Από πρόσφατη διαδήλωση των Ρουμάνων δασκάλων ενάντια στις περικοπές και στις απολύσεις |
Ο Πρόεδρος της Ρουμανίας, Τραϊάν Μπασέσκου, δέχτηκε την εγκατάσταση αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων στη Ρουμανία μόλις ανέλαβε την προεδρία της χώρας το 2004, ενώ εξήγγειλε την εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας στη χώρα και ότι θα προχωρούσε σε οποιαδήποτε «αναγκαία» αγορά. Συγκεκριμένα, ο Μπασέσκου, μόλις εκλέχτηκε, υπέγραψε συμφωνία εγκατάστασης της στρατιωτικής βάσης στη Κοστάντζα, με στόχο τη συμμετοχή στον έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας.
Την ίδια στιγμή που η αστική τάξη ακολουθώντας τα συμφέροντά της, μπλέκει το λαό σε νέους κινδύνους, οι συνταξιούχοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι συνεχίζουν να έχουν μισθούς πείνας όπως και πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, μόνο που τώρα οι τιμές είναι πολύ υψηλότερες, γεγονός που οφείλεται στις εισαγωγές του 80% των τροφίμων. Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι απολύονται , καθώς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο απαίτησε περικοπές στην υγεία και στη δημόσια εκπαίδευση.
Στη διάρκεια του μήνα Φλεβάρη το ποσοστό ανεργίας στη Ρουμανία που ανακοινώνεται επίσημα είναι 8,3%, ενώ το μήνα Μάρτη, με την περαιτέρω όξυνση της κρίσης , απολύθηκαν πάνω από 40.000 Ρουμάνοι εργάτες. Να πούμε εδώ, ότι υπάρχει ένα 10% Ρουμάνων που αναγκάζεται να αναζητεί εργασία στο εξωτερικό, ενώ το πραγματικό ποσοστό ανεργίας φτάνει στο 20%.
Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Εμίλ Μποκ έδωσε το «πράσινο φως», στις αρχές του Μάρτη για μια σειρά απολύσεις, που πρότεινε το Υπουργείο Μεταφορών για τους εργαζόμενους στην κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων (CFR). Πάνω από 4.000 από αυτούς έμειναν , από τη μία μέρα στην άλλη, χωρίς δουλειά, τις πρώτες μέρες του Μάρτη.
Το υπόλοιπο των προγραμματισμένων απολύσεων (6.700) θα πραγματοποιηθούν στο τέλος του Απρίλη ή το Μάη. Η κυβέρνηση, φυσικά, προβάλλει την κακή κοινωνικο- πολιτική κατάσταση της χώρας για να δικαιολογήσει τις απολύσεις, ενώ ο πραγματικός της στόχος είναι η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρομικών μεταφορών που είναι μία από τις ελάχιστες εταιρείες που παραμένουν σε κρατικά χέρια, μετά το πλιάτσικο της δεκαετίας του '90, που συντελέστηκε μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού (με όσες αδυναμίες και αν αυτός είχε), που μεθοδεύτηκε και από έξω και από μέσα και είχε αποκορύφωμα την απάτη της «σφαγής της Τιμισοάρα». Αυτή αποδείχτηκε ότι στήθηκε από ένα καλά οργανωμένο επικοινωνιακό επιτελείο, με την δύναμη της εικόνας, και το ξέθαμμα χιλιάδων από νεκροταφεία για να εμφανιστούν ως «θύματα της σφαγής». (Τα πραγματικά στοιχεία που αποδείχτηκαν αργότερα μιλούν για περίπου 1.000 νεκρούς στις συγκρούσεις στην Τιμισοάρα και όχι 40-80.000 που εμφάνιζε η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα).
Τις τελευταίες μέρες του Μάρτη οι συνταξιούχοι, σε ολόκληρη τη χώρα βγήκαν στους δρόμους , για να διαμαρτυρηθούν για τις συνθήκες εξαθλίωσης απαιτώντας αύξηση των συντάξεων και μη φορολόγηση σε συντάξεις κάτω των 1.000 λέι (250 ευρώ). Ας σημειωθεί ότι πάνω από 3.000.000 συνταξιούχοι παίρνουν συντάξεις κάτω από 1.000 λέι, τη στιγμή που το ελάχιστο για την επιβίωση είναι της τάξης των 1.300 λέι (325 ευρώ). Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία η πλειοψηφία των συνταξιούχων ( πολλοί παίρνουν συντάξεις κάτω των 200 ευρώ) βρίσκεται στα όρια της φτώχειας, μην έχοντας λεφτά για φάρμακα, τη συντήρηση των κατοικιών τους ή για αγορά ρουχισμού , ενώ όλο και περισσότεροι εμφανίζονται να νοσταλγούν την Ρουμανία, πριν από 20 χρόνια, όταν κανείς δεν πέθαινε από την πείνα. Τελικά, ένα 57% των Ρουμάνων δηλώνουν φοβερά απογοητευμένοι από το καπιταλιστικό σύστημα.
