ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 4 Γενάρη 2001
Σελ. /28
Το κίνημα αντίστασης πρωταγωνιστής στην ΕΕ του 2000

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η χρονιά που πέρασε ήταν χρονιά έντονης δοκιμασίας για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Τρία στοιχεία που συνηγορούν στην εκτίμηση αυτή είναι: η πορεία του ευρώ, η εκδήλωση των σκληρών ανταγωνισμών στη Σύνοδο της Νίκαιας και η ανάπτυξη ενός υπολογίσιμου κινήματος αντίστασης στις βασικές επιλογές της ΕΕ.

Μπορεί στο τέλος της χρονιάς το ευρώ να ανέκτησε ένα μέρος της χαμένης του τιμής, αυτό όμως δεν μπορεί να κρύψει την οδυνηρή του περιπέτεια κατά τη διάρκεια του 2000. Η συνεχής ανατίμηση του δολαρίου, ως αποτέλεσμα ενός ταχύτατου ρυθμού ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας, οδήγησε στην καταβαράθρωση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, το οποίο κάποια στιγμή αντιστοιχούσε σε 60 σεντς. Ιδια ήταν και η πορεία της σχέσης του ευρώ με το γιέν, αφού τον περασμένο Σεπτέμβρη έφθασε να χάνει το 26% της αρχικής του αξίας. Η σχετική «αποθέρμανση» της αμερικανικής οικονομίας τους τελευταίους μήνες έδωσε μια ανάσα στο ευρώ. Το ζήτημα είναι πόσο θα διαρκέσει. Οι εξελίξεις αυτές έδειξαν πόσο ευάλωτο είναι το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, αλλά και πόσο μακριά από την πραγματικότητα βρίσκονται οι σχεδιασμοί των αρχιτεκτόνων της ΟΝΕ, οι οποίοι οραματίζονταν ένα νόμισμα το οποίο στο τέλος του 2000 θα εκθρόνιζε το δολάριο από τη θέση του ισχυρότερου νομίσματος στον κόσμο. Η διαχείριση της κρίσης του ευρώ από τη διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και τους ηγέτες της ΕΕ έφερε στην επιφάνεια τα προβλήματα που ανακύπτουν από την ανισόμετρη ανάπτυξη των κρατών-μελών της ΕΕ. Οι επιπτώσεις από τη συνεχή ανατίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ δεν πληρώθηκαν το ίδιο από όλα τα κράτη-μέλη. Κράτη, όπως η Ελλάδα, με έντονα αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο και μεγάλο εξωτερικό χρέος, υπέστησαν τις περισσότερες ζημιές, ενώ κράτη όπως η Γερμανία και η Γαλλία, με πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο, έχασαν ελάχιστα.

Το 2000 ήταν χρονιά μιας ακόμη Διακυβερνητικής Διάσκεψης στην ΕΕ. Θέμα αυτής της διάσκεψης ήταν η θεσμική μεταρρύθμιση της ΕΕ ενόψει της διεύρυνσης. Η συζήτηση αφορούσε κυρίως στις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στον τρόπο λήψης των αποφάσεων στα κοινοτικά όργανα ενόψει της αύξησης των κρατών-μελών από 15 σε 27. Στο επίκεντρο της συζήτησης βρέθηκαν τέσσερα θέματα, που αντικατόπτριζαν την πρόθεση των μεγάλων κρατών να αυξήσουν τα δικαιώματά τους στους μηχανισμούς λήψης των αποφάσεων σε βάρος των μικρότερων. Τα θέματα αυτά ήταν η αλλαγή στον τρόπο αντιπροσώπευσης των κρατών-μελών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η κατάργηση του βέτο για μια μεγάλη σειρά θεμάτων, η ενισχυμένη συνεργασία, που δίνει τη δυνατότητα στους ισχυρότερους να προχωρούν μόνοι τους και, τέλος, η επαναδιανομή των ψήφων στο συμβούλιο υπουργών με βάση τον πληθυσμό του κάθε κράτους-μέλους.

