Ανοιχτή αναφορά των έξι επιζώντων θυμάτων του ρατσιστή προς όλους τους αρμόδιους υπουργούς. Σε λίγες μέρες εκδικάζεται στο Εφετείο η υπόθεση που συγκλόνισε τη χώρα, πριν από τρία χρόνια
Ηταν Οκτώβρης του 1999, όταν ο νεαρός ρατσιστής, στο κέντρο της Αθήνας, πυροβόλησε εν ψυχρώ τρεις Κούρδους. Ο ένας απ' αυτούς έπεσε νεκρός. Το επόμενο βράδυ, σε άλλο κεντρικό δρόμο, πυροβολεί και τραυματίζει σοβαρά ακόμη δύο μετανάστες, ο ένας απ' την Γκάνα και ο άλλος απ' το Μπαγκλαντές. Το «κρεσέντο» του ρατσιστή συνεχίζεται και στις 22 Οκτώβρη, στα Εξάρχεια, τραυματίζει δύο Νιγηριανούς, έναν Πακιστανό λίγα στενά πιο κάτω απ' το σημείο της προηγούμενη επίθεσής του, ενώ τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας σκοτώνει έναν Γεωργιανό και τα ξημερώματα τραυματίζει έναν Αιγύπτιο, την ώρα που πήγαινε στη δουλιά του!
Τα έξι θύματα του θρασύτατου ρατσιστή που κατάφεραν να ζήσουν απ' τις σφαίρες του, στέλνουν ανοιχτή αναφορά προς τους υπουργούς Εσωτερικών, Εξωτερικών, Υγείας - Πρόνοιας, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, όπου περιγράφουν αναλυτικά πώς είναι σήμερα η κατάστασή τους. Οι πιο σοβαρές περιπτώσεις είναι αυτές του Αιγύπτιου Σάαντ Ελ Σάντυ, ο οποίος θα ζήσει όλη του τη ζωή 100% παραπληγικός, του Κούρδου Σερίφ Χαντίρ που παραμένει παραπληγικός απ' τη μέση και κάτω και του Γκανέζου Τόμι Κόφι, ο οποίος παρουσιάζει προοδευτική απώλεια των νοητικών του λειτουργιών, μιας και η σφαίρα έχει παραμείνει στο κεφάλι του και δεν μπορεί να απομακρυνθεί, γιατί ο κίνδυνος θα είναι μεγαλύτερος!
Eurokinissi |
Τα θύματα του ρατσιστή Καζάκου ζητούν νομοθετική ρύθμιση για χρηματική αποζημίωση και ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (σε περίπτωση που οι παθόντες είναι ανασφάλιστοι να καταβληθεί απ' το κράτος επίδομα ή σύνταξη απ' το δημόσιο ταμείο), άμεση κάλυψη των βιοτικών αναγκών όσων έχουν καταστεί ανίκανοι για εργασία, πλήρης ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και άμεση υποστήριξη από τις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους για τα επιζώντα θύματα, που παραμένουν στην Ελλάδα. Ειδικά για την περίπτωση του Κούρδου Σ. Χαντίρ ζητείται χορήγηση πλήρους σύνταξης παραπληγικού, για το Τ. Κόφι να του χορηγηθεί σύνταξη αναπηρίας σαν να ήταν ασφαλισμένος, ενώ για τον Τ. Αμπντούλ προτείνεται να του δοθεί θέση, σε υπηρεσία ή δήμο, ατόμου με ειδικές ανάγκες και να τύχει επιδόματος απ' το Δημόσιο για τη μερική μόνιμη αναπηρία του.
Οι πρώτες προσπάθειες ιδιωτικοποίησης (και) του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (ΤΤ) δεν «περπατούν» εύκολα. Παρά τις προσπάθειες κυβέρνησης και συμβιβασμένων συνδικαλιστών, εργαζόμενοι αντιδρούν αποκαλύπτοντας τις συνέπειες του εγχειρήματος για τους ίδιους, την εθνική οικονομία και τους πελάτες.
Η κυβέρνηση κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο με το οποίο μετατρέπει το ΤΤ σε ΑΕ. Ακολούθως ετοιμάζεται η εισαγωγή του στο Χρηματιστήριο ή και η απ' ευθείας πώληση τμήματός του σε ενδιαφερόμενους μεγαλοτραπεζίτες. Πάντως πληροφορίες αναφέρουν ότι επικρατεί έντονος προβληματισμός στην πλειοψηφία των εργαζομένων. Λέγεται ότι τουλάχιστον 150 υπάλληλοι κατέφυγαν σε δικηγόρο ζητώντας την απόσυρση του επίμαχου νομοσχεδίου, ενώ εκατοντάδες είναι και εκείνοι που υπογράφουν υπέρ του δημόσιου χαρακτήρα του Οργανισμού. Επιπλέον πολλοί κατέθεσαν αιτήσεις για μετάταξη σε άλλες Δημόσιες Υπηρεσίες, προκειμένου να διατηρήσουν τα εργασιακά τους δικαιώματα, που απειλούνται άμεσα από το μεθοδευόμενο ξεπούλημα στο μεγάλο κεφάλαιο.
Εργαζόμενοι, λοιπόν, επισημαίνουν ότι ο ισχυρισμός της κυβέρνησης («να μετατραπεί σε ΑΕ για να ανταποκριθεί καλύτερα στον ανταγωνισμό»), δε στέκει. Οτι είναι κερδοφόρα και υγιής επιχείρηση που προσφέρει πολλά στην εθνική οικονομία. Οτι η προσπάθεια ιδιωτικοποίησης εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική της κυβέρνησης για ξεπούλημα στο ιδιωτικό κεφάλαιο, κρατικών υπηρεσιών με σημαντική προσφορά στο λαό, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι επιταγές του παγκόσμιου τραπεζικού κατεστημένου και οι μεγαλοεπιχειρηματίες.
Υπάρχει και νομικό ενδιαφέρον - υπογραμμίζουν εργαζόμενοι - καθώς το ΤΤ αποτελεί την πρώτη αμιγώς Δημόσια Υπηρεσία που επιχειρείται η μετατροπή της σε ΑΕ: «Αν αυτό επιτευχθεί, ανοίγει ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση και την άνευ όρων παράδοση στο μεγάλο κεφάλαιο ενός ευρύτερου τμήματος του Δημόσιου τομέα με απρόβλεπτες συνέπειες για το λαό, την κοινωνία και τους εργαζόμενους».
Παράλληλα καταγγέλλουν τον «παθητικό ρόλο του Συλλόγου των Εργαζομένων στο ΤΤ, που όχι μόνο δεν προέβαλλε καμιά διαφωνία, αλλά όπως αποδεικνύεται από τη μέχρι τώρα στάση του, συναινεί σιωπηρά στο ξεπούλημα». Καταλήγουν ότι μετατρεπόμενο το ΤΤ σε ΑΕ, θα μετατραπεί «σε έναν σκληρό κερδοσκοπικό τραπεζικό οργανισμό, θα στερήσει από το κράτος μια μόνιμη και σταθερή πηγή εσόδων και θα εξυπηρετήσει για άλλη μια φορά τα συμφέροντα των κερδοσκοπικών τραπεζών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα εκατομμύρια των μικροκαταθετών του».
Στην τελική ευθεία βρίσκεται νομοσχέδιο, με το οποίο τα ΕΛΤΑ θα εισαχθούν στο Χρηματιστήριο. Παράλληλα, προχωρούν οι διαπραγματεύσεις για την εξαγορά του 10% της μητρικής και του 50% της θυγατρικής για τις Ταχυμεταφορές από τη γαλλική εταιρία Sofipost, θυγατρική των «Γαλλικών Ταχυδρομείων».
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Μεταφορών - Επικοινωνιών M. Στρατάκη, το νομοσχέδιο αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τέλος του χρόνου. Επίσης ολοκληρώνονται στο επόμενο διάστημα οι συζητήσεις με τους Γάλλους για το τίμημα, προκειμένου να υπογραφεί το συμβόλαιο εξαγοράς. Ακολούθως, αναμένεται να ξεκινήσει η διαδικασία για την εισαγωγή στο XAA μετοχών της εταιρίας σε ποσοστό 20 - 25%.
Η κυβέρνηση απέρριψε χθες στη Βουλή πρόταση νόμου βουλευτών του ΠΑΣΟΚ για την «προστασία της υγείας από τα κινητά τηλέφωνα και τις κεραίες της κινητής τηλεφωνίας» με το επιχείρημα ότι τα μέτρα που ήδη ισχύουν είναι από τα αυστηρότερα στην Ευρώπη.
Η πρόταση νόμου προέβλεπε ότι οι εταιρίες κινητής τηλεφωνίας έπρεπε να ενημερώνουν τους καταναλωτές για το βαθμό εκπεμπόμενης ακτινοβολίας (ραδιενέργειας) από τις συσκευές κινητών τηλεφώνων ενώ ζητούσε οι κεραίες των εταιριών να τοποθετούνται εκτός κατοικημένης περιοχής.
Ο βουλευτής του ΚΚΕ Π. Κοσιώνης στην τοποθέτησή του είπε ότι πρέπει να υποστηριχτεί η πρόταση γιατί είναι τεκμηριωμένη και τόνισε: «Υπάρχουν οι επιστημονικές αποδείξεις και γι' αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρότατα υπόψη αυτή η πρόταση νόμου η οποία στο κάτω-κάτω δε λέει και τίποτα ανατρεπτικά πράγματα. Αυτό σημαίνει πως επιχειρήσεις που έχουν κινητή τηλεφωνία και κεραίες θα πρέπει να πάρουν κάποια μέτρα και ευθύνες απέναντι στο κοινωνικό σύνολο».