Το ΚΚΕ κατήγγειλε την επιδοματική πολιτική και ζήτησε συντάξεις στο ύψος των πραγματικών αναγκών των εργαζομένων
Στο «γύψο» επιμένει να διατηρεί και η κυβέρνηση της ΝΔ την αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων του Δημοσίου, με το νομοσχέδιο για την «αύξηση συντάξεων του Δημοσίου», που συζητείται από χτες στη Βουλή. Στο ίδιο νομοσχέδιο ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το επίδομα εξομάλυνσης, τις συντάξεις των στρατιωτικών, τα αναδρομικά του ΛΑΦΚΑ, τα επιδόματα των εργαζομένων στα Σώματα Ασφαλείας, ενώ περιλαμβάνεται και τροπολογία για την τιμή των φαρμάκων, με την οποία ευνοούνται ξεκάθαρα οι φαρμακοβιομήχανοι.
Σχολιάζοντας αυτήν την πανσπερμία διατάξεων η εισηγήτρια του ΚΚΕ Ελπίδα Παντελάκη τόνισε ότι στη ζυγαριά μπαίνει από τη μία η πριμοδότηση των φαρμακοβιομηχάνων με τη νέα τιμολογιακή πολιτική και από την άλλη η θέσπιση κάποιων μέτρων επιδοματικού χαρακτήρα. Πρόκειται, είπε, για υποκρισία, αφού από τη μία δίνονται κάποια επιδόματα και την ίδια στιγμή με την αύξηση στα φάρμακα τα ποσά αυτά φεύγουν από την τσέπη των εργαζομένων.
Διατυπώνοντας τις θέσεις του Κόμματος, η Ελπίδα Παντελάκη υπογράμμισε πως το ΚΚΕ είναι εναντίον της επιδοματικής πολιτικής στο Δημόσιο και προτείνει μία και μόνη επιλογή: Να υπάρχει μισθός και σύνταξη ενιαία και στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, να είναι 1.300 ευρώ ο κατώτατος μισθός για την κατηγορία υποχρεωτικής εκπαίδευσης και 1.050 η κατώτατη σύνταξη. Ανέφερε ότι υπάρχουν συντάξεις στο Δημόσιο που ξεκινούν από 425 ευρώ και κατήγγειλε ότι χρόνια ολόκληρα οι κυβερνήσεις αντί να λύνουν τα προβλήματα των εργαζομένων με αυξήσεις επί του μισθού καταφεύγουν πάντα στα επιδόματα, με αποτέλεσμα οι αυξήσεις να είναι πενιχρές. Τέλος, ζήτησε να ενοποιηθούν όλα τα επιδόματα αναπηρίας και να μετατραπούν σε κοινωνική σύνταξη, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τα 650 ευρώ για εργαζόμενους και συνταξιούχους και τα 1.050 ευρώ για ανέργους και ανίκανους για εργασία.
Αναφερόμενος στην επιστροφή των αναδρομικών του ΛΑΦΚΑ ο βουλευτής του ΚΚΕ Αγγ. Τζέκης τόνισε ότι το χαράτσι το επέβαλε η ΝΔ και το ανανέωνε συνεχώς το ΠΑΣΟΚ. Παρά τις κραυγές των συνταξιούχων, είπε, που διαδήλωναν με το σύνθημα «δώστε πίσω όλα τα κλεμμένα» η σημερινή κυβέρνηση δεν υλοποιεί το αίτημά τους. Δίνει πίσω μόνο τα αναδρομικά της τελευταίας πενταετίας και μάλιστα σε πέντε εξαμηνιαίες δόσεις. Ζήτησε την επιστροφή όλων των παρακρατηθέντων, τα οποία όχι μόνο δεν πρέπει να φορολογηθούν (σχετική διάταξη κατέθεσε ο υπουργός Οικονομικών) αλλά δε θα πρέπει να προστεθούν στην αύξηση της φορολογικής κλίμακας, γιατί κάτι τέτοιο θα έχει ως αποτέλεσμα αρκετοί συνταξιούχοι να χάσουν το ΕΚΑΣ.
Ο υπουργός Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφης ανακοίνωσε ότι στο επόμενο νομοσχέδιο θα καταθέσει διάταξη, με την οποία θα αναγνωρίζονται για τους εργαζόμενους των Σωμάτων Ασφαλείας που υπηρετούν μετά το 1993 (για τους πριν ίσχυε) 5 χρόνια πλασματικής («μάχιμης») υπηρεσίας.
Σχολιάζοντας τη διάταξη ο βουλευτής το ΚΚΕ Αντ. Σκυλλάκος είπε ότι αυτό που απαιτείται είναι ο χαρακτηρισμός των επαγγελμάτων των Σωμάτων Ασφαλείας ως επικίνδυνων, κάτι που θα σημάνει σύνταξη πέντε χρόνια νωρίτερα με πλήρη δικαιώματα. Με την προωθούμενη διάταξη της «μάχιμης πενταετίας» δε θα μετράει για πέντε χρόνια το χρονοεπίδομα, ούτε οι μισθολογικές προαγωγές, με αποτέλεσμα η σύνταξη να είναι μικρότερη. Ετσι, πρόσθεσε, η ρύθμιση ακυρώνεται στην πράξη, αφού ο εργαζόμενος θα προτιμήσει να μείνει στην εργασία πέντε χρόνια ακόμα, αντί να πάρει μικρότερη σύνταξη. Ο Αντ. Σκυλλάκος τόνισε ότι και με τα ψίχουλα που δίνονται ως αύξηση στους εργαζόμενους στα Σώματα Ασφαλείας δικαιολογημένα ο κλάδος βρίσκεται σε αναβρασμό, αφού εμπαίζεται από τη σημερινή κυβέρνηση όπως ακριβώς και από τις προηγούμενες.
Ο αρμόδιος υφυπουργός Π. Δούκας στην τοποθέτησή του ισχυρίστηκε ότι με το νομοσχέδιο ρυθμίζονται με «ιδιαίτερα ευνοϊκό τρόπο πολλά συνταξιοδοτικά ζητήματα» και επιχείρησε να δικαιολογήσει την απόφαση της κυβέρνησης να διατηρήσει καθηλωμένες τις συντάξεις, υποστηρίζοντας πως οι παροχές δεν είναι μεγαλύτερες επειδή οι προηγούμενες κυβερνήσεις κληρονόμησαν στη σημερινή μια άσχημη οικονομική κατάσταση.
Ηδη από το 2003 η εργοδοσία σχεδίαζε το κλείσιμο του εργοστασίου και το ξεπάστρεμα των εργαζομένων
Ενα χρόνο μετά το οριστικό λουκέτο, επιβεβαιώνεται ότι η εργοδοσία είχε από το 2003 αποφασίσει το μέλλον των 98 εργαζομένων της «Τρικολάν» |
Οι περισσότεροι από τους 98 απολυμένους της «ΤΡΙΚΟΛΑΝ» εξακολουθούν να βρίσκονται στην ανεργία. Και οι ελάχιστοι (34) που μπήκαν στα προγράμματα μερικής απασχόλησης δουλεύουν χωρίς να γνωρίζουν πότε και αν θα πληρωθούν. Π.χ., οι 15 που απασχολούνται στις υπηρεσίες της νομαρχίας, επί τρεις μήνες δουλεύουν χωρίς να πληρώνονται.
Αυτό το παρόν και το μέλλον εξασφάλισε για τους απολυμένους εργάτες και εργάτριες η πολιτική του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οι κυβερνήσεις τους. Την ίδια ώρα που ο Λαναράς σχεδίαζε την αντεργατική του επίθεση, πάλευαν να του εξασφαλίσουν νέες χρηματοδοτήσεις, νέα προνόμια για να αυξήσει την κερδοφορία του και να συνεχίσει να δυναμώνει την οικονομική αυτοκρατορία του, τον όμιλο «ΚΛΩΝΑΤΕΞ».
Αυτό αποκαλύφθηκε και μέσα από την εκδίκαση της αγωγής που κατέθεσαν οι απολυμένοι της «ΤΡΙΚΟΛΑΝ» ζητώντας να κριθούν άκυρες και καταχρηστικές οι απολύσεις τους, η οποία συζητήθηκε χτες στο Τμήμα Εργατικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βέροιας. Η απόφαση αναμένεται να εκδοθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Μέσα από την κατάθεση του Χ. Τρεμπελή, προέδρου του Εργατικού Κέντρου Νάουσας, αλλά και όπως αναγκάστηκε να παραδεχτεί ο Φ. Μπαλόγιαννης, γενικός διευθυντής του ομίλου «FANCO» του Λαναρά, ήδη από το 2003 ο όμιλος είχε εξασφαλίσει δάνειο 9 εκατ. ευρώ, για την εκταμίευση του οποίου είχε δεσμευτεί να προχωρήσει σε μείωση προσωπικού και κλείσιμο και εκποίηση εργοστασίων. Ηθελε όμως κι άλλα χρήματα και προχώρησε σε επαναδιαπραγμάτευση με τις τράπεζες το καλοκαίρι του 2004, που κατέληξε στη συμφωνία για το δάνειο των 23 εκατ. ευρώ. Συμφωνία που καθόρισε και τις λεπτομέρειες της αντεργατικής επίθεσης που εκδηλώθηκε λίγο καιρό αργότερα, με πρώτα θύματα τους απολυμένους της «ΤΡΙΚΟΛΑΝ» του ομίλου «FANCO» και επόμενα τους συναδέλφους τους στα «Κλωστήρια Ναούσης». Μέχρι και σήμερα ο Λαναράς εξακολουθεί να απολαμβάνει προνόμια και επιδοτήσεις ενώ την ίδια ώρα συνεχίζει να απολύει εργάτες.
Την κυβερνητική πολιτική που θρέφει την εργοδοτική ασυδοσία, αλλά και τον τελείως τυπικό τρόπο, με τον οποίο διενεργούν τους ελέγχους εργατικών «ατυχημάτων» οι υπηρεσίες των Επιθεωρήσεων Εργασίας, καταγγέλλει, με έγγραφό του προς το υπουργείο Εργασίας, το Συνδικάτο Εργατοϋπαλλήλων Φαρμάκου Νομού Βοιωτίας και περιοχής Αυλώνος.
Αφορμή στάθηκε εργατικό «ατύχημα», που έγινε σε μεγάλη φαρμακοβιομηχανία στην περιοχή του Αυλώνα, όπου οι υπάλληλοι της Επιθεώρησης Εργασίας, αφού συνεργάστηκαν με την εργοδοτική πλευρά, αγνόησαν προκλητικά τους συνδικαλιστές, ακόμα και την αρμόδια Επιτροπή Υγιεινής - Ασφάλειας, προχώρησαν στην τυπική συμπλήρωση των εγγράφων και αποχώρησαν.
Στο υπόμνημα του Συνδικάτου Φαρμάκου, καταγγέλλεται «η τακτική των ΚΕΠΕΚ, ιδιαίτερα όταν πηγαίνουν για έλεγχο, που είναι η τυπική συμπλήρωση των εγγράφων, με σύνηθες συμπέρασμα ότι για όλα φταίνε οι εργαζόμενοι. Και αυτό γίνεται, συνεχίζει, γιατί αγνοούν προκλητικά (πιστεύουμε με άνωθεν εντολή) οποιαδήποτε συνεργασία με τους συνδικαλιστές εκπροσώπους των εργαζομένων ακόμα και με τις ελάχιστες ΕΥΑΕ που έχουν απομείνει και είναι οι πλέον αρμόδιες».