ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 3 Γενάρη 2004
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
Συλλαλητήριο αγροτοκτηνοτρόφων στις 12 Γενάρη

Αποψη από τις αγροτικές κινητοποιήσεις του προηγούμενου μήνα

ICON

Αποψη από τις αγροτικές κινητοποιήσεις του προηγούμενου μήνα
Αγωνιστικά καλωσορίζει το 2004 το αγωνιστικό αγροτικό κίνημα της Πελοποννήσου, με τη διοργάνωση νέου παμπελοποννησιακού συλλαλητηρίου, στις 12 Γενάρη, στην Τρίπολη. Το συλλαλητήριο πραγματοποιείται έπειτα από πρωτοβουλία των τοπικών επιτροπών της ΠΑΣΥ σε Αργολίδα, Αρκαδία, Λακωνία, Ηλεία, Μεσσηνία και του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Μεσσηνίας, με αιτήματα:

Να δοθούν άδειες ίδρυσης και λειτουργίας στα ήδη υπάρχοντα ποιμνιοστάσια που λειτουργούν εκτός οικισμών, με ανάληψη του κόστους ύδρευσης και ηλεκτροδότησης από την πολιτεία. Δημιουργία κτηνοτροφικών ζωνών σε κάθε δήμο με επιδότηση στο κόστος μετεγκατάστασης. Να σταματήσουν οι ανεξέλεγκτες εισαγωγές γάλακτος και κρέατος, κατάργηση των ποσοστώσεων και των προστίμων συνυπευθυνότητας, ασφαλιστική κάλυψη από τον ΕΛΓΑ στο 100% των ζημιών στο ζωικό κεφάλαιο για όλες τις ασθένειες. Μείωση ορίου συνταξιοδότησης στα 55 για τις γυναίκες και 60 για τους άνδρες στα όρια των συντάξεων του ΙΚΑ, κατάργηση της ενδιάμεσης αναθεώρησης της ΚΑΠ κ.ά.

Επίσης, την ερχόμενη Παρασκευή 9 Γενάρη, στις 8 το βράδυ, η ΠΑΣΥ Αργολίδας διοργανώνει συγκέντρωση στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Μιδέας, με σκοπό τον καλύτερο συντονισμό και οργάνωση της συμμετοχής των αγροτοκτηνοτρόφων στο παμπελοποννησιακό συλλαλητήριο.

Να σημειώσουμε ότι με κύρια αιτήματα την επίλυση των προβλημάτων που συνδέονται με τους ελαιοπαραγωγούς οι αγρότες της Πελοποννήσου είχαν πραγματοποιήσει κινητοποιήσεις τη βδομάδα πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων.

ΑΛΥΣΙΔΕΣ «ΓΡΗΓΟΡΟΥ ΦΑΓΗΤΟΥ »
Εξαπλώνονται με ταχύτατους ρυθμούς

Καταγράφεται μέση ετήσια αύξηση κατά 21% ανά έτος την τελευταία δεκαετία, ακόμη και στους τομείς του παραδοσιακού φαγητού, σε βάρος των μικρών επαγγελματιών

Οι αλυσίδες γρήγορης εστίασης κυριαρχούν και επεκτείνονται με εξαιρετικά μεγάλους ρυθμούς, εξοβελίζοντας τους μικρούς επαγγελματίες του χώρου, οι οποίοι χάνουν το στήριγμά τους και σε συνοικιακό επίπεδο. Σύμφωνα με κλαδική μελέτη της ICAP, οι αλυσίδες εστιατορίων, γνωστές και ως «φαστ φουντ», διαφόρων κατηγοριών, παρουσίασαν τη δεκαετία 1992 - 2002 μέση ετήσια αύξηση κατά 21%! Επιβεβαιώνεται έτσι και επίσημα αυτό που έχει γίνει καθημερινό βίωμα, ιδίως τα τελευταία χρόνια.

Στην ανακοίνωσή της, η εταιρία επισημαίνει ότι «η σημερινή εικόνα του κλάδου διαμορφώνεται σε σημαντικό βαθμό από την παρουσία ισχυρών ομίλων επιχειρήσεων, που ελέγχουν περισσότερα του ενός εμπορικά σήματα στο χώρο της εστίασης και στους οποίους εντάσσονται εταιρίες με βασικό αντικείμενο δραστηριότητας την παραγωγή τροφίμων και την τροφοδοσία των καταστημάτων (βιομηχανικό catering)».

Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου γίνεται αισθητή και σε ένα χώρο που αποτελούσε παραδοσιακά ευνοϊκό πεδίο για χιλιάδες μικρούς επαγγελματίες. Με βάση στοιχεία για το 2002, η κατηγορία των αλυσίδων εστιατορίων «burger» (χάμπουργκερ) κυριαρχεί στην αγορά γρήγορης εστίασης με ποσοστό 44,8%. Ενδεικτικά, η γνωστή «Goody's» παρουσιάζει καθαρά κέρδη 13,3 εκατ. ευρώ το πρώτο εννιάμηνο του 2003, με μια αύξηση 10,1% σε σχέση με το 2002! Τα εστιατόρια «Σνακ - Σάντουιτς» κατέχουν τη δεύτερη θέση από άποψη μεγέθους στην αγορά, με περίπου 22%, ρίχνοντας στην τρίτη θέση τις αλυσίδες εστιατορίων πίτσας που κατέχουν ποσοστό 20,7%. Η «Everest» στην κατηγορία του σάντουιτς, παρουσιάζει καθαρά κέρδη 1,63 εκατ. ευρώ μόνο το τρίμηνο Ιούνης - Σεπτέμβρης του 2003, και αύξηση κερδών 15%!

Μια σχετικά νέα κατηγορία εστιατορίων, η «σουβλάκι - έθνικ», αύξησε το μερίδιό της στο 9,6%. Σύμφωνα με τη μελέτη της ICAP αυτή η κατηγορία παρουσιάζει και τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με δεύτερη τη «σνακ σάντουιτς» και τελευταία την «burger».

Η ICAP αναφέρει ότι «οι περισσότερες αλυσίδες γρήγορης εστίασης αναπτύσσουν τα δίκτυά τους στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους και στις επαρχιακές πόλεις. Οι συνθήκες έντονου ανταγωνισμού που επικρατούν στην εγχώρια αγορά γρήγορης εστίασης, έχουν οδηγήσει αρκετές αλυσίδες, που έκαναν την εμφάνισή τους στο χώρο την προηγούμενη δεκαετία, να αποχωρήσουν, παρά τα εκτεταμένα δίκτυα καταστημάτων που είχαν αποκτήσει».

Σημαντική εξάλλου, είναι η επέκταση των αλυσίδων σε «κλειστούς χώρους», όπως εκπαιδευτικά ιδρύματα, μεταφορικοί σταθμοί και κομβικά σημεία στους αυτοκινητόδρομους. Μια τέτοια δραστηριότητα έχει η «Everest» σε συνεργασία με τη «Μακεδονικά Ναυτιλιακά Πρακτορεία ΑΕ», μέσα από την κοινή εταιρία «Olympus Plaza» με έξι συγκροτήματα εστίασης και ψυχαγωγίας σε κομβικά οδικά σημεία και στο αεροδρόμιο, που φιλοξενούν και άλλες αλυσίδες εστίασης!

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι το μεγάλο κεφάλαιο ελέγχει με διάφορους τρόπους όλο και περισσότερο το χώρο της εστίασης από την παραγωγή των τροφίμων μέχρι τη διανομή.

ΧΥΜΟΙ - ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΑ
Και αυτός ο κλάδος στα μονοπώλια

Εκτιμήσεις έρευνας της ICAP

Ο υψηλός βαθμός συγκέντρωσης (μονοπώληση) και ο έντονος ανταγωνισμός των ισχυρών «παικτών» είναι τα βασικά χαρακτηριστικά που κυριαρχούν στον κλάδο των χυμών και των αναψυκτικών στη χώρα μας, σύμφωνα με κλαδική μελέτη της ICAP. Στη μελέτη αυτή, αναφέρεται ότι στον κλάδο δραστηριοποιείται ένας μικρός αριθμός μεγάλων και μεσαίων επιχειρήσεων, ο οποίος έχει αναπτύξει ισχυρά κανάλια διανομής σε όλη τη χώρα και πραγματοποιεί υψηλές διαφημιστικές δαπάνες για την υποστήριξη των προϊόντων του. Οι επιχειρήσεις μικρού μεγέθους στηρίζονται σε απ' ευθείας πωλήσεις στην τοπική αγορά, όπου τα προϊόντα τους είναι αναγνωρίσιμα και προτιμώνται από τους καταναλωτές. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη πόρων για την επέκταση του δικτύου διανομής τους και για την προβολή των προϊόντων τους, ώστε να καταστήσουν «επώνυμα» και γνωστά στο ευρύ καταναλωτικό κοινό.

Σε ό,τι αφορά την παραγωγή χυμών, κατά την περίοδο 1990 - 2002 ακολούθησε ανοδική πορεία με μέσο ρυθμό ετήσιας αύξησης 5,6%, ενώ κατά την ίδια περίοδο, ο μέσος ρυθμός αύξησης της αγοράς χυμών ήταν 5,2%. Στην εγχώρια κατανάλωση χυμών το μεγαλύτερο μέρος αφορά τους χυμούς μακράς διάρκειας σε ποσοστό 75,3%, ενώ το υπόλοιπο 24,7% αφορά χυμούς μικρής διάρκειας. Και στις δύο κατηγορίες υπερισχύουν οι 100% φυσικοί χυμοί, καθώς καταλαμβάνουν μερίδια 49,2% και 86% αντίστοιχα.

Στην παραγωγή αναψυκτικών ο μέσος ρυθμός αύξησης της παραγωγής στην προαναφερθείσα περίοδο ήταν 2,6% ενώ το ίδιο διάστημα η κατανάλωση αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,7%. Τα αναψυκτικά τύπου «cola» κυριαρχούν στην ελληνική αγορά, καθώς το 2002 κατέλαβαν μερίδιο 56,9%. Ακολουθούν οι πορτοκαλάδες με μερίδιο 17,4%, οι γκαζόζες με 11,2%, τα mixers με 6%, οι λεμονάδες με 5,7% και τα λοιπά - ισοτονικά - αθλητικά αναψυκτικά με 2,9%.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