RIZOSPASTIS |
Περιγράφοντας μια «τυπική μέρα» ενός χειρουργού σημείωσε: «Ερχεται ο άρρωστος με το πρόβλημά του, του λέμε ότι πρέπει να χειρουργηθεί αλλά να περιμένει 2 και πλέον μήνες τουλάχιστον γιατί δεν υπάρχει χώρος. Επιμένει για ταχύτερα ο άρρωστος, εμείς του λέμε δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
Οταν περάσει αυτό το διάστημα, παίρνει ο άρρωστος τηλέφωνα. Αποφεύγουμε να σηκώσουμε το τηλέφωνο, γιατί ψάχνουμε χώρο να μπει και δεν υπάρχει, και περιμένουν και άλλοι άρρωστοι που πιέζουν. Αφού με επιμονή και ένα σωρό τσακωμούς και διαπραγματεύσεις μεταξύ των γιατρών, μπούμε στο χειρουργείο, εκεί ξεκινάει άλλος τσακωμός.
Τελείωνε το χειρουργείο, γιατί έχει να μπει και ο νευροχειρουργός, έχει να μπει και ο ορθοπαιδικός. Τι κάνεις τόση ώρα; Γιατί αργείς; Ταυτόχρονα, το νοσοκομείο εφημερεύει και έχουν έρθει πολυτραυματίες για τους οποίους δεν υπάρχει εξασφαλισμένη αίθουσα χειρουργείου. Και αρπάζονται οι γιατροί μεταξύ τους, και ακυρώνονται τελευταία στιγμή περιστατικά που περίμεναν μήνες, και ...άντε πες το αυτό στον άρρωστο που θα μείνει άλλο τόσον καιρό με το πρόβλημά του και έχει αφήσει και τη δουλειά του πίσω. Αυτή η ένταση αναπαράγεται χωρίς καμία υπερβολή κάθε μέρα, με ό,τι συνέπειες μπορεί να έχει.
RIZOSPASTIS |
Ενώ απαντώντας στο γιατί οι κυβερνήσεις ακολουθούν αυτήν την πολιτική, σημείωσε: «Γιατί θεωρούν τη δημόσια Υγεία πεταμένα λεφτά. Γιατί αν οι υπηρεσίες Υγείας δεν παίρνουν ευθέως τη μορφή του εμπορεύματος, αν από αυτές δεν προκύπτουν επένδυση, συναλλαγή και κέρδος, αν δεν υπηρετούν τις ανάγκες της οικονομίας των λίγων, τότε είναι "αντιπαραγωγικές", είναι "ουτοπικές", είναι "αναχρονιστικές"».
Σε άλλο σημείο αναφέρθηκε και στο λεγόμενο «φακελάκι», τονίζοντας ότι πρόκειται για την «άμεση, έξτρα και κάτω από το τραπέζι πληρωμή του ασθενούς προς τον γιατρό. Αποτελεί ευθεία μορφή της εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών Υγείας (παράνομη, δίπλα στη νόμιμη που είναι οι έμμεσες εισφορές των ασθενών) αφού ο ασθενής καλείται να βάλει ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για να λύσει το πρόβλημά του».
Ανέδειξε ότι «όλες οι κυβερνήσεις ανέχτηκαν το "φακελάκι" ή και το καλλιέργησαν για να ωθήσουν τους πράγματι υποαμειβόμενους γιατρούς στη λογική να αναζητήσουν το εισόδημά τους από τον άρρωστο και όχι από αυτές».
Πρόσθεσε δε μια ενδιαφέρουσα πλευρά, αναδεικνύοντας ότι το «φακελάκι» δείχνει και βαθιά πολιτική στάση, αφού αυτή η μειοψηφία των γιατρών που «τα παίρνουν», «είναι οι ίδιοι που τάσσονται υπέρ του νομοσχεδίου και συσπειρώνονται γύρω από την κυβέρνηση. Γιατί; Γιατί το νομοσχέδιο θεσμοθετεί το "φακελάκι" και το κάνει επίσημο. Καθιερώνει το εμπόριο και την άμεση πληρωμή σαν την κύρια μορφή παροχής του αγαθού των υπηρεσιών Υγείας, σε όποιον βέβαια μπορεί να αντεπεξέλθει, ειδικά στις σημερινές συνθήκες με τσακισμένο το λαϊκό εισόδημα».
Ο Γ. Παπαζαχαρίας, μιλώντας για τον αγώνα που οργανώνεται ενάντια στο νομοσχέδιο, ξεκαθάρισε ότι δεν δίνεται «για να υπερασπιστούμε το ΕΣΥ όπως είναι τώρα, αλλά για να ανοίξει ο δρόμος να διεκδικήσουμε το σύστημα Υγείας που έχει ανάγκη ο λαός σήμερα αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας».
Επισήμανε ότι δεν έχει μείνει επιχείρημα της κυβέρνησης που να μην έχει καταρριφθεί, αφού «είναι πρόσφατη η εμπειρία της πανδημίας, που ανέδειξε την αξία του δημόσιου συστήματος Υγείας και τον παρασιτισμό του ιδιωτικού τομέα».
Σημείωσε ότι σήμερα «υπάρχει ένα μεγάλο, αξιόλογο δυναμικό γιατρών στα δημόσια νοσοκομεία που κοιτάει τον άρρωστο στα μάτια και όχι στην τσέπη.
Που κάνει 8 και 9 εφημερίες τον μήνα, που "λιώνει" σε πολύωρες επεμβάσεις στο χειρουργείο και αντιλαμβάνεται ότι η λύση στο απαράδεκτο εισόδημά του δεν είναι να τρέχει άλλες τόσες ώρες το απόγευμα να βρει κανέναν ασθενή - πελάτη μπας και πληρωθεί.
Που αντιλαμβάνεται ότι το νομοσχέδιο αυτό διατάχτηκε, συντάχτηκε και καθοδηγήθηκε από τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους στην Υγεία.
Ενα μεγάλο, αξιόλογο δυναμικό γιατρών που καταλαβαίνει ότι συμφέρον του είναι ένα περιβάλλον εργασίας όπου θα εξελίσσει πολύπλευρα τη γνώση και την τεχνική, με αξιοπρεπείς συνθήκες και αμοιβές, στα μέτρα του 21ου αιώνα».
RIZOSPASTIS |
Και συνεχίζοντας υπογράμμισε ότι «ο ίδιος ο ασθενής, εφόσον ο θεράπων ιατρός του του χορηγήσει φαρμακευτική αγωγή, θα συνεχίσει όχι μόνο να πληρώνει αδρά μέσω της συμμετοχής, αλλά υπάρχει σοβαρή πιθανότητα κάποιο απ' τα φάρμακά του να μην μπορεί να το βρει καθώς θα είναι σε έλλειψη».
Εστιάζοντας ειδικά στο φαινόμενο των ελλείψεων, ο Γ. Καβαλάρης υπογράμμισε ότι οφείλεται στις «παράλληλες εξαγωγές», «είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο σκοπός της παραγωγής και της διακίνησης των φαρμάκων είναι το κέρδος και μόνο αυτό.
Ετσι οι φαρμακέμποροι στην Ελλάδα, χώρα που έχει από τις χαμηλότερες τιμές φαρμάκων στην ΕΕ, συνεργάζονται με τους αντίστοιχους φαρμακέμπορους σε Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και αλλού και εξάγουν τα φάρμακα και στη συνέχεια μοιράζονται τα κέρδη από τη διαφορά τιμής».
Ο συνδικαλιστής εξήγησε τον μηχανισμό που γεννά τις «ελλείψεις» σημειώνοντας: «Οι πολυεθνικές του φαρμάκου, οι οποίες διαθέτουν το ίδιο φάρμακο σε διαφορετικές τιμές στις χώρες της ΕΕ, χάνουν ένα μέρος από τα κέρδη τους, το οποίο καρπώνονται οι φαρμακέμποροι με το σύστημα των παράλληλων εξαγωγών. Η αντίδρασή τους είναι να μειώσουν τις παραδόσεις φαρμάκων στις χώρες με τις χαμηλότερες τιμές, ώστε να πιέσουν τους φαρμακέμπορους να μην εξάγουν. Αυτό οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερες ελλείψεις γιατί οι φαρμακέμποροι θα εξάγουν ό,τι έχουν συμφωνήσει να εξάγουν.
