ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 4 Μάη 2000
Σελ. /36
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΟΜΙΣΙΟΝ - ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ
Υποθηκεύουν το μέλλον του λαού μας!

Εισηγήθηκαν την είσοδο της χώρας μας στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ, με δεσμεύσεις για ριζικές ανατροπές του καθεστώτος της μόνιμης, σταθερής, ασφαλισμένης και συνταξιοδοτούμενης εργασίας

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) εισηγήθηκαν χτες επίσημα προς το Συμβούλιο των «15» την ένταξη της Ελλάδας ως δωδέκατου μέλους στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ του Μάαστριχτ, εκφράζοντας όμως «ανησυχίες» για τη «διατηρησιμότητα» των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τον πληθωρισμό και το συσσωρευμένο δημόσιο χρέος, και υποθηκεύοντας το μέλλον του εργαζόμενου λαού με «δεσμεύσεις» για ριζικές ανατροπές του καθεστώτος μόνιμης, σταθερής, ασφαλισμένης και συνταξιοδοτούμενης εργασίας.

Ο αρμόδιος επίτροπος Ισπανός Πέδρο Σόλμπες εκ μέρους της Κομισιόν, και ο Γάλλος κεντρικο-τραπεζίτης Κρ. Νουαγιέ ως αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, παρουσίασαν ενώπιον της Οικονομικής και Νομισματικής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ) τις αντίστοιχες «εκθέσεις σύγκλισης» για την Ελλάδα και τη Σουηδία, και η Κομισιόν, όπως προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία, «πρότεινε», σύμφωνα με το άρθρο 122, «την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος στην Ελλάδα από την 1/1/2001». Την πρόταση θα αξιολογήσει το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας (ΕΚΟΦΙΝ) την 5η Ιούνη στο Λουξεμβούργο και θα εγκρίνει οριστικά, με ειδική πλειοψηφία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Πόρτο (19/20 Ιούνη).

Οι εκθέσεις αφορούσαν και τη Σουηδία, η οποία όμως παραμένει με «το τρέχον καθεστώς του κράτους - μέλους με παρέκκλιση», όπως ονομάζει το Μάαστριχτ τα κράτη - μέλη «εκτός» του «τρίτου σταδίου» της ΟΝΕ που ισχύει από την 1/1/1999.

Οι εκθέσεις της Κομισιόν και της ΕΚΤ δεν εξετάζουν την κατάσταση στη Βρετανία και τη Δανία, δεδομένου ότι οι χώρες αυτές ασκούν το δικαίωμα εξαίρεσης, το οποίο έχουν από την αρχική διαπραγμάτευση του Μάαστριχτ. Ετσι από την 1/1/2001, η Ελλάδα γίνεται το δωδέκατο μέλος της «ζώνης Ευρώ», ενώ Σουηδία, Βρετανία και Δανία συνεχίζουν να μη συμμετέχουν στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ, παρ' όλο που είναι κράτη - μέλη της ΕΕ και συμμετείχαν στα δύο πρώτα «στάδια» της ΟΝΕ από το 1990. Οι «εκθέσεις σύγκλισης» για τα κράτη - μέλη εκτός ΟΝΕ εκπονούνται «αυτόματα» μία φορά κάθε δύο χρόνια από το 1998 ενώ η Ελλάδα υπέβαλε αίτηση στις 9/3/2000, προκειμένου να εξεταστεί η ένταξή της.

Οι εκθέσεις

Οι δύο «εκθέσεις σύγκλισης» της Κομισιόν και της ΕΚΤ αφορούν στην Ελλάδα και τη Σουηδία, ενώ η πρόταση - σύσταση της Κομισιόν προς το Συμβούλιο αφορά μόνο την Ελλάδα. Σύμφωνα με το άρθρο 121 του Μάαστριχτ οι εκθέσεις εξετάζουν την πλήρωση των τεσσάρων «κριτηρίων σύγκλισης» του Μάαστιχτ - «σταθερότητα των τιμών» (πληθωρισμός), «δημοσιονομική κατάσταση» (ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα και συσσωρευμένο δημόσιο χρέος), «σταθερότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών» (συμμετοχή επί δύο τουλάχιστον χρόνια στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα, χωρίς υποτίμηση έναντι του νομίσματος οποιουδήποτε άλλου κράτους - μέλους), και, «σταθερότητα της σύγκλισης» όπως αντανακλάται στα επίπεδα των ονομαστικών μακροπρόθεσμων επιτοκίων - καθώς και το «συμβιβάσιμο της εθνικής νομοθεσίας» με τη συνθήκη και το καταστατικό της ΕΚΤ. Το 1998 τόσο η Ελλάδα όσο και η Σουηδία αξιολογήθηκαν ότι δεν πληρούν τις επιταγές του Μάαστριχτ. Τώρα η Κομισιόν εκτιμά ότι «τα δύο τελευταία έτη η Ελλάδα πραγματοποίησε εντυπωσιακή πρόοδο προς τη σύγκλιση» και πληροί τα «κριτήρια» του Μάαστριχτ, προτείνει «την υιοθέτηση από την Ελλάδα του ενιαίου νομίσματος από την 1/1/2001» και, σημειώνει, ότι η Ελλάδα προτίθεται να υιοθετήσει το Ευρώ ως αποκλειστικό νόμιμο νόμισμα «την 1/1/2002, ταυτόχρονα με τα ένδεκα σημερινά μέλη της ζώνης του Ευρώ».

