«Εχω την τιμή να συνεχίζω να σας υπηρετώ και σας δίνω αυτήν την υπόσχεση: Πάντοτε θα θέτουμε την Αμερική - τη δύναμή της, τα ιδανικά της, το μέλλον της, πάνω από κάθε άλλη σκέψη», διαβεβαίωνε τον Ρώσο πρέσβη στον ΟΗΕ, Βιτάλι Τσούρκιν, ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών, Τζον ΜακΚέιν, ζητώντας του συνάμα να συνεισφέρει μ' οποιοδήποτε ποσό, από 35 έως 5.000 δολάρια, ώστε «να σταματήσουν με κάθε τρόπο τον Ομπάμα και τους Δημοκρατικούς να αποκτήσουν τον έλεγχο ολόκληρης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης»...
«Δεν πρόκειται ποτέ να παραχωρήσουμε οποιαδήποτε έδαφος στους Δημοκρατικούς» κατέληγε η επιστολή του ΜακΚέιν προς τον Βιτάλι Τσούρκιν που εστάλη το Σεπτέμβρη και την αποκάλυψε η εφημερίδα «Ουάσινγκτον Ποστ», τις ίδιες ακριβώς ημέρες που εκ του βήματος της προεκλογικής του εκστρατείας ο ΜακΚέιν εμφανιζόταν με εμπόλεμη διάθεση έναντι της Ρωσίας με αφορμή τη Γεωργία, καλώντας μάλιστα για τη λήψη μέτρων...
Δεν επρόκειτο παρά για μια ακόμη γκάφα του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου που μέσω του επιτελείου του ζήτησε «συγγνώμη» για το «λάθος». Η απαντητική επιστολή της ρωσικής αποστολής στον ΟΗΕ σημειώνει: Η ρωσική κυβέρνηση και οι αξιωματούχοι της «δε χρηματοδοτούν πολιτικές δραστηριότητες σε ξένες χώρες».
Φαντάζει απίστευτο, αλλά είναι αληθινό. Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, που πλήττει ανελέητα τα λαϊκά εισοδήματα, αναγκάζει πολλούς να κάνουν οικονομίες ακόμη και στα φάρμακα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη ζωή τους. Αυτό, τουλάχιστον, συμβαίνει στις ΗΠΑ, που εκτός από μητρόπολη του ιμπεριαλισμού, είναι - ή ήταν μέχρι πρόσφατα - και η πλουσιότερη χώρα του κόσμου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παρόμοια φαινόμενα δε θα ζήσει και η Ευρώπη ή άλλες χώρες.
Αδιάψευστος μάρτυρας, η παρακάτω είδηση που φιλοξενήθηκε στις σελίδες της εφημερίδας New York Times. Στο εν λόγω δημοσίευμα - μεταξύ άλλων - αναφέρεται: «Για πρώτη φορά την τελευταία δεκαετία, οι Αμερικανοί καταναλωτές προσπαθούν να "κόψουν" τις συνταγογραφήσεις φαρμάκων. Αυτή η αντίδραση είναι αποτέλεσμα των χρηματοπιστωτικών και οικονομικών δυσχερειών που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, οι οποίοι προσπαθούν να μειώσουν το κόστος διαβίωσης, περιορίζοντας την κατανάλωση αγαθών πρώτης ανάγκης όπως τρόφιμα και είδη οικιακής χρήσης, ενώ στο "ψυγείο" μπαίνουν και τα φάρμακα».
Σχολιάζοντας το φαινόμενο στην ίδια εφημερίδα, ο Δρ. Τζέιμς Κινγκ - πρόεδρος της Αμερικανικής Ακαδημίας Οικογενειακών Ιατρών ο οποίος εργάζεται ως οικογενειακός ιατρός και ο ίδιος - σημειώνει: «Ο κόσμος πρέπει να διαλέξει μεταξύ θέρμανσης, φαγητού και φαρμάκων. Σήμερα συναντώ ασθενείς που δηλώνουν ότι θα σταματήσουν το Lipitor για τη μείωση της χοληστερόλης, γιατί δεν τους φτάνουν τα χρήματα. Εχω ασθενείς που σταμάτησαν την αγωγή κατά της οστεοπόρωσης»!
Εννοείται, πως η είδηση για τις περικοπές και στα φάρμακα, αφορά πρωτίστως τα αμερικανικά - και όχι μόνο - λαϊκά νοικοκυριά, καθώς πρόκειται για την τελευταία δαπάνη που θα «κόψει» κάποιος για «να τα φέρει βόλτα». Σ' αυτό συνηγορεί και η μακροοικονομική θεωρία, που χαρακτηρίζει τις φαρμακευτικές δαπάνες ως «ανελαστικές»! Μα πάνω απ' όλα δείχνει το πού μπορεί να οδηγήσει τα λαϊκά στρώματα ο πλήρως εμπορευματοποιημένος τομέας Υγείας και η ανυπαρξία δημοσίου συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης.