Βήμα βήμα ετοιμάζει τη συμμόρφωσή της με το κοινοτικό δίκαιο
Αλλοπρόσαλλη και αντιφατική παραμένει η «γραμμή πλεύσης» της κυβέρνησης στο ζήτημα της υπεράσπισης του νόμου περί βασικού μετόχου, απόρροια της εναγώνιας προσπάθειας που καταβάλλει προκειμένου να υπάρξει ένας «αξιοπρεπής» συμβιβασμός με την Κομισιόν.
Αν και επίσημα η κυβέρνηση επιμένει ότι δε θα υποστείλει τη σημαία (ευκαιρίας) κατά της διαπλοκής και θα υπερασπιστεί το Σύνταγμα και το «εθνικό συμφέρον», ωστόσο την ίδια στιγμή προετοιμάζει βήμα βήμα τη συμμόρφωσή της με το κοινοτικό δίκαιο. Στο πλαίσιο αυτό τα κυβερνητικά στελέχη ξεκαθαρίζουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία σύγκρουση με την ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει ασυμβατότητα του νόμου με τις οδηγίες της Κομισιόν. Δεν είναι τυχαίο ότι μεταξύ των στενών συνεργατών του πρωθυπουργού αλλά και των «αρμόδιων» υπουργών υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για τις επόμενες κινήσεις, καθώς ορισμένοι θέλουν να λύσουν τη «διαφορά» στο ευρωδικαστήριο ενώ άλλοι έχουν αντίθετη άποψη επισείοντας και τον «κίνδυνο» απώλειας κοινοτικών κονδυλίων.
«Εχουμε υποχρέωση (και αυτό κάνουμε) να συγκρουστούμε με τη διαπλοκή και τη διαφθορά που γιγαντώθηκαν επικίνδυνα στα χρόνια που πέρασαν», τόνισε ο Κ. Καραμανλής στη διάρκεια της ομιλίας του στο μνημόσυνο των Βενιζέλων στα Χανιά, επαναλαμβάνοντας για πολλοστή φορά την πρόθεσή του για σύγκρουση με τη διαπλοκή.
Υψιστο καθήκον της κυβέρνησης είναι «να αποδείξει στην Κομισιόν ότι δεν υπάρχει καμία σύγκρουση του άρθρου 14 παράγραφος 9 του Συντάγματος με το κοινοτικό δίκαιο», υποστήριξε ο υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης, Πρ. Παυλόπουλος, επιχειρώντας μάλιστα να αποσυνδέσει τη διάσταση απόψεων με την ΕΕ από την επιχείρηση επικύρωσης του «ευρωσυντάγματος». «Η πορεία προς την κύρωση του ευρωπαϊκού Συντάγματος θα πρέπει να προχωρήσει πέρα και έξω από τέτοιες διακυμάνσεις», είπε χαρακτηριστικά στον ΣΚΑΪ. Τάχθηκε δε κατά των αλλαγών στο νόμο, ενώ άφησε να φανεί ότι επιθυμεί την παραπομπή της υπόθεσης στο ευρωδικαστήριο, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι θα πείσει την Κομισιόν...
«Θέλω να ελπίζω ότι η Κομισιόν θα αντιληφθεί το δίκαιο των αιτημάτων μας. Εάν δεν γίνει αυτό, υπάρχει μία καταληκτική διαδικασία που οδηγεί στο δικαστήριο. Αυτό έχει συμβεί και με πολλές άλλες χώρες, π.χ., με την Ολλανδία για τα ΜΜΕ, το 1991. Εφθασε στο δικαστήριο και δικαιώθηκε», αναφέρει σε συνέντευξή του στα «Νέα». Παράλληλα, εμφανίζεται να βάζει σε δεύτερη μοίρα την απώλεια κονδυλίων όταν πρόκειται για την υπεράσπιση του Συντάγματος, αν και αναγκάζεται να συμβιβαστεί λέγοντας πως «οι σωστές κυβερνήσεις καταφέρνουν και το Σύνταγμα να υπερασπίζονται και χρήματα να μην χάνουν».
Περισσότερο «ρεαλιστής», κρατώντας κάποιες αποστάσεις από τον υπουργό Εσωτερικών, εμφανίστηκε ο Ε. Αντώναρος, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση και το Σύνταγμα μπορεί να υπερασπίσει και κοινοτικά κονδύλια να μη χαθούν... «Εμείς πιστεύουμε ότι έχουμε αυτή την ικανότητα», αποφάνθηκε ο εκπρόσωπος, χωρίς ωστόσο να πείσει για τις μεταφυσικές ικανότητές των κυβερνώντων... Αποδοκίμασε επίσης τα περί παραπλάνησης του πρωθυπουργού από συμβούλους του, όπως υπαινίσσεται ο επικοινωνιολόγος Γ. Λούλης σε χτεσινό του άρθρο. Διευκρίνισε ταυτόχρονα ότι «ο κ. Λούλης είναι ανεξάρτητος σύμβουλος επικοινωνίας. Δεν είναι μέλος της κυβερνητικής ομάδας επικοινωνίας. Συνεπώς, δεν έχω να κάνω κανένα σχόλιο».
Στην ερώτηση αν «προβληματίζεται ο πρωθυπουργός» με την εικόνα ότι η ΝΔ συμβάλλει στη δημιουργία ενός αντιευρωπαϊκού κλίματος, ο Ε. Αντώναρος απάντησε: «Η Νέα Δημοκρατία, το κατ' εξοχήν ευρωπαϊκό κόμμα αυτής της χώρας, με μακρά ιστορία στην ευρωπαϊκή πολιτική και με απτά δείγματα για τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, δε συγκρούεται με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι λάθος αυτό που λέγεται».
Σε ερώτηση αν η κυβέρνηση έχει ζητήσει τις συμβουλές ξένου νομικού γραφείου, ο εκπρόσωπος απάντησε πως «η Ελλάδα διαθέτει όλες εκείνες τις υπηρεσίες που έχουν στη διάθεσή τους τους ειδικούς που χρειάζονται για κάθε περίσταση. Η σημερινή κυβέρνηση κάνει, λοιπόν, χρήση όλων αυτών των δυνατοτήτων».
Την απόσυρση της υπογραφής του, από την κοινή έκκληση για την υπερψήφιση του «ευρωσυντάγματος», ζητά, με αφορμή το θέμα του «βασικού μετόχου», ο Μίκης Θεοδωράκης, με επιστολή του προς τον Ζακ Λανγκ, ο οποίος είχε αναλάβει τη σχετική πρωτοβουλία συγκέντρωσης υπογραφών από Ευρωπαίους πνευματικούς ανθρώπους.
Ο Μ. Θεοδωράκης αναφέρει: «Η χώρα μου δέχεται αυτή τη στιγμή μια πρωτοφανή επίθεση εκ μέρους της Κομισιόν με στόχο την αλλαγή του άρθρου 14 του Ελληνικού Συντάγματος». Και ζητά μέσα από το «ευρωσύνταγμα» να κατοχυρώνεται ότι «όλα τα άρθρα των εθνικών Συνταγμάτων τα συναφή με ύψιστα κοινωνικά αγαθά - όπως συμβαίνει στην περίπτωση του άρθρου 14 - είναι αδιαπραγμάτευτα και υπερέχουν κάθε σχετικής ευρωπαϊκής νομολογίας».