Τέλος, έχουμε και ελλείψεις που οφείλονται στη μη εισαγωγή φαρμάκων στη χώρα μας, καθώς υπάρχουν μεγάλα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα για την παραγωγή φαρμάκων. Η χημική βιομηχανία, ο κύριος τροφοδότης πρώτων υλών, έχει μετακομίσει κυρίως σε Ινδία και Κίνα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν προβλήματα από την πανδημία και μετά στην ομαλή τροφοδοσία. Τη μειωμένη παραγωγή φαρμάκων διαχειρίζονται οι φαρμακοβιομηχανίες με τον ίδιο τρόπο που αναλύσαμε και για τις παράλληλες εξαγωγές, επιλέγοντας να προμηθεύσουν τις χώρες όπου οι τιμές είναι υψηλότερες και άρα τα κέρδη μεγαλύτερα».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις ευθύνες των κυβερνήσεων, αναδεικνύοντας ότι «οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ στηρίζουν την επιχειρηματική κερδοφορία των πολυεθνικών και των φαρμακαποθηκών, γι' αυτό και δεν κάνουν τα στοιχειώδη. Το μόνο που κάνουν είναι σποραδικά να απαγορεύουν τις εξαγωγές για μικρό αριθμό φαρμάκων για λίγους μήνες. Αυτό δεν διορθώνει το πρόβλημα, απλώς διευθετεί για λίγο οξυμένες επιχειρηματικές αντιθέσεις ανάμεσα στους φαρμακοβιομηχάνους και τις φαρμακαποθήκες».
Και απαντώντας στο τι πρέπει να γίνει, υπογράμμισε ότι απαιτείται «σήμερα, πλήρως και για πάντα απαγόρευση των παράλληλων εξαγωγών φαρμάκων, κάθε φάρμακο που εισάγεται στη χώρα μας να πηγαίνει στον ασθενή που το χρειάζεται την ώρα που το χρειάζεται και δωρεάν.
Παράλληλα απαιτείται να αξιοποιηθούν οι παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, το εξειδικευμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό στον κλάδο του φαρμάκου, ώστε να εξασφαλιστεί η όσο το δυνατόν αυτάρκεια της χώρας σε φάρμακα.
Αυτά τα αιτήματα που ο κάθε λογικός άνθρωπος τα θεωρεί αυτονόητα, απαιτείται αγώνας και επιμονή, συστράτευση γιατρών, φαρμακοποιών, ασθενών, ευρύτερα του λαού μας, ώστε να τα καταφέρουμε με στόχο πάντα την επιχειρηματική δράση στον χώρο της Υγείας - Πρόνοιας - Φαρμάκου».
RIZOSPASTIS |
Μίλησε για τους εργαζόμενους που με τη δουλειά τους, τον ιδρώτα τους έκαναν και κάνουν δυνατό να παράγονται φάρμακα, να είναι διαθέσιμα, να φτάνουν σε όλη την Ελλάδα, να υπάρχουν φαρμακευτικές θεραπείες, όπλο στα χέρια των επιστημόνων της Υγείας για να αντιμετωπιστούν ασθένειες.
Σημείωσε ότι όλοι αυτοί, οι εργάτες και οι εργάτριες, «σήμερα - μαζί με όλο τον λαό - αντιμετωπίζουν τις ελλείψεις ακόμα και σε βασικά φάρμακα, την απαξίωση ακόμα και βασικών μέτρων προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στους χώρους δουλειάς, την επίθεση σε κάθε βασικό τους δικαίωμα.
Οπως και πίσω από κάθε εργατικό πρόβλημα και αδιέξοδο, τη φτώχεια, την ακρίβεια, την καταστολή, τους πλειστηριασμούς, τον πόλεμο, έτσι και εδώ η αιτία παραμένει ίδια και απαράλλαχτη. Είναι η ακόρεστη δίψα για τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων!».
