο δωμάτιο.

Είναι βέβαιο ότι η προμήθεια ενός τέτοιου υλικού δεν άφησε αδιάφορες της ελληνικές μυστικές υπηρεσίες. Αντί λοιπόν η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ να σκιαμαχούν για το ποιος κάνει τις πιο «νόμιμες» υποκλοπές, ας απαντήσουν σε ορισμένα καίρια ερωτήματα:

  • Είχε δρομολογηθεί επί ΣΥΡΙΖΑ η αγορά ενός νέου συστήματος με λογισμικό που παρέχει μεγαλύτερες δυνατότητες, ιδιαίτερα για τις παρακολουθήσεις δημοφιλών εφαρμογών όπως Viber, Messenger, WhatsApp κ.λπ., για τις «ανάγκες» της ΕΥΠ και της ΕΛ.ΑΣ.;
  • Είχε εξετάσει η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ την εφαρμογή τέτοιου λογισμικού στην Αγγλία και στην Ιταλία, όπως και την προμήθεια ειδικού λογισμικού από το Ισραήλ; Ηταν στις προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ η προμήθεια ακόμα και του συστήματος «Predator»;
  • Τελικά, ολοκληρώθηκε αυτή η «έρευνα αγοράς» από την κυβέρνηση της ΝΔ το 2020, με την προμήθεια λογισμικού «Pegasus» και «Hrisaoras»;
«Σιγή ασυρμάτου» για τη ΔΙΔΑΠ

Τέλος, η όλη συζήτηση με αφορμή τις υποκλοπές επικεντρώνει στην ΕΥΠ. Είναι γνωστό όμως ότι αυτή δεν είναι η μόνη υπηρεσία που διενεργεί παρακολουθήσεις στην Ελλάδα. Ωστόσο, για όλες τις άλλες υπηρεσίες υπάρχει «σιγή ασυρμάτου», πόσο μάλλον για μυστικές υπηρεσίες ξένων χωρών, που έχουν το δικό τους «μαγαζάκι» σε ό,τι αφορά τις υποκλοπές.

Στη χώρα μας, σημαντικό ρόλο στις υποκλοπές έπαιξε η ίδρυση της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (ΔΙΔΑΠ) το 2014, που αποτελεί τον κεντρικό κόμβο ενός πανελλαδικού δικτύου συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών με δυνατότητα χιλιάδων υποκλοπών ταυτόχρονα.

Είναι γνωστό ότι η ΔΙΔΑΠ οργανώθηκε με βρετανική και αμερικανική καθοδήγηση, ενσωματώνοντας τη σχετική τεχνογνωσία, ενώ, αναγνωρίζοντας τη σημασία για το ευρωπαϊκό δίκτυο παρακολουθήσεων, η ΕΕ χρηματοδότησε την υπηρεσία από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας για προμήθεια εξοπλισμού διασύνδεσης βάσεων δεδομένων.

Είναι τουλάχιστον ...περίεργο το ότι παρά τον θόρυβο για τις υποκλοπές δεν ακούστηκε πουθενά η λέξη ΔΙΔΑΠ, με εξαίρεση τον «Ριζοσπάστη» βέβαια, που από την πρώτη στιγμή έκανε σχετικό ρεπορτάζ και αναφορά.

Οπως δεν ακούστηκε στην πολιτική αντιπαράθεση ούτε λέξη από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για τις ξένες υπηρεσίες που κάνουν υποκλοπές, είτε με τη συναίνεση είτε με την ανοχή της κυβέρνησης. Υποθέτουμε λοιπόν ότι τέτοια ζητήματα δεν πρόκειται να απασχολήσουν την όποια Εξεταστική Επιτροπή, σε όποιο «βάθος χρόνου» κι αν φτάσει η «έρευνά» της.


Ανακοίνωση - παρέμβαση από μέλη του ΔΣ της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων

Τον έντονο προβληματισμό τους για το θέμα των υποκλοπών και τις πτυχές του εξέφρασαν με ανακοίνωση τα έξι μέλη της μειοψηφίας στο ΔΣ της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και συγκεκριμένα οι Χρ. Σεβαστίδης, ΔΝ εφέτης, Χαρ. Σεβαστίδης, εφέτης, Π. Μποροδήμος, πρωτοδίκης, Μ. Τσέφας, πρόεδρος Πρωτοδικών, Ι. Ασπρογέρακας, πρόεδρος Πρωτοδικών και Εφη Κώστα, ειρηνοδίκης.

