Eurokinissi |
Αμέσως, άνδρες, γυναίκες και παιδιά βγαίνουν από τα σπίτια και τα μαγαζιά και ρωτούν ο ένας τον άλλο, αναζητώντας περισσότερες πληροφορίες. Συνομιλούν ψιθυριστά, λες και θέλουν να μοιραστούν ένα μυστικό. Και σαν τα «χαμπέρια» γίνονται λεπτομερή, μια σιωπή απλώνεται παντού. Τώρα συνεννοούνται με τα βλέμματα.
Τη σιωπή διαδέχεται το κλάμα κι ο οδυρμός. Στη Φαρκαδώνα δε θα ξαναδούν τον Αποστόλη και την Ευγενία. Στο Ζάρκο δε θα ξανακούσουν τον Γιάννη και τον Χρήστο. Στο Γροιζάνο δε θα ξαναπαρουσιαστούν ο Κώστας και η Κατερίνα. Από το Διάσελο θα λείψει η Στεφανία.
«Ολα είναι δικά μας παιδιά», λέει ο πατέρας μιας μαθήτριας που είχε την τύχη να γλιτώσει. «Οι αρμόδιοι γνώριζαν - συνεχίζει - ότι 50 λεωφορεία γεμάτα με παιδιά θα ταξίδευαν κομβόι για να πάνε στην Αθήνα και δεν πήραν κανένα μέτρο για την ασφαλή μετακίνησή τους, όταν, μάλιστα, πρόκειται να ταξιδέψουν σε ένα δρόμο που είναι καρμανιόλα. Δεν είναι δυνατόν ένας επίσημος να συνοδεύεται για λόγους ασφαλείας από 100 άτομα, με δικά μας λεφτά και η ζωή των παιδιών μας να μην προστατεύεται. Εάν τα πούλμαν συνοδευόταν από την Τροχαία, μπορεί και να μη συνέβαινε αυτό».
Εκεί βρίσκεται και ο Ηλίας Κεραμίδας, από το Ζάρκο, περιμένοντας την κόρη του, μαθήτρια της Γ΄ Λυκείου να επιστρέψει. «Οι υπεύθυνοι - καταγγέλλει - ψάχνουν να βρουν διάφορες αιτίες κι αφορμές για να ρίξουν από πάνω τους τις ευθύνες. Με τέτοιους δρόμους και χωρίς να έχουν πάρει κανένα μέτρο προστασίας της ζωής των παιδιών, ήταν επακόλουθο να γίνει αυτό που έγινε. Ομως, τις πολιτικές ευθύνες δεν τις αναλαμβάνουν αυτοί που φταίνε».
Στις 4.30 περίπου το απόγευμα καταφτάνουν με λεωφορεία στην είσοδο του σχολείου τους οι μαθητές του Γυμνασίου και του Λυκείου Φαρκαδώνας. Το κλίμα φορτίζεται ακόμα περισσότερο από τις σπαρακτικές στιγμές που διαδραματίζονται. Ενα οργισμένο «γιατί» κι ένα δριμύ «κατηγορώ» βγαίνει από το στόμα όλων. Και οι μαθητές να κλαίνε για το χαμό των φίλων τους που τόσα άδικα χάθηκαν.
Εκεί ήταν και ο Σπ. Τσιοτινός, δημοτικός σύμβουλος Φαρκαδώνας και πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Νομού Τρικάλων «Η Ανοιξη». «Οι ελληνικές κυβερνήσεις - τόνισε - αν και γνωρίζουν πολύ καλά ότι το "Πέταλο Μαλιακού" είναι παγίδα θανάτου, αδιαφορούν προκλητικά για τις ανθρώπινες ζωές που χάνονται κατά καιρούς στο συγκεκριμένο σημείο, αφού δεν υλοποιούν τ' αναγκαία έργα για την ασφαλή διέλευση οδηγών κι επιβατών. Τα παιδιά μας "θυσιάστηκαν" στο βωμό του κέρδους των διάφορων μεγαλοεργολάβων».
Από το πρωί στην κεντρική πλατεία της Φαρκαδώνας βρέθηκε και αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Αχ. Κανταρτζή, γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και τον Τ. Λιατίφη, γραμματέα της ΝΕ Τρικάλων και μέλος της ΚΕ του Κόμματος.
Η αποσιώπηση και υποβάθμιση των, αναντίρρητων, πολιτικών ευθυνών, η εναγώνια προσπάθεια για κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού μετά το δυστύχημα και η επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας, ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της αντίδρασης της κυβέρνησης.
Καθ' όλη τη διάρκεια της χθεσινής μέρας, εμφανής ήταν η κυβερνητική επιχείρηση, προκειμένου να υποβαθμιστούν στο ελάχιστο οι πολιτικές ευθύνες για το νέο εκ προμελέτης έγκλημα, γεγονός που δεν προμηνύει τίποτα θετικό για την κυβερνητική πολιτική όσον αφορά στα «τροχαία». Αν και αυτή τη φορά η κυβέρνηση δεν απέκλεισε την ύπαρξη πολιτικών ευθυνών, ωστόσο όλες οι δηλώσεις και οι κινήσεις «έδειχναν» προς την πλευρά του «ανθρώπινου παράγοντα», δηλαδή του οδηγού της νταλίκας.
«Η κυβέρνηση, όπως και κάθε κυβέρνηση, οφείλει να λαμβάνει μέτρα», δήλωσε ο Θ. Ρουσόπουλος, υποστηρίζοντας ότι «έχουν ήδη ληφθεί σειρά μέτρων για την εντατικοποίηση των ελέγχων, τόσο στα σχολικά λεωφορεία, όσο και στα οχήματα βαρέως τύπου, τα οποία μετακινούνται στο εθνικό δίκτυο». Ωστόσο, δεν ήταν σε θέση να απαντήσει στα ερωτήματα που αφορούν στην κατάσταση του ελεγκτικού μηχανισμού των εθνικών δρόμων, τον αριθμό των ελέγχων, κ.ο.κ.
Ο Κ. Καραμανλής, κάτω από το βάρος των αρνητικών επιπτώσεων από το «Σινούκ», τέθηκε επικεφαλής των προσπαθειών για την κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού, από την πρώτη στιγμή που ενημερώθηκε, λίγα λεπτά μετά το δυστύχημα, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας. Με εντολή του, στάλθηκαν στον τόπο του δυστυχήματος οι υπουργοί Δημόσιας Τάξης, Υγείας και Παιδείας, ενώ αργότερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έκανε λεπτομερή αναφορά στα μέσα που διέθεσε η κυβέρνηση για τη μεταφορά των τραυματιών.
Προφανώς, μετά από όλα αυτά, η κυβέρνηση αισθάνεται ότι έκανε το καθήκον της...
Το ενδεχόμενο να μην πληρούσε τις προϋποθέσεις ο 29χρονος οδηγός του λεωφορείου του ΚΤΕΛ Τρικάλων Δημ. Πεσλής, ερευνούν Επιθεωρητές της Δημόσιας Διοίκησης, που έχουν μεταβεί για το λόγο αυτό στα Τρίκαλα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο εν λόγω οδηγός μετέτρεψε τον περασμένο Γενάρη το δίπλωμά του σε Δ΄ Κατηγορία από Β΄. Ο νόμος ορίζει ότι ο κάτοχος διπλώματος αυτής της κατηγορίας δικαιούται να οδηγεί λεωφορείο ΚΤΕΛ για ένα χρόνο μόνο σε ακτίνα 50 χιλιομέτρων από την έδρα που εργάζεται. Ο περιορισμός αυτός δηλώνεται με τον κωδικό «114» στο φάκελο του οδηγού. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, μετά το τραγικό συμβάν, ο κωδικός αυτός εξαφανίστηκε από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή της αρμόδιας υπηρεσίας συγκοινωνιών της Νομαρχίας Καρδίτσας!
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Μεταφορών το μοιραίο λεωφορείο του ΚΤΕΛ, ηλικίας οκτώ ετών, είχε ελεγχθεί στα ΚΤΕΟ τον περασμένο Ιούνη, έφερε καινούρια ελαστικά και διέθετε 15 ζώνες ασφαλείας.
Η μοιραία νταλίκα είχε ταξινομηθεί στις 8 Απρίλη 2003, στη Διεύθυνση Συγκοινωνιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χανίων. Σύμφωνα με τον αντινομάρχη Χανίων Γιώργο Αγοραστάκη, το όχημα είχε εισαχθεί λίγες μέρες πριν την ταξινόμησή του από την Ολλανδία. Κατά τον ίδιο, «το όχημα κυκλοφόρησε πρώτη φορά στην Ολλανδία το 1999, εκτελωνίστηκε στον Πειραιά, πέρασε τον τεχνικό έλεγχο στα ΚΤΕΟ Χανίων και ακολούθως ταξινομήθηκε. Πρόκειται για ρυμουλκό μετά ρυμουλκουμένου και σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου του, ήταν σε καλή κατάσταση». Ο 60χρονος οδηγός της νταλίκας Αντ. Παρδαλάκης, εργαζόταν σε απορριμματοφόρο του Δήμου Χανίων, μέχρι και το φθινόπωρο του 2003, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.
Κλειστά θα παραμείνουν αύριο Τετάρτη τα σχολεία της χώρας με απόφαση του υπουργείου Παιδείας, σε ένδειξη πένθους για το τραγικό δυστύχημα. Το περιστατικό αναδεικνύει και πάλι το ζήτημα της ασφάλειας στη μετακίνηση μαθητών. Το γεγονός μάλιστα ότι επρόκειτο για οργανωμένη μαζική μετακίνηση μαθητών, προκειμένου να παρακολουθήσουν αγωνίσματα των Παραολυμπιακών Αγώνων (συνολικά 70.000 μαθητές υπολογίζεται ότι θα παρακολουθήσουν τους Αγώνες), εγείρει ζήτημα αυξημένων μέτρων για την ασφαλή τους μετακίνηση. Με δεδομένη, μάλιστα, την κατάσταση ορισμένων σημείων του οδικού δικτύου, όπου ήδη έχουν χάσει τη ζωή τους εκατοντάδες άνθρωποι.
Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις σχολικές εκδρομές προβλέπει κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις για την ασφαλή μεταφορά μαθητών. Προβλέπει, ανάμεσα σε άλλα, να επιλέγεται οργανωμένο πρακτορείο που θα εγγυάται την ασφαλή μετακίνηση των μαθητών, με τη χρησιμοποίηση τεχνικά ελεγμένων λεωφορείων και έμπειρων και υπεύθυνων οδηγών. Ο αρχηγός της εκδρομής πρέπει να ελέγχει τα έγγραφα καταλληλότητας του οχήματος και την πρόσφατη θεώρησή τους, την επαγγελματική άδεια οδήγησης του οδηγού του λεωφορείου και το όριο ταχύτητας, καθώς επίσης και να παρεμβαίνουν στις περιπτώσεις εκείνες που κρίνουν ότι η οδήγηση του αυτοκινήτου γίνεται επικίνδυνη.
Η πρόεδρος της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Γονέων Μαθητών Ελλάδας (ΑΣΓΜΕ) Β. Τζιαντζή δήλωσε στο «Ρ»: «Εκφράζουμε τη θλίψη και συμπαράστασή μας στους γονείς των παιδιών. Εκφράζουμε και την αγανάκτησή μας, γιατί κάθε φορά οι υπουργοί που σπεύδουν επιτόπου και οι κυβερνήσεις δίνουν υποσχέσεις πως θα κάνουν ό,τι μπορούν για να μην ξανασυμβεί ατύχημα. Δεν πιστεύουμε, επισημαίνει, ότι η αδράνεια οφείλεται στην έλλειψη οικονομικής δυνατότητας. Τα τόσα δισ. που ξοδεύτηκαν για τη δήθεν ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων, χωρίς να εξασφαλίζεται η ασφάλεια της καθημερινής μας ζωής, δείχνει ότι είναι θέμα επιλογής και βούλησης».