Αναφερόμενος στους φαρμακοβιομήχανους σημείωσε ότι «πρώτοι σέρνουν τον χορό των κερδών», με επενδύσεις που ξεπερνούν τα 500 εκατομμύρια ευρώ, με εκατομμύρια που τους χαρίζονται με το συμψηφισμό clawback - επενδύσεων, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας κ.ο.κ. «Σε αυτόν τον χορό της ανάπτυξης και της κερδοφορίας ακολουθούν και οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου, φαρμακαποθήκες, καλλυντικά, αλυσίδες φαρμακείων και e-shop», σημείωσε και θύμισε ότι «από το 2009 μέχρι το 2020, οι πωλήσεις των φαρμάκων στην εγχώρια αγορά ανήλθαν στα 77 δισ. ευρώ, ενώ μόνο μέσα από τις φαρμακαποθήκες και τα φαρμακεία το ποσό αυτό ανήλθε στα 57 δισ. ευρώ!».
Αναδεικνύοντας και ποιοι είναι οι χαμένοι αυτών των ρεκόρ κερδοφορίας υπογράμμισε ότι το ίδιο διάστημα, κατά το οποίο άλλαξαν και διάφορες κυβερνήσεις, «οι εργαζόμενοι στον κλάδο του Φαρμάκου παραμένουν χωρίς Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, με ωράριο - λάστιχο και καθηλωμένους μισθούς (που και αυτοί έχουν γίνει "καπνός" μπροστά στις αυξήσεις σε ρεύμα, καύσιμα, βασικά αγαθά). Είναι το διάστημα που κατέληξε σήμερα στο να δουλεύουν εργαζόμενοι του κλάδου απλήρωτες υπερωρίες σε μια σειρά από χώρους, να υπάρχει έντονη εντατικοποίηση, να αυξάνονται τα εργατικά "ατυχήματα" και μάλιστα αρκετά να είναι σοβαρά. Να αμφισβητείται στην πράξη το 5ήμερο και το 8ωρο, να συνεχίζεται το αίσχος της εργολαβικής εργασίας, με συμβάσεις ατομικές που μπορεί να ανανεώνονται ακόμα και κάθε βδομάδα ή μήνα, με την επέκταση του εργάσιμου χρόνου, να συνεχίζονται οι απολύσεις σε μια σειρά από χώρους, η μονιμοποίηση της τηλεργασίας, ιδιαίτερα στην ιατρική ενημέρωση.
Ακόμα και τα φάρμακα που με τον ιδρώτα μας παράγονται ή διανέμονται, αναγκαζόμαστε να τα πληρώνουμε όλο και ακριβότερα, όταν τα χρειαζόμαστε!».
Ξεχωριστή αναφορά έκανε ο συνδικαλιστής σε μια ακόμα πλευρά του νομοσχεδίου για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη, αφού η κυβέρνηση με το άρθρο 51 προβλέπει ότι «κάθε φαρμακαποθήκη, με μια απλή δήλωση στον οικείο δήμο, θα μπορεί να λειτουργεί και τα Σάββατα, πλευρά η οποία καταστρατηγεί ευθέως το κατεκτημένο μέχρι σήμερα δικαίωμά μας στην 5ήμερη και 8ωρη εργασία, Δευτέρα - Παρασκευή».
Εκ μέρους των εργαζομένων ξεκαθάρισε προς την εργοδοσία ότι από τη μία «δεν είμαστε συνεργάτες», αφού «τα συμφέροντά μας είναι αντίθετα με αυτά των εργοδοτών. Προσπαθούν να μας πείσουν να βάλουμε κι άλλη πλάτη για να γίνουν πιο ανταγωνιστικές οι επιχειρήσεις, να δεχτούμε δηλαδή ό,τι συμφέρει τους εργοδότες, τη διάλυση του ωραρίου, του 5ήμερου, τις απλήρωτες υπερωρίες, την εργολαβική εργασία». Και, από την άλλη, «δεν είμαστε μια οικογένεια, επειδή μετά από 12 χρόνια χωρίς ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς βλέπουμε πλάνα και κέρδη εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, που βγήκαν και βγαίνουν από τη δική μας δουλειά και εμείς αγωνιζόμαστε να βγάλουμε τον μήνα».
«Εμείς, που παράγουμε και διανέμουμε το φάρμακο, συνεχίζουμε, μαζί με όλους τους εργαζόμενους και τον λαό, τον αγώνα μας για τα δικαιώματά μας και την ενίσχυση της δημόσιας Υγείας, τον αγώνα να μην περάσουν οι πολιτικές που την υποβαθμίζουν ακόμα περισσότερο, τον αγώνα και για το μέγιστο δικαίωμα του εργαζόμενου στην Υγεία, για ουσιαστικά μέτρα προστασίας στους χώρους εργασίας», σημείωσε επίσης, καταλήγοντας: «Ενώνουμε τη φωνή μας με τους αγωνιζόμενους υγειονομικούς και απαιτούμε να αποσυρθεί άμεσα το κατάπτυστο νομοσχέδιο της κυβέρνησης που υποβαθμίζει κι άλλο τη δημόσια Υγεία και επιχειρεί και νέα επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων στον κλάδο του Φαρμάκου».
RIZOSPASTIS |
Η νέα γιατρός, αφού αναφέρθηκε στην τεράστια αναμονή που έχει να αντιμετωπίσει ένας απόφοιτος Ιατρικής, από 3 έως και 5 χρόνια, για την έναρξη της επιθυμητής ειδικότητας, στάθηκε στις αλλαγές που φέρνει η κυβέρνηση στο λεγόμενο «αγροτικό». Εναν θεσμό που έτσι κι αλλιώς δεν είχε λόγο ύπαρξης πέρα από την κάλυψη κενών στην επαρχία και που σήμερα, πάλι σε λογική «μπαλώματος», οι νέοι γιατροί θα τοποθετούνται όχι μόνο στα Περιφερειακά Ιατρεία αλλά και σε νοσοκομεία.
Πιο συγκεκριμένα, ανέδειξε ότι το νομοσχέδιο προβλέπει ένα εξάμηνο «κλινικής άσκησης», σε κλινικές του παθολογικού ή χειρουργικού τομέα του γενικού νοσοκομείου αναφοράς της μονάδας Υγείας στην οποία ο γιατρός έχει τοποθετηθεί. Ενα εξάμηνο υπηρεσίας στην ίδια μονάδα Υγείας (Κέντρα Υγείας, Περιφερειακά Ιατρεία, Πολυδύναμα ΠΙ κ.λπ.). Ενώ ως κίνητρο για τους νέους ιατρούς προβάλλεται η δυνατότητα αναγνώρισης αυτών των 6 μηνών (στο νοσοκομείο) ως κομματιού της ειδικότητάς τους, αλλά προβλέπονται και ποινές για όποιον διακόψει πρόωρα το αγροτικό του.
Αφού αναφέρθηκε στις απαράδεκτες σχέσεις εργασίας που επικρατούν και στον συγκεκριμένο θεσμό, θύμισε ότι οι παραπάνω αλλαγές αποτελούν μια «βελτιωμένη» εκδοχή του αντιδραστικού foundation year που επιδίωξε να επιβάλει πέρυσι η κυβέρνηση και οι φοιτητές Ιατρικής οδήγησαν στην απόσυρσή του.
«Το ξεκαθαρίσαμε τότε και το ξεκαθαρίζουμε και τώρα. Αν ενδιαφέρονται, όπως λένε, για την εκπαίδευσή μας, γιατί δεν ικανοποιούν τα πάγια αιτήματα των Συλλόγων Φοιτητών Ιατρικής, για αναβάθμιση των σπουδών μας συνολικά, ώστε να προετοιμαζόμαστε κατάλληλα για την έναρξη ειδικότητας; Για ενιαίο πρόγραμμα σπουδών σε όλες τις Ιατρικές, δομημένο όχι με βάση τα επιχειρηματικά συμφέροντα της κάθε φαρμακευτικής εταιρείας αλλά βασισμένο στις σύγχρονες επιστημονικές εξελίξεις πάντα με γνώμονα τις ανάγκες του λαού, τόσο προπτυχιακά όσο και στο πλαίσιο της ειδικότητας ακόμα;», ανέφερε, δίνοντας απάντηση στους κυβερνητικούς ισχυρισμούς. Και συνέχισε:
«Θα φρόντιζαν για αξιοποίηση όλων των τεχνολογικών μέσων και υλικοτεχνικών δομών για την εξοικείωσή μας με τις σύγχρονες πρακτικές. Συγκεκριμένα, στην Ιατρική υπάρχουν 3D προσομοιωτές που κανείς φοιτητής δεν έχει δει από κοντά, παρά μόνο στο διαφημιστικό σποτάκι που κυκλοφόρησε για το πρώτο ξενόγλωσσο προπτυχιακό πρόγραμμα Ιατρικής επί πληρωμή που ξεκίνησε από φέτος.
