ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Απρίλη 2005
Σελ. /32
«Μονά ή ζυγά», τα μονοπώλια κερδίζουν

Παπαγεωργίου Βασίλης

Αν δεχτούμε τον ορισμό της οικονομικής «ύφεσης» που προτείνουν οι αστοί οικονομολόγοι και οι αστικές κυβερνήσεις, τότε η ύφεση στην αμερικανική οικονομία έλαβε τέλος το Νοέμβρη του 2001. Τότε, δηλαδή, που το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε επισήμως ότι η αμερικανική οικονομία πέρασε στο στάδιο της ανάκαμψης.

Αν, επιπλέον, δεχτούμε ότι η ανάκαμψη χαρακτηρίζεται από την αύξηση της απασχόλησης, τότε τα πράγματα περιπλέκονται, αφού το ποσοστό της ανεργίας παραμένει στα ίδια επίπεδα και οι δημιουργούμενες θέσεις εργασίας είναι ελάχιστα περισσότερες από αυτές που καταργούνται.

Σε πρόσφατη μελέτη του Economic Policy Institute (ΕΡΙ), αναφέρεται ότι ποτέ άλλοτε από την περίοδο του κραχ του '29 δεν έχουν περάσει τόσοι μήνες (σ.σ. σαράντα μήνες) με τη συνολική απασχόληση να έχει ανακάμψει μόλις κατά 0,3% και στον ιδιωτικό τομέα να βρίσκεται ακόμα χαμηλότερα (-0,4%).

Η μελέτη των προηγούμενων καπιταλιστικών κρίσεων στις ΗΠΑ, αλλά και στις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, δείχνει ότι στο στάδιο της ανάκαμψης αναπληρώνονται οι θέσεις εργασίας που καταστράφηκαν κατά την περίοδο της ύφεσης. Μάλιστα, μετά τη μεγάλη κρίση της αμερικανικής οικονομίας (τη δεκαετία του '70), όχι μόνο αναπληρώθηκαν οι θέσεις εργασίας, αλλά σημείωσαν και αύξηση κατά 6% σε σχέση με τα προ της ύφεσης επίπεδα.

Αν τα πράγματα εξελίσσονταν κατ' αυτό τον τρόπο θα έπρεπε τώρα να έχουν αναπληρωθεί οι περίπου 7,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας που «χάθηκαν» στην περίοδο της πρόσφατης ύφεσης.

Φυσικά, οι εξελίξεις έχουν την εξήγησή τους και αυτή βρίσκεται στις δυνατότητες που δίνει η «παγκοσμιοποίηση» (με τις τέσσερις «ελευθερίες») στα μονοπώλια να εκμεταλλεύονται σε παγκόσμιο επίπεδο την εργατική δύναμη με όρους εξαθλίωσης συγκρατώντας σε χαμηλά επίπεδα την απασχόληση και τους μισθούς των εργαζομένων, ενώ η παραγωγή αυξάνεται και τα κέρδη πολλαπλασιάζονται.

Ετσι, ενώ στην περίοδο της ύφεσης η μείωση του προσωπικού (δηλαδή, οι απολύσεις) έγινε με το πρόσχημα της μείωσης του κόστους παραγωγής και της αύξησης της παραγωγικότητας, τώρα που η παραγωγή αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς, οι καπιταλιστές καταφέρνουν να αποσπούν μεγαλύτερη υπεραξία μέσω των γενικότερων ρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και στην αμοιβή της εργασίας. Σ' αυτές περιλαμβάνονται η «απελευθέρωση» των απολύσεων, η εφαρμογή εξοντωτικών ωραρίων εργασίας, η επέκταση της μερικής απασχόλησης, η κατάργηση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, κλπ.

Ομως, και το όποιο κόστος προκύπτει από τις προσλήψεις το αντισταθμίζουν μέσω της εισοδηματικής πολιτικής. Οπως σημειώνει ο Στέφαν Ρόουτς, επικεφαλής οικονομολόγος στη Morgan Stanley, ύστερα από 40 μήνες ανάκαμψης, η πορεία των εργατικών μισθών δεν πάει προς τα πάνω αλλά προς τα κάτω. Μπορεί το τελευταίο 12μηνο να παρουσιάζουν ονομαστική αύξηση 2,5%, αλλά υπολείπονται της ανόδου του τιμαρίθμου (3%).

Με δύο λόγια, και στην ύφεση και στην ανάκαμψη οι εργαζόμενοι έχουν μόνο ζημιές (ανεργία και μείωση μισθών), ενώ τα αφεντικά μόνο κέρδη. Δηλαδή, παραμύθια τα περί ανάκαμψης που φέρνει οφέλη για όλους.

Τα καλά και συμφέροντα

Η εναρμόνιση της φορολογίας στις χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήταν πάντα ένας από τους δυσκολότερους στόχους της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Τώρα, μετά τη διεύρυνση και την ένταξη των δέκα νέων κρατών - μελών, έγινε ακόμη δυσκολότερος.

Ενας λόγος που καθιστά σχεδόν αδύνατη την επιβολή ενιαίων φορολογικών συντελεστών είναι ότι από τις σημερινές διαφορές ωφελείται το μεγάλο κεφάλαιο, οι πολυεθνικές εταιρίες, οι οποίες εκμεταλλευόμενες τη χαμηλή φορολόγηση των κερδών τους, μεταφέρουν όλο και περισσότερες από τις δραστηριότητές τους στα νέα κράτη - μέλη.

Ετσι, η διαφορά των φορολογικών συντελεστών, η οποία αντανακλά και το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης κάθε χώρας, γίνεται κίνητρο για την κίνηση των κεφαλαίων προς τους φορολογικούς «παραδείσους», αλλά και μέσο πίεσης των εργοδοτών για τη μείωση των αποδοχών και των δικαιωμάτων των εργαζομένων στις «πλουσιότερες» χώρες.

Η Γερμανία, για παράδειγμα, φορολογεί σήμερα τις επιχειρήσεις με συντελεστή 38%, ενώ στη γειτονική της Πολωνία ο αντίστοιχος συντελεστής είναι μόλις 19%, και στην Τσεχία 26%...

Εξαιτίας αυτών των διαφορών, ήδη κορυφαίες αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Γερμανία σχεδιάζουν τη μεταφορά της παραγωγής τους στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη, ενώ και οι γερμανικές εταιρίες θα πραγματοποιήσουν φέτος επενδύσεις - ρεκόρ στο εξωτερικό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα δίνει η «Siemens», η οποία πριν από μερικούς μήνες ανακοίνωσε τη μεταφορά παραγωγικών μονάδων της στην Ανατολική Ευρώπη, μαζί δε και 5.000 απολύσεις στη Γερμανία. Η διοίκηση της εταιρίας δήλωνε ότι θα επανεξετάσει την απόφασή της, αν οι εργαζόμενοι στα εργοστάσια της Γερμανίας δεχτούν το πάγωμα των μισθών τους για δύο χρόνια και τη μείωση του προσωπικού...

ΗΠΑ: Το εμπορικό έλλειμμα των HΠA είναι τεράστιο και χειροτερεύει διαρκώς. Τα τελευταία στοιχεία έδειξαν ότι το εμπορικό έλλειμμα εκτοξεύτηκε στα 61 δισ. δολάρια το μήνα Φλεβάρη (από 58,3 δισ. το Γενάρη), δηλαδή αύξηση κατά 4,3% σε ένα μήνα και κατά 33% σε ένα χρόνο. H αλματώδης αύξηση των εισαγωγών στα επίπεδα - ρεκόρ των 161,5 δισ. δολαρίων, σε σχέση με τη μικρή αύξηση των εξαγωγών στα 100,5 δισ. δολάρια, αποτελεί σαφή ένδειξη της επικίνδυνης ανισορροπίας.

KINA: Επενδύσεις ύψους 5,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων έγιναν το μήνα Μάρτη στην Κίνα. Θεωρούνται οι υψηλότερες των τελευταίων εννέα μηνών. Βεβαίως, είναι κατά 7% χαμηλότερες από τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, όμως δεν παύουν να είναι πολύ μεγάλες. Τα τελευταία δύο χρόνια, μεγάλες ξένες επιχειρήσεις, όπως ο αμερικανικός κολοσσός «General Motors Corp.» και η γαλλική αλυσίδα λιανικών πωλήσεων «Carrefour», έκαναν μεγάλες επενδύσεις στην Κίνα για να επωφεληθούν από το φθηνό εργατικό δυναμικό και από τη μεγάλη ζήτηση στην εγχώρια αγορά.

ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ: Η μεγαλύτερη εταιρία παραγωγής χάλυβα στον κόσμο προέρχεται από τη συγχώνευση των δύο αμερικανικών εταιριών του κλάδου, της «Mittal Steel Corp.» (MT.N) και της «International Steel Group» (ISG.N). Η συγχώνευση ανακοινώθηκε την περασμένη Τρίτη και προήλθε από την εξαγορά της ISG.N, από την MT.N, έναντι 4,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σε ανακοινωθέν της, η «Mittal» ανέφερε ότι θα επενδύσει στο προσεχές μέλλον 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια στην Ευρώπη για να εδραιώσει τη θέση της στην ευρωπαϊκή αγορά.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