Τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας έχουν αποδεχτεί, διακηρύσσουν στα λόγια και στην πράξη, με ακίνδυνες και ανούσιες μικροπαραλλαγές, την προσήλωσή τους στις αρχές και κατευθύνσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ και των αναπροσαρμογών της, στην πολιτική προσαρμογής στη νέα τάξη πραγμάτων. Υπηρετώντας τα συμφέροντα της ντόπιας ολιγαρχίας, υπονομεύουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας και την εθνική της ανεξαρτησία. Επειδή έχουν στενέψει τα περιθώρια ελιγμών, οι διαφωνίες μεταξύ τους περιορίζονται στο "κοινωνικό πρόσωπο της ΟΝΕ" ή στον "πειστικό κοινωνικό διάλογο", όπως προτείνει ο ΣΥΝ, ή στη σχέση αμοιβής και εργασίας, δηλαδή σε τρόπους παραπλάνησης και συνενοχής των εργαζομένων σε μια καλύτερη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων. 'Η δημαγωγούν με αναφορές "σε περασμένες καλύτερες μέρες" (π.χ., 8ετία ΠΑΣΟΚ από το ΔΗΚΚΙ), για να αποπροσανατολίσουν και να κρύψουν τις τραγικές και απάνθρωπες συνέπειες στην εργατική τάξη και στα πλατιά λαϊκά στρώματα.
Πιο ειδικά:
Το ΠΑΣΟΚ,υποστηρίζει ότι ΟΝΕ ίσον "γη της επαγγελίας", που θα τη φτάσουμε μέσα από δύσκολη πορεία για το λαό, αφού θα υπάρχουν ενδιάμεσες απώλειες. Οτι ο δρόμος εκτός από την ΟΝΕ θα είναι καταστροφικός, θα είναι δρόμος παρακμής και εθνικής ήττας. Γι' αυτό θεωρεί την υπεράσπιση των σημερινών εργασιακών δικαιωμάτων αναχρονισμό και την πάλη για τη διεύρυνσή τους εμπόδιο στην πρόοδο, μιας και εμποδίζουν την ελληνική οικονομία να γίνει "ανταγωνιστική" μέσα στην "παγκοσμιοποιημένη οικονομία".
Η ΝΔ,κατηγορεί την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ότι "υποβάθμισε" τη χώρα έναντι των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών, αφού δεν πέτυχε την ένταξη στην 1η φάση της ΟΝΕ. Οτι είναι άτολμη και αναποτελεσματική στις ιδιωτικοποιήσεις. Οτι καθυστερεί στην αναδιοργάνωση των εργασιακών σχέσεων και του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Δεν αμφισβητεί την κατεύθυνση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, αλλά αμφισβητεί τους ρυθμούς και ζητά την έντασή τους.
Ο ΣΥΝ,προβάλλει ότι μπορεί να υπάρξει πορεία προς την ΟΝΕ και ταυτόχρονα υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων. Κατηγορεί την κυβέρνηση ότι "δεν πρόβαλε διαπραγματευτικές αξιώσεις, ούτε διαμόρφωσε κατάλληλες συμμαχίες για την τελική επιλογή των χωρών της ζώνης του ΕΥΡΩ". Την επικρίνει επειδή "έχει συκοφαντήσει κατά το χειρότερο τρόπο την ευρωπαϊκή προοπτική... και με την πολιτική της υπονομεύει τις προϋποθέσεις αυτού του στόχου". Υποστηρίζει ότι "η αποκοπή της Ελλάδας από τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης θα σημάνει επικίνδυνη περιθωριοποίηση, τόσο στην οικονομία όσο και στην εξωτερική πολιτική της χώρας".
Το ΔΗΚΚΙ, βασίζει την κριτική του στη θέση ότι χρειάζεται μια ΟΝΕ με "κοινωνικό πρόσωπο". Επιδιώκει να προσεγγίσει λαϊκές δυνάμεις, κυρίως τμήματα των μεσαίων στρωμάτων που πλήττονται. Μέσα στα πλαίσια της ΕΕ προσπαθεί να προβάλει έναν άλλο δρόμο, παραβλέποντας πως αυτή θεμελιώνεται στις 4 ελευθερίες κινήσεων (κίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών, εργατικού δυναμικού), που ενισχύουν τον μονοπωλιακό ανταγωνισμό και την ένταση της εκμετάλλευσης.
Τα κόμματα ΣΥΝ και ΔΗΚΚΙ δεν αρνούνται τους όρους σύγκλισης και τα κριτήρια (επιτόκια, πληθωρισμός, ελλείμματα, δημόσιο χρέος), αλλά κάνουν κριτική γιατί δε συνοδεύονται και από μέτρα σύγκλισης του επιπέδου ανάπτυξης. Ομως, αν ο πυρήνας της ΕΕ αποδεχόταν κριτήρια πραγματικής σύγκλισης, τότε δε θα εξασφάλιζε τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Από τη στιγμή που ισχύουν οι 4 ελευθερίες, πραγματική σύγκλιση δεν μπορεί να υπάρξει. Η ανισομετρία ανάμεσα στα κράτη - μέλη θα αυξάνεται και το χάσμα θα διευρύνεται.
Σε ό,τι αφορά στο όνειρο να γίνει η Ελλάδα χώρα πρώτης ταχύτητας (με αργούς ή γρήγορους ρυθμούς), ισότιμη, π.χ., με Γερμανία - Γαλλία, είναι απατηλό. Δεν πρόκειται να συγκλίνει πραγματικά, ακόμα και αν συγκλίνουν οι ονομαστικοί δείκτες. Αλλωστε η συμμετοχή περισσοτέρων χωρών στην ΟΝΕ και το ΕΥΡΩ δε θίγει την κυριαρχία του ηγετικού πυρήνα, αντίθετα αποτελεί πρωταρχικό στόχο του.
Η εκτίμηση που γίνεται στους κόλπους της ΕΕ είναι ότι προχωρεί η οικονομική ενοποίηση, αλλά με διαφορετικές ταχύτητες, ενώ εκτιμάται ότι καθυστερεί ή ότι είναι πολύ πίσω η πολιτική ενοποίηση και ότι ταυτόχρονα δεν υπάρχει κοινή εξωτερική πολιτική στην πράξη, πράγμα που φαίνεται σε κρίσιμες στιγμές, όπως στη Βοσνία, στο Κοσσυφοπέδιο κλπ.
Γεγονός είναι ότι οι βασικοί στόχοι και επιδιώξεις της ΕΕ προχωρούν, γιατί εκφράζουν αντικειμενικές ανάγκες των κρατών - μελών και των μεταξύ τους συσχετισμών, αλλά και για ένα πρόσθετο λόγο, του ισχύοντος συσχετισμού δυνάμεων διεθνώς. Η διαδικασία ενοποίησης συνοδεύεται αναπόφευκτα από την ανισόμετρη ανάπτυξη και τους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς, από τη σχέση τής ΕΕ με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Οι σχέσεις ανάμεσα στα τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ - ΙΑΠΩΝΙΑ - ΕΕ) καθορίζονται από το γεγονός ότι οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις αποτελούν δύο κρίκους της ίδιας αλυσίδας. Τα τρία λοιπόν ιμπεριαλιστικά κέντρα έχουν σημεία συνεργασίας, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (πρώην ΓΚΑΤΤ), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Διεθνής Τράπεζα, η σχεδιαζόμενη συμφωνία για τις επενδύσεις του ΟΟΣΑ, αλλά και ανταγωνισμούς.