Αντίστοιχα, αν ενδιαφέρονταν για τη μόρφωση και την ποιότητα της εκπαίδευσης των φοιτητών Ιατρικής θα δινόταν η δυνατότητα για εκμάθηση της μεθοδολογίας της έρευνας και θα δίνονταν κονδύλια για τη δημιουργία πρωτοκόλλων που θα καθορίζονταν από την ίδια τη σχολή και όχι από τις παραγγελίες της εκάστοτε φαρμακευτικής».
Η απόφοιτη της Ιατρικής έκλεισε με τη φράση που, όπως είπε, ακούγεται συχνά στα αμφιθέατρα, στις συνελεύσεις, στα συλλογικά όργανα των φοιτητών: «Παλεύουμε για τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο από σπουδές, Υγεία, ζωή στο ύψος των σύγχρονων αναγκών και σύγχρονων δυνατοτήτων με το βλέμμα πάντα στραμμένο στον άνθρωπο».
RIZOSPASTIS |
«Τώρα με το νέο νομοσχέδιο στέλνουμε SOS μήνυμα για την Υγεία», σημείωσε η Στέλλα Βαλαβάνη, αναδεικνύοντας ότι «ουσιαστικά η γνωμάτευση και θεραπεία γίνονται άμεσα μόνο αν μπορείς να πληρώσεις». Πιο συγκεκριμένα τόνισε: «Ξεκινάμε με απίστευτα ποσά για την παρακολούθηση της υγείας του παιδιού σε όλη την πορεία του, εμβόλια, οφθαλμολογικό & οδοντιατρικό έλεγχο, εξετάσεις αίματος, προληπτικός έλεγχος για το μάθημα της Φυσικής Αγωγής, για τα αθλήματα σε ομάδα έπειτα, από το πιο απλό, μια γρίπη, μέχρι κάτι πιο σοβαρό. Τα παιδιατρικά νοσοκομεία στην Αττική δεν μπορούν να καλύψουν ούτε στο ελάχιστο τις ανάγκες μας. Είναι ήδη επιβαρυμένη η κατάσταση των 3 παιδιατρικών νοσοκομείων, και φυσικά ούτε και οι αντίστοιχες πρωτοβάθμιες δομές με ραντεβού στους παιδιάτρους καλύπτουν τις ανάγκες. Ατελείωτες ώρες αναμονής στα νοσοκομεία με άρρωστα παιδιά και ραντεβού για μια γνωμάτευση μετά από 2 - 3 μέρες.
Το τοπίο μαυρίζει ακόμα πιο πολύ όταν έχουμε να κάνουμε με παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες ή παιδιά με κάποια αναπηρία. Η γνωμάτευση για λογοθεραπευτή ή εργοθεραπεία "Γολγοθάς" για κάθε γονιό και απίστευτα ποσά στο μονοπώλιο των ιδιωτών με μήνες αναμονής για την αντίστοιχη κρατική χρηματοδότηση. Ο γονιός από τη στιγμή που διαπιστώνει ότι το παιδί του χρειάζεται ειδική υποστήριξη, ξεκινά ο "αγώνας του". Μεγάλο δίλημμα επίσης όταν ένας μαθητής χρήζει παράλληλη στήριξη και σχολικό νοσηλευτή. Δεν μπορεί να έχει και τους 2... Δηλαδή μας βάζουν ως γονείς να διαλέξουμε πρώτο την υγεία ή τη μόρφωση του παιδιού μας».
Η ομιλήτρια αναφέρθηκε και στην παντελή απουσία δωρεάν ορθοδοντικής περίθαλψης, αφού το μοναδικό δημόσιο Τμήμα Ορθοδοντικής έχει σταματήσει τη λειτουργία εδώ και 3 χρόνια.
Στα παραπάνω η Στέλλα Βαλαβάνη πρόσθεσε την απόγνωση για την υγεία και τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονέων, λόγω της ανυπαρξίας οποιασδήποτε κρατικής δομής φροντίδας και δημόσιου ιατρικού ελέγχου.
«Μέσα σε αυτήν την κατάσταση η κυβέρνηση της ΝΔ, πατώντας στα παραπάνω υπαρκτά προβλήματα, φέρνει αυτό το νομοσχέδιο και μας προβάλλει τη γνωστή συνταγή ως λύση, αυτή της εκχώρησης αρμοδιοτήτων της δευτεροβάθμιας φροντίδας Υγείας σε ιδιώτες για να θησαυρίζουν ακόμα περισσότερο», ανέφερε.
Τόνισε ότι τα αποτελέσματα αυτής της «συνταγής» γίνονται φανερά και τις τελευταίες μέρες με τις καταγγελίες για τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών σε ιδιωτική δομή προστασίας. «Αυτά είναι τα αποτελέσματα της εκχώρησης αρμοδιοτήτων σε πάσης φύσεως ΜΚΟ και ιδιωτικά ιδρύματα», σημείωσε, ξεκαθαρίζοντας ότι «ο ρόλος τους δεν είναι αμφιλεγόμενος αλλά αντικοινωνικός. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της πλήρους απουσίας ολοκληρωμένης κρατικής στήριξης και προστασίας στα παιδιά, είτε είναι εγκαταλελειμμένα είτε κακοποιημένα».
«Σήμερα δεν δικαιούμαστε έναν δημόσιο πανελλαδικό φορέα που θα έχει την αποκλειστική ευθύνη της προστασίας του παιδιού χωρίς οικογένεια, του κακοποιημένου παιδιού, του παιδιού σε επικίνδυνο οικογενειακό περιβάλλον;», αναρωτήθηκε η ομιλήτρια και πρόσθεσε:
«Γιατί λεφτά για την Υγεία και για αξιοπρεπείς μισθούς των υγειονομικών "δεν περισσεύουν", αλλά δίνονται απλόχερα για τις δουλειές των επιχειρηματικών ομίλων, το ΝΑΤΟ ή όποιον άλλο κάνει γνωστές "αγαθοεργίες" - πολέμους, πλειστηριασμούς, κατασχέσεις σπιτιών κ.ά.».
«Η Υγεία πρέπει να είναι κοινωνικό αγαθό, και συνεπώς ό,τι συνδέεται με αυτή να είναι ευθύνη του κράτους και να παρέχεται δωρεάν», υπογράμμισε η ομιλήτρια, τονίζοντας ότι «σήμερα δεν είμαστε εκεί που ήμασταν πριν από δεκάδες χρόνια, υπάρχουν σύγχρονες δυνατότητες για πραγματικά ποιοτική ζωή και όχι επιβίωση».
Ανέδειξε ότι με το νομοσχέδιο, αλλά και με τις συνθήκες που βιώνει σήμερα η εργατική - λαϊκή οικογένεια, «δημιουργούνται νέοι όροι αποκλεισμού από βασικές, ακόμα και επείγουσες ανάγκες».
«Σε αγωνιστική συμπόρευση λοιπόν με το ΚΚΕ, δυναμώνοντας τη φωνή μας, καλούμε όλους να διεκδικήσουν ένα ενιαίο, αποκλειστικά κρατικό σύστημα Υγείας, που θα έχει ως κριτήριο την πλήρη και απολύτως δωρεάν πρόληψη, περίθαλψη, αποκατάσταση της δικιάς μας υγείας και πολύ περισσότερο των παιδιών μας», κατέληξε.