Τα παιδιά του 132ου Δημοτικού Σχολείου, που πήραν μέρος σε πρόγραμμα πρόληψης του ΚΕΘΕΑ |
Πρόκειται, όπως τονίζεται στη μελέτη, για ένα «μήνυμα απόρριψης της χρήσης ουσιών και προοπτικής κοινωνικής ένταξης για τους χρήστες, ενώ είναι προφανές ότι στη διαμόρφωση αυτού του συλλογικού αισιόδοξου μηνύματος τα θεραπευτικά προγράμματα συνέβαλαν σημαντικά».
Τα στοιχεία του ΚΕΘΕΑ επιβεβαιώνουν με καταλυτικό τρόπο ότι οι βασικοί λόγοι που οδηγούν στην τοξικομανία ως τρόπου ζωής είναι κοινωνικοί. «Το 70% όσων απευθύνθηκαν στα συμβουλευτικά κέντρα ήταν άνεργοι» υπογράμμισε ο Μπ. Πουλόπουλος, ενώ στη μελέτη επισημαίνεται: «Η ανεργία, ένα απ' τα κύρια προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών, η οποία για πολλούς ερευνητές συνδέεται με τη χρήση ουσιών, αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα της υποτροπής. Είναι λοιπόν σημαντική για την κοινωνική επανένταξη των αποθεραπευομένων χρηστών η περαιτέρω ανάπτυξη προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, υποστήριξης και διαμεσολάβησης στην αγορά εργασίας».
Η πρόεδρος του Οργανισμού κατά των Ναρκωτικών Αννα Κοκκέβη, αφού επαίνεσε το ΚΕΘΕΑ για τον τομέα της θεραπείας, υπογράμμισε ότι υπάρχει «μεγάλη σύγχυση στο κοινό σχετικά με τα προγράμματα και την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν και την αποτελεσματικότητά τους». «Δε νοείται, συνέχισε, να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της τοξικομανίας χωρίς στεγνά προγράμματα και αυτό γιατί οι νέοι άνθρωποι που ξεκινούν τη χρήση των ναρκωτικών - είναι φανερό και από την έρευνα - ξεκινούν συνήθως με ουσίες όπως το χασίς, τα χάπια πριν καταλήξουν στην ηρωίνη, που είναι το κύριο πρόβλημα στη χώρα μας. Ενα μεγάλο φάσμα υπηρεσιών χρειάζεται να το εντοπίζουμε σε αυτό που λένε στεγνά προγράμματα. Πριν εγκατασταθεί μια πολύ βαριά μορφή σε εξάρτηση και πριν διανύσουμε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα προς την εξάρτηση από την ηρωίνη, πρέπει και οφείλουμε να τους βοηθήσουμε με την παροχή στεγνών προγραμμάτων και αυτό γιατί η άλλη εναλλακτική λύση για τους χρήστες ηρωίνης, δηλαδή η υποκατάσταση, που και αυτή είναι σήμερα μια θεραπεία εγκεκριμένη διεθνώς, αφορά κυρίως αυτούς που έχουν προβεί σε μια χρονιότητα».
Στην παρουσίαση είχαν κληθεί όλα τα μέλη της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής για τα Ναρκωτικά. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Μ. Σκουλάκης δεν παραβρέθηκε λόγω σοβαρού λόγου και έστειλε μήνυμα. Παρόντες ήταν ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Κ. Κιλτίδης (ΝΔ) που χαρακτήρισε σημαντική τη μελέτη, ο Π. Κοσιώνης (ΚΚΕ) και ο Στ. Μανίκας (ΠΑΣΟΚ). Επίσης παραβρέθηκε Χρ. Ντζουμανίκα, υπεύθυνη του τομέα υγείας του ΔΗΚΚΙ, η οποία και έκανε σύντομη τοποθέτηση.
Εντυπωσιακή ήταν η απουσία του Συνασπισμού από όλα τα επίπεδα, εκτός από ένα μήνυμα που έστειλε η Μ. Δαμανάκη.
Παρόντες ακόμα ήταν: Ο Αχ. Κρυστάλλης εκπρόσωπος της θεραπευτικής κοινότητας «18 Ανω», ο Γ. Νοταράς και ο Α. Φάκος, πρώην πρόεδρος και αντιπρόεδρος αντίστοιχα του ΚΕΘΕΑ και ο εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής Κ. Καραϊσαρίδης.
Την παρουσίαση της έρευνας έκανε ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ Μπ. Πουλόπουλος, ενώ σύντομη εισήγηση έκανε ο πρόεδρος του ΚΕΘΕΑ Νίκος Παρασκευόπουλος. Τη συζήτηση συντόνισε η Λ. Αλεξίου.
Τα συνοπτικά στοιχεία της έρευνας του ΚΕΘΕΑ
Τα πορίσματα για την αποτελεσματικότητα των Κοινοτήτων, καθώς και οι διαπιστώσεις για την πρόληψη σε όλα τα επίπεδα μπορούν να αποτελέσουν οδηγό για τη χάραξη μιας πολιτικής πρόληψης, καθώς και να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας πραγματικά Εθνικής Πολιτικής ενάντια στα ναρκωτικά.
Μια σοβαρή διαπίστωση είναι ότι τόσο στα στεγνά προγράμματα, όσο και στα προγράμματα με υποκατάστατα μειώθηκαν κατά δυο χρόνια, από το 1996 και μετά, τα άτομα που ζητούν θεραπεία. Μ' άλλα λόγια, τα στεγνά προγράμματα απέδειξαν στην πράξη ότι καταφέρνουν στο ίδιο διάστημα την απεξάρτηση, όταν στο ίδιο διάστημα στα προγράμματα υποκατάστασης, ουσιαστικά, συντηρείται το πρόβλημα.
Συνοπτικά, τα συμπεράσματα της έρευνας είναι τα εξής:
Τα ζητήματα που απασχολούν την κοινή γνώμη τις τελευταίες μέρες συνδέονται με ερωτηματικά, είπε στην εισαγωγική του ομιλία ο πρόεδρος του ΚΕΘΕΑ Νίκος Παρασκευόπουλος για να σημειώσει ότι υπάρχουν παρεξηγήσεις, όχι μόνο εξαιτίας του Τύπου, αλλά και εξαιτίας των πηγών που είναι αντιφατικές πολλές φορές.
Ο Ν. Παρασκευόπουλος αναφέρθηκε επιγραμματικά και στην πρόταση νόμου των πέντε βουλευτών που παρουσιάστηκε στις 25.5.2001 επισημαίνοντας ότι το ΚΕΘΕΑ «δεν έχει εκφράσει ακόμα κάποια γνώμη επ' αυτού». «Εμένα, πρόσθεσε, μου ζητήθηκε η γνώμη και έχω πει ότι σε πολλά σημεία είμαι αντίθετος, σε κάποια άλλα μπορώ να συμφωνήσω».
Οταν ρωτήθηκε πού συμφωνεί και πού διαφωνεί με την πρόταση «των πέντε», ο Ν. Παρασκευόπουλος απάντησε ως νομικός: «Εκτιμώ, είπε, ότι υπάρχουν διατάξεις που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και ο προβληματισμός θα έχει μια θετική συμβολή. Ωστόσο εξέφρασα και κάποιες αντιρρήσεις για ορισμένες διατάξεις, όπως είναι η ρύθμιση εκείνη που προβλέπει προγράμματα ελεγχόμενης χορήγησης ναρκωτικών ουσιών σε χρήστες, όχι δηλαδή υποκαταστάτων αλλά αυτούσιων ναρκωτικών ουσιών. Σ' αυτό διαφωνώ πλήρως. Καθώς επίσης εξέφρασα την προσωπική μου διαφωνία στη ρύθμιση εκείνη που προβλέπει την ποινικοποίηση και της χρήσης της κάνναβης - προβλέπει μια ποινή χαμηλότερη από την ισχύουσα, αλλά προβλέπει ποινή. Προσωπικά πιστεύω ότι μπορεί να διαχωρίσει κανείς το ζήτημα της νομιμοποίησης από το ζήτημα της φυλακής».
«Πάρα πολλοί από τους χρήστες στις θεραπευτικές κοινότητες, συνέχισε ο Ν. Παρασκευόπουλος, έχουν μια εμπλοκή με το ποινικό σύστημα, πολλοί έχουν περάσει από φυλακή ή έχουν διώξεις σε βάρος τους. Η νομοθεσία ευτυχώς έχει μια πρόβλεψη ότι όσοι εμφανίζονται στα καταστήματα θεραπείας και στα καταστήματα του ΚΕΘΕΑ, προκειμένου να ακολουθήσουν μια θεραπευτική διαδικασία δε διώκονται - βέβαια όχι για οποιαδήποτε εγκληματική πράξη, αλλά για όλες τις πράξεις που τελούνται από τον τυπικό χρήστη των ναρκωτικών. Επομένως η εμφάνισή τους σε θεραπευτικές κοινότητες τούς δίνει τη δυνατότητα να μην έχουν την πίεση των διωκτικών αρχών. Κατά κάποιο τρόπο η θεραπευτική κοινότητα αποτελεί και ένα είδος ασύλου και η αστυνομία για να εισέλθει σε μια θεραπευτική κοινότητα, οφείλει να ζητάει την άδεια του ιδρύματος. Δεν μπορεί όμως να παραμείνει αν έχει κάνει φόνο, βιασμό ή αρχαιοκαπηλία. Το 65% που πάνε στα θεραπευτικά προγράμματα έχει εμπλακεί με το νόμο».
Και ο Ν. Παρασκευόπουλος κατέληξε: «Σε αυτούς που δε θέλουν να κάνουν θεραπεία και είναι στο δρόμο, αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι προγράμματα προσέγγισης. Αυτό σημαίνει ότι εκπαιδευμένα άτομα βγαίνουν στο δρόμο, τούς ενημερώνουν για τους κινδύνους της χρήσης, τη δυνατότητα που έχουν για θεραπεία κλπ. Παρ' όλα αυτά υπάρχει ανάγκη δημιουργίας τέτοιων προγραμμάτων όχι μόνο στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις συγκεντρωτικές».
«Η συνέντευξη του ΚΕΘΕΑ δεν είναι ο κατάλληλος τόπος για να παρουσιάσουν οι πολιτικοί φορείς - όπως η ΚΝΕ και το ΚΚΕ - τις θέσεις τους για ένα σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα, όπως τα ναρκωτικά», τόνισε ο Νίκος Σοφιανός, Γραμματέας του Κεντρικού Συμβουλίου της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας στη σύντομη παρέμβασή του.
«Η έρευνα, συνέχισε, είναι σημαντική, καθώς έχει δείγμα 7.500 νέων ανθρώπων, που πήγαν στα προγράμματα του ΚΕΘΕΑ. Ας σκεφτούμε, όμως, τους χιλιάδες άλλους νέους ανθρώπους, που είτε δεν απευθύνονται, είτε δεν έχουν φτάσει ακόμα στο σημείο να θεωρούν τον εαυτό τους εξαρτημένο. Γι' αυτό έχει σημασία η πλευρά που έβαλε ο κ. Πουλόπουλος, της πρωτογενούς ενημέρωσης και της δευτερογενούς, αλλά και της φιλοσοφίας, με την οποία θα ενημερώσουμε τη νεολαία. Η φιλοσοφία, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να είναι ότι κανένας νέος δεν είναι χαμένος. Ακόμα και γι' αυτόν που είναι άρρωστος σε προχωρημένη ηλικία, πρέπει να σκεφτούμε πώς θα γίνει καλά και όχι πώς θα τον διατηρήσουμε άρρωστο».
Και ο Ν. Σοφιανός κατέληξε: «Το σημαντικότερο για τη νεολαία είναι πως πρέπει να ενισχυθεί μια συλλογική αντίληψη απέναντι στη ζωή και στις δυσκολίες που έχει αυτή η ζωή - το 70% άνεργοι δεν είναι τυχαίο - ώστε να μπορεί ο νέος να έχει αντισώματα. Να μπορεί να αντιστέκεται και να μην μπαίνει στη λογική των υποκαταστάτων».