ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 20 Δεκέμβρη 2025 - Κυριακή 21 Δεκέμβρη 2025
Σελ. /40
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση που να παίρνει υπόψη τον συνομιλητή μας

Ο πόλεμος κάνει φανερό ότι απαιτείται άλλο επίπεδο ιδεολογικής και οργανωτικής παρέμβασης από μια οργάνωση επαναστατών, που θα πρέπει να αντεπεξέλθει σε καθήκοντα που γενιές ολόκληρες κομμουνιστών δεν είχαν μπροστά τους.

Εχουμε εκτιμήσει ότι έχουμε μετρήσει βήματα σε δείκτες της δουλειάς μας. Εχουμε δοκιμάσει νέες μορφές παρέμβασης, τόσο κινηματικά όσο και κομματικά. Ο,τι κάνουμε, όταν το κάνουμε καλά, αφήνει το αποτύπωμά του. Κάνουμε πολλά, ο κόσμος μας παρακολουθεί, μας εκτιμάει. Γιατί όμως δεν προχωράει όπως θα θέλαμε η στρατολογία και η οικοδόμηση στους χώρους δουλειάς; Γιατί παραμένουμε πίσω στη ζύμωση του Προγράμματός μας πλατιά στον λαό;

Συνθήματα όπως «Τα κέρδη τους ή οι ζωές μας» και «Μόνο ο λαός σώζει τον λαό», οι παρεμβάσεις στο κίνημα και μέσα από τα όργανα του αστικού κράτους, βοηθάνε, είναι αφορμές για να ανοίξει η συζήτηση στην κατεύθυνση που θέλουμε.

Είναι όμως μόνο οι αφορμές. Δεν είναι η ολοκληρωμένη συζήτηση. Η παρέμβαση αυτή υπάρχει κίνδυνος να μένει στο σύνθημα. Θεωρώ ότι πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι ο κόσμος στον οποίο απευθυνόμαστε, εκ των προτέρων δεν αντιλαμβάνεται τα συνθήματά μας όπως εμείς τα έχουμε στο μυαλό μας. Αυθόρμητα, τα αντιλαμβάνεται από τη σκοπιά της διαχείρισης, της αλλαγής μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Δεν έχει καν στο μυαλό του τι είναι ο καπιταλισμός, πόσο μάλλον να τον ανατρέψει. Π.χ. το σύνθημα «τα κέρδη ή οι ζωές» το καταλαβαίνει ως «κάποια λαμόγια που κερδίζουν στις πλάτες μας». Το «κράτος των μονοπωλίων» ως «το κράτος των καρτέλ που δεν ελέγχει κανένας». Σε αυτό βέβαια επιδρά και η δουλειά του αντιπάλου, αλλά επιδρά σε ένα ήδη διαμορφωμένο, αντικειμενικό έδαφος. Απαιτεί λοιπόν την παρέμβαση των κομμουνιστών για να αναλυθεί, να εξηγηθεί το σύνθημα. Αν δεν γίνει αυτό, υπάρχει κίνδυνος άθελά μας να ρίχνουμε κι εμείς νερό στον μύλο του ρεφορμισμού.

Επίσης οι Θέσεις λένε πως βασικοί θεσμοί του αστικού συστήματος δέχονται αμφισβήτηση, π.χ. η εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Αυτό δεν σημαίνει όμως αυθόρμητη συμφωνία με τον θεσμό της λαϊκής Δικαιοσύνης και την εκλογή αντιπροσώπων από τους χώρους δουλειάς. Δεν υπάρχουν αυτά στα μυαλά του κόσμου γενικά. Ο λαός δεν θέλει την αβεβαιότητα. Θα ψάχνει μέσα στον καπιταλισμό τη λύση. Θα φωνάζει με όλη του τη δύναμη ότι θέλει δικαιοσύνη και ένα σοβαρό κράτος να τον κυβερνά. Η παρέμβαση, λοιπόν, των κομμουνιστών με το Πρόγραμμά τους είναι σήμερα επίκαιρη και αναγκαία.