Τόσο η Κομισιόν όσο και η ΕΚΤ εκφράζουν «ικανοποίηση» για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, επικεντρώνοντας τις «ανησυχίες» τους στη μελλοντική «διατήρηση» της συγκράτησης του πληθωρισμού, και τους «ιδιαίτερα αργούς» ρυθμούς μείωσης του δημοσίου χρέους. Ο επίτροπος Π. Σόλμπες δήλωσε ότι για την πορεία του πληθωρισμού «έπαιξε σημαντικό ρόλο η πολιτική λιτότητας που ακολουθείται, ιδιαίτερα από το 1996», εξέφρασε «ανησυχίες» για την έξαρση των πληθωριστικών πιέσεων «ιδιαίτερα εντός της διετίας 2000 - 2001» και επανέλαβε, με έμφαση, «τη σημασία της σφιχτής και αυστηρής μισθολογικής πολιτικής, της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, με περαιτέρω μείωση των δαπανών και των νέων μέτρων για τις διαρθρωτικές αλλαγές». Ο κεντρικοτραπεζίτης Κρ. Νουαγιέ δήλωσε ότι «υπάρχουν κίνδυνοι και ανησυχίες για τη μελλοντική πορεία του ελληνικού πληθωρισμού» καθότι η μείωσή του οφείλεται «και σε παροδικούς παράγοντες όπως η μείωση της έμμεσης φορολογίας», ενώ «η ευθυγράμμιση των επιτοκίων σημαίνει πληθωριστικές πιέσεις για το 2001».

Σύμφωνα με την ΕΚΤ υπάρχει ανάγκη περαιτέρω περιοριστικής μισθολογικής πολιτικής, υπέρβαση της ακαμψίας της ελληνικής αγοράς εργασίας, πιο αυστηρή δημοσιονομική στόχευση και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων».

Οσον αφορά το δημόσιο χρέος η Ελλάδα γίνεται μέλος του «τρίτου σταδίου» της ΟΝΕ με υψηλό επίπεδο (104,4% του ΑΕΠ το 1999), παρ' όλο που το Μάαστριχτ προβλέπει «κριτήριο 60%», αλλά αυτή η (...) «πολιτική απόφαση» με άλλοθι την «πτωτική τάση» αφορούσε και την πλειοψηφία των ένδεκα χωρών που εισήλθαν το 1998. Οπως δήλωσε χαριτολογώντας ένας ευρωβουλευτής «με αυτούς τους ρυθμούς μείωσης του χρέους, η Ελλάδα θα πληροί το κριτήριο του Μάαστριχτ το (...) 2062». Ο επίτροπος Π. Σόλμπες δήλωσε ότι «θα προτιμούσαμε μια πιο φιλόδοξη λύση για το ελληνικό χρέος γι' αυτό επιμένουμε στο πρωτογενές πλεόνασμα». Αυτό σημαίνει ότι όλο το πρωτογενές πλεόνασμα (5,8% του ΑΕΠ το 1999) θα χρησιμοποιηθεί για αποπληρωμή του χρέους, και όχι για κοινωνικές δαπάνες. Οπως δήλωσε ο επίτροπος «αν οι υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης υλοποιηθούν, και είμαι πεπεισμένος γι' αυτό, δε θα υπάρξουν μεγάλες δυσκολίες». Ο κεντρικο-τραπεζίτης Κρ. Νουαγιέ «συμμερίζεται» τις «ανησυχίες» της Κομισιόν, τονίζοντας ότι «το χρέος μειώνεται πολύ βραδύτερα απ' ό,τι το έλλειμμα, παρά τα πρωτογενή πλεονάσματα και τις ιδιωτικοποιήσεις, και παραμένει πολύ πάνω από τους στόχους του Προγράμματος Σύγκλισης». Σύμφωνα με τον Κρ. Νουαγιέ «ένα μέρος του ελληνικού χρέους είναι σε ξένο συνάλλαγμα και αυτό με την ένταξη στην ΟΝΕ θα εξαλειφθεί», ενώ «οι μεταγγίσεις κεφαλαίου από το κράτος προς τις ΔΕΚΟ, μπορεί να εξισορροπηθούν από τις ιδιωτικοποιήσεις».

Και η ΕΚΤ συμφωνεί και επαυξάνει τις «δεσμεύσεις» για μισθολογικά, μείωση κοινωνικών δαπανών και «διαρθρωτικές αλλαγές», ιδίως στην αγορά εργασίας. Ερωτηθείς ο επίτροπος «για εγκατάλειψη του κριτηρίου του χρέους στην περίπτωση της Ελλάδας» απάντησε ότι «γίνονται προσπάθειες λογιστικής ξεκαθάρισης».

Τόσο η Κομισιόν όσο και η ΕΚΤ εκτιμούν ότι η συμμετοχή της δραχμής στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα τον Μάρτη του 1998 αφορά «πολιτική απόφαση» που «εφαρμόστηκε με ευελιξία» (Σόλμπες), ενώ «η ανατίμηση της δραχμής το Γενάρη του 2000, αποτέλεσε ένα μέσο συμβιβασμού για τη συγκράτηση του πληθωρισμού» (Νουαγιέ). Σύμφωνα με τον κεντρικοτραπεζίτη «Θέλουμε μια μη πληθωριστική ανάπτυξη για την Ελλάδα και όλη τη ζώνη Ευρώ, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση».

Τόσο η Κομισιόν όσο και η ΕΚΤ εκτιμούν ότι οι επιπτώσεις από την ένταξη της Ελλάδας στη «ζώνη Ευρώ» θα 'ναι «μικρές», άρα δεν τίθεται ζήτημα μετατόπισης, κατά ένα χρόνο, της έναρξης κυκλοφορίας του Ευρώ που έχει προκαθοριστεί για την 1/1/2002. Τα δύο κοινοτικά όργανα συμφωνούν και για τις εγγενείς αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας αφού «ο δείκτης του ενδοκοινοτικού εμπορίου ανά ΑΕΠ για την Ελλάδα ήταν την περίοδο 1996-'98 της τάξης του 10%, δηλαδή ο χαμηλότερος στην ΕΕ », ενώ «σε χαμηλά επίπεδα παραμένουν και οι εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων», οι επιδόσεις του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών «επιδεινώθηκαν», ενώ οι εξαγωγές μεταποιημένων προϊόντων «κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα» (οι εξαγωγές προς τη ζώνη Ευρώ «μόλις υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ»).

Μισθοί, εργασία, ασφάλιση

Η έκθεση της Κομισιόν κάνει ειδική αναφορά, σε ειδικά κεφάλαια. Στο κεφάλαιο «μισθοί και εργατικό κόστος» υπάρχει το γενικό συμπέρασμα ότι «η βελτίωση των ελληνικών επιδόσεων φαίνεται να είναι βιώσιμη, εφόσον η δημοσιονομική πολιτική παραμείνει αυστηρή και συνεχιστούν οι συγκρατημένες μισθολογικές αυξήσεις».

Η Κομισιόν επιχαίρει γιατί «η διετής συμφωνία του Μαΐου 1998 οδήγησε σε επιβράδυνση των ονομαστικών αμοιβών των μισθωτών και του κόστους εργασίας, παρά τη σχετικά έντονη οικονομική δραστηριότητα». Σύμφωνα με την Κομισιόν «η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να προωθήσει μια κατάλληλη διετή συλλογική σύμβαση το 2000, στη συνέχιση της συγκράτησης των μισθολογικών αυξήσεων τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα», ενώ το επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σύγκλισης του 1999 «καθιστά σαφή τη δέσμευση των ελληνικών αρχών», όσον αφορά την «εξυγίανση προς την κατεύθυνση της περικοπής των τρεχουσών δαπανών», τονίζεται με έμφαση ότι «η μισθολογική πολιτική που εγκρίθηκε το 1998 είχε ως αποτέλεσμα το πάγωμα των μισθών ως το 2000 και ίσως για τη συνέχεια».

