Με δεδομένη την πολιτική απόφαση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, Ευρωπαίοι εταίροι και Τούρκοι επιδίδονται σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων με στόχο το ιδιαίτερό τους εσωτερικό ακροατήριο.
Από την πλευρά της η τουρκική κυβέρνηση διατύπωσε την έντονη δυσαρέσκειά της για τα υπό συζήτηση σημεία του διαπραγματευτικού πλαισίου Βρυξελλών-Αγκυρας, απειλώντας μάλιστα να μην προσέλθει στο Λουξεμβούργο στις 3 του Οκτώβρη. Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι «κουνούν το δάχτυλο» στην Αγκυρα απαιτώντας να συμμορφωθεί με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Βέβαια, δε θα πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι η αυστηρότητα των Ευρωπαίων εκδηλώνεται στο Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο καμία επιρροή δεν έχει στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων. Και η πολιτική απόφαση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία είναι ειλημμένη και κανείς από τους Ευρωπαίους δεν έχει διατυπώσει καμία αντίρρηση.
Χτες ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, Α. Γκιουλ, συνομίλησε τηλεφωνικώς με τον Βρετανό ομόλογό του, Τζακ Στρο, ζητώντας, σύμφωνα με τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, να καθυστερήσει η βρετανική προεδρία τη συμφωνία επί του διαπραγματευτικού πλαισίου έως την τελευταία στιγμή, ώστε να έχει η Τουρκία χρόνο να αναλύσει το περιεχόμενό της. Μάλιστα, ξεκαθάρισε ότι η Τουρκία σκέφτεται ακόμα και να μην προσέλθει στη Σύνοδο της 3ης του Οκτώβρη, όπου θα γίνει η επίσημη έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, η Βρετανία ικανοποίησε το τουρκικό αίτημα και εκτός απροόπτου το κείμενο του διαπραγματευτικού πλαισίου δε θα κλείσει σήμερα στη συνεδρίαση των Μονίμων Αντιπροσώπων, αλλά θα παραπεμφθεί στη συνεδρίαση των υπουργών την προσεχή Δευτέρα.
Ταυτόχρονα, η τουρκική διπλωματία επιχειρεί να αποκρούσει τις όποιες προσπάθειες και σκέψεις για την αναφορά στο κείμενο του διαπραγματευτικού πλαισίου περί του ενδεχομένου διαμόρφωσης «ειδικής σχέσης» με την ΕΕ στην περίπτωση που αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις ένταξης. Ετσι, λοιπόν, χτες, ο εκπρόσωπος Τύπου του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών ξεκαθάρισε ότι η Αγκυρα δεν πρόκειται να δεχτεί τίποτα λιγότερο από το να γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ. «Οποιαδήποτε παρέκκλιση από την πλήρη ένταξη είναι εντελώς απαράδεκτη», υπογράμμισε ο Ναμίκ Ταν.
«Αγκάθι» για την τουρκική κυβέρνηση αποτελεί η προσπάθεια της Αυστρίας για τη συμπερίληψη στο διαπραγματευτικό πλαίσιο της προοπτικής μίας προνομιακής σχέσης με την Τουρκία, αν και, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές που επικαλείται το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP), η Βιέννη είναι «απομονωμένη».
Πέραν αυτού, η Τουρκία προειδοποιεί κατά της μετατροπής σε προϋπόθεση ένταξης της σύστασης για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επί του θέματος, ο Ταμίκ Ταν κατηγόρησε τη Λευκωσία ότι εκμεταλλεύεται την ένταξή της στην ΕΕ για να αποσπάσει παραχωρήσεις από την Τουρκία.
«Το διαπραγματευτικό πλαίσιο δε συνιστά άσκηση αναγνώρισης του ελληνικού τμήματος της Κύπρου, αλλά αφορά στην έναρξη διαπραγματεύσεων με στόχο την οικοδόμηση ενός κοινού μέλλοντος με την Ευρώπη», ξεκαθάρισε τη θέση της Αγκυρας ο εκπρόσωπος Τύπου του τουρκικού ΥΠΕΞ.
Στο μεταξύ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) προχώρησε σε αναβολή της ψηφοφορίας για την επικύρωση της Τελωνειακής Ενωσης της Τουρκίας με την ΕΕ.
Με 311 ψήφους υπέρ, 285 κατά και 63 αποχές αναβλήθηκε η ψηφοφορία για την έκθεση Μπροκ, με την οποία η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συνιστούσε την υπογραφή του πρόσθετου πρωτοκόλλου της συμφωνίας σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την Τουρκία.
Την απόφαση για την αναβολή πήρε η Ολομέλεια του ΕΚ ύστερα από πρόταση του αρχηγού του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Χανς-Γκερτ Πέτερινγκ, με το επιχείρημα ότι η Τουρκία δε δεσμεύτηκε πως δε θα επισυνάψει τη μεμονωμένη δήλωση για τη μη αναγνώριση της Κύπρου κατά την επικύρωση του Πρωτοκόλλου της Αγκυρας από το τουρκικό Κοινοβούλιο.
Επιπλέον, το Ευρωκοινοβούλιο ζήτησε από την Τουρκία την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Αυτή η - μη δεσμευτική - απόφαση σίγουρα θα εξοργίσει ακόμη περισσότερο την τουρκική κυβέρνηση και ίσως αποτελεί ένα ακόμη εμπόδιο για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων στις 3 του Οκτώβρη.
Η συζήτηση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων ΕΕ-Τουρκίας είχε αρχίσει χτες το πρωί στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ατμόσφαιρα έντασης. Τον τόνο έδωσαν οι αρχηγοί των πολιτικών ομάδων, με πρώτους τους Πέτερινγκ και Σουλτς, οι οποίοι είναι, αντίστοιχα, επικεφαλής των ομάδων του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών.
Στην παρέμβασή του ο Πέτερινγκ ζήτησε την αναβολή της ψηφοφορίας - κάτι που τελικά έγινε αποδεκτό - σε περίπτωση που έως τις 2 το μεσημέρι (ώρα Ελλάδας) η Τουρκία δε δεσμευόταν εγγράφως ότι δε θα επισυνάψει τη μονομερή της δήλωση περί μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο Πέτερινγκ υπήρξε ιδιαίτερα δηκτικός σε ό,τι αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις θρησκευτικές ελευθερίες στην Τουρκία. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι συνομίλησε με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει στην αντιμετώπιση των Ελλήνων ορθοδόξων χριστιανών από την τουρκική κυβέρνηση.
Ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός κάλεσε τη βρετανική κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει για όλες τις υποψήφιες χώρες «τα ίδια μέτρα και σταθμά». Εφερε δε σε αντιδιαστολή την περίπτωση της Κροατίας, στην οποία, όπως είπε, αρνούμεθα την έναρξη των διαπραγματεύσεων επειδή δεν έχει παραδοθεί στο Διεθνές Δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου ο Κροάτης στρατηγός Αντε Γκοτόβινα. «Αντίθετα, στην περίπτωση της Τουρκίας κλείνουμε τα μάτια, ενώ ξέρουμε ότι βασανιστήρια γίνονται και τα ανθρώπινα δικαιώματα γενικά καταπατώνται», υπογράμμισε.
Η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ καταψήφισε το ψήφισμα
Τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστών, όπως εκδηλώνονται με αφορμή το ψήφισμα «για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία», αλλά και την αντίθεση του ΚΚΕ απέναντι στην ΕΕ και τη διεύρυνσή της σημείωσε με αιτιολόγηση ψήφου ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Θανάσης Παφίλης στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου. Πιο συγκεκριμένα, ο Θ. Παφίλης, δηλώνοντας πως το ΚΚΕ καταψηφίζει το ψήφισμα, τόνισε τα παρακάτω:
«Το κοινό ψήφισμα για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία αποδεικνύει πως αυτή η διαδικασία σχετίζεται με τα γενικότερα συμφέροντα, τις αντιθέσεις και ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην περιοχή. Από αυτή την άποψη οι πιέσεις και οι εκβιασμοί στους λαούς της περιοχής θα ενταθούν για να αποδεχτούν λύσεις σε βάρος τους.
Το ψήφισμα αυτό κινείται στη γενική φιλοσοφία της ονομαζόμενης αντιδήλωσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Παρά το γεγονός ότι περιέχει ορισμένα θετικά σημεία δεν περιέχει με σαφήνεια το αυτονόητο, δηλαδή μια ξεκάθαρη δήλωση ότι χωρίς την άμεση αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας δε θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ.
Το ΚΚΕ έχει ταχθεί κατά της ένταξης για τους ίδιους λόγους που τάχθηκε κατά της ένταξης της Ελλάδας, θεωρούμε ότι η ίδια πολιτική και ο χαρακτήρας της ΕΕ δεν παρέχει καμία εγγύηση, όσα ψηφίσματα κι αν υπάρχουν, για τη δίκαιη λύση του Κυπριακού. Αυτό αποδεικνύεται και τώρα. Οι υποτιθέμενες αρχές της ΕΕ και το περιβόητο κοινοτικό κεκτημένο χρησιμοποιείται ανάλογα με τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών χωρών».
Την καινοφανή άποψη ότι το Κυπριακό πρέπει να μείνει στο πλαίσιο του ΟΗΕ επειδή εκεί οι ΗΠΑ μπορούν να παρεμβαίνουν αποτελεσματικότερα για τη λύση του, εξέφρασε ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα παρεμβαίνοντας στο θέμα.
Ο Τσαρλς Ρις, παρουσιάζοντας την άποψη της κυβέρνησης των ΗΠΑ, είπε ότι η όποια προσπάθεια λύσης του πολιτικού προβλήματος στην Κύπρο θα πρέπει να εξελιχθεί στους κόλπους των Ηνωμένων Εθνών και δεν μπορεί να μεταφερθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και αυτό, όπως είπε, ο ΟΗΕ ασχολείται με το θέμα τα τελευταία 30 χρόνια και έχουν εκδοθεί ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για το ζήτημα, ενώ επιτρέπει σε πολλούς παράγοντες, μεταξύ αυτών και στις ΗΠΑ, να εμπλέκονται ενεργά στις προσπάθειες για εξεύρεση λύσης(!)
Μιλώντας κατά τη διάρκεια συζήτησης στρογγυλής τραπέζης που διοργάνωσε η Σχολή Ανωτάτων Διεθνών Μελετών του Πανεπιστημίου «Τζονς Χόπκινς» στην Ουάσιγκτον, ο Τ. Ρις επανέλαβε ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να υποστηρίζουν μια λύση στην Κύπρο που θα έχει τη μορφή διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας και θα προκύψει μέσα από μια νέα διαδικασία, η οποία θα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο σχέδιο Ανάν.