Η κοροϊδία και οι απειλές εξοργίζουν ακόμη περισσότερο τους βιοπαλαιστές που κλιμακώνουν τον δίκαιο αγώνα
Η άγρια καταστολή είναι η άλλη όψη της πολιτικής του ξεκληρίσματος, της ΚΑΠ της ΕΕ που υλοποιεί και η σημερινή κυβέρνηση. Στο πλαίσιο αυτό σέρνει σε δίκες και αντιμετωπίζει ως κοινούς «εγκληματίες» τους βιοπαλαιστές, αποδεικνύοντας τη σαπίλα του επιλεκτικά ανίκανου αστικού κράτους, το οποίο την ίδια ώρα συγκαλύπτει τους διάφορους «φραπέδες» και την πολιτική που οδήγησε στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Βλέποντας μάλιστα η κυβέρνηση ότι «έφαγε τα μούτρα της», αφού οι αγρότες οργανωμένα έσπασαν τους εκβιασμούς και την καταστολή, βγαίνοντας μαζικά στις Εθνικές Οδούς με τα τρακτέρ τους, επιχειρεί τώρα να καλλιεργήσει τον διχασμό, το δηλητήριο του κοινωνικού αυτοματισμού.
Μιλάει για «ακραίες ενέργειες» των αγροτών, επαναλαμβάνοντας τον εμπαιγμό ότι τάχα φέτος «έχουν πάρει τα περισσότερα χρήματα των τελευταίων χρόνων». Ούτε κουβέντα δηλαδή για τα δίκαια αιτήματά τους, που αφορούν συνολικά την επιβίωση και την προστασία της παραγωγής τους.
Οι βιοπαλαιστές της υπαίθρου όμως βρίσκονται στα μπλόκα κόντρα στο δυσθεώρητο κόστος παραγωγής, κόντρα στις χαμηλές τιμές που καθορίζουν οι εμποροβιομήχανοι, που παίρνουν το προϊόν τους τζάμπα για να αυγαταίνουν τα κέρδη τους.
Μια εκτόξευση κόστους που έχει προκληθεί, μεταξύ άλλων, από την πολιτική της «πράσινης μετάβασης» και της «απελευθέρωσης της Ενέργειας» που υλοποιεί η κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή, μέσα σε μια νύχτα το κράτος βρίσκει 300 εκατ. ευρώ για να στηρίξει τους ...αναξιοπαθούντες εφοπλιστές στο «πρασίνισμα» του στόλου τους, ενώ επιδοτούνται και σταθερά με αφορολόγητο πετρέλαιο. Από την άλλη, η κυβέρνηση το αρνείται στους βιοπαλαιστές αγρότες.
Οι βιοπαλαιστές βρίσκονται στον δρόμο για να μην είναι εκτεθειμένη η παραγωγή τους στο έλεος των φυσικών και καιρικών φαινομένων, αλλά να προστατεύεται από τις κατάλληλες υποδομές, να αποζημιώνονται ουσιαστικά και στο 100% για τις ζημιές τους. Να έχουν εισόδημα και ποιότητα ζωής που θα τους επιτρέπει να ζουν αξιοπρεπώς στα χωριά τους.
Ειδικά στη Θεσσαλία, εδώ και δύο χρόνια, από τις καταστροφές του «Daniel», με ευθύνη της κυβέρνησης οι βιοπαλαιστές δεν έχουν αποζημιωθεί ουσιαστικά για να ορθοποδήσουν, οι υποδομές της περιοχής παραμένουν κατεστραμμένες την ίδια ώρα που η κυβέρνηση δρομολογεί σχέδια περαιτέρω εμπορευματοποίησης του νερού, με πρόσχημα την έλλειψή του.
Τα παραπάνω και άλλα αφορούν τις δίκαιες και ζωτικής σημασίας διεκδικήσεις τους, τις οποίες η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και οι προηγούμενες, αρνείται να ικανοποιήσει, γιατί «δεν χωράνε» στις στρατηγικές κατευθύνσεις της ΚΑΠ της ΕΕ, της συγκέντρωσης της γης σε λίγα χέρια.
Μάλιστα, με τα δισεκατομμύρια που διαφημίζει ότι έδωσε, μία μέρα πριν στηθούν τα μεγαλειώδη μπλόκα, προβάλλει σχεδόν ως ...«αχάριστους» τους αγρότες! Ωστόσο αυτά αφορούν υπόλοιπα των επιδοτήσεων του 2024 και του 2023...
Η κοροϊδία απογειώνεται αν σκεφτεί κανείς ότι όσοι παραγωγοί πήραν χρήματα από την προκαταβολή, τα περισσότερα παρακρατήθηκαν από τον ΕΛΓΑ, και άλλοι μάλιστα «μπήκαν μέσα»! Αντίστοιχα, χιλιάδες παραγωγοί δεν πήραν ούτε ένα ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για όσους περιμένουν να αποπληρωθούν με το «Μέτρο 23», αφού κι αυτό είναι «πετσοκομμένο» κατά 25%.
Εμπαίζει τους κτηνοτρόφους για δήθεν μέτρα στήριξης την ίδια ώρα που τους άφησε στο έλεος των ζωονόσων, με τον τρόπο που επέλεξε να τις διαχειριστεί, στο πλαίσιο της ΚΑΠ της ΕΕ. Αρνείται τον αναγκαίο εμβολιασμό, με μοναδικό της κριτήριο να μη διαταραχθεί η κερδοφορία των μεγαλοεξαγωγέων της φέτας.
Η κυβέρνηση και οι υπουργοί της μιλούν για «εξυγίανση» και «παθογένειες που αντιμετωπίζει» στον ΟΠΕΚΕΠΕ, την ίδια στιγμή που στηρίζουν το πραγματικό σκάνδαλο, την ΚΑΠ της ΕΕ. Την πολιτική δηλαδή διασφάλισης, πάση θυσία, προϊόντος φτηνού, ακόμα και κάτω του κόστους, ως πρώτη ύλη για τα μεταποιητικά και εμπορικά μονοπώλια.
Τις απαντήσεις στον «διάλογο» που ζητάει η κυβέρνηση, που δήθεν ψάχνει τον λόγο για τον οποίο κινητοποιούνται οι αγρότες, τις έχει ήδη πάρει από τους ίδιους, που με κάθε τρόπο εκφράζουν την αποφασιστικότητά τους να φτάσουν αυτόν τον μεγαλειώδη αγώνα «έως το τέλος».
Κάθε απειλή πολλαπλασιάζει τα τρακτέρ που βγαίνουν στα μπλόκα! Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βρίσκονται καθημερινά στα μπλόκα, στηρίζουν πολύμορφα τον ηρωικό αγώνα των βιοπαλαιστών αγροτών, καθώς όλοι τους είναι θύματα της ίδιας πολιτικής, πλήττονται από την αδυσώπητη ακρίβεια στα τρόφιμα και την αντιλαϊκή πολιτική που υπηρετεί τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Τι λένε; Οτι οι παραγωγοί επιμένουν σε ένα «παλιό και ξεπερασμένο μοντέλο, που έφαγε τα ψωμιά του», ότι «αρνούνται να προσαρμοστούν στο νέο μοντέλο αγρότη». Οι δυνάμεις τόσο της κυβέρνησης όσο και των άλλων αστικών κομμάτων που στηρίζουν τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης επιχειρούν να παρουσιάσουν τα προβλήματα των βιοπαλαιστών περίπου ως αποτέλεσμα της «μη προσαρμοστικότητάς τους».
Στο πλαίσιο της πολιτικής της ΕΕ να στηρίξει τα μονοπώλιά της, η κυβέρνηση προωθεί παρεμβάσεις (Στρατηγικό Σχέδιο για την εξειδίκευση της ΚΑΠ 2023 - 2027) σηματοδοτώντας τη στροφή σε ένα «νέο παραγωγικό μοντέλο» για την ελληνική γεωργία, για τη «βελτίωση της ανταγωνιστικότητας» και την «εξωστρέφεια» που επιβάλλουν οι εμποροβιομήχανοι, με στόχο την προώθηση των εξαγωγών.
Αυτό το νέο παραγωγικό μοντέλο δεν αποσκοπεί στην ικανοποίηση των διατροφικών αναγκών του λαού, αλλά στη θωράκιση της κερδοφορίας για τους μονοπωλιακούς ομίλους που δραστηριοποιούνται στον αγροτοδιατροφικό τομέα. Δεν στοχεύει στη διασφάλιση φτηνών και ποιοτικών προϊόντων για τη διατροφή, την ένδυση και την κάλυψη άλλων αναγκών, αλλά στην αύξηση των εξαγωγών, που θα φέρει και αύξηση κερδών. Αυτόν τον στόχο υπηρετούν και οι διάφορες «αναδιαρθρώσεις καλλιεργειών» που προωθούνται και οι οποίες, όπως αποδείχθηκε τα προηγούμενα χρόνια, έχουν οδηγήσει πολλούς αγρότες σε καταστροφή και πτώχευση.
Ταυτόχρονα, διακηρυγμένος στόχος της ΚΑΠ είναι η ενίσχυση του ελέγχου της αγροτικής παραγωγής από τα μονοπώλια των τροφίμων, κάτι που επιτυγχάνεται με την ενεργότερη ανάμειξή τους στην καλλιέργεια της γης, με την αξιοποίηση και της τεχνολογίας.
Σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Ερευνών της ΕΕ, το 2040 οι μεγαλύτερες εταιρείες τροφίμων θα έχουν συμπεριλάβει τη γεωργική παραγωγή ως αναπόσπαστο μέρος της επιχείρησής τους, προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα μερίδιο του εφοδιασμού τους, περιορίζοντας τη συμβολαιακή γεωργία την οποία χρησιμοποιούν για την προμήθειά τους με πρώτες ύλες και ταυτόχρονα προωθώντας τη λεγόμενη «γεωργία ελεγχόμενου περιβάλλοντος», για να αυξήσουν τις δυνατότητες παραγωγής όλο τον χρόνο.
Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να επιταχύνεται η συγκέντρωση της εμπορίας - μεταποίησης, αλλά και της γης.
Είναι φανερό ότι στο πλαίσιο αυτό δεν χωράνε οι «παραδοσιακοί» αγρότες, που προσπαθούν να επιβιώσουν με την εργασία των ίδιων και των οικογενειών τους και οι οποίοι στην Ελλάδα αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία των παραγωγών.
Στην ΕΕ υπολογίζουν ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών των αγροτών θα αναγκαστούν να αφήσουν τη γεωργία και θα έχουν τη μοίρα των εκατοντάδων χιλιάδων συναδέλφων τους που ξεκληρίστηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Η γη τους είτε θα πουληθεί «αντί πινακίου φακής», είτε θα ενοικιαστεί και θα χρησιμοποιείται από τους λεγόμενους «επαγγελματίες αγρότες», είτε θα εγκαταλειφθεί. Ωστόσο, ένα σημαντικό ποσοστό τους θα παραμείνει στην παραγωγή, και σ' αυτό συμβάλλουν οι επιδοτήσεις / ενισχύσεις που δίνονται από την ΕΕ και οι οποίες, βεβαίως, πρώτο και κύριο στόχο έχουν την εξασφάλιση φτηνών πρώτων υλών για τα μονοπώλια.
Ως αντιστάθμισμα στο «ξεσκαρτάρισμα» η ΕΕ προωθεί το «άλλο μοντέλο αγρότη», αυτό του επιχειρηματία - αγρότη, ο οποίος, όπως αναφέρεται και στο Στρατηγικό Σχέδιο της ισχύουσας ΚΑΠ, είναι αναγκαίος για την «εξασφάλιση σταθερής παραγωγής πρώτης ύλης για τις βιομηχανίες τροφίμων και ποτών».
Το «νέο μοντέλο αγρότη» χρησιμοποιείται συχνά και για να περιγράψει μια δήθεν καλύτερη και αποδοτικότερη ΚΑΠ, στην πράξη όμως μεταφράζεται σε «φαύλο κύκλο» για τον βιοπαλαιστή. Για παράδειγμα, προκειμένου να ενταχθούν στα προγράμματα της ΚΑΠ και να αποκτήσουν υποδομή (π.χ. ένα τρακτέρ) οι αγρότες αναγκάστηκαν να χρεωθούν με δάνεια, με την υπόσχεση ότι έτσι «θα γίνουν πιο ανταγωνιστικοί και θα επιβιώσουν». Τι είδαν στην πράξη; Με τις εξευτελιστικές τιμές στα προϊόντα η παραγωγή τους δεν καλύπτει ούτε το κόστος, ενώ οι δόσεις των δανείων «τρέχουν». Οι αγρότες δηλαδή νιώθουν στο πετσί τους το «παραγωγικό μοντέλο» που όλο αλλάζει και όλο το ίδιο μένει ως προς τις στοχεύσεις του.
Ο εφιάλτης με τον οποίο έρχονται αντιμέτωποι οι βιοπαλαιστές παραγωγοί φανερώνει σήμερα ακόμα πιο καθαρά τους δύο δρόμους που ανοίγονται μπροστά τους. Ο ένας είναι αυτός που ζουν σήμερα και τους τσακίζει, αυτός του ξεκληρίσματος και της διαρκούς αναμέτρησης με τα χρέη και την ανασφάλεια. Αυτό είναι το μόνο που μπορούν να διασφαλίσουν τα κάθε λογής «μοντέλα» παραγωγής και αγρότη που προωθούν τα μονοπώλια, η ΕΕ και οι κυβερνήσεις τους.
Ο άλλος είναι ο δρόμος της οργάνωσης της αντεπίθεσης, σε συμμαχία με την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα.
Ο δρόμος της διεκδίκησης, που τους φέρνει σε σύγκρουση με αυτήν την πολιτική, η πάλη δηλαδή για τη μόνη ελπιδοφόρα διέξοδο, ώστε να μπορούν να ζουν από την παραγωγή τους και την ίδια στιγμή ο λαός να έχει πρόσβαση σε φτηνά και ποιοτικά προϊόντα.
Εμπόδιο στην ικανοποίηση αυτής της ανάγκης είναι το σύστημα του κέρδους, η εξουσία του κεφαλαίου, η οργάνωση της παραγωγής με κριτήριο την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων.
Γι' αυτό και η διέξοδος ώστε να απαλλαγεί ο αγρότης από το άγχος της επιβίωσης μπορεί να έρθει μόνο με την κοινή πάλη με την εργατική τάξη, με προοπτική να πάρουν στα χέρια τους την εξουσία και την οικονομία. Ετσι, απαλλαγμένοι από τον βραχνά της ανταγωνιστικότητας και του κέρδους, που τους τσακίζει, θα μπορέσουν να οργανώσουν ριζικά διαφορετικά την παραγωγή, με κοινωνικοποίηση και εργατικό - λαϊκό έλεγχο, στο πλαίσιο της νέας σοσιαλιστικής εξουσίας.
Αυτόν τον δρόμο φωτίζει η πρόταση του ΚΚΕ, που περιλαμβάνει τον εθελοντικό Παραγωγικό Συνεταιρισμό, αποτελώντας εγγύηση ότι ο βιοπαλαιστής αγρότης θα πάψει να είναι ατομικός παραγωγός, εκτεθειμένος στους νόμους της αγοράς, και θα ενταχθεί σε μια σχεδιασμένη παραγωγική διαδικασία με εξασφαλισμένο εισόδημα και κοινωνικά δικαιώματα. Αντίθετα δηλαδή από ό,τι συμβαίνει με τις διάφορες μορφές συνεταιρισμών εντός του καπιταλιστικού πλαισίου, που λειτουργούν ως ενδιάμεσοι κρίκοι που συγκεντρώνουν τη διάσπαρτη αγροτική παραγωγή, όχι για να ενισχύσουν τον αγρότη αλλά για να την παραδώσουν στις μεταποιητικές και εμπορικές μονοπωλιακές αλυσίδες (βιομηχανίες τροφίμων, μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ).