Ανατόλι Γκριγκόριεβιτς Αρσεενκο, διδάκτορας ιστορικών επιστημών, επιστημονικός συνεργάτης του Τμήματος Οικονομικής Κοινωνιολογίας του Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανίας
Η «σταυροφορία» του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού εναντίον της ΕΣΣΔ δεν ξεκίνησε μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά αμέσως μετά τη νίκη του Μεγάλου Οκτώβρη. Συγκεκριμένα παραδείγματα είναι η στρατιωτική εισβολή της «συμμαχίας των 14 κρατών» εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας το 1918 - 1920 και το «αντικομμουνιστικό σύμφωνο» ή το «τρίγωνο Βερολίνο - Ρώμη - Τόκιο».
Μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ απέκτησε το ατομικό «ρόπαλο» και προχώρησε στην πολιτική της Pax Americana. Για την υλοποίηση αυτών των σχεδίων έπρεπε να εξαλειφθεί από τον πολιτικό χάρτη του κόσμου το στήριγμα της ειρήνης και του σοσιαλισμού - η ΕΣΣΔ.
Η «πολιτική της ισχύος» βασιζόταν: 1) στο μονοπώλιο στο ατομικό όπλο, 2) στο σχεδόν απόλυτο μονοπώλιο στα μέσα μεταφοράς του στο στόχο, 3) στο άτρωτο (η χώρα δεν μπορούσε να δεχτεί επίθεση πρακτικά από κανέναν).
Σε αυτές τις συνθήκες, η Σοβιετική Ενωση δεν είχε άλλη επιλογή από το να δημιουργήσει το δικό της ατομικό όπλο. Αυτό στοίχισε στη σοβιετική οικονομία τόσο, όσο και η διεξαγωγή του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Το καθήκον, που εναποτέθηκε στους ώμους του σοβιετικού λαού, καθυστέρησε την ανοικοδόμηση και την ανάπτυξη της λαϊκής οικονομίας της ΕΣΣΔ.
Από την άλλη πλευρά, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός προσπαθούσε να διατηρήσει τη «στρατιωτική υπεροχή» του. Η Ουάσιγκτον σηματοδότησε την αφετηρία του πυραυλο-πυρηνικού κυνηγητού, στο οποίο η ΕΣΣΔ στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ακολουθούσε, για να επιτύχει τη στρατηγική ισορροπία με τις ΗΠΑ.
Σε πιο συμπυκνωμένη μορφή το δόγμα της «αναχαίτισης» βρήκε ενσάρκωση στο «δόγμα Τρούμαν». Στο πλαίσιό του η αμερικανική αντίδραση κυοφορούσε σχέδια μετατροπής του «ψυχρού πολέμου» σε «θερμό». Σύμφωνα με το σχέδιο «Μπρόιλερ» (φθινόπωρο του 1947) προβλεπόταν να καταστραφούν 24 πόλεις με 34 βόμβες. Σύμφωνα με το σχέδιο «Οφτεκλ» (Οκτώβρης του 1949) 104 πόλεις με 220 βόμβες, με διατήρηση 72 βομβών για επαναληπτικά πλήγματα κατά της ΕΣΣΔ.
Ιμπεριαλιστική και μιλιταριστική κατεύθυνση είχε και το «σχέδιο Μάρσαλ» και η Βορειοατλαντική Συνθήκη (ΝΑΤΟ), που υπογράφτηκε από 12 καπιταλιστικά κράτη το 1949.
Η διοίκηση του Ντ. Αϊζενχάουερ, που ήρθε στην εξουσία το 1953, άλλαξε το δόγμα της «αναχαίτισης» με το δόγμα της «απελευθέρωσης». Το τελευταίο έδωσε το «πράσινο φως» στην οργάνωση της εξαγωγής αντεπανάστασης και στην ωμή επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις των σοσιαλιστικών και άλλων χωρών. Κύριο στήριγμα αυτού του δόγματος έγινε η στρατιωτικοπολιτική στρατηγική της «μαζικής τιμωρίας», που προέβλεπε τη μαζική χρησιμοποίηση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ του πυρηνικού όπλου οιαδήποτε στιγμή σε οιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Ιδιαίτερη θέση στην πολιτική των Αϊζενχάουερ - Ντάλες είχε η ολοκλήρωση της περικύκλωσης της ΕΣΣΔ και των άλλων χωρών της σοσιαλιστικής κοινότητας από έναν κλοιό στρατιωτικών μπλοκ και βάσεων στα νότια σύνορα.
Το πέρασμα του ιμπεριαλισμού σε πιο ρεαλιστικές θέσεις τη δεκαετία του '60 προκλήθηκε από την αποτυχία της επέμβασης των ΗΠΑ στην Κορέα και της Γαλλίας στην Ινδοκίνα, και των προσπαθειών επέμβασης της κυβέρνησης των ΗΠΑ στις εσωτερικές υποθέσεις των σοσιαλιστικών χωρών, ιδιαίτερα στην Ουγγαρία το 1956. Ετσι, με το «δόγμα Νίξον» το 1966 κατοχυρωνόταν η επιλογή περισσότερο «ορθολογικών» δρόμων προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, λαμβανομένης υπόψη της στρατηγικής ισορροπίας με την ΕΣΣΔ, που είχε δημιουργηθεί εκείνη την περίοδο και της αναγκαιότητας εξεύρεσης εξόδου από το «βιετναμικό αδιέξοδο».
Η διοίκηση του Τζ. Κάρτερ άρχισε τη λειτουργία της με την εφαρμογή της αντίληψης της «τριμερούς συνεργασίας» - της ένωσης των καπιταλιστικών χωρών της Δυτικής Ευρώπης με υψηλή ανάπτυξη και της Ιαπωνίας κάτω από την αιγίδα των ΗΠΑ - για την αντιπαράθεση με το παγκόσμιο σύστημα του σοσιαλισμού και το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.
Η κυβέρνηση του Ρ. Ρίγκαν ακολούθησε την πορεία ενίσχυσης του κυνηγητού των εξοπλισμών με στόχο την επίτευξη αποφασιστικής στρατιωτικής υπεροχής των ΗΠΑ, τορπιλισμού των συνομιλιών για τη μείωση των εξοπλισμών, περιλαμβανομένων των πυρηνικών, υλοποίησης του σχεδίου του «Πολέμου των άστρων» με στόχο να γίνουν οι ΗΠΑ άτρωτες από ένα σοβιετικό πυραυλικό - πυρηνικό πλήγμα.
Ιδιαίτερη θέση στην επίλυση αυτού του καθήκοντος αποδιδόταν στην ενίσχυση της οικονομικής πίεσης στην ΕΣΣΔ και τους συμμάχους της. Την 18η Αυγούστου του 1945, ενώ τα σοβιετικά στρατεύματα διεξήγαν ακόμη στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της Ιαπωνίας, οι ΗΠΑ σταμάτησαν εντελώς τις προμήθειες με το σύστημα «λίζινγκ» στην ΕΣΣΔ.
Το 1947 οι ΗΠΑ ακύρωσαν μονομερώς τη σοβιετοαμερικανική συμφωνία της 15ης Οκτώβρη 1945 για την προμήθεια αμερικανικών προϊόντων με πίστωση. Το Μάρτη του 1948 οι ΗΠΑ εισήγαγαν εξαγωγικές άδειες, που απαγόρευαν την εξαγωγή της πλειοψηφίας των αμερικανικών εμπορευμάτων στην ΕΣΣΔ.
Ομως, ο υπολογισμός των κυβερνώντων κύκλων των ΗΠΑ και της Αγγλίας, σύμφωνα με τον οποίο μέσω του οικονομικού αποκλεισμού θα επιτευχθεί η διακοπή της ανόρθωσης της λαϊκής οικονομίας της ΕΣΣΔ, κατέπεσε. Το 1947, η βιομηχανική παραγωγή της ΕΣΣΔ έφτασε το προπολεμικό επίπεδο και το 1948 το ξεπέρασε κατά 18%. Το τέταρτο πεντάχρονο πλάνο ανοικοδόμησης και ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας της ΕΣΣΔ (1945 - 1950) εκπληρώθηκε πριν την προθεσμία. Αυτό επέτρεψε στη χώρα μας να εξαλείψει τις βαριές συνέπειες της φασιστικής επίθεσης, να παράσχει αδελφική βοήθεια στην ανοικοδόμηση της οικονομίας στους λαούς της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης και να διασπάσει το οικονομικό μποϊκοτάζ αυτών των χωρών από την πλευρά της ιμπεριαλιστικής Δύσης.
Για να γίνει κατανοητό σε τι μέσα οικονομικής πίεσης κατέφευγε ο ιμπεριαλισμός σε αυτές τις χώρες, αρκεί να φέρουμε τα εξής παραδείγματα: Στη διάρκεια πολλών μηνών οι ΗΠΑ καθυστερούσαν την επιστροφή στην Τσεχοσλοβακία, την Ουγγαρία και τη Γιουγκοσλαβία περίπου 700 δανείων. Μετά την απόρριψη από την ΕΣΣΔ και τις χώρες της λαϊκής δημοκρατίας του «σχεδίου Μάρσαλ», οι ΗΠΑ κατέφυγαν στον εμπορικό αποκλεισμό των σοσιαλιστικών χωρών, ακύρωσαν όλες τις εμπορικές συμφωνίες με τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και την Τσεχοσλοβακία.
Μετά τη χρεοκοπία του δόγματος της «αναχαίτισης του κομμουνισμού», επεξεργάστηκαν το «πρόγραμμα πολιτικής επίθεσης στο διεθνή κομμουνισμό». Σε αυτό ως ένα από τα βασικά πρωταρχικά καθήκοντα προβλεπόταν η προετοιμασία στελεχών για τη διεξαγωγή υπονομευτικής προπαγάνδας και ακόμα για διείσδυση στις σοσιαλιστικές χώρες.
Η στρατηγική και η τακτική της Ουάσιγκτον στην «οικοδόμηση γεφυρών» συνίστατο στη δραστήρια εμπλοκή σε πολλά εσωτερικά ιδεολογικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά προβλήματα, με τα οποία συγκρούονταν οι σοσιαλιστικές χώρες τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα την περίοδο της γκορμπατσοφικής «καταστρόικα».
Οι ιδεολογικοί δολιοφθορείς υπέθαλπαν δραστήρια τέτοιες διαδικασίες και στην ΕΣΣΔ και στις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Αντικείμενο ιδιαίτερης φροντίδας από την πλευρά τους έγιναν οι αντισοσιαλιστικές δυνάμεις κάθε είδους.
Στο πλαίσιο της προώθησης του δόγματος της «οικοδόμησης γεφυρών» προς τις σοσιαλιστικές χώρες επιβλήθηκαν ή εισήχθησαν δολίως ψευδείς ιδέες για το «δημοκρατικό κράτος δικαίου» και την «κοινωνικά προσανατολισμένη οικονομία», τα πλεονεκτήματα του δυτικού τρόπου ζωής και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής κλπ, κ.ο.κ.
Αλφρεντ Ρουμπιξ,πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος Λετονίας
Συμπληρώθηκαν 60 χρόνια από την ημέρα που τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Στους αστούς ιστορικούς είναι πλατιά διαδεδομένη, σε σχέση με αυτό, η θέση ότι η Σοβιετική Ενωση νίκησε όχι λόγω της ικανότητάς της, αλλά χάρη στον αριθμό και στο πολύ αίμα των μαχητών της. Αυτό δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των Σοβιετικών ιστορικών και των επιστημόνων της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου 1939-1945, στη Γερμανία, στην Αυστρία και στην επαρχία των Σουδητών κλήθηκαν να υπηρετήσουν τις ένοπλες δυνάμεις 21,5 εκατ. Γερμανοί και Αυστριακοί. Στα τέλη του πολέμου, στη χιτλερική Βέρμαχτ επιστρατεύτηκαν ακόμη και 14χρονοι έφηβοι και 70χρονοι ηλικιωμένοι.
Η Γερμανία, με τους δορυφόρους της, κάλεσε στα όπλα 35 εκατ. (!) άνδρες. Τη μεγαλύτερη στρατολόγηση, εννοείται, έκανε η ίδια η Γερμανία - το 21% του πληθυσμού της.
Στις 22 Ιουνίου του 1941, στον Κόκκινο Στρατό και το Στόλο υπηρετούσαν 4.776.000 άνθρωποι. Συνολικά, την περίοδο του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, στις γραμμές των Σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων υπηρέτησαν 34.476.000 άνθρωποι.
Οι μακροχρόνιες συζητήσεις γύρω από τον υπολογισμό των απωλειών του Κόκκινου Στρατού και της Βέρμαχτ οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι αυτές οι απώλειες ήταν στην πράξη ίσες και αντιστοιχούν, για κάθε μια από τις δύο πλευρές, περίπου σε 8 εκατομμύρια άτομα. Μερικοί επιστήμονες υπολογίζουν τις απώλειες της Βέρμαχτ σε 10 ή ακόμη και 13 εκατομμύρια άτομα. Αλλά ακόμα κι αν δεχτούμε το μικρότερο αριθμό για τις απώλειες της Βέρμαχτ, αποδεικνύεται ότι στις μάχες μόνο στο Ανατολικό Μέτωπο η Γερμανία απώλεσε το 10% του πληθυσμού της, ενώ οι απώλειες της ΕΣΣΔ αντιστοιχούσαν στο 5% του πληθυσμού. Είναι άλλο θέμα ότι ο τελικός δημογραφικός απολογισμός δεν ήταν υπέρ της ΕΣΣΔ σε απόλυτους αριθμούς: 26 εκατομμύρια έναντι 11 εκατομμυρίων. Το ποσοστό των απωλειών σε σχέση με τον πληθυσμό είναι ίσο, 13%. Ομως θα πρέπει να υπολογίσουμε ότι ο πόλεμος στο έδαφος της Γερμανίας διήρκεσε 5 μήνες, ενώ στο έδαφος της ΕΣΣΔ 4 χρόνια.
Ομως η αλήθεια συνίσταται στο ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα όχι μόνο προώθησε το σύνθημα «Ολα για το μέτωπο, όλα για τη νίκη!», αλλά και έκανε τιτάνια οργανωτική, πολιτική - μαζική δουλιά. Οι κύριες προσπάθειες του κόμματος επικεντρώθηκαν στη μετατροπή της χώρας σε ένα ενιαίο πολεμικό στρατόπεδο. Στα μετόπισθεν και στο μέτωπο, στην πρώτη γραμμή πήγαν εκατομμύρια μέλη του κόμματος και κομσομόλοι, οι εφεδρείες του κόμματος. Ακριβώς, τον πατριωτισμό τους, το θάρρος και την αυτοθυσία τους περισσότερο από όλα φοβούνταν οι φασίστες.
Από τις αρχές του πολέμου, μπροστά στο Κομμουνιστικό Κόμμα και στη σοβιετική κυβέρνηση τέθηκε το καθήκον της ανασυγκρότησης της δουλιάς των κομματικών, κρατικών και στρατιωτικών οργάνων σε αντιστοιχία με τις συνθήκες του πολέμου, ώστε να επιτευχθεί με τον καλύτερο τρόπο η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων και όλων των μέσων της χώρας.
Το βασικό περιεχόμενο της ανασυγκρότησης του κόμματος με στρατιωτικό τρόπο ήταν: Η ενίσχυση του οργανωτικού συγκεντρωτισμού στη δραστηριότητα του κόμματος. Η αναδιάταξη των κομματικών δυνάμεων για την ενίσχυση του μετώπου και των αποφασιστικών τομέων στα μετόπισθεν. Η ενίσχυση της επιτελικότητας και ευελιξίας στη δουλιά του κομματικού μηχανισμού. Η ενίσχυση της κομματικής πειθαρχίας και της υπευθυνότητας των κομμουνιστών για τα καθήκοντα που τους είχαν ανατεθεί. Η χρησιμοποίηση σειράς εκτάκτων μορφών κομματικής καθοδήγησης της οικονομίας της χώρας και των Ενόπλων Δυνάμεων. Η ενίσχυση της κομματικής επιρροής στη δραστηριότητα των κρατικών οργάνων και των κοινωνικών οργανώσεων.
Από την αρχή του πολέμου, σε όλες τις περιοχές του μετώπου και στα κατεχόμενα εδάφη συγκροτήθηκαν αντάρτικα τμήματα. Στην περίοδο του πολέμου, στα κατεχόμενα εδάφη της Ρωσικής Ομοσπονδίας, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, της Λετονίας, της Εσθονίας και της Μολδαβίας δρούσαν 6.200 αντάρτικα τμήματα και παράνομες ομάδες, στη σύνθεση των οποίων μάχονταν πάνω από ένα εκατομμύριο παρτιζάνοι - αντιπρόσωποι όλων των εθνικοτήτων της Σοβιετικής Ενωσης.
Από το Κομμουνιστικό Κόμμα και το σοβιετικό κράτος στα χρόνια του πολέμου υλοποιήθηκε το απολύτως ασυνήθιστο και εξαιρετικά σημαντικό στρατηγικό καθήκον να μετακινηθούν πληθυσμοί και υλικοί πόροι από τις δυτικές περιοχές στα μετόπισθεν της χώρας. Ηταν απαραίτητο, για να διασωθεί η κύρια στρατιωτική βιομηχανική βάση της χώρας, ώστε να εξασφαλιστεί ο εφοδιασμός του μετώπου με όλα τα απαραίτητα εφόδια. Η παγκόσμια πρακτική δε γνωρίζει παρόμοια γεγονότα αυτής της κλίμακας.
Στα ανατολικά, μεταφέρθηκαν πάνω από 10 εκατομμύρια άτομα και επαναλειτούργησαν 1.523 βιομηχανικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων 1.360 βασικά αμυντικών εργοστασίων.
Οσοι παραποιούν την ιστορία, προσπαθούν να αρνηθούν το γεγονός ότι, στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν αξεπέραστο πρότυπο του «εμπόλεμου κόμματος».
Με τις στρατιωτικές εργασίες ασχολήθηκε περίπου το μισό από το σύνολο της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος. Ηδη, το πρώτο εξάμηνο του πολέμου, εντάχθηκαν στις ένοπλες δυνάμεις περισσότεροι από 1 εκατομμύριο 100 χιλιάδες κομμουνιστές. Το ένα πέμπτο όσων κλήθηκαν εκείνη την περίοδο στον Κόκκινο Στρατό ήταν κομμουνιστές. Ο αριθμός των κομμουνιστών στο Στρατό και στο Ναυτικό στα τέλη του 1944 υπερέβαινε τα 3 εκατομμύρια άτομα. Αυτό σήμαινε ότι ο ένας στους τέσσερις Σοβιετικούς στρατιώτες ήταν μέλος του κόμματος.
Στις αρχές του πολέμου, το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε 3.872.465 μέλη. Εάν, πριν από τον πόλεμο, το 83,7% των μελών του κόμματος ήταν απασχολημένο στη λαϊκή οικονομία, στα χρόνια του πολέμου στις Ενοπλες Δυνάμεις και στους κλάδους της λαϊκής οικονομίας, που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του Στρατού και του Στόλου, συγκεντρωνόταν το 81,8% των μελών του κόμματος.
Στα χρόνια του πολέμου, σκοτώθηκαν περίπου 2 εκατομμύρια κομμουνιστές. Κατά το πρώτο εξάμηνο του πολέμου, το κόμμα έχασε πάνω από 500 χιλιάδες μέλη, αριθμός που υπερβαίνει αρκετά τις απώλειες των ΗΠΑ και της Αγγλίας χωριστά, για ολόκληρο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: αντιστοίχως 405 και 375 χιλιάδες άνθρωποι.
Υπάρχουν όλα τα στοιχεία για να επιβεβαιώσουμε ότι, στα χρόνια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το Κομμουνιστικό Κόμμα δίκαια κέρδισε φήμη και αναγνώριση ως κόμμα - καθοδηγητής, κόμμα - μαχητής.
Στη σημερινή Λετονία ξεκάθαρα έχουν σηματοδοτηθεί διάφορες κατευθύνσεις αυτής της ιδεολογικής δραστηριότητας των κυβερνώντων αστών πολιτικών και των ιστορικών που τους υπηρετούν:
Από τις βιβλιοθήκες της Λετονίας αφαιρέθηκαν σχεδόν όλα τα βιβλία, που διηγούνταν τους άθλους των Σοβιετικών ανθρώπων στην πάλη με τους φασίστες κατακτητές στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου.
Κορωνίδα των προσπαθειών να αλλάξουν τις εκτιμήσεις για τα αποτελέσματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αποτελεί το βιβλίο που εμφανίστηκε προσφάτως «Η ιστορία της Λετονίας. 20ός αιώνας». Οι συγγραφείς του βιβλίου είναι πέντε, μεταξύ των οποίων και ο σύμβουλος του Προέδρου της Λετονίας, Ανατόλι Ζουντ. Στο βιβλίο δημοσιεύεται η εικόνα του φασιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης Σαλασπίλσκ. Κάτω από αυτή υπάρχει λεζάντα που λέει: «Η διευρυμένη φυλακή και το στρατόπεδο εργασιακής διαπαιδαγώγησης του Σαλασπίλσκ».
Ετσι, τόσο αθώα, αποκαλούν το στρατόπεδο συγκέντρωσης, που περιέχεται στους καταλόγους των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης και θανάτου στη Δίκη της Νυρεμβέργης, και στο οποίο οι φασίστες σκότωσαν περισσότερους από 53 χιλιάδες πολίτες, συμπεριλαμβανομένων και 7 χιλιάδων παιδιών. Μαζί με τα παραρτήματα του στρατοπέδου σε αυτό βασανίστηκαν, κρεμάστηκαν και εκτελέστηκαν περισσότεροι από 100 χιλιάδες άνθρωποι.
Στη Λετονία, όπως και πριν, είναι απαγορευμένη η δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος και τα πρώην μέλη του κομμουνιστικού κόμματος στερούνται το δικαίωμα να είναι υποψήφιοι στις εκλογές σε οποιοδήποτε επίπεδο. Μόνο στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Σεπτέμβρη του 2004, τέτοια απαγόρευση δεν υπήρχε, αλλά σε όλες τις εκλογές στη Λετονία αυτή η απαγόρευση διατηρείται.
Σε όλα αυτά έχουμε μια απάντηση: Καμία παραποίηση δε θα σκιάσει τον ηρωικό άθλο των Σοβιετικών ανθρώπων, που φέρουν στους ώμους τους το κύριο βάρος της νίκης ενάντια στη ναζιστική Γερμανία και τους δορυφόρους της στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, διεξάγοντας αυτό που για το σοβιετικό λαό ήταν Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος. Και σαν τέτοιος θα παραμείνει για πάντα στην ανθρώπινη ιστορία.