Αυτό το πρόβλημα δεν το έλυσε ο νόμος της κυβέρνησης, τόνισε η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, συμπληρώνοντας όμως ότι η ΕΕ δεν έχει το δικαίωμα τέτοιων επεμβάσεων
Η Αλ. Παπαρήγα ρωτήθηκε, κατά τη διάρκεια της χτεσινής συνέντευξης Τύπου, για τη θέση του ΚΚΕ σχετικά με το «βασικό μέτοχο», για το αν το πρόβλημα αφορά στο άρθρο 14, το νόμο της κυβέρνηση ή τη στάση της ΕΕ απέναντι σ' αυτόν. Απάντησε επ' αυτού:
«Νομίζω ότι το πρόβλημα που έχει σήμερα ο ελληνικός λαός είναι ένα πρόβλημα παντελούς σχεδόν έλλειψης αντικειμενικής και ισότιμης πληροφόρησης. Αυτό είναι το πρόβλημα. Δηλαδή, ότι αυτή τη στιγμή η ενημέρωση που έχει ο ελληνικός λαός είναι ανάλογα με την ιδιοκτησία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Επομένως, ο νόμος που έφερε η κυβέρνηση δεν το έλυσε αυτό το θέμα. Ούτε το πρόβλημα της συγκέντρωσης σε λίγα χέρια έλυσε. Απλώς έκανε μια ανακατανομή τράπουλας. Ούτε τη συγκέντρωση ούτε την αντικειμενική πληροφόρηση, όσο γίνεται μέσα στις σημερινές συνθήκες. Αυτό είναι λοιπόν το πρόβλημά μας.
Εμείς, όπως ξέρετε, δε συμφωνήσαμε με τη γενική φιλοσοφία του βασικού μετόχου. Υπήρχαν ορισμένα επιμέρους άρθρα τα οποία διόρθωναν μια κατάσταση, αλλά συνολικά δεν αντιμετωπίζουν το ζήτημα. Αυτό όμως είναι άλλο πράγμα και άλλο είναι να δεχτούμε ότι η ΕΕ μπορεί να "διορθώνει" και να έχει δικαίωμα να επιβάλλει τις δικές της τοποθετήσεις.
Και δε συμφωνούμε επίσης και με τη στάση της κυβέρνησης, η οποία, ενώ από τη μια μεριά θέλει να υπερασπίσει αυτό το νόμο, από την άλλη υποβιβάζει εντελώς τα επιχειρήματά της, λέγοντας τα εξής: "η ΕΕ δε μας πιέζει σε τίποτα, είναι θέμα νομικής ερμηνείας του Συντάγματος ή της κοινοτικής νομοθεσίας". Δεν είναι νομικής ερμηνείας.
Η κυβέρνηση τι έκανε; Σε ένα πεδίο βάζει εμπόδιο στην επιχειρηματική δραστηριότητα να έχει μέσα ενημέρωσης ή αν έχει μέσα ενημέρωσης να μην παίρνει δημόσια έργα, πράγμα το οποίο όντως αντίκειται στην ελευθερία κίνησης κεφαλαίων της ΕΕ.
Αντί λοιπόν να δώσει τη μάχη και ναι πει ότι "εγώ κύριοι έτσι το θέτω το θέμα", κάθεται και λέει ότι "είναι διαφορά νομικής ερμηνείας". Ετσι θα τη χάσει την υπόθεση.
Και από κει και πέρα βεβαίως υπάρχει και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο όπως ξέρουμε έπαιξε πάρα πολύ μεγάλο ρόλο στο να βγει στην επιφάνεια αυτό το ζήτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Θα μου πείτε, η ΕΕ δεν έχει τους δικούς της μηχανισμούς; Εχει. Αλλά και το ΠΑΣΟΚ εδώ που τα λέμε δούλεψε αόκνως γι' αυτό το θέμα. "Σκοτώθηκε".
Με τι να ασχοληθεί το ΠΑΣΟΚ, με τις αποφάσεις της εαρινής Συνόδου; Αν είναι δυνατόν να ασχοληθεί με αυτό. 'Η μήπως θα ασχοληθεί με την απόφαση του Ελσίνκι και της Μαδρίτης που υπέγραψε το ΠΑΣΟΚ όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές διαφορές ή με το Σχέδιο Ανάν αν θα εφαρμοστεί; Να εφαρμοστεί θέλει. Με αυτά ασχολείται το ΠΑΣΟΚ, με το να βρίσκει πού υπάρχουν διαφορές στην κοινοτική νομοθεσία και στην ελληνική. Είναι ένα εύκολο πεδίο να αντιμετωπίσει τη Νέα Δημοκρατία».