Πάμε να δούμε τις ταινίες της εβδομάδας με δεδομένο ότι χάσαμε κάποιες προβολές λόγω του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο «Ατρωτος» («The Running Man») του Εντγκαρ Ράιτ είναι η δεύτερη μεταφορά του μυθιστορήματος του Στίβεν Κινγκ μετά από εκείνη του Πολ Μίτσελ Γκλέιζερ το 1987 με τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ. Θα αναφέρουμε μόνο την υπόθεση συνοπτικά. Σε μια κοινωνία του μέλλοντος, «Ο Ατρωτος» είναι το τηλεοπτικό σόου με την υψηλότερη τηλεθέαση - ένας διαγωνισμός όπου οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να επιβιώσουν 30 ημέρες ενώ τους κυνηγούν επαγγελματίες δολοφόνοι, με κάθε τους κίνηση να μεταδίδεται σε ένα αιμοδιψές κοινό και κάθε μέρα επιβίωσης να φέρνει μεγαλύτερη χρηματική αμοιβή... Η δυστοπία που λέγαμε πιο πάνω σε όλο της το μεγαλείο! Στα ίδια αλλά πιο βαρετά πλαίσια κινείται και το «The Exit 8» του Γκένκι Καουαμούρα, ιαπωνικό θρίλερ βασισμένο στο ομότιτλο video game... Ακατανόητο και ιδιαίτερα κουραστικό!
Για τα φεστιβάλ που έρχονται σε Αθήνα, Πελοπόννησο και Χαλκίδα, θα υπάρχει εκτενές αφιέρωμα στο αυριανό φύλλο. Προτείνουμε πάντα για όσους δεν πρόλαβαν τις ταινίες «Κράτα την ψυχή σου στο χέρι και περπάτα» της Σεπιντέ Φαρσί, «Στο Νησί του Αμρουμ» του Φατίχ Ακίν και τη «Συνύπαρξη, Λέμε Τώρα!» της Αμπερ Φάρες με σειρά προτεραιότητας!
«Λο» στα ηπειρώτικα σημαίνει «σώπα». Οταν ο σκηνοθέτης Θανάσης Βασιλείου επιστρέφει στο διαμέρισμα της παιδικής του ηλικίας μετά τον θάνατο της μητέρας του, βρίσκεται αντιμέτωπος με μυστικά που βαραίνουν την ιστορία όχι μόνο της οικογένειάς του, αλλά ολόκληρης της σύγχρονης Ελλάδας. Ετσι, ξεκινά ένα ταξίδι - προσωπικό ημερολόγιο ανάμεσα στα αόρατα ίχνη που ενώνουν την πόλη και τους ανθρώπους με το παρελθόν τους.
Ο σκηνοθέτης κάνει μια πολύ τρυφερή, προσωπική και συνάμα ιδιαίτερα σκληρή εξομολόγηση μπροστά στον φακό. Το σημαντικότερο στοιχείο από όλα είναι ότι αντιλαμβάνεται πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν οι ιστορικές συνθήκες στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των δικών του ανθρώπων. Μυστικά και ψέματα, παραλείψεις ηθελημένες ή αθέλητες και αποκαλύψεις της ρίζας μας, της μητέρας, του πατέρα και του τόπου μας συνθέτουν αυτή την ιστορία. Μπλέκονται το προσωπικό με το συλλογικό και πώς αλλιώς θα μπορούσε να συμβεί, αφού «ξεκαθαρίζει» το τοπίο και οι ταυτότητες των προπατόρων του σκηνοθέτη. Με εκτενή αποσπάσματα από την ιστορία της επταετίας ο Βασιλείου ανατρέχει την Αθήνα, εκτός από το διαμέρισμα της μητέρας του, ώστε να βρει σημάδια μνήμης και λήθης στους δρόμους και τα μνημεία της. Η ταινία έχει μια ιδιότυπη ισορροπία, πρωτόλειες εικόνες, αλλά δυνατή αφήγηση στον λόγο. Αυτήν ξεχωρίζουμε κι εκεί εστιάζουμε, και πιο ειδικά στο πώς είναι να μαθαίνεις ποιοι ήταν οι γονείς σου αφού έχουν φύγει, ή ακόμα κι αν ζουν αλλά δεν ήταν ποτέ παρόντες. Αντιλαμβανόμαστε ότι ακόμα και με το φευγιό τους έχουν τη δύναμη να σε καθορίσουν εκ νέου με πτυχές της ζωής τους που για σένα ως παιδί ήταν αθέατες. Κι αν Λο σημαίνει σώπα, καταλαβαίνουμε ότι ο τίτλος είναι βαθιά ειρωνικός.