Μεταξύ άλλων, κάνουν λόγο για το ασαφές περίβλημα της «εθνικής ασφάλειας», που μπορεί να χωρέσει κάθε συμφέρον και εντέλει να νομιμοποιήσει την παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Στην ανακοίνωσή τους επισημαίνουν ανάμεσα σε άλλα:

«Η ποιότητα της δημοκρατίας και των συνταγματικών ελευθεριών σε ένα κράτος δικαίου δεν προσδιορίζεται αποκλειστικά ή κυρίως από τους θεσπισμένους κανόνες, αλλά και από τον τρόπο εφαρμογής τους. Οι θεσπισμένοι κανόνες, είτε αυτοί που περιβάλλονται το κύρος των συνταγματικών ρυθμίσεων, είτε του απλού νόμου, δεν αρκούν αφ' εαυτού, αφού δεν είναι λίγες οι φορές που η ύπαρξή τους έχει αξιοποιηθεί ως άλλοθι και ως βολική νομιμοποιητική βάση της καταπάτησης των στοιχειωδέστερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκ μέρους της εκάστοτε διοίκησης.

(...) Το εθνικό, διεθνές και ευρωπαϊκό Δίκαιο με σειρά διατάξεων (άρθρο 19 του ελληνικού Συντάγματος, άρθρο 12 της Οικουμενικής Διακήρυξης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, άρθρο 8 της ΕΣΔΑ) προστατεύουν καταρχήν το απόρρητο της επικοινωνίας, αλλά ταυτόχρονα με ένα πλέγμα ρυθμίσεων αποδεσμεύουν τις κρατικές και διεθνείς υπηρεσίες από το καθήκον σεβασμού αυτών των διατάξεων, παραπέμποντας σε λόγους εθνικής ασφάλειας, που όμως δεν εξειδικεύονται σαφώς. Ετσι, κάθε συμφέρον μπορεί να λαμβάνει τον χαρακτηρισμό του "λόγου εθνικής ασφάλειας" και με τον τρόπο αυτό η νομιμοποίηση της παραβίασης του απορρήτου διέρχεται το πρώτο στάδιο, που γεννά την ανάγκη του επόμενου σταδίου "δικαστικής επικύρωσης".

Για τον εισαγγελικό λειτουργό όμως στην Ελλάδα, που είναι επιφορτισμένος με τον έλεγχο της ΕΥΠ και υπογράφει σύμφωνα με την έκθεση της ΑΔΑΕ πάνω από 15.000 διατάξεις άρσης του απορρήτου της επικοινωνίας κάθε χρόνο, στις οποίες, σε αντίθεση με εκείνες που αφορούν διακρίβωση εγκλημάτων, δεν είναι αναγκαίο να αναγράφεται το όνομα του παρακολουθούμενου (άρθρο 5 παρ. 1α ν. 2225/1994), η δυνατότητα άσκησης ουσιαστικού και όχι απλά νομιμοποιητικού ελέγχου συρρικνώνεται επικίνδυνα. Η δε τοποθέτηση δεύτερου εισαγγελικού λειτουργού για τον παραπάνω έλεγχο, που εξαγγέλθηκε πριν λίγες μέρες, ενόψει του αριθμητικού όγκου των υποθέσεων, δεν φαίνεται ικανή να προσφέρει στο πρόβλημα καθαυτό, ενώ κατ' αποτέλεσμα τείνει να επαναλάβει την ίδια διαδρομή ενίσχυσης του κύρους της υπηρεσίας πληροφοριών και της διοίκησης, μέσα από την κατ' ουσίαν αδύναμη παρουσία της δικαστικής αρχής, και τελικά να λειτουργήσει ως παρέμβαση επικοινωνιακού χαρακτήρα.

Αναμέναμε για μεγάλο χρονικό διάστημα την επίσημη τοποθέτηση της πλειοψηφίας του ΔΣ της Ενωσής μας σε ένα ζήτημα τόσο κομβικό για την προστασία των ατομικών ελευθεριών των πολιτών. Μάταια!

(...) Σημειωτέον δε ότι βάσει της τροπολογίας 826/145/31.3.2021, το άρθρο 87 ν. 4790/2021 τροποποίησε το άρθρο 5 ν. 2225/1994, και έτσι, πλέον, ειδικά η άρση απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν είναι πλέον δυνατό να κοινοποιηθεί στον παρακολουθούμενο από την ΑΔΑΕ μετά τη λήξη της, ενώ αντίθετα είναι εφικτό αυτό για την άρση απορρήτου για τη διακρίβωση εγκλημάτων. Υπεύθυνα και χωρίς να αδιαφορούμε για τον θεσμικό ρόλο μιας εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών, θεωρούμε ότι η συμμετοχή της δικαστικής εξουσίας στον έλεγχό της πρέπει να είναι ουσιαστική και όχι τυπική».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