Λέμε ότι η αντικαπιταλιστική - επαναστατική συνείδηση δεν γεννιέται αυθόρμητα στην εργατική τάξη. Εχει σημασία αυτό. Σε όσες πορείες και απεργίες και να πάρει μέρος ένας εργαζόμενος, μια νέα μητέρα, όσες ομιλίες του εργατικού στελέχους και να ακούσει, δεν φτάνει για να καταλάβει ότι ο καπιταλισμός είναι το πρόβλημα και ότι μπορεί και πρέπει να ανατραπεί. Ισως να το υιοθετεί απλά ως σύνθημα, όμως δεν θα μπαίνει ο ίδιος στον στρατό των επαναστατών. Αυτό το βλέπουμε και στην πράξη, με δεκάδες «αιώνιους οπαδούς» του Κόμματος. Η διαμόρφωση επαναστατικής συνείδησης είναι καθήκον των κομμουνιστών. Με σχέδιο, με οργάνωση και πρωτοβουλία. Λέμε ότι στα σωματεία πρέπει να γίνει πιο καθαρό το «τάξη ενάντια σε τάξη». Πάλι όμως δεν φτάνει το σύνθημα. Στα Γιάννενα έχουμε το πρωτοβάθμιο σωματείο στο εργοστάσιο «Ζαγόρι». Οι εργάτες το έφτιαξαν και το στηρίζουν. Συμμετέχουν μαζικά σε απεργίες, με τα μπροστά και τα πίσω τους. Ακόμα και όταν επικαλούνται την ταξική πάλη, σημαίνει αυτό ότι αντιλαμβάνονται πως πρέπει αυτή να φτάσει μέχρι την πάλη για την εξουσία; Μαζί με την επίθεση της εργοδοσίας συνυπάρχει και το αντικειμενικό γεγονός ότι το κεφάλαιο είναι αυτό που τους βάζει στην παραγωγή, τους «δίνει μεροκάματο». Αρα, ο «ρεαλισμός» των μεταρρυθμίσεων, το «να βρούμε μια χρυσή τομή που θα μας καλύπτει όλους», πάντα θα υποβόσκει.

Οι συνθήκες είναι εύφορες για το φούντωμα του ρεφορμισμού. Πάντα θα τον βρίσκουμε μπροστά μας, γιατί όσο η καπιταλιστική οικονομία θα ζορίζεται τόσο θα γεννά το αίτημα για «αλλαγές», και από τον λαό και από τους ίδιους τους καπιταλιστές. Υπάρχει η πίεση, που μπαίνει στις Θέσεις, ότι «αυτά που λέτε δεν γίνονται», «απέτυχαν». Αυτά συνυπάρχουν και με το «καλά όλα αυτά, αλλά τι θα κάνουμε τώρα;», δηλαδή πίεση για άμεσες λύσεις. Και με αυτήν τη μορφή εμφανίζεται ο ρεφορμισμός στον περίγυρό μας. Δηλαδή απόψεις όπως «Συμφωνώ με τον σοσιαλισμό, υπερασπίζομαι την ΕΣΣΔ, το ΚΚΕ, θα έρθω στην εκδήλωση, αλλά μέχρι να γίνουν αυτά πρέπει τώρα να βρούμε λύση». Αυτό πιέζει και τις δυνάμεις μας στο κίνημα, τους συνδικαλιστές μας. Η πίεση αυτή δεν εμφανίζεται πάντα με το ζήτημα της κυβέρνησης. Εμφανίζεται και αλλιώς: Με την ανάθεση, με την πίεση προς τους εκλεγμένους μας να τους λύσουν το πρόβλημα άμεσα κ.λπ. Οταν το πρόβλημα δεν θα λύνεται (και αυτό θα είναι η πλειοψηφία των περιπτώσεων) θα απογοητεύονται, θα κάνουν πίσω. Αν οι δυνάμεις μας και οι οπαδοί μας περιμένουν εύκολες, γρήγορες νίκες χωρίς τη συμμετοχή των εργαζομένων, τουλάχιστον του πιο μαχητικού τους κομματιού, θα απογοητευτούν, θα πουν «τελικά και το σωματείο δεν μπορεί να κάνει και πολλά».

Απαιτείται λοιπόν συγκεκριμένη, οργανωμένη και λεπτομερής ιδεολογική - πολιτική πάλη. Αν αυτή η δουλειά δεν οργανωθεί στο επίπεδο των ΚΟΒ, δεν μπορεί να έχει αποτελέσματα. Να το σκεφτούμε και αλλιώς: Αν οι ΚΟΒ μας δεν σχεδιάζουν, συζητούν, δρουν με επίκεντρο τη ζύμωση του Προγράμματός μας, τότε με τι κριτήριο δρουν; Μια τέτοια δουλειά δεν είναι εύκολη. Η καθημερινότητα πιέζει για το άμεσο, για το πρόβλημα, για τη γρήγορη λύση. Τελικά, όμως, αυτό που μένει στον λαό θα είναι η αντικαπιταλιστική ζύμωση. Αυτό θα αντέχει στις διάφορες φάσεις και στα διάφορα κόλπα των αστών. Τα υπόλοιπα θα παρέρχονται.

Η Ιστορία έχει δείξει άλλωστε πως στις στιγμές της επαναστατικής κατάστασης, τότε που οι μάζες είναι σε κίνηση, το παιχνίδι κρίνεται στις λεπτομέρειες αλλά και στα «μεγάλα μεγέθη». Τότε στα μυαλά του λαού κυριαρχούν ερωτήματα όπως «Ποιον να εμπιστευτώ για να με οδηγήσει; Με ποιον να συμμαχήσω; Ποιος είναι ο εχθρός μου; Σε ποιον να δώσω την εξουσία;». Η μάχη που δίνουμε σήμερα είναι κομμάτι αυτής της διαπάλης. Δεν περιμένουμε τη μέρα «Χ». Η μάχη αυτή στη συνείδηση του κόσμου έχει ήδη ξεκινήσει, και πρέπει να τη δώσουμε με όλες μας τις δυνάμεις.


Σπύρος Κωστής
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής Ηπείρου - Κέρκυρας - Λευκάδας του ΚΚΕ

Σχολές οπαδών: Μια επιτυχημένη μορφή που υποτάσσεται σε συγκεκριμένο περιεχόμενο

Συμφωνώ με τις Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής για το 22ο Συνέδριο.

Με το παρόν θέλω να φωτίσω ορισμένες πλευρές από την πείρα μας σχετικά με τις σχολές οπαδών, αφού η συγκεκριμένη μαζική δουλειά με το Πρόγραμμα του Κόμματος αποτελεί παράγοντα διεύρυνσης και ισχυροποίησης των πολιτικών μας δεσμών, συμβάλλει καταλυτικά στην οικοδόμηση, βελτιώνει τη συγκρότηση και λειτουργία των Οργανώσεων.

Διανύουμε μια περίοδο που το πολιτικό κύρος του ΚΚΕ είναι ανεβασμένο, αντανακλώντας διεργασίες που η υλική τους βάση βρίσκεται στην κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων και ταυτόχρονα στην πρωτοπόρα παρέμβασή μας, δηλαδή στο πώς εξελίσσεται η ταξική πάλη. Το θετικό κλίμα δεν παραμερίζει την ανάγκη να βαθαίνει η ιδεολογικοπολιτική δουλειά, η στέρεη συμφωνία, να συζητάμε δηλαδή με όρους συστράτευσης έχοντας ως βάση την επαναστατική στρατηγική του Κόμματος. Ο συνδυασμός «λειψής κοινωνικής πείρας» και φαινομένων υποχώρησης από αυτήν τη δουλειά σε ορισμένες κομματικές δυνάμεις λειτουργεί ως αίτια «χαλαρής επαφής», δεν συμβάλλει στην περαιτέρω ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα. Επιβεβαιώνεται πολλές φορές ότι φίλοι και οπαδοί που μάχονται χρόνια στο πλευρό του Κόμματος αγνοούν βασικές πλευρές της πολιτικής του πρότασης ή και δοσμένες έννοιες, π.χ. τι είναι ιμπεριαλισμός, επειδή δεν κουβεντιάζουμε μαζί τους, γεγονός που οδηγεί σε δυσκολία να τους κινητοποιήσουμε, σε αμορφία στην αξιοποίησή τους.

Η συζήτηση για το Πρόγραμμα του Κόμματος (χαρακτήρας εποχής - επανάστασης, κινητήριες δυνάμεις, σοσιαλιστική επανάσταση και οικοδόμηση, συμμετοχή στην άσκηση εξουσίας) δεν αφορά μια συζήτηση που γίνεται μόνο υπό το πρίσμα της διαπίστωσης των αγεφύρωτων αντιθέσεων του καπιταλισμού. Δεν υποτιμούνται οι όποιες διεργασίες θέτουν στο στόχαστρο την καπιταλιστική σαπίλα και φρίκη που βιώνουν η εργατική τάξη και ο λαός, αλλά σήμερα στη βάση αυτής της αγανάκτησης συζητιέται ευρύτερα από εργαζόμενους ότι «δεν πάει άλλο».

Το κύριο θέμα είναι «προς τα πού πρέπει να πάει». Η παρέμβαση θέτοντας στο επίκεντρο το ζήτημα «από ποιον - για ποιον» είναι μια συμπυκνωμένη ζύμωση, που πρέπει να διεξάγεται και με οργανωμένους - συστηματικούς όρους. Είναι παρέμβαση που αφορά την ιστορική πείρα, την πορεία αποκατάστασης της επαναστατικής στρατηγικής του Κόμματος, τη βαρβαρότητα της αστικής τάξης και του κράτους της, ανεξαρτήτως προσαρμογών και μείγματος πολιτικής, που φωτίζει πλευρές της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας όχι μόνο ως ιστορικής αναγκαιότητας, αλλά ως δυνάμει άμεσης πραγματικότητας. Τέτοια δουλειά είναι αντικειμενικό ότι δεν εξαντλείται στο πλαίσιο συζήτησης στο διάλειμμα της δουλειάς ή στη γραμμή παραγωγής, στον πάγκο του εργαστηρίου, ακόμα και σε μια σύσκεψη.

Οι σχολές οπαδών ως μορφή (συλλογικό σύστημα, ύλη μαθημάτων, όροι διεξαγωγής) έρχονται να υπηρετήσουν αυτό το περιεχόμενο και ακριβώς γι' αυτό είναι επιτυχημένες, οδηγούν σε άνοδο της μαχητικής συμπόρευσης, βοηθούν στο να σπάνε αυταπάτες, να κατανοούν πρωτοπόροι αγωνιστές τι παλεύουμε, να πείθονται. Πρέπει να επιδιώξουμε τη γενίκευση της λειτουργίας τέτοιων σχολών σε επίπεδο ΤΕ ή και σε μερικότερο επίπεδο, αν αυτό εξυπηρετεί ζητήματα διάταξης - προγραμματισμού.

Εξίσου ουσιαστικό είναι ότι μέσα από τη λειτουργία της σχολής οι οπαδοί μας εκπαιδεύονται στη συλλογικότητα, αφού, παρ' όλη την ανομοιομορφία στη σύνθεση, η μικρή αυτή κολλεκτίβα δένεται, ανταλλάζει γνώμες, προβληματισμό. Ωριμάζει η ενιαία αντίληψη, ταυτόχρονα με παράλληλες πρωτοβουλίες που πρέπει να παίρνουμε (επίσκεψη στη «Σύγχρονη Εποχή», προβολή θεματικής ταινίας, εκδήλωση, θέατρο) και πυροδοτούν περαιτέρω ενδιαφέρον.

Οι σχολές επιδρούν ουσιαστικά στη συγκρότηση της ίδιας της Οργάνωσης, καθώς αναδεικνύονται δάσκαλοι, «νοικοκυρεύουμε» αδυναμίες βοηθητικών επιτροπών, λόγω διάταξης βελτιώνεται η τριβή με την κοσμοθεωρία μας, προσπαθούμε να εκλαϊκεύσουμε ζητήματα, αναδεικνύουμε ποια είναι η μεγάλη αξία της οργανωμένης πάλης, γινόμαστε ικανότεροι στο βασικό καθήκον της απόσπασης δυνάμεων σε μη επαναστατικές συνθήκες.

Η επιτυχία μιας σχολής σχετίζεται και με πρακτικά - οργανωτικά μέτρα λειτουργίας, όπως η έγκαιρη συλλογική συζήτηση και προετοιμασία στα όργανα και στις ΚΟΒ, η εξασφάλιση βασικής υποδομής που υποστηρίζει τη διεξαγωγή, η συνδυασμένη παρακολούθηση ενός μαθητή από την ομάδα της σχολής μαζί με την ΚΟΒ που τον γνωρίζει, αλληλοτροφοδοτώντας τη στήριξη και ωρίμανσή του.

Οι Οργανώσεις πρέπει να προσανατολιστούν ώστε μόνιμα να αναδεικνύονται φίλοι που θα παρακολουθούν τα μαθήματα, να ξεπεράσουμε «στεγανά» που βάζουν φρένο στην απεύθυνση για συμμετοχή, με ευθύνη της ΚΟΒ για τον ποιον προτείνει, αλλά και αντίστοιχη ευθύνη κόντρα σε υποκειμενισμούς. Στη συγκεκριμένη δουλειά αντανακλώνται συνολικότερες δυνατότητες και αδυναμίες από τη λειτουργία μιας ΚΟΒ, από τη δράση στον χώρο ευθύνης, και μπορούμε να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα, ώστε τα καθοδηγητικά όργανα να βοηθούν συγκεκριμένα. Οπως αναδείχθηκε παραπάνω, μια σχολή συζητά για «όλου το κόσμου το ψωμί, το φως και το τραγούδι», άρα απαιτείται συνέχεια της δουλειάς πριν και μετά από αυτή, με πολύμορφη παρέμβαση, με τον πολιτισμό, την ψυχαγωγία, τον πολιτικό δεσμό οικονομικής ενίσχυσης.

Η σχολή οπαδών δεν είναι προαπαιτούμενο για τη στρατολογία, ούτε μπορεί να υποκαταστήσει τις ΚΟΒ και τα κομματικά μέλη γι' αυτήν την οργανική με τους σκοπούς μας δουλειά. Είναι καθήκον των ΚΟΒ η ιεράρχηση, ο σχεδιασμός, ο έλεγχος της πολιτικής ισχυροποίησης των δεσμών μας, πρωταρχικά καθοδηγητική ευθύνη των ΤΕ και των ΤΓ.

Η αποστροφή προς τη μελέτη ιδιαίτερα τέτοιου περιεχομένου, οι αντιλήψεις «εγώ δεν έχω μάθει να διαβάζω», «αυτά δεν είναι για εμένα», δεν διαμορφώνονται αυθόρμητα, δεν επαφίενται στο αν κάποιος «το έχει ή δεν το έχει με το διάβασμα», αλλά διαμορφώνονται από τους όρους ζωής της εργατικής τάξης στον καπιταλισμό. Η αστική τάξη θέλει την εργατική στο περιθώριο, τόσο μορφωμένη ώστε να μπορεί να παράγει υπεραξία, να αναπληρώνει τη χαμένη εργατική δύναμη και «να ξανακυλήσει την επόμενη μέρα το νερό στο ίδιο αυλάκι». Πρωτίστως επηρεάζεται ένα τμήμα βιομηχανικού προλεταριάτου που μπορεί η τριβή του με το βιβλίο να εξαντλείται στα όρια ενός βασικού επιπέδου ή/και να συνυπάρχει με λειτουργικό αναλφαβητισμό.

Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας βιομηχανικός εργάτης είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως, αλλά αναδεικνύει τη δική μας καθοδηγητική ευθύνη για προσανατολισμένη βοήθεια ώστε συλλογικά και από καλύτερη θέση να ατσαλώνεται ιδεολογικοπολιτικά, να απαρνιέται προσωπικά στοιχεία οπισθοχώρησης, γενικεύοντας την εμπειρία από τη βιοπάλη και τον αγώνα και μεταβάλλοντάς τη σε παράγοντα δύναμης και αντοχής.

Χρειάζεται λοιπόν ιδιαίτερη φροντίδα, πρακτική στήριξη σε φίλους και σε συντρόφους μας που συμμετέχουν στα οργανωμένα συστήματα. Κυρίως όμως είναι δουλειά που απαιτεί καθοδήγηση στη βάση ότι η συμμετοχή στη σχολή, το διάβασμα, η μελέτη της μαρξιστικής - λενινιστικής κοσμοθεωρίας, η αφομοίωση των σύγχρονων επεξεργασιών και του επαναστατικού Προγράμματος του ΚΚΕ είναι πράξεις ανατρεπτικές, πραγματικής αμφισβήτησης, που στοχεύουν στην καρδιά του καπιταλιστικού συστήματος και στόχο έχουν να βρεθεί η εργατική τάξη στο προσκήνιο της κοινωνικής εξέλιξης, οικοδομώντας τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό.


Δημήτρης Ρούσσης
Μέλος της Τομεακής Επιτροπής Φαρμάκου - Χημικής Βιομηχανίας Αττικής του ΚΚΕ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