Ακόμα, την 1η του Απρίλη, οι εργαζόμενοι στις δημόσιες συγκοινωνίες της πρωτεύουσας Βουκουρέστι (RATB) προχώρησαν αυθόρμητα σε απεργία , παραλύοντας την πόλη. Οι εργαζόμενοι στις RATB διαμαρτύρονταν για την μείωση των μισθών τους, που ήδη είναι χαμηλοί μεταξύ 800 και 1.900 λέι, (200 με 475 ευρώ) με τη δικαιολογία της κρίσης, καθώς και για την μη υπογραφή της συλλογικής σύμβασης για φέτος.
Στη Ρουμανία, λοιπόν, άλλοτε με μία καθόλου ευκαταφρόνητη βαριά και ελαφριά βιομηχανία, όπου σήμερα εισάγεται το 80% των τροφίμων, παρακολουθεί κανείς όλο και περισσότερους πολίτες, βυθισμένους στην εξαθλίωση, να αναζητούν τροφή και οτιδήποτε θα μπορούσε να τους είναι χρήσιμο, στις χωματερές. Αυτά είναι τα αποτελέσματα 20 χρόνων καπιταλιστικής παλινόρθρωσης και η κατάσταση μπορεί να ανατραπεί μόνο αν ο λαός πιστέψει στην δύναμή του και διεκδικήσει τα δικαιώματά του σε ρήξη με την στρατηγική του κεφαλαίου. Αναγκαία φυσικά προϋπόθεση η αναγέννηση του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η εργατική τάξη, το εργατολαϊκό κίνημα ας τους έχει υπόψη του κι ας τους καταγράψει ως τα εκτελεστικά όργανα της αστικής πλουτοκρατικής ολιγαρχίας. Ο αγώνας δείχνει να είναι δύσκολος κι ατέρμων. Ολα εδώ έχουν τη σημασία τους. Αστοί και μικροαστοί νόμισαν και τους βολεύει να νομίζουν ότι οι ανατροπές του εικοστού αιώνα τελείωσαν κι ότι η νέα ισορροπία οριστικοποιήθηκε. Κούνια που τους κούναγε...
Εκαναν και κάτι άλλο. Επέβαλαν το πιο άθλιο ξεζούμισμα και της τελευταίας ικμάδας της λαϊκής αποταμίευσης, της φτωχολογιάς. Εβγαλαν κι από τη μύγα ξίγκι.
Τώρα με ύφος ...παρθένας κινδυνολογούν ότι κινδυνεύει το σπίτι της Ελλάδας από τους τοκογλύφους. Αλήθεια, πούθε προέκυψαν οι τοκογλύφοι; Ποιος τους έφερε; Ποιος καταχρέωσε την Ελλάδα; Τώρα η ελληνική αστική τάξη, αυτή η εθνικά ύποπτη τάξη, η κρατικοδίαιτη εθισμένη στη βούτα και την αρπαχτή, προσπαθεί να περισώσει τα ρημάδια της από την εικοσαετή «διείσδυση» στα Βαλκάνια. Οι ισχυροί της ευρωενωσίτικης κεφαλαιοκρατίας με επικεφαλής τους απογόνους των Χοετζόλερν και του Τρίτου Ράιχ την απειλούν με εξοστρακισμό και κατάρρευση. Κι αυτή η άθλια, προκειμένου να περισώσει τα «κεκτημένα» μιας εικοσαετίας στα Βαλκάνια, καταφεύγει στην ευθανασία του ελληνικού λαού. Το ξίγκι από τη μύγα το πήρε. Τώρα μένει το λιώσιμο. Η Ελλάδα γι' αυτήν είναι κάτι πεπερασμένο. Το μόνο που απέμεινε να διατηρεί ως αυθεντική παρουσία είναι η συμμετοχή των μισθοφόρων σε ιμπεριαλιστικές εκστρατείες εναντίον φτωχών καθυστερημένων λαών. Εδώ εξακολουθεί εν ισχύι το αστικό εθνικό συμφέρον, της αστικής Ελλάδας. Είναι η παρακαταθήκη μιας «έξωθεν καλής μαρτυρίας» όταν η χαμέρπεια της ανημποριάς δώσει τη θέση της σ' ένα νέο αναβαπτισμένο αλαζονικό ύφος.