Τονίζεται ότι τα φορολογικά μέτρα «δεν προορίζονται να αρθούν αργότερα», και προτείνεται η φορολογική εξυγίανση να επεκταθεί στα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης «που έχουν πλεονάσματα πάνω από το 2% του ΑΕΠ», ώστε να βελτιωθεί το πρωτογενές πλεόνασμα.

Τέλος, αποκαλύπτεται και η σημασία των επιτοκίων αφού «η επίδραση στα εισοδήματα από τα χαμηλότερα επιτόκια είναι ουσιώδης, με συνακόλουθη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών». Σύμφωνα με την Κομισιόν «ένα σημαντικό τμήμα του χρέους του δημοσίου είναι στην κατοχή των εγχώριων νοικοκυριών σε ομόλογα με διάφορα επιτόκια. Η σύγκλιση των επιτοκίων θα περιορίσει το εισόδημα των νοικοκυριών κατά 3% του ΑΕΠ ». Οι Βρυξέλλες δεν προτίθενται να εκτεθούν περαιτέρω, αφού για όλες τις πτυχές της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας, η ΟΝΕ του Μάαστριχτ επιτάσσει και «οι ελληνικές αρχές έχουν ρητά δεσμευτεί».


Β. ΓΚΙΝΙΑΣ

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Θριαμβολογούν για την ένταξη στο «αντιλαϊκό τούνελ»

Με... πανηγυρισμούς για τους αντιλαϊκούς καρπούς της εφαρμοζόμενης πολιτικής υποδέχτηκαν οι κυβερνώντες τις εκθέσεις της Κομισιόν και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ. Με δηλώσεις τους ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας έκαναν λόγο για «επιβράβευση των προσπαθειών που έκανε η ελληνική κυβέρνηση, ο ελληνικός λαός, η χώρα μας τα τελευταία χρόνια», αποσιωπώντας βεβαίως ότι η απόφαση της ένταξης βάζει τη χώρα στον αυτόματο πιλότο της ακόμα πιο αντιλαϊκής πολιτικής.

Ανεξάρτητα από τις θριαμβολογίες της κυβέρνησης, οι εργαζόμενοι της χώρας θα πρέπει να προετοιμάζονται να εισέλθουν σε νέο μακρύ σκοτεινό τούνελ και το πόσο θα παραμείνουν σ' αυτό εξαρτάται βέβαια από την ίδια την εξέλιξη της ταξικής πάλης. Το σίγουρο πάντως είναι ότι το ευρωπαϊκό κονκλάβιο έκανε αποδεκτή την ελληνική αίτηση ένταξης, επιβάλλοντας δεσμεύσεις για ταχύρυθμη προώθηση των λεγόμενων διαρθρωτικών αλλαγών (σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, άνοιγμα αγορών, «σπάσιμο» των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων), νέα σκληρή δημοσιονομική πολιτική και εφαρμογή αντιπληθωριστικής εισοδηματικής πολιτικής, που ουσιαστικά - όπως αναφέρει και η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - σημαίνει «πάγωμα», στην καλύτερη περίπτωση, των πραγματικών εισοδημάτων των εργαζομένων και ανατροπή του ασφαλιστικού συστήματος.

Αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση των δύο εκθέσεων (11 π.μ.), ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Γ. Παπαντωνίου, έδωσε συνέντευξη Τύπου, όπου, από τη μία πλευρά επανέλαβε τους βασικούς άξονες των δεσμεύσεων που θα πρέπει να προωθήσει η ελληνική κυβέρνηση, ενώ από την άλλη επιδίωξε να χρυσώσει το χάπι για το τι σημαίνει στην πράξη μετα-ΟΝΕ εποχή. Δεν πρέπει να φοβούνται οι εργαζόμενοι από τη μετα-ΟΝΕ εποχή, ανέφερε με αφοπλιστική υποκρισία ο Γ. Παπαντωνίου. Κατά τον τελευταίο όλοι θα κερδίσουν από τα χαμηλά τιμολόγια των ιδιωτικών πλέον τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, τα αυξημένα εισοδήματα και τις νέες θέσεις απασχόλησης! Ο ίδιος έκανε επίσης λόγο «για ξαφνική ανακάλυψη από τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές της απελευθέρωσης των αγορών», κάτι που απέδωσε στο γεγονός ότι «μετά την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος η σύγκριση με τις ΗΠΑ έγινε πιο διαφανής και ο ανταγωνισμός με την αμερικανική οικονομία επιβάλλει την αποδοχή από την Ευρώπη των αμερικανικών οικονομικών δομών»!

Στις δηλώσεις του εξέφρασε την ικανοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης «για την αντικειμενικότητα με την οποία οι δύο εκθέσεις περιγράφουν την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας», καθώς και για τη «θετική εισήγηση» για την ελληνική αίτηση ένταξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι επισημάνσεις αυτές συνοδεύτηκαν από βαρύγδουπες εκφράσεις, όπως ο χαρακτηρισμός της χτεσινής μέρας ως ιστορικής, ή ακόμα «η Ελλάδα μπαίνει με το σπαθί της στην ΟΝΕ και με τη βούλα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας».

Η... νέα εποχή

Ετσι χαρακτήρισε τη μετα-ΟΝΕ εποχή σε σύντομη αναφορά που έκανε για την επόμενη, της ένταξης, μέρα. Ακροβατώντας με τις λέξεις, ισχυρίστηκε ότι στις δύο εκθέσεις δεν υπάρχουν συστάσεις για διαρθρωτικές αλλαγές και για αλλαγές στην αγορά εργασίας, για να προσθέσει στη συνέχεια ότι «όλα όσα πρέπει να γίνουν περιλαμβάνονται στο πρόγραμμά μας». Η ταυτότητα απόψεων αφορά το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, όπου, κατά τον Γ. Παπαντωνίου, οι εκθέσεις «δε λένε τίποτα το καινούριο. Λένε ό,τι λέμε και εμείς» για την αγορά εργασίας, όπου πάντα κατά τον ίδιο, «δεν υπάρχει καμιά απολύτως αναφορά επειδή κάναμε παρεμβάσεις πριν από δύο χρόνια».

Το πρόγραμμα ξεπουλήματος

Επανέλαβε επίσης το πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης των 15 ΔΕΚΟ, το οποίο θα πρέπει, όπως είπε, να έχει ολοκληρωθεί σε 10 - 15 μήνες από σήμερα. Πρόκειται για τις: ΕΛΤΑ, ΟΤΕ και Εμπορική Τράπεζα, για τις οποίες αναζητούνται «στρατηγικές συμμαχίες», ΔΕΗ, ΕΛΒΟ, ΕΑΒ, Χρηματιστήριο, «Ολυμπιακή Αεροπορία», ΟΠΑΠ, λιμάνια Πειραιά και Θεσσαλονίκης, Αγροτική Τράπεζα, Οργανισμό Υδρευσης Θεσ/νίκης, που ιδιωτικοποιούνται είτε με τη μορφή της μετοχοποίησης μέσω Χρηματιστηρίου, είτε με την εξωχρηματιστηριακή πώληση μετοχών (ΕΛΒΟ, ΕΑΒ), ενώ η Διώρυγα της Κορίνθου και ο νέος Ιππόδρομος θα παραδοθούν στους ιδιώτες με συμβάσεις μακροχρόνιας παραχώρησης.

Στις «δυνάμεις της αγοράς» παραδίδονται και τα λεγόμενα «κλειστά επαγγέλματα». Πρόκειται για την είσοδο ξένων εφοπλιστικών εταιριών στα εσωτερικά θαλάσσια δρομολόγια, τα ΤΑΧΥ, τα αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, τους συμβολαιογράφους, κλπ., ενώ πηγές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας τα υπολογίζουν σε πολλές εκατοντάδες. Ο Γ. Παπαντωνίου αναφέρει ότι μέσα στο Μάη πρόκειται να συσταθεί επιτροπή καταγραφής των κλειστών επαγγελμάτων και πως μέσα στο 2000 θα ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις.

Ο Δ. Ρέππας από την πλευρά του έσπευσε να διαβεβαιώσει τους κυβερνητικούς εταίρους στην Ευρώπη ότι μετά τα «τόσα που επενδύσαμε για να φθάσουμε με επιτυχία ως εδώ, θα μείνουμε συνεπείς, προχωρώντας σε όλες εκείνες τις βελτιώσεις και προσαρμογές που είναι απαραίτητες, για να ολοκληρώσουμε το όραμά μας».

