ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Απρίλη 2003
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Αρχή του τέλους ή τέλος μιας αρχής

Ανεξάρτητα από τους υπολογισμούς των αρμοδίων και αναρμοδίων οι - έτσι κι αλλιώς καταστροφικές - συνέπειες από τον πόλεμο των Αμερικανών και των υποτακτικών τους ενάντια στο Ιράκ (σε ανθρώπινες ζωές, στην παγκόσμια οικονομία, στο περιβάλλον κλπ.) είναι ανυπολόγιστες

Ποτέ από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα, οι Αμερικανοί δε συνάντησαν τόσο πολλές δυσκολίες στην υλοποίηση των ιμπεριαλιστικών τους σχεδίων όπως η απόφαση που πήραν στις 20 του Μάρτη να προχωρήσουν μονομερώς - κόντρα και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ - σε «προληπτικό πόλεμο» ενάντια στο Ιράκ, στηριζόμενοι μόνο στη βοήθεια των κάθε είδους «σφογγοκωλαρίων» τους, τύπου Μπλερ, Αθνάρ, Μπερλουσκόνι και άλλων. Οπως, επίσης, ποτέ μέχρι σήμερα, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι σχέσεις Αμερικανών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών (όπως εκφράζονται με όσα διαδραματίστηκαν το τελευταίο διάστημα στους κόλπους του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, κλπ.) δεν ήταν τόσο διαταραγμένες, όπως αυτή την περίοδο. Είναι η πρώτη φορά, που, από επίσημα χείλη, διατυπώνονται όλο και πιο συχνά απόψεις για σοβαρό «ρήγμα» στις ευρωατλαντικές σχέσεις και στους κόλπους της ίδιας της ΕΕ, του ΝΑΤΟ κλπ. Οπως, επίσης, είναι η πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, που κορυφαίοι παράγοντες (πρωθυπουργοί, υπουργοί Οικονομίας, επικεφαλής διεθνών ιδρυμάτων και οργανισμών) μιλούν τόσο πολύ για την ύφεση.

Η πολιτική πυγμής που επιμένουν να δείχνουν προκλητικά οι κυβερνώντες των ΗΠΑ, ανάβοντας φωτιές πολέμου σε μια σειρά από χώρες-μέλη του ΟΗΕ με το «έτσι θέλω», είχε και έχει έναν και μοναδικό στόχο: Τη διατήρηση της παγκόσμιας κυριαρχίας των ΗΠΑ (για να ακριβολογούμε, των αμερικανικών πολυεθνικών) σε όλους τους τομείς. Με τους πολέμους αυτούς, ο πλανητάρχης Τζ. Μπους έκανε σαφές στις κυβερνήσεις όλων των χωρών της Γης, ότι όποιος «δεν συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις» του, τον περιμένει η τύχη της Βοσνίας, της Γιουγκοσλαβίας, του Αφγανιστάν, του Ιράκ και όσων τολμούν να αντιστέκονται στο μεγάλο αυτοκράτορα. Και στην προκειμένη περίπτωση, ο πραγματικός αυτοκράτορας δεν είναι ο Τζορτζ Μπους (αυτός είναι απλά ο σημερινός διαχειριστής, όπως ήταν το 1999 ο Μπιλ Κλίντον) αλλά οι αμερικανικές πολυεθνικές που τον στηρίζουν και ερίζουν για τη μοιρασιά μιας «πίτας» που δεν μεγαλώνει.

Αποτελεί κοινό μυστικό, ότι οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ προσπάθησαν να διαφυλάξουν την αμερικανική οικονομία από τις παρενέργειες της ύφεσης που αντιμετώπιζε η οικονομία της Ιαπωνίας, με μια σειρά από «μάχες» ή «μικρούς πολέμους», που έδωσε από τις αρχές της δεκαετίας του '90. Αν από αυτές τις μάχες και τους μικρούς πολέμους ενισχύθηκε αρχικά η παντοκρατορία των ΗΠΑ σε όλους τους τομείς (στρατιωτικός, πολιτικός, οικονομικός, εμπορικός, νομισματικός έλεγχος), τα τελευταία χρόνια το σκηνικό αλλάζει με γοργούς ρυθμούς. Η πολιτική «πυγμής», που επιχειρεί να δείξει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Μπους - όχι μόνο με δηλώσεις του τύπου «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας», αλλά και την εμμονή του να ματοκυλήσει ξανά το λαό του Ιράκ - δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας ή την απομάκρυνση των δικτατορικών-τυραννικών καθεστώτων, τύπου Σαντάμ Χουσεΐν κλπ. Οφείλεται στο γεγονός ότι από τα τέλη της δεκαετίας του '90 η οικονομία των ΗΠΑ έχει πάρει την κατηφόρα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ...αυτοκρατορία τους, αλλά και την παγκόσμια οικονομία.

Το φάντασμα της ύφεσης είναι εδώ

Παρά τις «ενέσεις» με κρατικές παρεμβάσεις, που εκδηλώθηκαν τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ, με τις διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων, την ενίσχυση των φοροαπαλλαγών στο κεφάλαιο, τη γενναία αύξηση των στρατιωτικών δαπανών (την περασμένη Τρίτη το Κογκρέσο ενέκρινε πρόσθετο κονδύλι 75 δισ. δολαρίων για την κάλυψη αναγκών του πολέμου ενάντια στο Ιράκ), η αμερικανική οικονομία δε λέει να ανακάμψει. Και το πρόβλημα αυτό οξύνεται, καθώς οι αρνητικές παρενέργειες της ύφεσης - που πλήττει την Ιαπωνία από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 - έχουν αρχίσει να γίνονται ολοφάνερες και στην υπό διεύρυνση Ευρωπαϊκή Ενωση, όπου μήνα με το μήνα οι ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ αναθεωρούνται προς το χειρότερο.

Ενδεικτικά είναι και τα ακόλουθα:

  • «Η αμερικανική παραγωγή στον μεταποιητικό τομέα συρρικνώθηκε τον Μάρτιο για πρώτη φορά τους τελευταίους πέντε μήνες. Ο δείκτης του Ινστιτούτου Υπεύθυνων Προμηθειών έπεσε τον περασμένο μήνα στο 46,2 από το 50,5 τον Φεβρουάριο, στο χαμηλότερο σημείο από τον Νοέμβριο του 2001. Το επίπεδο των 50 μονάδων αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη συρρίκνωση και την ανάπτυξη. Οι βιομηχανίες "φρενάρουν" την παραγωγή τους, καθώς μένουν στάσιμες οι καταναλωτικές δαπάνες, λόγω της αβεβαιότητας για τον χρονικό ορίζοντα τερματισμού του πολέμου» («Ναυτεμπορική» - «Wall Street Jornalle», 1 του Απρίλη 2003)
  • «Με αφορμή το Ιράκ, η "παλαιά Ευρώπη" Γαλλίας και Γερμανίας βρέθηκε αντίθετη προς τις ΗΠΑ και τη Βρετανία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, προκαλώντας τριγμούς στην ήδη προβληματική στρατηγική για την οικονομική πολιτική. Εάν αυτή η αντιπαράθεση επεκταθεί πέραν της εξωτερικής πολιτικής στο πεδίο της πραγματικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, τότε οι τομείς του εμπορίου και των επενδύσεων μπορεί να αποδειχθούν θύματα των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ιράκ(«Ναυτεμπορική» - «Wall Street Jornalle», 1 του Απρίλη 2003)
  • Η «Morgan Stanley» σημειώνει σε εκθέσεις της πως ο ρυθμός ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου έχει ήδη επιβραδυνθεί σε 5% ετησίως στο διάστημα 1998-2003, στον απόηχο της ασιατικής οικονομικής κρίσης, έναντι 6,5% που ήταν πριν από το 1994. Και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι θύμα αυτού του πολέμου είναι - εκτός των άλλων - το εμπόριο και οι επενδύσεις
  • Ο διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Χορστ Κέλερ, με δηλώσεις του στη γερμανική εβδομαδιαία επιθεώρηση «Wirtschaftswoch» στις 26 του Μάρτη 2003, σημείωνε: «Στην περίπτωση μιας μακράς σύγκρουσης, η παγκόσμια ύφεση δεν μπορεί πια να αποκλειστεί»
  • Η «Wall Street Jornalle» σημείωνε στις 28 του Μάρτη πως «το σενάριο με την ευνοϊκότερη εξέλιξη - ότι, δηλαδή, οι ΗΠΑ θα καταγάγουν μια σύντομη και εύκολη νίκη - έχει πεθάνει» και πως «οι πιθανότητες για ένα πρόωρο σενάριο με δυσμενή εξέλιξη είναι εξ ίσου λίγες». Παρατηρούσε πως «και για τον πρόεδρο της Φέντεραλ Ριζέρβ, Αλαν Γκρίνσπαν, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η αμερικανική οικονομία και το χρηματιστήριο έχουν υποστεί πιέσεις κυρίως από τον πανικό του πολέμου - μια και οι φόβοι αυτοί κάθε άλλο παρά ευνοούν δανειακές χορηγήσεις - από εταιρικά σκάνδαλα και από τα μεθεόρτια του ξεσπάσματος της χρηματιστηριακής φούσκας».

Οπως αναφερόταν σε σχετικό τηλεγράφημα του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων της 28ης του Μάρτη, «για δεύτερο συνεχή μήνα οι καταναλωτικές δαπάνες στις Ηνωμένες Πολιτείες έμειναν αμετάβλητες τον Φεβρουάριο και κάτι τέτοιο είχε να παρατηρηθεί από τον Δεκέμβριο του 1990 και τον Ιανουάριο του 1991, όταν οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε περίοδο ύφεσης». Στο ίδιο τηλεγράφημα σημειωνόταν πως «η μειωμένη δυναμική των προσωπικών δαπανών είναι μια ακόμη ένδειξη ότι η οικονομία παραπατούσε ένα μήνα πριν η χώρα μπει στον πόλεμο. Η βιομηχανική παραγωγή επιβράδυνε και εξακολουθούσαν να χάνονται θέσεις εργασίας. Οσο για τις δαπάνες των νοικοκυριών, που αντιστοιχούν στα δύο τρίτα της οικονομίας, είναι πιθανόν να μην αναθερμανθούν σύντομα καθώς η εμπιστοσύνη των καταναλωτών έχει πέσει στο χαμηλότερο της δεκαετίας και οι Αμερικανοί φοβούνται επιδείνωση της ανεργίας».

Τα ίδια και στην ΕΕ

Την κατηφόρα έχει πάρει και ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης στην ΕΕ των «15» και στις χώρες της ευρωζώνης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιοποιήθηκαν την 1η του Απρίλη, ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης (καταγράφει τις προσδοκίες των βιομηχάνων, των καταναλωτών, της οικοδομικής δραστηριότητας και του λιανικού εμπορίου) μειώθηκε κατά 0,6% στους «15» και στην ευρωζώνη και 0,2% στην Ελλάδα. Σχολιάζοντας τα στοιχεία αυτά, η Επιτροπή σημείωνε πως πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση στο δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης στην ΕΕ σε μηνιαία βάση μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης του Σεπτέμβρη 2001.

Στην άτυπη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομίας της ΕΕ (ECOFIN), που πραγματοποιήθηκε το διήμερο 4 και 5 του Απρίλη στον Αστέρα Βουλιαγμένης, η Επιτροπή παρουσίασε δύο εναλλακτικά σενάρια - ανάλογα με τις επιπτώσεις του πολέμου ενάντια στο Ιράκ - για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το «βασικό» σενάριο, που στηρίζεται στην εκτίμηση ότι μέχρι το καλοκαίρι «θα εξαλειφθούν σταδιακά οι γεωπολιτικοί αστάθμητοι παράγοντες», προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 1% στην ευρωζώνη για το 2003. Το δεύτερο σενάριο, το «μαύρο», βασίζεται σε μέση ετήσια αύξηση των τιμών του πετρελαίου κατά δέκα δολάρια σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές, εξέλιξη που θα επιφέρει μείωση κατά 0,5% των ρυθμών ανάπτυξης.

Αλλα ενδεικτικά στοιχεία, της κατηφορικής πορείας της οικονομίας της ΕΕ, αποτελούν και τα εξής: Πρώτον, ότι ο γερμανικός δείκτης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης Ifo έπεσε θεαματικά. Το βαρόμετρο επιχειρηματικής εμπιστοσύνης στη Γερμανία, που είναι ο δείκτης Ifo, έπεσε στο 88,1 από το 88,9, ψαλιδίζοντας τις ελπίδες για βελτίωση της οικονομίας της χώρας. Δεύτερον, η «αναιμική» ανάπτυξη της γαλλικής οικονομίας στο πρώτο εξάμηνο του 2003 σε συνδυασμό με την άνοδο της ανεργίας. Η στατιστική υπηρεσία της Γαλλίας (INSEE) αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για την αύξηση του γαλλικού ΑΕΠ στο πρώτο και δεύτερο τρίμηνο φέτος σε 0,3%, ενώ η ανεργία το Φλεβάρη εκτινάχτηκε στο 9,3% και διαμορφώθηκε στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 29 μηνών.

Με την απόφαση των Αμερικανών να αρχίσουν - κόντρα στις αποφάσεις του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας - τους βομβαρδισμούς στο Ιράκ, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τις εξελίξεις για το μέλλον της ανθρωπότητας. Ολα δείχνουν, πως με την προκλητική αυτή ενέργεια ο πλανητάρχης έβαλε τα θεμέλια για την αρχή του τέλους της παγκόσμιας κυριαρχίας των ΗΠΑ, ανοίγοντας έτσι το δρόμο - μέσα από το συντονισμό της πάλης των λαών της Γης - για ένα καλύτερο αύριο. Ισως ο πόλεμος αυτός - σε συνδυασμό με μια σειρά από άλλους (όχι στρατιωτικούς, αλλά οικονομικούς, εμπορικούς κλπ.) που βρίσκονται σε εξέλιξη - επιβεβαιώσει το αρχαίο ρητό «Ουδέν κακόν αμιγές καλού». Ισως οδηγήσουν σε καλύτερες μέρες την ανθρωπότητα, με την ενεργοποίηση και το συντονισμό της πάλης των λαών της Γης, για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και την ειρηνική συνεργασία των λαών με βάση το κοινωνικά αμοιβαίο όφελος (και όχι τα μονοπωλιακά κέρδη).


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ


ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Βουτηγμένο στο αίμα «εχθρών» και «φίλων»

Στιγμές από την εγκληματική δράση του αμερικανικού κεφαλαίου

Ο πόλεμος είναι «μπίζνα» για τους Αμερικανούς κεφαλαιοκράτες. Σ' αυτό δε διαφέρουν από τους συναδέλφους τους άλλων χωρών, απλώς το αμερικανικό μεγάλο κεφάλαιο έχει εξαιρετικές ιστορικές επιδόσεις στην προώθηση και εκμετάλλευση πολέμων για την αύξηση των κερδών του. Την ίδια ώρα που οι βόμβες κομματιάζουν παιδιά στο Ιράκ, στις ΗΠΑ τα εργοστάσια της πολεμικής βιομηχανίας παράγουν ασταμάτητα τα εργαλεία του πολέμου, τουφέκια, κανόνια, άρματα μάχης, αεροπλάνα, σφαίρες, οβίδες, πυραύλους και παντός είδους βόμβες. Ταυτόχρονα, τα πρώτα «παχυλά» επιχειρηματικά συμβόλαια έχουν ήδη συναφθεί και αμερικανικές εταιρίες δραστηριοποιούνται στα κατεχόμενα εδάφη για τη λειτουργία και συντήρηση των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων.

Αδίστακτο, εγκληματικό και κυνικό, αδιάφορο ακόμη και για το θάνατο που έσπειρε στη «δική του πλευρά», το αμερικανικό μεγάλο κεφάλαιο έγραψε «λαμπρές» σελίδες ατιμίας στον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, στους δυο παγκόσμιους πολέμους και γενικά σε όλες τις μικρές και μεγάλες πολεμικές συρράξεις μέχρι σήμερα. Οι συγγραφείς Ρίτσαρντ Ο. Μπόγιερ και Χέρμπερτ Μ. Μόρε, στο βιβλίο τους «Η άγνωστη ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ» (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή») περιγράφουν μερικές από αυτές.

Τα πρώτα αιματοβαμμένα δολάρια

Πριν από 142 χρόνια, το 1861 ξέσπασε ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος. Ακολούθησαν μερικές από τις φονικότερες μάχες όλων των εποχών. Αυτή την περίοδο, ο 24χρονος Τζ. Πίρποντ Μόργκαν έκανε μια από τις πρώτες επιχειρηματικές του επιτυχίες. Εχοντας την πληροφορία ότι σε μια αποθήκη οπλισμού βρίσκονταν όπλα που κρίθηκαν ελαττωματικά, τα αγόρασε για 17.500 δολάρια και την επόμενη μέρα τα ξαναπούλησε στην κυβέρνηση για 110.000 δολάρια! Η ενέργεια αυτή θα είχε φανερές επιπτώσεις στα «φίλια στρατεύματα», όμως για το νεαρό επιχειρηματία όσο και για τους υπόλοιπους εκπροσώπους της τάξης του, ήταν - και εξακολουθεί να είναι - παντελώς αδιάφορο, αν τα κέρδη που αποκομίζουν στηρίζονται στο θάνατο «εχθρών» ή «φίλων».

Το 1863 ψηφίστηκε ο νόμος περί στρατεύσεως από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση (Βόρειοι), ο οποίος προέβλεπε απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία, αρκεί να έβρισκες αντικαταστάτη! Με 300 δολάρια οι νεαροί επιχειρηματίες αγόραζαν τους αντικαταστάτες τους και συνέχιζαν ασφαλείς να κερδοσκοπούν φτιάχνοντας τις μετέπειτα οικονομικές αυτοκρατορίες τους.

Ο 26χρονος Φίλιπ Αρμουρ έγινε εκατομμυριούχος, πουλώντας χοιρινό στο στρατό για τη σίτιση των στρατιωτών. Εκλεβε στο ζύγι, αγόραζε το κάθε βαρέλι με κρέας για 18 δολάρια και το πουλούσε 40 δολάρια. «Ο νεαρός Τζέιμς Μέλον, που ακολούθησε τη συμβουλή του πατέρα του και δεν κατατάχτηκε στο στρατό, έγραφε με θαυμασμό για φίλους που έκαναν εκατομμύρια κερδοσκοπώντας με το στάρι: "Γίνονται όλο και πιο πλούσιοι", έγραφε στον πατέρα του, "και δε νοιάζονται για το πότε θα τελειώσει ο πόλεμος"», αναφέρεται στο βιβλίο.

Το 1864 ο πόλεμος συνεχιζόταν, όμως στα μετόπισθεν το εργατικό κίνημα αναπτυσσόταν. Οι εργοδότες θέλησαν να επιβάλουν μείωση μισθών κατά 25%. Η προσπάθειά τους προκάλεσε απεργίες και τότε δε δίστασαν να επιβάλουν τη χρησιμοποίηση του στρατού εναντίον των απεργών εργατών. Στρατιωτικά τμήματα ανακλήθηκαν από το μέτωπο (!) και χτύπησαν τους εργάτες στη Νέα Υόρκη, το Τενεσί, την Πενσυλβάνια και το Μισούρι. Για τους Αμερικανούς κεφαλαιοκράτες δεν είχε καμία σημασία ποιος έπρεπε να πεθάνει για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους!

Η «ανοικοδόμηση»

Σήμερα γίνεται μεγάλη συζήτηση για την περιβόητη «ανοικοδόμηση» του Ιράκ. Πριν το αίμα στεγνώσει, τα κοράκια ετοιμάζονται να κερδίσουν από τον όλεθρο που έσπειραν. Στον αμερικανικό εμφύλιο οι ανάγκες του πολέμου απαιτούσαν μια ταυτόχρονη «ανοικοδόμηση», με την επέκταση κυρίως των σιδηροδρομικών δικτύων. Γράφουν οι Αμερικανοί συγγραφείς: «Περισσότερα από ένα εκατομμύριο δολάρια τη μέρα, που το μεγαλύτερο μέρος τους προερχόταν από τα ταμεία του ανερχόμενου τραπεζίτη Τζέι Κουκ, του οποίου τα κέρδη από προμήθειες έφτασαν τα 20 εκατομμύρια δολάρια, ξοδεύονταν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για τα τεράστια συνακόλουθα του πολέμου. Κατασκευάστηκαν χιλιάδες μίλια σιδηροδρομικών γραμμών, απαραίτητων για τη μεταφορά και τον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων. Απλώθηκαν χιλιάδες μίλια τηλεγραφικού σύρματος για την επικοινωνία του στρατού».

Στους μεγιστάνες του σιδηροδρόμου παραχωρήθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια στρέμματα γης εκείνη την περίοδο και εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, κατευθείαν από τον κρατικό κορβανά, από τις τσέπες του αλληλοσφαζόμενου αμερικανικού λαού. Η ληστεία μάλιστα ήταν πολλαπλή. Για παράδειγμα, η κατασκευαστική εταιρία «Γιούνιον Πασίφικ» εισέπραξε εκείνη την περίοδο 73 εκατ. δολάρια για εργασίες που αποκαλύφθηκε αργότερα ότι κόστισαν 50 εκατ. δολάρια.

Οι επίγονοι στο έργο του θανάτου

Ο γιος του Τζ. Π. Μόργκαν, που είχε το ίδιο όνομα με τον πατέρα του, από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα είχε ήδη δημιουργήσει το χρηματοοικονομικό όμιλο «J.P. Morgan», που σήμερα συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πλέον γνωστούς κολοσσούς της σύγχρονης οικονομικής ολιγαρχίας. Μέχρι το 1917 οι δυνάμεις της Αντάντ είχαν δανειστεί 1,9 δισ. δολάρια από τον Οίκο Μόργκαν. Οι ΗΠΑ άργησαν να μπουν σε αυτό τον πόλεμο. Η μεταστροφή τους όμως ήταν άμεση, όταν φάνηκε πως μόνο έτσι θα μπορούσαν να διατηρήσουν την οικονομική τους δύναμη και να την επεκτείνουν. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχισε τη ζωή σε 10 εκατομμύρια νέους. Ο θάνατός τους δημιούργησε 20.000 νέους εκατομμυριούχους στις ΗΠΑ.

Ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Ουίλσον υποστήριξε ότι η χώρα του μπήκε στον πόλεμο για να τον τερματίσει και «να έρθει στον κόσμο η ασφάλεια και η δημοκρατία». Οταν ο πόλεμος τέλειωσε δήλωσε ότι «ήταν ένας βιομηχανικός και εμπορικός πόλεμος»! Ενα μήνα πριν την έγκριση από το αμερικανικό Κογκρέσο της εισόδου της χώρας στον πόλεμο, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Βρετανία ανέφερε σε τηλεγράφημά του: «Ισως η είσοδός μας στον πόλεμο είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρήσουμε την παρούσα πλεονεκτική εμπορική μας θέση και να αποφύγουμε τον οικονομικό πανικό». Ο γερουσιαστής Τζορτζ. Ου. Νόρις από τη Νεμπράσκα έλεγε ότι «οδηγούμαστε στον πόλεμο κατ' εντολή του χρυσού» και «έχω την εντύπωση ότι σε λίγο θα βάλουμε την εικόνα του δολαρίου πάνω στην αμερικάνικη σημαία».

Σε αυτό το σημείο έχει αξία μια αναφορά στην προπαγάνδιση αυτού του πολέμου. Μετά από όλα αυτά, το μήνυμα που προβλήθηκε ήταν ότι «ο πόλεμος αυτός διεξαγόταν κατά της τυραννίας, για το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και της ελεύθερης σκέψης, ήταν μια σταυροφορία ενάντια στη γερμανική απολυταρχία, μια προσπάθεια εξασφάλισης του Χάρτη των Δικαιωμάτων και της δημοκρατίας». Αυτά πριν 86 χρόνια.

Λίγο πριν και ενώ μαινόταν ο πόλεμος στην Ευρώπη, οι ΗΠΑ δεν κάθισαν με σταυρωμένα χέρια. Εστειλαν το στρατό τους σε πολλές περιοχές και με το τέλος του πολέμου είχαν στην κατοχή τους το Πόρτο Ρίκο, τη Ζώνη της Διώρυγας του Παναμά, τις Παρθένες Νήσους και ήταν προτεκτοράτα τους η Αϊτή, η Δομινικανή Δημοκρατία, η Κούβα, η Νικαράγουα και ο Παναμάς.

Επίκαιροι συνειρμοί

Πέρασαν 21 χρόνια από τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Το 1939, ο μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Φόστερ Ντάλες, βασικός αρχιτέκτονας του ψυχρού πολέμου, ήταν μέλος της φιλοναζιστικής Επιτροπής «Πρώτη η Αμερική»! Η ομάδα αυτή ήταν υπεύθυνη για σημαντικές χρηματικές εισφορές στο χιτλερικό καθεστώς, τη σύναψη συμβολαίων με Γερμανούς βιομήχανους που στήριζαν τον Χίτλερ και τον πολεμικό επανεξοπλισμό της Γερμανίας, καθώς και για την πίστωση με τεράστια ποσά για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Λίγα χρόνια αργότερα αυτά τα λεφτά θα οδηγούσαν στο θάνατο εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανούς, πέρα από τα εκατομμύρια νεκρών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Οι ΗΠΑ, ανεξάρτητα από το πότε τελικά άνοιξαν το δεύτερο μέτωπο, μπήκαν στο πόλεμο το 1941, μετά το Περλ Χάρμπορ. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν μια εξαιρετικά επικερδής επιχείρηση για το αμερικανικό κεφάλαιο, με συνολικό κέρδος μονάχα από τα πολεμικά συμβόλαια 117 δισ. δολάρια, που τα μοιράστηκαν μόλις 100 εταιρίες! Πέρα από αυτό βέβαια το ακόμα μεγαλύτερο κέρδος για την οικονομική ολιγαρχία των ΗΠΑ προέκυψε από τη μεταπολεμική εισβολή του αμερικανικού κεφαλαίου στην κατεστραμμένη Ευρώπη, όπου με το γνωστό σχέδιο Μάρσαλ υποτίθεται πως συνέβαλε στην ανοικοδόμηση.

«Ανοικοδόμηση» έχουν βαφτίσει και σήμερα το σχέδιο που από κοινού εκπονούν ΗΠΑ και Ευρώπη για την περίοδο που θα ακολουθήσει τη στρατιωτική εισβολή και τον ιμπεριαλιστικό έλεγχο του Ιράκ...


Γιώργος ΦΛΩΡΑΤΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