Από τα αναλυτικά στοιχεία προκύπτει ότι 11 μεγαλοϊδιοκτήτες κατέχουν ακίνητα αξίας πάνω από 1,5 δισ. δραχμές ο καθένας και άλλοι 1.143 εμφανίζονται να κατέχουν ο καθένας ακίνητα αξίας από 300 μέχρι και 1.500 εκατ. δραχμές
Εντεκα μεγαλοεπιχειρηματίες - μεγαλοϊδιοκτήτες, από τα παλιά και νέα "τζάκια", εμφανίζονται να κατέχουν ακίνητη περιουσία που ξεπερνά το 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές! Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία του πίνακα του υπουργείου Οικονομικών με την εκκαθάριση του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ) οικονομικού έτους 1997, που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, εκκαθαρίστηκαν συνολικά 81.659 δηλώσεις ΦΜΑΠ και το υπουργείο προσδοκά να εισπράξει φόρους συνολικού ύψους 6,5 δισ. δραχμών. Ποσό που υπολείπεται πολύ των αρχικών προσδοκιών της κυβέρνησης.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τον πίνακα του υπουργείου Οικονομικών, από την εκκαθάριση των 81.659 δηλώσεων ΦΜΑΠ:
Από τον πίνακα του υπουργείου Οικονομικών προκύπτει ότι:
Τέλος, πάνω από 10 εκατομμύρια δραχμές Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας θα κληθούν να πληρώσουν μόλις 11 φορολογούμενοι.
Διαβάζοντας όμως πιο προσεκτικά τον πίνακα του υπουργείου Οικονομικών με την εκκαθάριση των δηλώσεων ΦΜΑΠ - και συγκρίνοντας τα στοιχεία αυτά με την κλίμακα υπολογισμού του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας - διαπιστώνει κανείς τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία:
Πρώτον, ότι οι 1.143 φορολογούμενοι στους οποίους αναλογεί να πληρώσουν ΦΜΑΠ από 1 μέχρι και 10 εκατ. δραχμές σημαίνει ότι έχουν (με βάση τη δήλωση που κατέθεσαν στην εφορία) ακίνητη περιουσία η αξία της οποίας κυμαίνεται από 300 μέχρι και 1.400 εκατ. δραχμές.
Δεύτερον, οι 11 μεγαλοϊδιοκτήτες που καλούνται να πληρώσουν Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας πάνω από 10 εκατ. δραχμές, σημαίνει ότι έχουν - με βάση τη δήλωση ΦΜΑΠ που κατέθεσαν στην εφορία - ακίνητη περιουσία αξίας πάνω από 1,5 δισ. δραχμές!
Σε αδιέξοδο καταλήγουν οι επαφές που έχει ξεκινήσει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών με τους εκπροσώπους άλλων υπουργείων, για τα κονδύλια που θα πρέπει να διατεθούν το 1999 από τον προϋπολογισμό του 1999. Αιτία, η εμμονή της κυβέρνησης να συμπιέσει πάση θυσία τις δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος "σύγκλισης". Αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι το πνεύμα που επικρατεί στις διμερείς συναντήσεις που άρχισε να πραγματοποιεί ο υφυπουργός Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκης με τους εκπροσώπους των διαφόρων υπουργείων στα πλαίσια της οριστικοποίησης των μεγεθών του κρατικού προϋπολογισμού του επόμενου έτους στο σκέλος των δαπανών.
Σε τέτοιο κλίμα πραγματοποιήθηκε στις αρχές της βδομάδας στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους η προγραμματισμένη συνάντηση με τον υφυπουργό Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ενώ χτες πραγματοποιήθηκαν ανάλογες επαφές με εκπροσώπους των υπουργείων Εμπορικής Ναυτιλίας, Πολιτισμού και Εργασίας. Οι συναντήσεις καταλήγουν σε αδιέξοδο καθώς οι εκπρόσωποι των διαφόρων υπουργείων διεκδικούν κονδύλια σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με αυτά που προτίθεται να διαθέσει η κυβέρνηση. Η τελευταία έχει κάνει σαφές ότι προτίθεται να διατηρήσει καθηλωμένες και φέτος τις δαπάνες, τακτική που ακολουθεί ήδη από το 1993, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε ασφυκτική κατάσταση τόσο τα ίδια τα υπουργεία όσο και οι εποπτευόμενοι από αυτά φορείς, καθώς δεν είναι πλέον σε θέση να ικανοποιήσουν τις λειτουργικές τους δαπάνες.
Αξίζει να θυμίζουμε ότι σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο προϋπολογισμού 1999 που έχει καταρτίσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και αποκάλυψε ο "Ρ" την περασμένη Κυριακή, το σύνολο των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού προβλέπεται να ανέλθει σε 11.008 δισ. δρχ., σημειώνοντας ονομαστική αύξηση μόλις κατά 5,6% σε σχέση με τα φετινά επίπεδα. Επιπλέον, αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, επισημαίνουν ότι στον προϋπολογισμό του 1999 το βάρος της επίτευξης των όρων του προγράμματος "σύγκλισης" θα σηκώσει το σκέλος των δαπανών, οι οποίες θα συμπιεστούν ακόμη περισσότερο αν εμφανιστούν... απρόβλεπτες εξελίξεις.
Στο ποσό των 6 δισεκατομμυρίων δραχμών ανέρχεται το ύψος των εσόδων που έχουν βεβαιωθεί προς είσπραξη μέχρι στιγμής από τους ελέγχους που πραγματοποίησαν σε εκκρεμείς υποθέσεις οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών. Λόγος γίνεται για τα πρώτα αποτελέσματα της πρόσφατης απόφασης του υπουργείου Οικονομικών για τη διενέργεια τακτικών ελέγχων επί όλων των φορολογικών υποθέσεων που καλύπτουν την περίοδο 1987 - 1997.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μέχρι στιγμής, με βάση τις διαδικασίες και τους όρους που προβλέπει η απόφαση, έχουν ελεγχθεί περίπου 907 υποθέσεις, από τις οποίες βεβαιώθηκαν έσοδα της τάξης των 6,061 δισ. δρχ. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε φορολογούμενο ή επιχείρηση που ελέγχθηκε αναλογεί κατά μέσο όρο ποσό 6,6 εκατ. δρχ. που οφείλει να καταβάλει.
Αυξημένες κατά 36% εμφανίστηκαν το οκτάμηνο του 1998 οι πληρωμές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα του Β' Πακέτου Ντελόρ, έναντι της αντίστοιχης περσινής περιόδου. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με χτεσινή ανακοίνωση του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, οι πληρωμές του ΠΔΕ για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα ανήλθαν το διάστημα Γενάρη - Αυγούστου 1998 σε 756 δισ. δρχ. από 558 δισ. δρχ. της αντίστοιχης περιόδου του 1997 και από 276 δισ. δρχ. του ίδιου διαστήματος του 1996.
Συνολικά εντός του οκταμήνου 1998, οι πληρωμές του ΠΔΕ σημείωσαν αύξηση κατά 34% και ανήλθαν στο ποσό του 1.147 δισ. δρχ. από 856 δισ. δρχ. την αντίστοιχη περίοδο του 1997.
Συνάντηση με τον υποδιοικητή της Εθνικής Τράπεζας, Αν. Βρανά,και τον διευθυντή πίστεως, Π. Φρονίστα,είχε ο πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), Χρ. Φώλιας,με τους οποίους και συζήτησε θέματα σχετικά με τη χρηματοδότηση του εμπορίου από τις τράπεζες. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης συζητήθηκαν το ύψος των επιτοκίων, οι όροι και οι εγγυήσεις για τη χορήγηση δανείων σε εμπορικές επιχειρήσεις, η χρηματοδότηση της αγοράς επαγγελματικής στέγης, το κόστος χρήσης πιστωτικών καρτών από εμπορικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε η ΕΣΕΕ, ο Χρ. Φώλιας διαπίστωσε "σύγκλιση απόψεων και διάθεση βελτίωσης των παρεχόμενων τραπεζικών υπηρεσιών προς το εμπόριο". Ολα αυτά, ας σημειωθεί, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ τα λέει τη στιγμή που είναι γνωστό ότι για τους εκατοντάδες χιλιάδες μικρέμπορους, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία του εμπορικού κόσμου, είναι απαγορευμένο και το κατώφλι των τραπεζών, δίνοντας για άλλη μια φορά στην πραγματικότητα το στίγμα για το ποιους εμπόρους εκπροσωπεί για λογαριασμό των οποίων "συμφωνεί" με τον υποδιοικητή της Εθνικής Τράπεζας.
Στις αρχές του 1999 θα λειτουργήσει ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), το νομοσχέδιο για τον οποίο θα είναι έτοιμο μέσα στον επόμενο μήνα. Αυτό ανακοίνωσε προχτές ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Ανάπτυξης, Ηλ. Αποστολάκης,μιλώντας σε ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στα Γιάννενα με θέμα: "Ποιότητα στη βιομηχανία τροφίμων ζωικής προέλευσης".
Ο γενικός γραμματέας επανέλαβε τις κυβερνητικές εξαγγελίες για το ρόλο του ΕΦΕΤ. Χαρακτηριστικό του πόσο ουσιαστικός θα είναι ο ρόλος του και κατά πόσο θα θίγει την υποβάθμιση της ποιότητας, που φτάνει στο τραπέζι των καταναλωτών και που συνυπάρχει με την "απελευθέρωση" της αγοράς, είναι το περισσό ενδιαφέρον με το οποίο οι βιομήχανοι διοργανωτές της ημερίδας εξέφρασαν την υποστήριξή τους και έκαναν λόγο για αναγκαιότητα υλοποίησης του θεσμού το ταχύτερο δυνατό.
Αξίζει εδώ να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα με τις προ μηνών εξαγγελίες, στον ΕΦΕΤ (κατά την κυβέρνηση είναι φορέας που ιδρύεται με στόχο την προστασία των καταναλωτών από την ασυδοσία των επιχειρήσεων σε ό,τι έχει να κάνει με την ποιότητα), θα συμμετέχουν και βιομήχανοι. Παράλληλα, θα χρησιμοποιούνται ιδιωτικά εργαστήρια για τις αναλύσεις δειγμάτων, ενώ γνώστες του θέματος εκφράζουν τη βεβαιότητα ότι στην πράξη θα υποβαθμιστεί ο ρόλος των υπηρεσιών και της παρέμβασης του κράτους για την προστασία των καταναλωτών.