Αρκούσαν οι δηλώσεις ενός - άγνωστου στην ελληνική αγορά - Γερμανού αξιωματούχου ότι η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη για την ΟΝΕ και σε λίγα λεπτά τα πάνω ήρθαν κάτω
H δήλωση ενός αξιωματούχου της γερμανικής κεντρικής τράπεζας - άγνωστου μέχρι χτες στην αγορά της χώρας - ότι η Ελλάδα δεν εκπληροί τα κριτήρια διατηρησιμότητας για τον πληθωρισμό και το δημόσιο χρέος και γι' αυτό το λόγο θα πρέπει να καθυστερήσει η ένταξή της κατά ένα χρόνο, ήταν αρκετή για να πυροδοτήσει αλλεπάλληλες «σεισμικές» δονήσεις. Στην «ισχυρή οικονομία» των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του '90, οι δηλώσεις του Γερμανού τραπεζίτη είχαν ως αποτέλεσμα να σημειωθούν εκροές συναλλάγματος που άγγιξαν τα 500 εκατ. EΥΡΩ, να αυξηθούν τα επιτόκια στη διατραπεζική αγορά, ενώ στο Χρηματιστήριο της Αθήνας δόθηκε αφορμή για να στηθεί νέος χορός άγριας κερδοσκοπίας. Ενώ ο γενικός δείκτης, πριν γίνει γνωστή η δήλωση κινούνταν με απώλειες της τάξης του 0,7%, μέσα σε λίγα λεπτά ο Γενικός Δείκτης έδειξε -4,67%, σαν αποτέλεσμα μαζικών ρευστοποιήσεων. Λίγο αργότερα η πτώση περιορίστηκε και τελικά ο Γενικός Δείκτης έκλεισε στις 4.147 μονάδες, με απώλειες 1,83%.
θορυβημένη η κυβέρνηση από τις δηλώσεις Ρέκερς, οι οποίες πυροδότησαν καταστάσεις πανικού στις «αγορές», επιχείρησε να υποβαθμίσει το θέμα. Κύκλοι του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας έκαναν λόγο για «προσωπικές» και «μεμονωμένες» απόψεις, τη στιγμή που είναι ευρέως διαδεδομένη η άποψη σε πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ότι με την επίθεση που δέχεται το ΕΥΡΩ από το δολάριο και το γιεν, μια περαιτέρω διεύρυνση της ευρωζώνης με χώρες όπως η Ελλάδα θα χειροτερεύσει ακόμη περισσότερο τη βεβαρημένη ήδη κατάσταση. Οπως αναφέρουν οι ίδιοι αξιωματούχοι του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, στις 3 Μάη θα δημοσιοποιηθούν οι εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και με βάση αυτές τις εκθέσεις η Ελλάδα θα γίνει το 12ο μέλος της ΟΝΕ στις 19 Ιούνη κατά τη Σύνοδο Κορυφής στη Λισαβόνα.
Σύμφωνα με το πρακτορείο «Ρόιτερς», στις δηλώσεις του χτες στη Φραγκφούρτη το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της γερμανικής κεντρικής τράπεζας και πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας του κρατιδίου της Εσσης, Χανς Ρέκερς, ανέφερε ότι «η Ελλάδα δεν πληροί σε σταθερή βάση τα κριτήρια που αφορούν τον πληθωρισμό και τον προϋπολογισμό». Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, που αναμετέδωσε και το ΑΠΕ, «το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στο 104% του ΑΕΠ - ποσοστό που υπερβαίνει κατά πολύ το απαιτούμενο μάξιμουμ του 60% που προβλέπει η συνθήκη ένταξης». Οσον αφορά τον πληθωρισμό, ο Ρέκερς φέρεται να έχει δηλώσει ότι η πτώση του στο 2% «επηρεάστηκε από περιστασιακά μέτρα», ενώ το Μάρτη επανήλθε στο 2,8% με τάσεις ανόδου. Κατά τη γνώμη μου - συνέχισε ο Ρέκερς - «θα ήταν, κατόπιν αυτού, σωστό να καθυστερήσει για ένα χρόνο η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ». Ο ίδιος μάλιστα υποστήριξε επίσης ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δε θα πρέπει να επιτρέψει ειδικές παραχωρήσεις στην αίτηση ένταξης της Ελλάδας στο ΕΥΡΩ, καθώς αυτό θα αποτελούσε επικίνδυνο προηγούμενο για τη μελλοντική ένταξη νέων μελών από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Οι τελευταίες αυτές απόψεις απηχούν ευρύτερες θέσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με τις οποίες η ένταξη της Ελλάδας - μιας χώρας με ασθενή οικονομία που δεν απειλεί τους Ευρωπαίους εταίρους - θα πρέπει να αποτελέσει το αυστηρό και σκληρό μοντέλο διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τις χώρες της Κεντροανατολικής Ευρώπης που περιμένουν στη σειρά...
Η θεωρία του αδύνατου κρίκου...
Τραπεζικοί παράγοντες, αναφερόμενοι στις δηλώσεις Ρέκερς, κάθε άλλο παρά συμφωνούσαν με τις κυβερνητικές θέσεις περί «μεμονωμένων» και «προσωπικών» απόψεων του Γερμανού αξιωματούχου. Οπως υποστηρίζουν, η Ελλάδα «έχει την ατυχία» να θέσει θέμα ένταξης στην ΟΝΕ σε μία περίοδο καταβαράθρωσης του ΕΥΡΩ, το οποίο το τελευταίο διάστημα έχει υποχωρήσει σημαντικά ως προς το γιεν και το δολάριο. Η δυσοίωνη αυτή εξέλιξη έχει δημιουργήσει πονοκεφάλους και προβληματισμούς στα ηγετικά κλιμάκια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς βλέπουν την οικονομία της ευρωζώνης να αντιδρά σπασμωδικά στην επίθεση που δέχεται από τα άλλα δύο ιμπεριαλιστικά κέντρα. Στα πλαίσια αυτά δεν αποκλείεται σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ανακοινώσει αύξηση των επιτοκίων παρέμβασης, σε μια προσπάθεια στήριξης του ΕΥΡΩ που συνεχίζει να κατρακυλά. Οι ίδιοι τραπεζικοί παράγοντες υπενθυμίζουν επίσης ότι στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής στη Λισαβόνα τέθηκε επί τάπητος το θέμα της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας, ως προς τις ΗΠΑ, την οποία επιδιώκουν να στηρίξουν με τη νέα συρρίκνωση των λαϊκών κατακτήσεων (περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος κλπ.) καθώς και στην ταχύτερη εισαγωγή των νέων τεχνολογιών. Και επειδή η φτώχεια φέρνει γκρίνια, έχουν πυκνώσει οι φωνές στην Ευρωπαϊκή Ενωση που υποστηρίζουν κατά πόσο θα πρέπει να εισαχθούν στην ευρωζώνη χώρες όπως η Ελλάδα που θεωρούνται σαν ο αδύνατος κρίκος του όλου συστήματος. Σύμφωνα με τις απόψεις αυτές, διεύρυνση της ευρωζώνης με οικονομίες αδύνατες όπως η ελληνική, αναμένεται να αυξήσει τις ήδη υπαρκτές φυγόκεντρες δυνάμεις στη νομισματική ένωση, σε μία μάλιστα περίοδο που αναζητούνται βαλβίδες εκτόνωσης.
Με λίγα δηλαδή λόγια στα πλαίσια του οξυμένου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, όπου ο ένας από τους αντιπάλους (Ευρωπαϊκή Ενωση) υποχωρεί άτακτα, οικονομίες σαν την ελληνική, που σε άλλες συνθήκες προσφέρονταν για την αξιοποίηση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, στις σημερινές συνθήκες από ορισμένους κυριάρχους κύκλους, θεωρούνται προβληματικές για να ενταχθούν στην ευρωζώνη.
«Μέσα στην ΟΝΕ δε μένουν στα κράτη - μέλη πολλά πράγματα». Αυτό δήλωσε χτες - με αφορμή τις δηλώσεις Ρέκερς - ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας Χ. Πάχτας, επιβεβαιώνοντας έτσι την εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας στο υπερεθνικό ιμπεριαλιστικό κέντρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κατά τον Χ. Πάχτα, στην Ελλάδα σήμερα έχουν μείνει δύο πράγματα: οι υποδομές και το ανθρώπινο δυναμικό!
Συγκλίσεις βιομηχάνων, κυβέρνησης και ΓΣΕΕ, με άδοξες φραστικές «περικοκλάδες»
Μια ευκαιρία για επαναδιατύπωση των κοινών τους σημείων, αποτέλεσε η δημοσιοποίηση της έκθεσης του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Λ. Παπαδήμα, η οποία προκάλεσε το σχολιασμό των εργοδοτών, της ΓΣΕΕ και της κυβέρνησης.
Η έκθεση του διοικητή προτρέπει - με το «βάρος» του εκπροσώπου της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας, που έχει η Τράπεζα της Ελλάδος - σε εντατικοποίηση και επιτάχυνση της κυβερνητικής πολιτικής για την προσαρμογή της χώρας στα δεδομένα της μετα-ΟΝΕ εποχής. Προσαρμογή που περνά μέσα από το ξεπούλημα των αγορών ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, νέες παροχές προς τους επιχειρηματίες, χτύπημα των υφιστάμενων εργασιακών σχέσεων, ανατροπή του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης.
«Είμαστε σύμφωνοι με τη θέση που πήρε η Τράπεζα της Ελλάδος, του τι πρέπει να γίνει με την οικονομία από δω και πέρα» δήλωσε σε ραδιοφωνικό σταθμό ο πρόεδρος του ΣΕΒ Ι. Στράτος. «Απαιτούνται πολύ πιο έντονες προσπάθειες για διαρθρωτικές αλλαγές», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος των βιομηχάνων.
Η προσπάθεια του προέδρου της ΓΣΕΕ, Χ. Πολυζωγόπουλου, να φανεί αντίθετος σε μέτρα κατά των εργαζομένων, δεν ήταν απόλυτα επιτυχής, καθώς μεταξύ άλλων σημείωσε ότι χρειάζεται «υγιής ανταγωνισμός» και ...«οριοθέτηση» των εργασιακών σχέσεων όπου δεν τηρούνται. Αρνούμενος - υποκριτικά - να δεχτεί αρνητικές αλλαγές στο ασφαλιστικό, τόνισε ότι αναμένει τον ...«κοινωνικό διάλογο»! Ωστόσο, η πλειοψηφία ΓΣΕΕ έχει στηρίξει ενεργητικά τον τελευταίο αντεργατικό νόμο 2639, για την «ελαστικοποίηση» του χρόνου εργασίας και τα λεγόμενα ενεργητικά μέτρα, δήθεν κατά της ανεργίας. Επιπρόσθετα, έχει κάνει σημαντικές υποχωρήσεις στις θέσεις της για το ασφαλιστικό και χειροκρότησε το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης, που έστρωσε το δρόμο για την επερχόμενη ανατροπή.
«Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες», χαρακτήρισε τις απόψεις του διοικητή, ο υφυπουργός Εργασίας Χ. Πρωτόπαππας. Υπέρμαχος των ανατροπών στις εργασιακές σχέσεις, δήλωσε στο ραδιοφωνικό σταθμό ότι δεν πιστεύει στις «ελαστικότητες», αλλά στην ...«προσαρμογή»! Ταυτιζόμενος με τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ, μίλησε για «διάλογο με συναίνεση», χτύπημα του... «αθέμιτου ανταγωνισμού» - εκεί παραπέμπει πλέον η κυβέρνηση, για την «προστασία» των εργασιακών δικαιωμάτων - και ενδιαφέρουσες διατάξεις του αντεργατικού νόμου 2639, που πρέπει να ενεργοποιηθούν.