ΚΚΕ
Ο δρόμος της λαϊκής οικονομίας είναι η προοπτική για το λαό μας

Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του Κόμματος

«Οι δηλώσεις του Γ. Παπαντωνίου για τη θετική εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου να μπει η Ελλάδα στην ΟΝΕ, εξωραΐζουν την πραγματική θέση της ελληνικής οικονομίας στην ΕΕ και κυρίως αποκρύβουν το γεγονός ότι τα βάρη για τη λειτουργία του ΕΥΡΩ θα πέσουν αποκλειστικά στους εργαζόμενους και γενικά στις λαϊκές δυνάμεις». Τα παραπάνω τονίζει σε ανακοίνωσή του το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ η οποία συνεχίζει ως εξής: «Η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα πρέπει να οργανώσουν αμέσως την πάλη τους, για να καθυστερήσουν, να περιορίσουν, να δυσκολέψουν τις ρυθμίσεις που ετοιμάζονται σε βάρος τους. Να συνδέσουν την καθημερινή αντίσταση με την προοπτική της ανατροπής. Οι αντιλαϊκές επιλογές δεν πρέπει να καταγραφούν στη λαϊκή συνείδηση ως αναπόφευκτα γεγονότα, ως μη αντιστρέψιμες εξελίξεις.

1. Η μέχρι τώρα πορεία για την εκπλήρωση των κριτηρίων της ΟΝΕ, δεν οδήγησε σε πρόσκαιρες θυσίες του λαού, που τώρα θα του αποφέρουν θετικούς καρπούς, όπως ισχυρίστηκε ο Γ. Παπαντωνίου. Οδήγησε στη συσσώρευση κερδών υπέρ της πλουτοκρατίας και σε δεινά μακροπρόθεσμης αρνητικής σημασίας για το λαό. Η γιγάντωση της ανεργίας, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις και ο δραστικός περιορισμός των κοινωνικών δαπανών, είναι ορισμένα από τα βασικά αποτελέσματα αυτής της πορείας.

2. Τα πράγματα θα χειροτερεύσουν, αφού θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική. Από τα πρώτα θύματά της θα είναι το ασφαλιστικό σύστημα, που αντί να αναβαθμιστεί και να γίνει αντάξιο του ιδρώτα των εργαζομένων, θα οδηγηθεί στην ιδιωτικοποίηση και στην επιδείνωση των όρων συνταξιοδότησης. Η πορεία των ιδιωτικοποιήσεων θα επιταχυνθεί και θα συνοδευτεί από αρνητικές επιπτώσεις στο λαϊκό εισόδημα, στη θέση των εργαζομένων και στις μελλοντικές αναπτυξιακές και αμυντικές δυνατότητες της χώρας.

Η σκληρή πραγματικότητα, που επικρατεί σήμερα στις κοινοτικές χώρες, διαψεύδει εκτός των άλλων τον κυβερνητικό ισχυρισμό ότι η προώθηση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων θα συνοδευτεί τάχα από ενίσχυση της κρατικής κοινωνικής πολιτικής, από τη μείωση των αποκλίσεων της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οι αποκλίσεις θα οξυνθούν, αφού θα ενταθεί ο ανταγωνισμός και εντός των κόλπων της ΕΕ, λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Η ειδυλλιακή εικόνα που παρουσίασε ο Γ. Παπαντωνίου για τη σύγκλιση των οικονομιών των χωρών της ΕΕ, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όπως ομολογείται πια και από ευρωενωσιακούς κύκλους.

Η χώρα μας έχει τη χειρότερη σχέση εξαγωγών - εισαγωγών και καταλαμβάνει την τελευταία θέση στην ΕΕ με κριτήριο το μέσο κατά κεφαλή ΑΕΠ και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εμπορευμάτων στην ΕΕ. Ολες οι προβλέψεις κάνουν λόγο για επιδείνωση της κατάστασης μετά την ένταξη στη ζώνη ΕΥΡΩ, η οποία θα ευνοήσει νέα εισαγωγική διείσδυση των κοινοτικών μονοπωλίων, σε συνδυασμό με την κατάργηση κάθε δυνατότητας ακόμη και κυβερνητικών ελιγμών στην άσκηση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής.

Οι εργαζόμενοι, οι αγρότες, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, η νεολαία και οι συνταξιούχοι πρέπει να συνενώσουν τις δυνάμεις τους, για ν' ανοίξει ένας διαφορετικός δρόμος για τη χώρα μας, που πρέπει να συνδεθεί με τη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου. Ο δρόμος της λαϊκής οικονομίας, που μπορεί να προωθήσει η λαϊκή εξουσία, είναι η προοπτική για την εργατική τάξη, τη νεολαία, το λαό γενικότερα».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