Ο ανταγωνισμός τους στα πλαίσια του ιμπεριαλιστικού συστήματος μεταξύ των άλλων εκφράζεται:
Με την επιδίωξη των ΗΠΑ να ισχυροποιήσουν τη NAFTA και να πιέσουν για πλήρη απελευθέρωση των διεθνών συναλλαγών.
Με την προώθηση από την Ιαπωνία της σταδιακής συγκρότησης ενός εμπορικού πόλου στη ΝΑ Ασία.
Με την ενίσχυση από την ΕΕ της νομισματικής ενοποίησης με την εισαγωγή και λειτουργία του ΕΥΡΩ, με ταυτόχρονα βήματα διεύρυνσης στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (διεύρυνση και εμβάθυνση).
Ο ανταγωνισμός μεταξύ τους είναι αδυσώπητος. Κάθε νέα τοποθέτηση κεφαλαίων, οι νέες επενδύσεις γενικά, γίνονται με κύριο κριτήριο την αντοχή στην ανταγωνιστική πάλη. Αν η "Τζένεραλ Μότορς" απολύει 11.000 εργαζόμενους και σκοπεύει να απολύσει το 1/3 του εργατικού δυναμικού της μέχρι το 2000, είναι γιατί επιδιώκει να υπερισχύσει στον ανταγωνισμό της με την ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία. Γι' αυτό προωθεί μεγάλες αλλαγές στην οργάνωση τής παραγωγής της. Παρόμοιες καταστάσεις υπήρχαν στη "Ρενό" και στη "Φολκσβάγκεν" στην Ευρώπη και θα ακολουθήσουν και άλλες.
Αν σκεφτεί κανείς ότι ένας στους δώδεκα στις ΗΠΑ και το 10% του εργατικού δυναμικού στη Γερμανία απασχολείται στην αυτοκινητοβιομηχανία, γίνεται φανερό ότι θύματα του ανταγωνισμού και των κερδών του κεφαλαίου είναι οι εργαζόμενοι.
Ακριβώς γι' αυτό, ο στόχος για ανταγωνιστική Ευρώπη δεν αφορά τους λαούς και τα συμφέροντά τους, ενώ δεν είναι και σίγουρο ότι θα πετύχει. Βλέπουμε σήμερα πώς κατέρρευσε το ψέμα και οι αυταπάτες που είχαν δημιουργηθεί γύρω από το οικονομικό θαύμα "των παλιών και νέων τίγρεων". Η Ιαπωνία δε σώθηκε από την κρίση και την ύφεση αν και χώρα ανταγωνιστική και παγκόσμιος εξαγωγέας. Βέβαια την κρίση πληρώνουν οι λαοί των χωρών αυτών με τη θεαματική άνοδο της ανεργίας. Σε ό,τι αφορά στα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα μετά την κρίση στη Ρωσία, αρχίζουν να εμφανίζονται οι επιπτώσεις, που θα πληρώσουν τελικά οι εργαζόμενοι. Οι πωλήσεις των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών προϊόντων μειώθηκαν και υπάρχει προβληματισμός και κινήσεις για προληπτικά μέτρα σε μια ενδεχόμενη εμφανή επίδραση.
Ωστόσο, όσα μέτρα και να πάρουν η ΕΕ και οι διεθνείς οργανισμοί, δεν πρόκειται να εξαλείψουν τις κρίσεις του συστήματος, ούτε τις αναπόφευκτες συνέπειες.
Ο "ανταγωνισμός" λοιπόν αφορά το διεθνές κεφάλαιο, έχει έννοια και περιεχόμενο καθαρά ταξικό.
Η ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΕΕ προχωρά όλο και βαθύτερα και μέσω αυτής στο παγκόσμιο σύστημα του ιμπεριαλισμού. Η κυρίαρχη τάξη της χώρας μας μετέχει σήμερα πιο ενεργά στις διεθνείς αγορές και στη διανομή της λείας. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν μπορεί να παίζει ρόλο ανάλογο με εκείνο των ηγετικών χωρών - μελών, έχει αποκτήσει τα ίδια επιθετικά χαρακτηριστικά, είναι εξίσου επικίνδυνη.
Οι ιδιωτικοποιήσεις σήμερα στην Ελλάδα και οι γενικότερες προσαρμογές και αναδιαρθρώσεις ΜΕ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ προσθέτουν νέα εμπόδια και δυσκολίες στο δρόμο ανάπτυξης της χώρας που προβάλλει το ΚΚΕ, με την έννοια ότι η παρέμβαση των διακρατικών μηχανισμών του ιμπεριαλισμού σε κάθε διεκδίκηση αλλαγών, ακόμα και περιορισμένων, γίνεται πιο απειλητική στην Ελλάδα.
Επιβεβαιώνεται η θέση του Κόμματος ότι η πάλη κατά της ΕΕ, η ρήξη μαζί της είναι αξεχώριστα δεμένη, με την πάλη για βαθιές, ριζικές αλλαγές και ανατροπές, με την πάλη για το Σοσιαλισμό. Βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει στην πορεία να υπάρξουν σημαντικές εξελίξεις στα πλαίσια της ΕΕ, κάτω από την πάλη των λαών, και τις εσωτερικές αντιθέσεις ή τις επιπτώσεις της καπιταλιστικής κρίσης. Δεν είναι απίθανο το πείραμα της ΟΝΕ και του ΕΥΡΩ με τους προδιαγεγραμμένους στόχους και ρυθμούς να αποτύχει. Και πάλι όμως το δέσιμο των οικονομιών των χωρών αυτών και της Ελλάδας με τον ηγετικό πυρήνα της ΕΕ θα είναι τόσο βαθύ, που θα χρειαστεί έντονος αγώνας. Η καπιταλιστική ενοποίηση έχει πολλούς κρίκους στο σύστημα με "τις πολλαπλές ταχύτητες" ή "τους ομόκεντρους κύκλους" που έχει δημιουργήσει στην Ευρώπη. Ακόμα και αν κάποιοι από αυτούς σπάσουν, επιδιώκει να διατηρεί τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες γερά δεμένες στον ηγετικό πυρήνα, με το νόμισμα, τις ποινές,αντίποινα κλπ.
Η δράση για την οικοδόμηση του Μετώπου δεν μπορεί παρά να έχει αφετηρία την πάλη συνολικά κατά της ΕΕ, της ΟΝΕ. Αυτό δε σημαίνει ότι απαιτούμε συνολική συμφωνία, π. χ. αποδέσμευση της χώρας μας από την ΕΕ, για την πανευρωπαϊκή διάσταση των προσπαθειών κατά της ΕΕ, για την αντιμετώπιση του περιφερειακού αυτού καπιταλιστικού οργανισμού με όρους ρήξης και ανατροπής. Ανεξάρτητα από τη στάση στο ζήτημα της αποδέσμευσης, η κατεύθυνση πρέπει να είναι η συνολική αντίθεση στην ΕΕ και η καταδίκη των επιλογών της.
Το ζήτημα της ρήξης με την ΕΕ, με όρους αποδέσμευσης και ανατροπής πρέπει να αναβαθμιστεί στη δουλιά μας, να συνοδεύεται με πρακτικές ενέργειες διαφώτισης και δράσης. Να προβάλλεται η ευθύνη του λαϊκού κινήματος της κάθε χώρας για πάλη στο εθνικό επίπεδο, που παίζει αποφασιστικό ρόλο και στην πανευρωπαϊκή πάλη και διεκδίκηση αλλαγών. Να φωτιστεί καλύτερα ο δρόμος προς μια άλλη Ευρώπη, που, λόγω και της ανισόμετρης ανάπτυξης, δεν μπορεί να γίνει αυτόματα και σε όλες τις χώρες, αλλά με τη διαλεκτική αλληλεπίδραση των κινημάτων.
Το Κόμμα μας έχει κάνει σημαντική δουλιά ως τώρα στο ζήτημα για την ΕΕ. Σημαντική ώθηση έδωσε το Πανελλαδικό Σώμα, που ξεκαθάρισε τις θέσεις μας στις σύγχρονες συνθήκες, και το 15ο Συνέδριο με τη γραμμή του Μετώπου. Είχαμε σημαντικούς αγώνες με στόχους και αιτήματα που άμεσα ή και έμμεσα έθεταν ζήτημα για την ΕΕ. Ωστόσο, ακόμα είναι εγκλωβισμένοι στη λογική κατά των συνεπειών ή κάποιων ειδικών εξαιρέσεων. Οι εκλογές μάς δίνουν τη δυνατότητα να κάνουμε πλατιά πολιτική δουλιά, για να βγουν συμπεράσματα, αλλά και για να αυξηθούν οι ψήφοι προς το ΚΚΕ, μια επένδυση γενικότερης σημασίας.
Θετικές ήταν και οι προσπάθειες που κάναμε για διαμόρφωση συσπειρώσεων με αίτημα το δημοψήφισμα. Εδειξαν, όμως, και την αδυναμία των οργανώσεων να στηρίξουν και να διαμορφώσουν τέτοιες συσπειρώσεις, να τις αναπτύξουν με δυναμικότητα στις δοσμένες συνθήκες και με τις δυσκολίες που υπάρχουν.
Σήμερα έχουν γίνει σημαντικά βήματα στη συνείδηση του λαού, ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια. Χωρίς υπερβολή μπορούμε να πούμε ότι ένα σημαντικό μέρος του λαού δε βλέπει σαν όραμα την ΕΕ, βλέπει τις αρνητικές συνέπειες. Βεβαίως δε φθάνει η δυσαρέσκεια και ο σκεπτικισμός. Δεν αναπτύσσουν αυτόματα την αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή συνείδηση και τη δράση. Η προπαγάνδα του μονόδρομου είναι ισχυρή και αποτελεί ζήτημα πρωταρχικής σημασίας η πειστική αντιμετώπισή της. Η συνείδηση, ότι η σύγκρουση, με την ΕΕ και τις επιλογές της σημαίνει γενικευμένη εσωτερική και εξωτερική σύγκρουση συγκρατεί ένα μεγάλο μέρος του λαού από το να πάρει πιο ενεργητική στάση. Επηρεάζει το γεγονός ότι έχει να αντιμετωπίσει έναν ισχυρό διεθνή οργανισμό.
Οι αντιδράσεις, που αναπτύσσονται και σε άλλες χώρες απέναντι στην ΕΕ, μπορεί να ενισχύσουν και να διευκολύνουν την αγωνιστική διάθεση του λαού μας και για να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες.
Να επιμείνουμε, να δούμε και άλλες μορφές. Πάντως, το κύριο είναι να περάσει ο αγώνας κατά της ΕΕ στα κινήματα, στο εργατικό κλπ. Μέσα από εκεί μπορεί να πάρει μεγαλύτερο δυναμισμό. Κι αυτό γιατί είναι αδιάσπαστος με τον αγώνα για τα άμεσα και γενικότερα.
Τα τελευταία χρόνια, με την προοπτική της Οικονομικής και Νομισματικής Ενοποίησης, επιταχύνονται όλα εκείνα τα μέτρα και μεταρρυθμίσεις που μας είναι γνωστές σαν "αναδιαρθρώσεις". Πρόκειται για μια στρατηγική που αποβλέπει να επιφέρει αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, αναγκαίες στη σημερινή φάση που βρίσκεται το καπιταλιστικό σύστημα, για να εδραιωθεί και να διασωθεί, για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της κρίσης. Αλλαγές στον κρατικό και διακρατικό οικονομικό μηχανισμό, στις εργασιακές σχέσεις, στο πολιτικό σύστημα και στη στρατηγική για την πρόληψη της ανόδου λαϊκών κινημάτων. Αναπόσπαστο στοιχείο των αναδιαρθρώσεων αποτελούν οι στόχοι: Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο να εμποδίσει κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές στις χώρες- μέλη, κάτω από την επίδραση της ταξικής πάλης. Προσπαθούν να προλάβουν κάθε κίνδυνο αμφισβήτησης της πολιτικής και των στόχων τους. Επιδιώκουν να ενισχυθεί η θέση της ΕΕ στον ανταγωνισμό με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σημαντική πολιτική, οικονομική και κοινωνική προετοιμασία για να παρθούν αυτά τα αντιλαϊκά μέτρα. Τώρα η προώθησή τους παίρνει χαρακτήρα επιτάχυνσης αληθινού μπαράζ, με κύριο άξονα τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων.
Η συνολική πορεία της ΕΕ επιβεβαιώνει εκτιμήσεις και κατευθύνσεις του ΚΚΕ εδώ και πολλά χρόνια, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η διαδικασία ένταξης μέχρι και την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που άνοιξε πιο αποφασιστικά το δρόμο για τα σημερινά αντιδραστικά μέτρα.
Υπενθυμίζουμε πως η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, οι συνέπειες από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η μάστιγα της ανεργίας, οι άμεσοι κίνδυνοι που απειλούν τη χώρα μας από τη "Νέα Τάξη" των ιμπεριαλιστών, η διανομή των αγορών, η αμφισβήτηση των συνόρων, η διχοτομική πολιτική στην Κύπρο και στο Αιγαίο, η ιμπεριαλιστική επέμβαση στα Βαλκάνια και η πορεία αποσταθεροποίησης της Βαλκανικής, όλα αυτά που το Κόμμα μας έγκαιρα είχε επισημάνει, σήμερα βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και ο κάθε εργαζόμενος, ο κάθε πολίτης της χώρας μας τα βιώνει.
Σήμερα οι εργαζόμενοι και ο λαός μας, ζουν στο πετσί τους τις συνέπειες της ΟΝΕ, τις επιπτώσεις στην εργατική τάξη και σε τμήματα μεσαίων στρωμάτων από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στην ελληνική οικονομία και στην καπιταλιστική ΕΕ. Βιώνουν τη δραματική ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, των κοινωνικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων από τις επιταγές της "Λευκής Βίβλου". Τις οδυνηρές επιπτώσεις σε βάρος της μικρής και μεσαίας αγροτιάς από τις αποφάσεις της ΚΑΠ και της ΓΚATT. Τις διώξεις, τα αγροτοδικεία, τα ΜΑΤ, τις δικαστικές απαγορεύσεις των απεργιών, γενικότερα την κρατική καταστολή σε βάρος των εργαζομένων και των συνταξιούχων, που παλεύουν για τα δικαιώματά τους.
Τα λαϊκά προβλήματα οξύνονται από τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, τον αδυσώπητο μονοπωλιακό ανταγωνισμό, που, εκτός από την εργατική τάξη, χτυπά και τις μικρομεσαίες βιοτεχνικές και εμπορικές επιχειρήσεις.
Είναι ανάγκη να επισημάνουμε και να αναδείξουμε για άλλη μια φορά τα ζητήματα πρώτης γραμμής που βρίσκονται στην επικαιρότητα:
Πρώτο
Γίνεται όλο και πιο φανερός ο ταξικός χαρακτήρας της ΕΕ σαν διακρατικής, περιφερειακής ιμπεριαλιστικής ένωσης και αναδείχνεται ανάγλυφα ο ψευδεπίγραφος χαρακτήρας που έχουν τα συνθήματα για "εθνικούς στόχους" και "καθολικά συμφέροντα". Τα στοιχεία δείχνουν ότι η ελληνική πλουτοκρατία συγκέντρωσε τεράστια πλούτη στα πλαίσια της Ευρώπης, αλλά και ευρύτερα. Ελληνικές εταιρίες μετέχουν ενεργητικά στις διεθνείς αγορές, με ιδιαίτερη έμφαση στην προσπάθεια να διεισδύσουν στις τέως σοσιαλιστικές χώρες. Δεν είναι μόνο το εφοπλιστικό κεφάλαιο της χώρας που διακρίνεται σε διεθνείς τομείς, αλλά και βιομήχανοι, κατασκευαστικές εταιρίες, τραπεζίτες κλπ.Δεύτερο
Οι αναπροσαρμογές και αναδιαρθρώσεις γίνονται με σύνθημα την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Αναμφισβήτητα έχουν και τέτοιο χαρακτήρα, πράγμα φυσικό σε συνθήκες παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, που συνεπάγεται αναπόφευκτα τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, και σε ένα σύστημα της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας με ανισότιμες σχέσεις κ λπ.
Ταυτόχρονα έχουν και έντονα ενδοκοινοτικό και εθνικό χαρακτήρα, με την έννοια ότι, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, αποβλέπουν στη μέγιστη δυνατή συσσώρευση και συγκεντροποίηση, στην εκμετάλλευση του παραγωγικού πλούτου, στην απόσπαση της μέγιστης υπεραξίας, στη συγκέντρωση γης, που την αποσπούν από τους μικρούς και μεσαίους αγρότες κλπ.
Ισως δεν είναι υπερβολή να πούμε, ότι σήμερα τα μέτρα της ΕΕ στρέφονται περισσότερο στο εσωτερικό της και στην ήπειρο και εξυπηρετούν τα γενικότερα συμφέροντα του διεθνούς κεφαλαίου, γιατί η κρίση στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία, αλλά και οι ανταγωνισμοί, της επιτρέπουν να κινείται πιο εύκολα στο εσωτερικό της πεδίο, για να αντιμετωπίσει από καλύτερες θέσεις τον ανταγωνισμό με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Εχει μια αξία αυτή η εκτίμηση για τη φάση αυτή, γιατί δείχνει ότι τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο άγρια.
Ο ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός στους κόλπους της ΕΕ και της ευρωπαϊκής ολιγαρχίας αναπτύσσεται ταυτόχρονα και σε διαπλοκή με τον παγκόσμιο. Ο γαλλογερμανικός άξονας έχει ενισχυθεί σαν καθοριστική δύναμη της ενοποίησης. Ταυτόχρονα όμως από τη Γαλλία μέσω της Ενωσης αλλά και από τη Βρετανία, που πολλές φορές συμπλέει με τις ΗΠΑ, εκφράζονται και οι προσπάθειες ελέγχου των τάσεων του ηγεμονισμού της Γερμανίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα η διαμάχη για τα μεγάλα έργα παίρνει οξύτατες μορφές ανάμεσα στις ξένες πολυεθνικές. Π. χ. Γερμανοί - Γάλλοι για το αεροδρόμιο των Σπάτων ή ανάμεσα σε ελληνικά συμφέροντα εκδοτών - επιχειρηματιών, όχι με την έννοια ότι είναι οι μεγαλύτερες, αλλά ότι έγιναν πιο γνωστές.
Τρίτο
Οι διαδικασίες αυτές, βεβαίως, δεν οφείλονται μόνο στην ΕΕ και σωστά λέγεται και από την κυβέρνηση και από κόμματα ότι τα μέτρα θα παίρνονταν έτσι και αλλιώς. Ομως η παρέμβαση και ο ρόλος της ΕΕ είναι καθοριστικός - καθοδηγητικός, αποκτά υποχρεωτικό χαρακτήρα. Η ΕΕ πιο εύκολα οξύνει, επιβάλλει, θεσμοθετεί αντιλαϊκά μέτρα, διαμορφώνει κοινωνικοπολιτικούς όρους.
Τέταρτο
Σήμερα φαίνεται πιο καθαρά το ταξικό περιεχόμενο της πολιτικής "σύγκλισης", των ενιαίων κριτηρίων, αλλά και ο ουτοπικός χαρακτήρας των ισχυρισμών για τη μείωση του χάσματος κλπ. Πρόκειται για προσπάθεια προσαρμογής του καπιταλιστικού συστήματος στις νέες αντικειμενικές συνθήκες, η οποία ζημιώνει τα λαϊκά συμφέροντα.
Βεβαίως η Ελλάδα εκσυγχρονίζεται, αναβαθμίζεται, με την έννοια ότι κάνει τις αναγκαίες διαρθρωτικές και εκσυγχρονιστικές αλλαγές καπιταλιστικού χαρακτήρα, έστω και αν στον παραγωγικό τομέα υπάρχουν σημαντικές καθυστερήσεις. Ο λαός, οι εργαζόμενοι, τα πιο πρωτοπόρα τμήματα της κοινωνίας πρέπει να αναπτύξουν τα δικά τους κριτήρια για την ανεργία και την υποαπασχόληση, για τη φτώχεια, τα εισοδήματα και τις κοινωνικές παροχές, για την ανάπτυξη και την ευημερία και να δίνουν τη δική τους ερμηνεία σε όρους και στατιστικά στοιχεία που τα εμφανίζουν για να δείξουν ότι υπάρχει πρόοδος, ανάπτυξη κλπ.
Πέμπτο
Οι εξελίξεις αποδεικνύουν ότι οι θέσεις και προτάσεις για "ΟΝΕ με κοινωνικό πρόσωπο" γίνονται συνειδητά για λόγους προπαγάνδας και είναι ουτοπικές, στο βαθμό που εκφράζουν αυταπάτες. Αποτελούν συνειδητή κοροϊδία του λαού όταν τις υπερασπίζονται κόμματα που, ενώ αποδέχονται τη λογική του μονόδρομου, ο οποίος περιορίζει δραστικά την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, τις προβάλλουν, γιατί θέλουν να διατηρούν επαφές με το λαό και τα προβλήματά του. Ηδη στα πλαίσια της ΕΕ αναζητούνται τρόποι διαχείρισης, ώστε να αμβλυνθούν έστω προσωρινά κάποιες δραματικές συνέπειες. Αυτές οι προτάσεις όμως, είναι ουτοπικές (όταν δεν αποτελούν συνειδητή εξαπάτηση), όχι μόνο γιατί η κύρια κατεύθυνση της ΕΕ δεν επιτρέπει τέτοιες προτάσεις, αλλά και γιατί σήμερα έχει εκπέσει το κλασικό Κεϋνσιανό και άλλα μοντέλα αναδιανομής από τη μεγέθυνση της πίτας με την ανάπτυξη του καπιταλισμού.
Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια η ΕΕ να κάνει χειρισμούς, κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις και άλλες παρεμβάσεις για να μη φθάσουν τα πράγματα στα άκρα. Στην καλύτερη περίπτωση τέτοιοι ελιγμοί περνάνε μέσα από κάποιες παροχές. Το βασικότερο είναι ότι ακόμα και αν γίνουν κάποιες παραχωρήσεις μετά από πιέσεις του εργατικού κινήματος, αυτές δίνονται όταν ήδη έχουν αφαιρεθεί σημαντικές κατακτήσεις, σε συνθήκες μεγάλης ανεργίας, κλ
Η ΟΝΕ και το ΕΥΡΩ, η "Ατζέντα 2000",πρέπει να αντιμετωπιστούν σαν άμεση συνέχεια της ενιαίας εσωτερικής αγοράς, με βάση την "Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη" που υπογράφτηκε το 1986. Η Πράξη αυτή θεσμοθέτησε πλήρη ελευθερία κίνησης εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων και έδωσε μια νέα ώθηση στην καπιταλιστική ενοποίηση. Στη συνέχεια με το κείμενο στρατηγικής της ΕΕ, δηλαδή τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, θεσμοθετήθηκε η ΟΝΕ, που ενισχύθηκε και προσαρμόστηκε με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ, με το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Ετσι η ΟΝΕ, με εργαλεία την "Ατζέντα 2000" και το πρόγραμμα σταθερότητας, αποτελεί τον βασικό άξονα για να γίνουν αλλαγές στις οικονομίες των καπιταλιστικών χωρών όλης της Ευρώπης. Τόσο των κρατών - μελών όσο και των τρίτων χωρών που είναι υπό σύνδεση (χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης), αφού για την ένταξή τους είναι υποχρεωμένες να ενσωματώνουν από πριν τις πολιτικές της ΕΕ. Γι' αυτό σχεδιάζονται αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο που θα διασφαλίσουν πριν από την ένταξή τους την ηγεμονία του ηγετικού πυρήνα της ΕΕ. Στόχος φυσικά όλων αυτών είναι να διασφαλιστούν τα μονοπωλιακά κέρδη, να ανακοπεί η τάση μείωσης του μέσου ποσοστού κέρδους, να τσακίσουν τις λαϊκές αντιδράσεις και τα κοινωνικά κινήματα.
Η "Ατζέντα 2000" προγραμματίζει την πολιτική της ΕΕ για μια 10ετία στον τομέα διαχείρισης των πόρων και χρηματοδότησης των μονοπωλίων. Αφαιρούνται πόροι από ορισμένους τομείς (π. χ. διαρθρωτικά ταμεία, ταμεία συνοχής, μείωση στήριξης της γεωργίας), έτσι ώστε να υλοποιούνται τα σχέδια του ιμπεριαλιστικού επεκτατισμού της (διεύρυνση) στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και στην Κύπρο, με ταυτόχρονη αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των λαών της ΕΕ. Ηδη υπάρχει αβεβαιότητα για τους διαθέσιμους κοινοτικούς πόρους. Το τελευταίο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ κάλεσε την Επιτροπή να αναθεωρήσει την ήδη αρνητική πρότασή της προς το χειρότερο κάτω από τις πιέσεις της Γερμανίας, η οποία θέλει να μειώσει περισσότερο τις εισφορές της στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Το κόστος της διεύρυνσης θα καλυφθεί, σύμφωνα με την "Ατζέντα 2000", με περικοπές κονδυλίων που εισπράττουν οι πιο καθυστερημένες οικονομικά χώρες. Ιδιαίτερα σκληρά θα την πληρώσουν οι μικρομεσαίοι αγρότες, γιατί όταν μειωθεί η στήριξη της γεωργίας και ειδικά των μεσογειακών αγροτικών προϊόντων, θα επιταχυνθεί ακόμη πιο πολύ το βίαιο ξεκλήρισμά τους.
Με το Σύμφωνο Σταθερότητας θα επιταχυνθούν στα αμέσως επόμενα χρόνια οι τραγικές συνέπειες στους εργαζόμενους. Η επικύρωση της Συνθήκης του Αμστερνταμ, η έναρξη της τρίτης φάσης της ΟΝΕ και των διαπραγματεύσεων με τις υπό διεύρυνση χώρες, η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, της κοινωνικής ασφάλισης και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, η νέα χειρότερη αναθεώρηση της ΚΑΠ, η έναρξη του νέου γύρου για την αναθεώρηση του ΠΟΕ, το χρηματοδοτικό πακέτο "Σαντέρ", οι κρίσεις της ΕΕ για το αν μπορεί να ενταχτεί η Ελλάδα (1999) στην ΟΝΕ, η εφαρμογή των αρμοδιοτήτων της Σένγκεν, αποτελούν τους βραχυπρόθεσμους σχεδιασμούς της ΕΕ.
Το κοινό νόμισμα είναι στις προτεραιότητες της ευρωπαϊκής πλουτοκρατίας, σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσει το κεφάλαιο ενιαίους όρους κίνησης, για να έχει λιγότερους κινδύνους στη μετακίνησή του, μεγαλύτερη ευκινησία και μικρότερο κόστος στις συναλλαγές. Το ισχυρό ΕΥΡΩ θεωρείται επίσης ισχυρό όπλο ανταγωνισμού έναντι του δολαρίου και του γιεν. Η λειτουργία του απαιτεί ενιαία νομισματική πολιτική και ενιαίο κέντρο ελέγχου, που ασκεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ετσι αντικειμενικά αφαιρούνται οι δυνατότητες να ασκηθεί μια διαφορετική νομισματική πολιτική στα ξεχωριστά κράτη - μέλη. Ωστόσο, η προοπτική του ΕΥΡΩ δεν είναι εξασφαλισμένη, όπως ομολογούν οι ίδιοι. Ανεξάρτητα από αυτό, σίγουρα κερδισμένοι θα είναι οι πολυεθνικές και χαμένοι η εργατική τάξη και τα πλατιά λαϊκά στρώματα.
Η ΟΝΕ δεν μπορεί να προωθηθεί με μια άλλη διαχείριση. Εξάλλου οι στόχοι της ονομαστικής σύγκλισης των οικονομιών (επιτόκια, πληθωρισμός, ελλείμματα, δημόσιο χρέος) δεν είναι τυχαίοι. Είναι όροι για ένα σχετικά σταθερό νόμισμα, που μπορούν να προσεγγιστούν μόνο με ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Στα πλαίσια της καπιταλιστικής ενοποίησης δρα ο απόλυτος νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις πολλών αναλυτών, η προσπάθεια να τηρηθούν "οι όροι σύγκλισης" θα οξύνει τις αντιθέσεις μεταξύ των κρατών - μελών και κυρίως τις ταξικές αντιθέσεις στο εσωτερικό των χωρών. Τα κράτη - μέλη δε θα μπορούν να εφαρμόσουν εναλλακτικά μέσα που χρησιμοποιούνται για μια κάποια παρέμβαση στον κύκλο της κρίσης (π. χ. επιτόκια, ισοτιμίες κ. ά.). Ο κύκλος της κρίσης δεν είναι συγχρονισμένος στα κράτη - μέλη. Φυσικά η νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα παίρνει υπόψη τις ανάγκες των ισχυρών οικονομιών της Ενωσης, με πιθανό αποτέλεσμα να οξύνονται τα προβλήματα στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, στο βαθμό που αποκλίνουν οι ανάγκες των οικονομιών τους, στη συγκεκριμένη συγκυρία.
Η ΟΝΕ δεν είναι για το λαό εθνικός στόχος. Είναι στόχος της πλουτοκρατίας και των κόμματων της. Από την ΟΝΕ, την "Ατζέντα 2000" και τις καπιταλιστικές συνολικά αναδιαρθρώσεις, κερδισμένες θα είναι οι πολυεθνικές και η άρχουσα τάξη όλων των κρατών - μελών της ΕΕ, ανεξάρτητα από το πόσο η καθεμία (ελληνική, πορτογαλική, ισπανική κλπ.) θα μπορέσει να αρπάξει από το μοίρασμα της πίτας.
Η διατήρηση της ονομαστικής σύγκλισης και το Σύμφωνο Σταθερότητας προμηνύουν νέα, πιο βαριά δεσμά, για τους λαούς. Αποτελούν το άλλοθι της κυβέρνησης για θυσίες διάρκειας, πότε με στόχο να μπούμε στην ΟΝΕ ή και για να μη βγούμε από την ΟΝΕ.
Η πολιτική που ακολουθεί η ΕΕ μετά το Μάαστριχτ οδήγησε μεγάλα τμήματα εργαζομένων, αγροτών και άλλων μεσαίων στρωμάτων να προβάλουν αντίσταση, που βαθμιαία διευρύνεται και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Ετσι προκύπτει για τον πυρήνα της ΕΕ η ανάγκη να καταγράφει και να παρακολουθεί τη δραστηριότητα του κινήματος που αντιστέκεται. Ενισχύονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ. Η Ευρώπη "τους" κινδυνεύει από τους λαούς που την κατοικούν, γι' αυτό και όλα τα μέτρα που παίρνει για την ασφάλεια και την άμυνα είναι στρατιωτικές επεμβάσεις και μηχανισμοί καταστολής.
Ακριβώς γι' αυτό προωθείται η εφαρμογή της Συνθήκης Σένγκεν και η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και του ρόλου της Ευρωαστυνομίας (EUROPOL), με μηχανισμούς παρακολούθησης και καταστολής για τη διαφύλαξη της εξουσίας του κεφαλαίου, με αστυνομικούς - στρατιωτικούς θεσμούς για ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων και τη χειραγώγηση των εργαζομένων και των κινημάτων τους.
Στο Αμστερνταμ αποφασίστηκε η Συνθήκη Σένγκεν να ενταχθεί στο Κοινοτικό Δίκαιο, με τη μορφή πρωτοκόλλου, ως κεκτημένο, δηλαδή ως μίνιμουμ σύστημα ασφαλείας της ΕΕ, όπου θα προσχωρήσουν και οι χώρες που θα ενταχθούν στην Ενωση (εξαιρούνται η Αγγλία και η Ιρλανδία).
Λίγο - πολύ αποτελεί κοινή συνείδηση στη χώρα μας, αλλά και στις χώρες που βρίσκονται σε υποδεέστερη σχέση στα πλαίσια της ΕΕ, ότι ένταξη και προσαρμογή στην ΕΕ και στην πολιτική της σημαίνει και εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Οτι στενεύουν, εκμηδενίζονται τα περιθώρια διαφορετικών επιλογών ή παραλλαγών που δυσκολεύουν την ΕΕ να προχωρήσει με βάση τις επιλογές της. Τέτοιες απόψεις ακούγονται και από ηγετικούς κύκλους στις κυρίαρχες χώρες της ΕΕ, αυτές όμως εντάσσονται στα πλαίσια των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
Ταυτόχρονα όμως έχει γίνει και σοβαρή ιδεολογική και πολιτική δουλιά στην ΕΕ, ότι στις σημερινές συνθήκες της διεθνοποίησης δεν τίθεται με τον ίδιο τρόπο το ζήτημα της εκχώρησης δικαιωμάτων ή και ότι είναι ανύπαρκτο ζήτημα, αφού καμία χώρα δεν μπορεί πλέον να αποφασίζει μόνη της.
Το θέμα έχει ταξικό, πολιτικό περιεχόμενο. Το θέμα για το ΚΚΕ είναι ότι κάθε λαός, κάθε χώρα δεν μπορεί να δεσμεύεται σε μια πολιτική που έρχεται σε αντίθεση με τα λαϊκά συμφέροντα και με τη δυνατότητα - όσο γίνεται - ανεξάρτητης εξέλιξης, που θα της επιτρέπει να τα βγάζει πέρα στις σημερινές διεθνείς συνθήκες. Το διεθνικό στα πλαίσια της ΕΕ και της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας είναι διαφορετικό από το διεθνικό συμφέρον των λαών, από το διεθνικό συμφέρον σε μια Ευρώπη του σοσιαλισμού.
Η πείρα έδειξε ότι και εκεί που υπήρχε βάση για ισότιμες σχέσεις, π. χ. στο σοσιαλιστικό σύστημα, δεν έφθανε, χρειάζεται πάντα μια καλά επεξεργασμένη πολιτική, που και στα πλαίσια ενός συστήματος ισότιμου να διασφαλίζεται το εθνικό και το κοινό συμφέρον.
Παρά τις εξελίξεις στην ΕΕ, οι αντιθέσεις δεν ήταν δυνατόν να γεφυρωθούν. Οι υποστηρικτές της καπιταλιστικής ενοποίησης και τα ίδια τα θεσμικά όργανα της ΕΕ εκτιμούν ότι η πολιτική ένωση προχωρεί με πολύ αργούς ρυθμούς και ειδικά το σκέλος της ΚΕΠΠΑ, δηλαδή ένα πεδίο που οι αστοί αναλυτές χαρακτηρίζουν "σκληρό πυρήνα" της εθνικής κυριαρχίας. Γι' αυτό ενισχύονται οι προσπάθειες για μεγαλύτερη δυνατότητα επιβολής και κυριαρχίας των ισχυρότερων. Παρά τα ισχνά αποτελέσματα, σε σχέση με τους διακηρυγμένους σχεδιασμούς της Συνθήκης του Μάαστριχτ, η θεσμοθέτηση ενός εκφραστή και διαχειριστή εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, του γενικού γραμματέα του Συμβουλίου, δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οπως επίσης δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η θεσμοθέτηση στρατιωτικών παρεμβάσεων "ανθρωπιστικού" χαρακτήρα, τύπου "Πέτεσμπεργκ", δηλαδή "ανθρωπιστικές αποστολές", "διαχείριση κρίσεων", "αποκατάσταση, διατήρηση ειρήνης" κλπ. Η ΚΕΠΠΑ δεν προσφέρει καμία προστασία εδαφικής ακεραιότητας και εθνικής ανεξαρτησίας, όπως προβάλλουν οι υποστηρικτές της ΕΕ. Αντίθετα, πολλές φορές συνέβαλε σε αποσχιστικές τάσεις και αλλαγές συνόρων, όπως στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας και ποτέ δεν εμπόδισε εδαφικές βλέψεις κατά της χώρας μας. Στη διαμόρφωση της ΚΕΠΠΑ εκφράζεται η βία για το μοίρασμα των αγορών με τη σφραγίδα του ισχυρότερου, με αντιφατικές σχέσεις συναίνεσης και εξάρτησης. Βασικός στόχος του κεφαλαίου είναι να αποδυναμώσει το διεθνή ρόλο των μεμονωμένων χωρών και να τις υποτάξει στον ισχυρό πυρήνα της ΕΕ. Εννοείται ότι το ζήτημα αυτό δεν αφορά εξίσου όλες τις χώρες. Στα πλαίσια της ανισόμετρης ανάπτυξης και των σχέσεων κυριαρχίας και υποταγής, η Γερμανία μπορεί να επιβάλλει τα ιδιαίτερα συμφέροντά της, να κτίζει τις δικές της ιδιαίτερες συμμαχίες και άξονες.
Οι όροι που προβλέπονται στις Συνθήκες για την ΚΕΠΠΑ συνοπτικά αναφέρουν ότι: Οι "κοινές στρατηγικές" θα αποφασίζονται ομόφωνα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Για την κοινή δράση στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική ασφάλειας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίζει αν ένα θέμα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο κοινής δράσης. Οταν το εγκρίνει, ορίζει την ακριβή της εμβέλεια, τους γενικούς και ειδικούς στόχους, τα μέσα, τις διαδικασίες και τους όρους και, αν είναι απαραίτητο, τη διάρκεια εφαρμογής της. Την προώθηση της κοινής δράσης την αναλαμβάνει το Συμβούλιο ΥΠΕΞ που αποφασίζει με πλειοψηφία. Η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας περιλαμβάνει το σύνολο των θεμάτων που αφορούν την ασφάλεια της ΕΕ μαζί και τη διαμόρφωση στην πορεία μιας κοινής αμυντικής πολιτικής. Η Ενωση ζητάει από τη Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση (ΔΕΕ) να εκπονεί και να εφαρμόζει τις αποφάσεις και τη δράση της Ενωσης. Ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου θα εκφράζει και θα διαχειρίζεται την ΚΕΠΠΑ ως υψηλός εκπρόσωπός της (Συνθήκη του Μάαστριχτ άρθρα Ι.3, παρ α, β / Ι.4).
Με την αλλαγή στον τρόπο λήψης αποφάσεων ("εποικοδομητική αποχή" για στρατηγικής σημασίας αποφάσεις, όπου πριν χρειαζόταν ομοφωνία), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει με πλειοψηφία, εφόσον το κράτος που έχει αντίρρηση μπορεί να μη συμμετέχει σε αυτή τη δράση. Δηλαδή, ακόμα και αν δεν καταργηθεί πλήρως το βέτο στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, τείνει να αποστεωθεί και να χάσει κάθε ουσία.
Το ΚΚΕ επανειλημμένα έχει καταγγείλει τη συρρίκνωση του ρόλου και αυτού ακόμα του αστικού Κοινοβουλίου, σαν μια πρόσθετη απόδειξη του τι σημαίνει αστική δημοκρατία, σαν απόδειξη της γενικότερης στροφής προς την αντίδραση. Το ΚΚΕ αξιοποιεί τόσο το Εθνικό όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως βήμα υπεράσπισης των λαϊκών δικαιωμάτων. Με τη δράση του συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία και αποδείξεις που δίνουν τη δυνατότητα στο λαό να συνειδητοποιεί πού πάει η κατάσταση. Εφοδιάζει με επιχειρήματα που διευκολύνουν την ανάπτυξη του αγώνα, τεκμηριώνει την κριτική του απέναντι στην κυβέρνηση που είναι συνυπεύθυνη για τις εξελίξεις στην ΕΕ.
Στον τομέα της ΚΕΠΠΑ φαίνεται πιο καθαρά ότι οι κυρίαρχες τάξεις δεν είναι σε θέση να ξεπεράσουν τους ανταγωνισμούς τους. Ούτε είναι στις προθέσεις τους, τουλάχιστον προς το παρόν και κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες, να προχωρήσουν στη διάλυση του εθνικού κράτους ή στην απορρόφηση ή στη συγχώνευσή του σε μια ευρύτερη ενότητα.
Η παρέμβαση στο πολιτικό σύστημα των κρατών-μελών πραγματοποιείται κυρίως με τη δημιουργία ευρωπαϊκών κομμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 138Α της Συνθήκης για την ΕΕ, το οποίο αναφέρει:
"Τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ολοκλήρωση στα πλαίσια της Ενωσης. Συμβάλλουν στη δημιουργία ευρωπαϊκής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ενωσης".
Είναι εμφανής η προσπάθεια να επιβληθεί ένα κλασικό ή αναπαλαιωμένο δικομματικό σύστημα στην ΕΕ και σε όλες τις χώρες, με τις συμμαχίες του, τις παραφυάδες του, τα αναχώματά του απέναντι στο λαϊκό κίνημα, με στόχο να αποκλείσει με ένα δημοκρατικό μανδύα τις διαφορετικές πολιτικές εκφράσεις στην κοινωνία και κάθε φωνή αντίστασης στα ιμπεριαλιστικά σχέδια.
Η τελευταία, μάλιστα, πρόταση εκλογικού συστήματος για τις ευρωεκλογές υιοθετεί τον καθορισμό κατώτατου ορίου για την εκλογή βουλευτών και το διαχωρισμό της επικράτειας σε περιφέρειες. Αλλοιώνει έτσι την ουσία της απλής αναλογικής και προωθεί για πρώτη φορά το θεσμό βουλευτών, που θα εκλέγονται από λίστες ευρωπαϊκών κομμάτων, που θα εκλέγονται από το σύνολο των ψηφοφόρων της ΕΕ. Οι βουλευτές αυτοί θα αποτελούν το 10% του συνόλου (οι υπόλοιποι θα εκλέγονται σε εθνικό επίπεδο από ευρωπαϊκά ή εθνικά κόμματα) των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ταυτόχρονα άρχισαν οι διαβουλεύσεις για τον ορισμό του "ευρωπαϊκού κόμματος" και τις διαδικασίες χρηματοδότησής του με κοινοτικά κονδύλια.
Η άρχουσα τάξη της χώρας μας παρουσιάζει το θεσμό των ευρωπαϊκών κομμάτων σαν μια απόδειξη της δημοκρατικότητας της ΕΕ.
Πραγματικός στόχος τους είναι να δημιουργηθούν πρόσθετες ασφαλιστικές δικλείδες για τον εγκλωβισμό, την ενσωμάτωση και χειραγώγηση της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Να μειωθεί και να αποδυναμωθεί σε επίπεδο Ευρωκοινοβουλίου ο ρόλος των κομμάτων που αντιτίθενται στην ΕΕ και στην προώθηση της "Ευρωπαϊκής ιδέας" και της "ευρωπαϊκής συνείδησης". Δεν πρόκειται για προώθηση της διεθνιστικής ιδέας, αλλά για τον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου και την ιμπεριαλιστική ενοποίηση.
Τον Ιούνιο του 1999 είναι προγραμματισμένες να γίνουν οι ευρωεκλογές. Δεν είναι απίθανο να συνδυαστούν με τις εθνικές εκλογές. Ετσι και αλλιώς όμως και οι ευρωεκλογές και οι εθνικές εκλογές θα έχουν επίκεντρο την ΟΝΕ, τις επιλογές της ΕΕ και τις συνέπειες στη χώρα μας, στην Ευρώπη. Επομένως, η προετοιμασία για τις ευρωεκλογές βοηθάει στην ετοιμότητα και για την περίπτωση των πρόωρων εθνικών εκλογών.