Ενας σκληρά εργαζόμενος οικογενειάρχης βλέπει να γκρεμίζεται το όνειρο της γεμάτης προνόμια ζωής του όταν η εταιρεία στην οποία δούλευε επί 25 χρόνια αποφασίζει να τον απολύσει. Μέσα στην απελπισία του, και θέλοντας να μη στερηθεί τις πολυτέλειες που μέχρι πρότινος απολάμβανε, αποφασίζει να βγάλει από τη μέση κάθε άλλο υποψήφιο που σκοπεύει να διεκδικήσει με εκείνον την ίδια θέση σε μια καινούργια δουλειά, ώστε να είναι σίγουρη η δική του πρόσληψη.
Η ταινία βασίζεται στο μυθιστόρημα «Το τσεκούρι» του Ντόναλντ Γουέστλεϊκ, μυθιστόρημα το οποίο χρησιμοποίησε και ο Κώστας Γαβράς στην ομώνυμη ταινία του 2005 και είναι αφιερωμένη στον Κώστα Γαβρά. Αναρωτηθήκαμε γιατί ο σκηνοθέτης θέλησε να διασκευάσει μια ήδη διάσημη ταινία. Σκεφτήκαμε όμως ότι δεν θα μπορούσε να λείπει μια τέτοια διασκευή από το σύγχρονο νοτιοκορεάτικο σινεμά... Η αλήθεια είναι ότι δεν διαφέρει και πολύ η ουσία της από εκείνη του Γαβρά. Ο,τι είχε γράψει ο σύντροφός μας Νίκος Αντωνάκος το 2005 (https://www.rizospastis.gr/story.do?id=3046490) ισχύει ακέραιο κι εδώ και σας παραπέμπουμε στην κριτική του. Να κάνουμε μια μικρή «επανάληψη»... Η εργατική τάξη δεν υφίσταται στην ταινία, όπως ούτε και η ιδεολογία της. Η μεσαία τάξη προσπαθεί να αντιδράσει στον καπιταλισμό, αλλά αντί να στραφεί στους υπαίτιους στρέφεται στον ίδιο της τον εαυτό και αλληλοεξοντώνεται. Εχει την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να γλιτώσει και να βελτιώσει τη θέση της, αρκεί να εξαλείψει τον ανταγωνισμό! Οταν αυτό πραγματοποιηθεί, μπορεί να γλείφει τα αφεντικά ανενόχλητη και να γίνει εκείνη που κρατά στα χέρια της την τύχη των άλλων, όπως τα αφεντικά κρατούσαν τη δική της... Ενας «αέναος» κύκλος βίας, γιατί για αλλαγή ούτε λόγος, που θα φέρει τον επόμενο που θα κρατήσει το τσεκούρι απέναντι στους συνανθρώπους του, πιο κοντά από ποτέ!
Αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς ο κόσμος αντιμετωπίζει τις αποκαλυφθείσες φρικαλεότητες του Ολοκαυτώματος, ο ψυχίατρος του Αμερικανικού Στρατού, Αντισυνταγματάρχης Ντάγκλας Κέλι, αναλαμβάνει το έργο της αξιολόγησης της ψυχικής κατάστασης του Χέρμαν Γκέρινγκ, του δεύτερου στην ιεραρχία του Χίτλερ, μαζί με άλλους υψηλόβαθμους ναζί αξιωματούχους, ώστε να αποφασίσει αν ο Χέρμαν Γκέρινγκ είναι κατάλληλος να παραστεί στις δίκες της Νυρεμβέργης.
Υπό άλλες συνθήκες ίσως να είχε και μια αξία να παρακολουθήσει κάποιος αυτή την ταινία, όμως η ταινία εξιστορεί περισσότερο τη σχέση μεταξύ του ψυχιάτρου και του Χέρμαν Γκέρινγκ, παρά αναδεικνύει τις συνθήκες ανόδου του φασισμού. Στηρίζει δε ότι οι Αμερικανοί ουσιαστικά κίνησαν τις διαδικασίες για να γίνουν οι δίκες της Νυρεμβέργης στήνοντάς τους τον ανδριάντα! Δεν ήταν μόνο οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί στις δίκες της Νυρεμβέργης, ήταν και οι Σοβιετικοί, όμως δεν υπάρχουν πουθενά! Ούτε αναφέρεται ο ρόλος τους στις δίκες, ούτε οι λόγοι που πίεσαν για να διεξαχθούν, ούτε τα συμπεράσματα που βγήκαν αναφέρονται κάπου και φυσικά δεν υπάρχουν στα ντοκουμέντα απελευθέρωσης των στρατοπέδων συγκέντρωσης! Δυστυχώς η ταινία ασχολείται μόνο με την πρώτη δίκη των 22 εγκληματιών, επικεντρώνοντας στο Ολοκαύτωμα. Ομως ανεξάρτητα από τη μεγάλη σημασία του Ολοκαυτώματος, υποβαθμίζονται ή και αποκρύπτονται πολλά σημαντικά ιστορικά δεδομένα... Οπως από ποιους χρηματοδοτήθηκε ο Χίτλερ, δηλαδή το γερμανικό και αμερικάνικο κεφάλαιο, τα εγκλήματα κατά των Σοβιετικών και οι καταστροφές στην ΕΣΣΔ και αλλού, ποσό δε μάλλον ο λόγος που η ναζιστική πολεμική μηχανή στράφηκε εναντίον της ΕΣΣΔ. Δηλαδή αποκρύπτεται η ουσία του πολέμου! Το γεγονός ότι εξιστορείται περισσότερο η σχέση των δυο τους, έχει δυστυχώς να κάνει με το ότι ο ψυχίατρος έψαχνε να βρει κάποιο ψυχιατρικό μοτίβο που οδηγεί τους ανθρώπους στον ναζισμό, αλλά απέτυχε, όπως μας λέει το βιβλίο «Ο Ναζί και ο Ψυχίατρος» του Τζακ Ελ-Χάι στο οποίο στηρίζεται η ταινία. Οι ναζί δεν ήταν εγκληματικές φύσεις, αλλά ήταν εγκληματίες ακριβώς επειδή ήταν ναζί. Αλλωστε, έχουμε και τα δικά μας παραδείγματα πολύ πρόσφατα στις δίκες που ακόμα κρατούν στη χώρα μας. Ο διαχωρισμός της προσωπικότητας του ναζί από την ιδεολογία του είναι ιδιαίτερα προβληματικός. Μοιάζει κάποιες στιγμές λες και ο Γκέρινγκ ήταν συμπαθής οικογενειάρχης και όχι το κτήνος που όλοι γνωρίζουμε και διέταξε μαζί με άλλους την εξόντωση εκατομμυρίων! Ο Ράσελ Κρόου είναι καλός αλλά είναι λίγος, ίσως να ευθύνεται και η σκηνοθετική οδηγία για αυτό, και είναι κρίμα! Ο Ράμι Μάλεκ είναι πάντα εξαιρετικός, αλλά λίγο πιο αμήχανος, μοιάζει να στέκεται με δέος μπροστά στον εγκληματία... λες και δεν γνώριζε!