Τα συμπεράσματα της Διακυβερνητικής Διάσκεψης συζητήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της Νίκαιας από τις 7 έως τις 10 του Δεκέμβρη, μια από τις πιο επεισοδιακές συνόδους της ΕΕ. Ο χαρακτηρισμός δικαιολογείται αν σκεφθεί κανείς ότι για πρώτη φορά μετά τη Συνθήκη της Ρώμης τέθηκε το ζήτημα του μοιράσματος της εξουσίας μεταξύ των ιθυνουσών δυνάμεων της ΕΕ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασαν οι συζητήσεις στη Νίκαια. Οι «μεγάλοι» (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βρετανία και Ισπανία) κατάφεραν σχετικά εύκολα να επιβάλουν τις θέσεις τους στα τρία πρώτα θέματα, «κόλλησαν» όμως στον τρόπο με τον οποίο θα μοίραζαν μεταξύ τους τα «κέρδη». Στο θέμα των ψήφων στο συμβούλιο υπουργών εκδηλώθηκαν όλοι οι φανεροί, αλλά και οι υπόγειοι ανταγωνισμοί. Με την τελική απόφαση, προϊόν άθλιας συναλλαγής, δίνεται η δυνατότητα στους «μεγάλους» να ελέγχουν το σύνολο των αποφάσεων της ΕΕ μέσω της «αναστέλλουσας μειοψηφίας». Ετσι, αν τρία από τα μεγάλα κράτη δε συμφωνούν με μια απόφαση, έχουν τη δυνατότητα, με τη βοήθεια και μιας μικρής χώρας, να την μπλοκάρουν. Ακόμη και αν αυτή η απόφαση βρίσκει σύμφωνα τα άλλα 23 κράτη-μέλη!

Η επίλυση των διαφορών που αφορούν στο ποιος θα έχει την ηγεμονία στην ΕΕ παραπέμφθηκε σε νέα Διακυβερνητική Διάσκεψη, η οποία θα γίνει μέχρι το 2005, όπου θα συζητηθεί και η γερμανική πρόταση για την «ομοσπονδιοποίηση» της ΕΕ. Σύμφωνα με αυτή την πρόταση, η ΕΕ θα μετατραπεί σε ομοσπονδία με μία κυβέρνηση, έναν πρόεδρο και ένα Σύνταγμα, ενώ τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών-μελών θα απορροφηθούν από τα ομοσπονδιακά όργανα. Με αυτό τον τρόπο οι «μεγάλοι» παρέκαμψαν στη Νίκαια το μεγάλο πρόβλημα των μεταξύ τους ανταγωνισμών χωρίς όμως να το αντιμετωπίσουν.

Οσον αφορά στα υπόλοιπα θέματα που απασχόλησαν την ΕΕ κατά τη διάρκεια του 2000, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε το θέμα της Κοινής Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας. Με τις αποφάσεις που ελήφθησαν στις Συνόδους Κορυφής της Λισαβόνας, του Μπίαριτζ και της Νίκαιας, αλλά και με τις αποφάσεις στο συμβούλιο των υπουργών Αμυνας, ενισχύθηκε η τάση στρατιωτικοποίησης της ΕΕ. Η απόφαση για τη συγκρότηση ενός σώματος ταχείας επέμβασης, το οποίο θα αποτελείται από 100.000 άνδρες (από όλα τα κράτη-μέλη) και με αποστολές όπως αυτές στη Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο, δείχνει τις προθέσεις της ΕΕ για ανάληψη εντονότερης στρατιωτικής δράσης είτε στην Ευρώπη, είτε σε όποια άλλη περιοχή θίγονται τα συμφέροντα του «ευρω-ατλαντισμού». Το όλο θέμα συζητείται και υπό το πρίσμα των σχέσεων της ΕΕ με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Πάντως, όσοι πίστευαν ότι η δημιουργία του «ευρω-στρατού» θα οδηγήσει στη χειραφέτηση της ΕΕ από τις ΗΠΑ διαψεύστηκαν παταγωδώς. Οι «δεκαπέντε» και στη Σύνοδο της Νίκαιας διαβεβαίωσαν ότι το εγχείρημά τους δεν αμφισβητεί τη στρατιωτική ηγεμονία των Αμερικανών, αφού το ΝΑΤΟ θα συνεχίσει να έχει τον τελικό λόγο για τα θέματα ασφάλειας στην Ευρώπη.

Αν μέσα σε όλα αυτά αναδεικνύεται και κάποια ελπιδοφόρα προοπτική για τους λαούς, αυτή έχει να κάνει με την ανάπτυξη ενός κινήματος αντίστασης κατά των βασικών επιλογών της ΕΕ. Το κίνημα αυτό, που αναπτύσσεται σε κάθε κράτος-μέλος, αποκτά πλέον και μια έκφραση στο γενικότερο πεδίο της ΕΕ. Μια από τις κορυφαίες εκδηλώσεις αυτού του κινήματος ήταν οι διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στη Νίκαια, κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής, και στις οποίες πήραν μέρος πάνω από 100.000 διαδηλωτές από όλα τα κράτη-μέλη. Η ελπίδα για έναν μονιμότερο και καλύτερο συντονισμό, σε μια στέρεη μαχητική πολιτική προοπτική, είναι η καλύτερη υποθήκη που άφησε για τους εργαζόμενους των κρατών της ΕΕ το 2000.


Το 2001 είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τους εργαζόμενους

Αν η χρονιά που πέρασε μας έδωσε τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε τους έντονους ανταγωνισμούς που διατρέχουν το οικοδόμημα της ΕΕ, η χρονιά που άρχισε, μας θυμίζει ότι οι «δεκαπέντε» είναι έτοιμοι να παραμερίσουν ανά πάσα στιγμή τις μεταξύ τους διαφορές, όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό, τους λαούς, τους εργαζόμενους, τα πλατύτερα λαϊκά στρώματα. Ετσι, το 2001 βρίσκει την ΕΕ στο στάδιο της τελικής προετοιμασίας για την επίθεση με στόχο τη ριζική αλλαγή των εργασιακού καθεστώτος στα κράτη - μέλη και την εκθεμελίωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Οπως είναι γνωστό, οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών ανέλαβαν την υποχρέωση να συντάξουν και να υποβάλλουν στην ΕΕ σχέδια για τη «βιωσιμότητα] των ασφαλιστικών τους συστημάτων μέχρι το Μάρτη. Το θέμα αυτό θα απασχολήσει τη Σύνοδο Κορυφής που θα γίνει τον Απρίλη στη Στοκχόλμη. Ηδη, έχει προσδιοριστεί από την περσινή Σύνοδο Κορυφής της Λισαβόνας ότι η «βιωσιμότητα» θα κριθεί στη βάση δύο κυρίως παραμέτρων: της δημογραφικής εξέλιξης και της ανταγωνιστικότητας. Και μόνο αυτό, αρκεί για να γνωρίζουμε σε τι είδους μέτρα θα καταλήξουν οι «δεκαπέντε». Ηδη μια γεύση είχαμε από τη συμφωνία που υπογράφηκε στη Γερμανία από την κυβέρνηση και την ομοσπονδία των συνδικάτων: Μείωση των συντάξιμων αποδοχών, αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων και ενίσχυση του ρόλου των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιριών στο συνταξιοδοτικό σύστημα.

Το 2001 αρχίζει με μια μεγάλη πρόκληση για τους εργαζόμενους στα κράτη - μέλη της ΕΕ, τη μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που δέχτηκαν τα τελευταία 70 χρόνια. Από τη δική τους αντίσταση, από την πάλη τους θα κριθεί αν θα στεφθεί με επιτυχία ή όχι, η επιχείρηση του μεγάλου κεφαλαίου που θέλει εργαζόμενους με ανάγκες και δυνατότητες του 21ου αιώνα, αλλά με δικαιώματα του 19ου.

Απαριθμώντας τα άλλα θέματα που θα απασχολήσουν την ΕΕ μέσα στο 2001, θα πρέπει να σταθούμε στη νέα μάχη που θα δοθεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τη διαμόρφωση της νέας συμφωνίας για τους δασμούς και το εμπόριο, μια μάχη που φέρνει αντιμέτωπη την ΕΕ με τις ΗΠΑ για σειρά σημαντικών θεμάτων, όπως είναι η κατάργηση των επιδοτήσεων στην αγροτική οικονομία, η κατάργηση των εθνικών ή κοινοτικών ενισχύσεων στην αεροπορική βιομηχανία και σε άλλους βιομηχανικούς κλάδους αιχμής, την κατάργηση των δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα, στην κατάργηση των περιορισμών για τη διακίνηση των ορμονούχων κρεάτων και των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων. Ακόμη μέσα σ' αυτή τη χρονιά θα έχουμε στην ΕΕ την προετοιμασία ενόψει της κυκλοφορίας του ευρώ από την 1η Γενάρη του 2002. Ενός νομίσματος που δε χαίρει καμιάς εκτίμησης στους λαούς της ΕΕ, αφού έχει γίνει η σημαία της επίθεσης των πολυεθνικών επιχειρήσεων και των τραπεζιτών.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