Στο εκλογικό αποτέλεσμα πρέπει να εκφραστεί η πείρα των λαϊκών μαζών που αγωνίστηκαν και ήρθαν σε αντιπαράθεση με συγκεκριμένες επιλογές της ΕΕ. Η εκλογική μάχη από τα ίδια τα πράγματα θέτει ζήτημα συμφωνίας ή όχι με την πολιτική και τους στόχους της ΕΕ και την ΟΝΕ. Στην εκλογική μάχη οι εργάτες και οι υπάλληλοι, οι αγρότες και οι μικρομεσαίοι, η νεολαία, όλοι και όλες που μετέχουν ενεργά στα κινήματα για τα δικαιώματα των γυναικών, την προστασία του περιβάλλοντος, στο κίνημα κατά της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων, πρέπει να καταψηφίσουν την ΕΕ, την ΟΝΕ. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο ψηφίζοντας το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ.
Σ' αυτές τις εκλογές υπάρχει η δυνατότητα να αναδειχτεί πιο διακριτά ένα λαϊκό ρεύμα αμφισβήτησης από ριζοσπαστικές θέσεις. Να μην εγκλωβιστούν ριζοσπαστικές λαϊκές μάζες σε ανώδυνες κριτικές και ουτοπικές θέσεις, ότι δηλαδή είναι ρεαλιστικό να συμμορφώνεται η Ελλάδα με την ΕΕ και ταυτόχρονα ο λαός να ευημερεί. Η απάντηση των λαϊκών στρωμάτων και με την ψήφο πρέπει να είναι ΟΧΙ στην ΟΝΕ, ΝΑΙ στην αντίσταση και στην αντεπίθεση.
Το ΚΚΕ συνδέει την εκλογική μάχη, όπως και όλες τις πολιτικές δραστηριότητες, με την πρόοδο της συσπείρωσης και συμπαράταξης εναντίον της ΕΕ, της ΟΝΕ.
Επιδιώκει μέσα και από αυτήν την εκλογική μάχη να γίνει ένα ακόμα βήμα στην προώθηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου.
Οι κομμουνιστές και οι κομμουνίστριες πρέπει να δουλέψουν με τέτοιο τρόπο και τέτοια δύναμη, μαχητικότητα και επάρκεια, ώστε το Κόμμα να βγει ολόπλευρα ενισχυμένο πολιτικά, ιδεολογικά, εκλογικά, ενισχυμένο με νέες δυνάμεις στις γραμμές και στον περίγυρό του.
Το ΚΚΕ, με τη δράση που επέδειξε σ' αυτό το διάστημα, έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει μια αύξηση του ποσοστού του, σε σύγκριση με το 1994. Εχει τη δυνατότητα και από το γεγονός ότι η ΕΕ προκαλεί δυσαρέσκεια, προβληματίζει ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Η μάχη των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών έδειξε ότι ο λαός δεν έχει πειστεί πως πιάνουν τόπο οι βαριές θυσίες που του ζητούνται στο όνομα του δήθεν εθνικού στόχου της ΟΝΕ.
Η υπερψήφιση του ψηφοδελτίου του ΚΚΕ θα πιάσει τόπο, γιατί είναι η μόνη ψήφος που δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως ανοχή στην ΟΝΕ και στην κυβέρνηση. Είναι η μόνη ψήφος που δεν επιδέχεται αμφιλεγόμενη ερμηνεία ως προς το νόημά της. Η ψήφος στα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης τελικά θα μετρηθεί υπέρ της ΕΕ και των επιλογών της, είτε πάει προς τη ΝΔ, που ανοιχτά ευθυγραμμίζεται με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές, είτε προς τα άλλα κόμματα που δεν αμφισβητούν την ΕΕ και περιορίζονται σε κάποιες ουτοπικές προτάσεις με το ανεδαφικό σχήμα ότι "υπάρχει φιλολαϊκός δρόμος προσέγγισης της ΟΝΕ". Δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι θεωρίες του μονόδρομου, του τεχνητού διλήμματος "μέσα στην ΕΕ, γιατί έξω καταστρεφόμαστε". Οι αυταπάτες ότι η σοσιαλδημοκρατική διαχείριση δεν είναι νεοφιλελεύθερη, επηρεάζουν λαϊκά στρώματα που μετέχουν χαλαρά στους αγώνες ή μένουν απαθή, σε απογοήτευση. Οσο πλησιάζει προς την τελική ευθεία, θα επιστρατευτούν τα γνωστά διλήμματα.
Με επεξεργασία των συνθημάτων και κυρίως την καλά δουλεμένη επιχειρηματολογία πρέπει να δίνεται απάντηση γιατί η ενίσχυση του ΚΚΕ στις ευρωεκλογές - εκτός από τη γενική πολιτική σημασία που έχει - αποτελεί και ανάχωμα για να μην καρπωθεί τη δυσαρέσκεια η ΝΔ, που είναι κόμμα στυλοβάτης της πολιτικής της ΕΕ. Το ΚΚΕ έγκαιρα υπογραμμίζει ότι το λευκό, το άκυρο ή η αποχή δεν πιάνουν τόπο. Αδυνατίζει το μήνυμα κατά της ΟΝΕ, από τη στιγμή που υπάρχει πολιτική δύναμη, το ΚΚΕ, που μπορεί να εκφράσει την πραγματική αντίθεση και το πνεύμα οργάνωσης, ενότητας και πάλης.
Οι εξελίξεις αποδεικνύουν ότι οι θέσεις και προτάσεις για "ΟΝΕ με κοινωνικό πρόσωπο" γίνονται συνειδητά για λόγους προπαγάνδας και είναι ουτοπικές, στο βαθμό που εκφράζουν αυταπάτες. Αποτελούν συνειδητή κοροϊδία του λαού όταν τις υπερασπίζονται κόμματα που, ενώ αποδέχονται τη λογική του μονόδρομου, ο οποίος περιορίζει δραστικά την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, τις προβάλλουν, γιατί θέλουν να διατηρούν επαφές με το λαό και τα προβλήματά του.
Η συνολική πορεία της ΕΕ επιβεβαιώνει εκτιμήσεις και κατευθύνσεις του ΚΚΕ εδώ και πολλά χρόνια, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η διαδικασία ένταξης μέχρι και την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που άνοιξε πιο αποφασιστικά το δρόμο για τα σημερινά αντιδραστικά μέτρα
Το ζήτημα της ρήξης με την ΕΕ, με όρους αποδέσμευσης και ανατροπής πρέπει να αναβαθμιστεί στη δουλιά μας, να συνοδεύεται με πρακτικές ενέργειες διαφώτισης και δράσης
Τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας έχουν αποδεχτεί, διακηρύσσουν στα λόγια και στην πράξη, με ακίνδυνες και ανούσιες μικροπαραλλαγές, την προσήλωσή τους στις αρχές και κατευθύνσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ και των αναπροσαρμογών της, στην πολιτική προσαρμογής στη νέα τάξη πραγμάτων
Το κοινό νόμισμα είναι στις προτεραιότητες της ευρωπαϊκής πλουτοκρατίας, σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσει το κεφάλαιο ενιαίους όρους κίνησης, για να έχει λιγότερους κινδύνους στη μετακίνησή του, μεγαλύτερη ευκινησία και μικρότερο κόστος στις συναλλαγές
Το ΚΚΕ συνδέει την εκλογική μάχη, όπως και όλες τις πολιτικές δραστηριότητες, με την πρόοδο της συσπείρωσης και συμπαράταξης εναντίον της ΕΕ, της ΟΝΕ. Επιδιώκει μέσα και από αυτήν την εκλογική μάχη να γίνει ένα ακόμα βήμα στην προώθηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου