Αυτό είναι το αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής σε βαμβάκι, ρύζι, βιομηχανική ντομάτα και τεύτλα
ICON |
Με βάση τις σχετικές κυβερνητικές αποφάσεις και τα διοικητικά μέτρα περιορισμού που ελήφθησαν για βαμβάκι και ρύζι, η κατάσταση για την τρέχουσα χρονιά δείχνει να διαμορφώνεται ως εξής: Στο βαμβάκι πέρσι αναγνωρίστηκε από το ΟΣΔΕ ότι καλλιεργήθηκαν 3.660.000 στρέμματα. Τώρα επιδιώκεται να περιοριστεί η βαμβακοκαλλιέργεια κάτω από 3.560.000 στρέμματα, στο όνομα πάντα των μέγιστων κοινοτικών εισροών. Με άλλα λόγια, επιδιώκεται να κοπούν κάπου 100.000 - 140.000 στρέμματα. Το ίδιο συμβαίνει και με το ρύζι, όπου πέρσι καλλιεργήθηκαν 258.000 στρέμματα και φέτος καθορίστηκαν νέες ζώνες ανά ρυζοπαραγωγικό νομό για να υπάρξει μια επιδοτούμενη στρεμματική έκταση 210.000 στρεμμάτων. Δηλαδή, μείον 48.000 - 50.000 στρέμματα. Στη βιομηχανική ντομάτα, καλλιεργούνταν, όπως φαίνεται, τα τελευταία χρόνια, γύρω στα 150.000 - 170.000 στρέμματα, αλλά φέτος οι μεταποιητές δήλωσαν ότι θα απορροφήσουν μια παραγωγή κατά 35% μικρότερη σε σύγκριση με πέρσι. Αυτό σημαίνει ότι βγαίνουν εκτός παραγωγής γύρω στα 50.000 - 60.000 στρέμματα. Στα τεύτλα οι παραγωγοί έκαναν αιτήσεις για 516.000 στρέμματα, αλλά η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης ενέκρινε, πριν την υπογραφή των συμβάσεων, 456.000 στρέμματα. Δηλαδή, έξω άλλα 50.000 στρέμματα. Στην καπνοκαλλιέργεια, επίσης, πολλοί καπνοπαραγωγοί, και ειδικά των ποικιλιών όπου οι τιμές έπεσαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, π.χ., Βιρτζίνια και Μπέρλεϊ, προσανατολίζονται να μην καλλιεργήσουν από φέτος.
Το θέμα βέβαια είναι ότι μπορεί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς επίσης και οι «νόμοι» της αγοράς, να ορίζουν τι δε θα καλλιεργηθεί, όμως κανείς δε λέει στους αγρότες τι να καλλιεργήσουν. Γιατί αν αυτά τα 300.000 στρέμματα καλλιεργηθούν, για παράδειγμα, με κηπευτικά θα υπάρξει πρόβλημα υπερπαραγωγής σε αυτόν τον τομέα και νέα πτώση των τιμών. Αλλωστε, «νωπές» είναι οι πολύ μειωμένες τιμές σε πατάτες και κρεμμύδια. Νέα αμπέλια δεν επιτρέπεται να φυτευτούν, αλλά ούτε και η στροφή σε δενδρώδεις καλλιέργειες ευνοείται από τη νέα ΚΑΠ, αφού δεν εξαιρούνται των αποσυνδεμένων ενισχύσεων. Παράλληλα, υπάρχουν και οι περιορισμοί από τα ισχύοντα πλαφόν που έχουν συμφωνηθεί στα πλαίσια της ΕΕ για τις αροτριαίες καλλιέργειες. Για παράδειγμα, στα δημητριακά υπάρχει πλαφόν που για το σκληρό σιτάρι είναι 6.170.000 στρέμματα και στο καλαμπόκι 2.220.000 στρέμματα. Ομως, εδώ το 2004 υπήρξε σχετικά μεγάλη υπέρβαση, αφού για σκληρό σιτάρι σπάρθηκαν 7.480.000 στρέμματα και καλαμπόκι 2.520.000 στρέμματα, κι αυτό είχε αποτέλεσμα να μειωθεί αισθητά η στρεμματική ενίσχυση. Βέβαια, τώρα οι αγρότες έσπειραν ό,τι έσπειραν από σιτηρά και μένει πλέον για την κάλυψη του ελλείμματος μόνο το καλαμπόκι...
Κι αν για το 2005 η κατάσταση προδιαγράφεται κάπως έτσι, τότε τίθεται το ερώτημα τι θα γίνει από το 2006 και μετά, οπότε οι επιδοτήσεις σε ένα σημαντικό μέρος θα αποσυνδεθούν από την παραγωγή. Δηλαδή, θα μπορεί κάποιος να οργώνει μόνο τα χωράφια του, ή να τα σπέρνει και να μη θερίζει και να λαμβάνει τις όποιες αποσυνδεμένες επιδοτήσεις. Επίσης, τίθεται και το εξής ερώτημα: Πόσα από τα 34 εκατ. καλλιεργούμενα στρέμματα στην Ελλάδα θα συνεχίσουν να καλλιεργούνται στο προσεχές μέλλον και από ποιους;... Πάντως, το 2002 καλλιεργούνταν 34.555.000 στρέμματα και το 2004 34.037.000 εκατ. στρέμματα. Δηλαδή, μέσα σε δύο χρόνια έπαψαν να καλλιεργούνται 518.000 στρέμματα. Κι όπως φαίνεται, φέτος θα προστεθούν τουλάχιστον άλλα 300.000 στρέμματα και έπεται συνέχεια...
Οι μονοπωλιακοί όμιλοι πιέζουν διαρκώς τα τελευταία χρόνια τους βιοτέχνες υποδηματοποιούς
Η προσπάθεια των βιοτεχνών υποδηματοποιών της Αθήνας να επιβιώσουν μέσα στο άνισο και σκληρό κλίμα που διαμορφώνεται από την κυριαρχία των μονοπωλιακών ομίλων στην αγορά, ήταν ένα από τα στοιχεία που αναδείχτηκε στις εργασίες της εκλογοαπολογιστικής γενικής συνέλευσης του Σωματείου Βιοτεχνών Υποδηματοποιών Αθήνας, στις 20 Φλεβάρη, από την οποία προέκυψε και η νέα διοίκησή του.
Είναι ενδεικτικό, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στη ΓΣ, ότι στο λιανεμπόριο τέσσερις όμιλοι κατέχουν το 59% των πωλήσεων, στην ένδυση - υπόδηση δεκαπέντε επιχειρήσεις ελέγχουν το 40% των πωλήσεων. Ο δείκτης παραγωγής της βιοτεχνίας σε δέρμα και υπόδηση το 2002 βρισκόταν στις 62,9 μονάδες από 100 το 1995.
Οπως επισημάνθηκε στην εισήγηση της απερχόμενης διοίκησης στη ΓΣ, η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ και στη ζώνη του ευρώ, επιτάχυναν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που υλοποιήθηκαν με συγκεκριμένα μέτρα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το φορολογικό, το ασφαλιστικό, τις ιδιωτικοποιήσεις σε τομείς κοινωνικής πολιτικής, τις ΔΕΚΟ. «Οι εξελίξεις αυτές είναι καταλυτικές για τις μικρές επιχειρήσεις της υποδηματοποιίας και όλου του κλάδου, οι οποίες από γενική άποψη συνεχίζουν να συμπληρώνουν ένα μεγάλο αριθμό στο σύνολό τους, ωστόσο περνούν μεγάλη κρίση. Χάνουν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο από την αγορά, με τα κινέζικα προϊόντα, ινδικά και από φτηνές χώρες της Ευρώπης, μειώνεται ο τζίρος τους και επιταχύνεται ο ρυθμός απαξίωσής τους».
Εισηγητικά αναπτύχθηκαν οι θέσεις του σωματείου για μια σειρά από θέματα, ενώ ειδικά για το ωράριο, διατυπώθηκε η θέση για 48 ώρες τη βδομάδα, με τρία απογεύματα κλειστά, υποχρεωτικά για όλα τα καταστήματα και κατοχύρωση της αργίας της Κυριακής. Σε σχέση με τη... στήριξη προς τις μικρές επιχειρήσεις, αναφέρθηκε: «Οι μικρές επιχειρήσεις στον κλάδο μας ουδέποτε επιδοτήθηκαν από το κράτος και ουδέποτε δόθηκαν πόροι για τη στήριξή τους. Ολοι γνωρίζουμε πως άλλου μεγέθους επιχειρήσεις καρπώθηκαν αυτή τη στήριξη. Το κράτος έως τώρα μάλλον χρησιμοποιούσε παρά στήριζε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».