ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Μάρτη 2000
Σελ. /36
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ
Η πραγματικότητα που κρύβουν

Οσο πλησιάζουν οι εκλογές τόσο ενισχύεται η συμμετοχή του Γ' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ) στα παιχνίδια των προεκλογικών εντυπώσεων. Την αρθρογραφία, τα σχετικά δημοσιεύματα και τις διαφημιστικές Ημερίδες διαδέχτηκαν τα πολυδάπανα ιλουστρασιόν ένθετα των εφημερίδων και τα τηλεοπτικά σποτάκια, που θεωρούνται ότι εξυπηρετούν καλύτερα τις ψηφοθηρικές ανάγκες του κυβερνώντος κόμματος.

Ο στόχος αυτής της καταιγιστικής προπαγάνδας είναι προφανής. Η καλλιέργεια κλίματος γενικής ευφορίας από την αναμενόμενη εισροή των τρισεκατομμυρίων του σχετικού «πακέτου» στη χώρα μας. Προκειμένου μάλιστα να καταστεί πιο ελκυστική η καμπάνια για την «κοσμογονία» που έρχεται, επιστρατεύονται ακόμα και διαφημιστικά σλόγκαν, τα οποία παραπέμπουν ευθέως σε εκείνα τα αλήστου μνήμης περί «μετατροπής της χώρας σε απέραντο εργοτάξιο»...

Πόση, όμως, σχέση με την πραγματικότητα έχουν οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί για την υποδοχή του νέου «πακτωλού κοινοτικών πόρων» και ποιο είναι το ουσιαστικό του αντίκρισμα στον τόπο και στα πλατιά λαϊκά στρώματα;

Η προέλευση των κοινοτικών ταμείων

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ας ξεκινήσουμε με κάτι που αποφεύγουν επιμελώς να θίξουν οι κυβερνητικοί (και όχι μόνο) διαφημιστές της εισροής κοινοτικών πόρων στη χώρα μας. Από πού, δηλαδή, και πώς γεμίζουν τα κοινοτικά ταμεία, ώστε στη συνέχεια να διατίθενται τα σχετικά κονδύλια σε χώρες - μέλη της ΕΕ. Ποια είναι η προέλευση αυτών των πόρων, που ένα τμήμα τους παίρνει τη μορφή «ενισχύσεων» μέσω των ΚΠΣ, των Ταμείων Συνοχής, των Κοινοτικών Πρωτοβουλιών κλπ.;

Οσοι τους προβάλλουν ως θετικό αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης της χώρας μας στην καπιταλιστική ευρωπαϊκή ενοποίηση και όσοι καλούνται, φυσικά, να τους διαχειριστούν, τούς παρουσιάζουν περίπου ως ανύπαρκτους, σαν να έπεσαν από τον ουρανό στα κοινοτικά «θησαυροφυλάκια», αφήνοντας παράλληλα να εννοηθεί ότι η απόδοσή τους στην Ελλάδα είναι ωφέλιμη για τα λαϊκά στρώματα και αποτελούν κάλπικο επιχείρημα για τη στήριξη, από την πλευρά τους, της πολιτικής ενσωμάτωσης στην ΕΕ.

Η δική μας απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι μία, καθαρή και ξάστερη. Περιορίζεται απλά στη διαπίστωση - καταγραφή του αυτονόητου. Οτι, δηλαδή, αυτό που γέμισε και γεμίζει τα κοινοτικά ταμεία δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από συσσωρευμένο κεφάλαιο στο σύνολο του ευρωενωσιακού χώρου, από την υπεραξία που συσσωρεύτηκε - και συνεχίζει να συσσωρεύεται απ' τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων (και των Ελλήνων ασφαλώς) εργαζομένων.

Το «πακέτο Πρόντι» σε αριθμούς

Από το σύνολο του πακέτου, που είναι 15,7 τρισ. δρχ., το 64,93% αφορά στο ΚΠΣ. Το υπόλοιπο προέρχεται από το Ταμείο Συνοχής (8,91%), τις λεγόμενες Κοινοτικές Πρωτοβουλίες (2,58%) και την προβλεπόμενη ιδιωτική συμμετοχή (20,38%), ενώ υπάρχει ακατανέμητο ποσό, που καλύπτει το 3,18% του συνόλου.

Εκείνο, πάντως, που αξίζει να σημειώσουμε και που αποφεύγουν συστηματικά να αναφέρουν οι προπαγανδιστές του πακέτου, είναι ότι από το σύνολο των δημοσίων πόρων, που είναι 12,024 τρισ. δρχ., το 29,48% θα καλυφθεί από εθνική δημόσια δαπάνη. Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τον προγραμματισμό των ίδιων των αρμοδίων υπηρεσιών του ΥΠΕΘΟ, η χώρα μας θα καλείται κάθε χρόνο στη διάρκεια ισχύος του πακέτου (2000-2006), να το χρηματοδοτεί με 500 δισ. δρχ. περίπου, κατά μέσο όρο.

Κατανομή - προσανατολισμός των πόρων

Αναφερόμαστε σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και επίκαιρη ασφαλώς πλευρά του ζητήματος.

Σε σχέση, λοιπόν, με τη διάρθρωση του ΚΠΣ, η μερίδα του λέοντος περνά στα ταμεία που καλύπτουν το ΥΠΕΧΩΔΕ και το Υπ. Μεταφορών και Επικοινωνιών, στα λεγόμενα μεγάλα έργα υποδομής και πιο συγκεκριμένα στα προγραμματισμένα ή εξελισσόμενα έργα του οδικού, λιμενικού και σιδηροδρομικού δικτύου. Μικρότερα ποσά προσανατολίζονται στον τομέα που περιγράφεται ως «Ανθρώπινο Δυναμικό» (διά βίου μάθηση και κατάρτιση, αναμόρφωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων και σύνδεσή τους με την αγορά εργασίας, άλλες προσαρμογές στις διαδικασίες των αναδιαρθρώσεων κ.ά) ενώ πολύ μικρότερα κατευθύνονται σε όλους τους άλλους τομείς.

Από την εμπειρία των δυο προηγουμένων πακέτων αλλά από τις σαφείς προδιαγραφές του τρίτου, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι οι όποιες εθνικές προτεραιότητες αφορούν τους τομείς που ενδιαφέρεται το κεφάλαιο, για την αύξηση της κερδοφορίας του. Δεν έχουν το χαρακτήρα προγραμμάτων αναδιανομής εισοδήματος προς όφελος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι στη φάση υλοποίησης των ΚΠΣ δεσμεύονται πόροι του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και μάλιστα σε ποσοστά που φθάνουν (σε ετήσια βάση) μέχρι το 70%... Το σύνολο, επομένως, των πόρων του Γ` ΚΠΣ (εθνικών και κοινοτικών) καθώς και η κατανομή τους σε τομείς και σε περιφέρειες, αποκαλύπτουν ένα και μόνο προσανατολισμό. Οπου το ευρωπαϊκό κεφάλαιο κρίνει ότι αδυνατεί ή δεν το συμφέρει οικονομικά να προχωρήσει σε επενδυτικές πρωτοβουλίες κρίσιμες για την ανεμπόδιστη κυκλοφορία και δράση του, έρχονται να το συνδράμουν αποφασιστικά οι διακρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις όπως π.χ. οι δημόσιες επενδύσεις στα μεγάλα έργα και τις υποδομές.

Παράλληλα, ο ίδιος ο χαρακτήρας των έργων στους περισσότερους τομείς κατανομής, ανοίγει «πεδίο δόξης λαμπρόν» για τις δραστηριότητες επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα. Σε προνομιακή, βέβαια, θέση, βρίσκονται εταιρίες κατασκευών, οι όμιλοι στο χώρο της τσιμεντοβιομηχανίας, επιχειρήσεις μεταλλικών προϊόντων ή προϊόντων ξύλου και πλαστικού και λιγότερο κάποιες εταιρίες μελετών ή κατασκευών λοιπών οικοδομικών υλικών. Και ασφαλώς δεν αναφερόμαστε μόνο σε εγχώριες ή ημιεγχώριες επιχειρήσεις. Η εμπλοκή ξένων εταιριών και ομίλων είναι διακριτή και ποικιλόμορφη. Είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις του αεροδρομίου των Σπάτων (Β` ΚΠΣ) και της ζεύξης Ρίου-Αντιρρίου (Β` ΚΠΣ - Γ` ΚΠΣ), στις οποίες υπάρχει συνδυασμός τρόπων εμπλοκής και μάλιστα διαχρονικής, καθώς και της Αττικής Οδού (Γ` ΚΠΣ) με την παρουσία γαλλικής εταιρίας διαχείρισης αυτοκινητοδρόμων.

Την ίδια ώρα, αξίζει της προσοχής μας και το γεγονός ότι πολλές από τις εταιρίες που επιλέχτηκαν ήδη ή διεκδικούν συμμετοχή για τα έργα αυτά, χρησιμοποιούν ως αφορμή την εμπλοκή τους προκειμένου να αντλήσουν τεράστια ποσά με τη μέθοδο της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου τους (αναφερόμαστε προφανώς στις εισηγμένες στο ΧΑΑ). Ηδη, 10 απ' αυτές ανακοίνωσαν ότι προσβλέπουν άμεσα στην άντληση 130 δισ. δρχ....

Τέλος, δε θα πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι παρεμβαίνουν πολλοί επιχειρηματικοί όμιλοι στις δευτερεύουσες κατανομές πόρων και κυρίως σε εκείνες του Ανθρώπινου Δυναμικού (Γραφεία Ενημέρωσης και συμβουλευτικής στήριξης, Προγράμματα «Κατάρτισης κ.ά) του Τουρισμού, της Ερευνας - Τεχνολογίας κλπ.

Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι

Οι παραπάνω επισημάνσεις και - κυρίως - η εμπειρία μας από την υλοποίηση των προηγούμενων πακέτων, φωτογραφίζουν, πιστεύουμε, τους μόνιμα κερδισμένους. Το ιδιωτικό κεφάλαιο, τα ξένα και εγχώρια μεγαλοσυμφέροντα και κάποιους παρατρεχάμενούς τους. Οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα είδαν όλα αυτά τα χρόνια τη θέση τους να επιδεινώνεται και, βέβαια, κανένα, ουσιαστικά, καλό δεν πρόκειται να δουν από την υλοποίηση του νέου πακέτου.

Προβάλλεται λίγο - πολύ ως πανάκεια αντιμετώπισης λαϊκών προβλημάτων (αγρότες, εκπαίδευση κλπ.) προκειμένου να γίνει υφαρπαγή ψήφων. Απλά σήμερα, λίγο πριν από την αρπαγή της νέας λείας τους, χρειάζονται και την ανάλογη πολιτική ενίσχυση. Και αυτή τούς δίνεται, όπως φαίνεται απλόχερα, στη χώρα μας... Πρωταγωνίστρια σ' αυτή τη φάση, η κυβερνητική προπαγάνδα, σε μια εξελισσόμενη επιχείρηση πλύσης εγκεφάλου, η οποία δεν προσβλέπει μόνο στην άγρα ψήφων αλλά και στο να κρύψει πίσω από τις μακέτες, τις βιτρίνες και τις μεταξωτές κορδέλες, τα χειρότερα που βρίσκονται μπροστά μας. Συμπρωταγωνίστριες, βέβαια, και όλες εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις, που εξωραΐζουν την πραγματικότητα, καλλιεργούν αυταπάτες στο λαό, προτείνοντας καλύτερη διαχείριση των πόρων, και τελικά στην πράξη (ο καθένας με τον τρόπο του) γίνονται συνδιαφημιστές του ευρωενωσιακού «μονόδρομου». Αλλωστε, το συγκεκριμένο πακέτο (όπως και τα προηγούμενα) είναι απόλυτα ενταγμένο στη γενικότερη στρατηγική της ΕΕ, στο συνολικό σχέδιο καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, μέρος του οποίου αναφέρεται και στη χώρα μας.

Οσο για τον ισχυρισμό περί της θετικής επίδρασης των κοινοτικών πόρων στην ελληνική οικονομία, πράγματι ωφελεί την ελληνική οικονομία των επιχειρηματιών και της πλουτοκρατίας.

Συγκεκριμένα, λοιπόν, από την έκδοση του ΥΠΕΘΟ (5/97, σελ. 26) στην οποία σχολιάζεται και αξιολογείται σχετική Εκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα, αντιγράφουμε:

«Λόγω απελευθέρωσης των αγορών, σημειώνεται σημαντική στροφή πόρων από την Ελλάδα προς άλλες χώρες - μέλη, υπό μορφή αγοράς τεχνολογικού εξοπλισμού κλπ. για συγχρηματοδοτούμενα έργα και προγράμματα. Πράγματι, 35% περίπου των διαρθρωτικών πόρων επιστρέφει στην Κοινότητα με τον τρόπο αυτό».

Και προκειμένου να δείξει το «οριακό αποτέλεσμα για την Ελλάδα» συνεχίζει:

«Η εξέλιξη του εμπορικού ισοζυγίου φανερώνει έντονη αύξηση εισαγωγών από τις χώρες - μέλη της Ενωσης ενώ συγχρόνως παρατηρείται σημαντική υστέρηση των εξαγωγών προς αυτές».

Επιπρόσθετα, σε απόρρητη (τότε) Εκθεση της Κομισιόν, η οποία διέρρευσε και μέρη της είδαν το φως της δημοσιότητας («Ημερησία», 21/12/1998), αποκαλύπτεται ότι τα 2/3 των όποιων κοινοτικών ενισχύσεων προς την Ελλάδα ουσιαστικά επιστρέφουν στην Κοινότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εκθεση κάνει λόγο για επιστροφή χρημάτων από την «πίσω πόρτα» είτε μέσω της ανάθεσης μεγάλων έργων σε κοινοτικές εταιρίες είτε μέσα από τη διάθεση ίδιων εθνικών πόρων για τα έργα αυτά είτε και μέσω του αρνητικού εμπορικού ισοζυγίου της χώρας μας με τις άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ.

Μια αναγκαία πολιτική επισήμανση

Την περίοδο αυτή και με την ευκαιρία προεκλογικών περιοδειών κυβερνητικών στελεχών, προβάλλεται το επιχείρημα ότι τα έργα υποδομών είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη επενδυτικών πρωτοβουλιών σε παραγωγική κατεύθυνση στην περιφέρεια και ότι είναι ανεξήγητη η στάση του ΚΚΕ.

Διευκρινίζουμε ότι το ΚΚΕ έχει αυτή τη θέση γιατί ακριβώς οι όποιες επενδυτικές δραστηριότητες του Γ` ΚΠΣ γίνονται προς όφελος του κεφαλαίου και ταυτόχρονα με τη θωράκιση αντεργατικών, αντιλαϊκών πολιτικών. Η επενδυτική δραστηριότητα που θα αξιοποιούσε τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και δυνατότητες προς όφελος της εργατικής τάξης και του λαού, συνιστά ριζικά διαφορετική πολιτική με άλλα κίνητρα σχεδιασμού παραγωγής και κατανομής. Αυτή είναι η έννοια της λαϊκής οικονομίας, με τους στρατηγικούς τομείς στην ιδιοκτησία του λαού, που βέβαια προϋποθέτει λαϊκή εξουσία.

Σήμερα, τίποτα απ' όλα τα παραπάνω δε συμβαίνει. Ακριβέστερα, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Και είναι ένας ακόμα λόγος αυτός, οι εργαζόμενοι, τα πλατιά λαϊκά στρώματα, να γυρίσουν την πλάτη και στη συγκεκριμένη επιχείρηση προσβολής της νοημοσύνης τους. Να στηρίξουν και με την ψήφο τους στις 9 Απρίλη το ΚΚΕ, τη μόνη σήμερα πολιτική δύναμη που αντιστέκεται σταθερά και ουσιαστικά σε επιλογές της κυβέρνησης και της ΕΕ, ξένες προς τα πραγματικά τους συμφέροντα. Τη μόνη σήμερα πολιτική δύναμη που προβάλλει την ανάγκη της λαϊκής αντεπίθεσης μέσα από τη συγκρότηση ενός ισχυρού Μετώπου πάλης, ικανού να συγκρουστεί με το κακό «σήμερα» και με το χειρότερο «αύριο» που μας επιφυλάσσουν...

Μια τέτοια ψήφος είναι - εκτός όλων των άλλων - και επίκαιρα χρήσιμη.


Κείμενα:
Αντώνης ΝΤΡΕΚΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